Σάββατο 24 Φεβρουαρίου 2018

«Ισραέλ Χόροβιτς: “Η γραμμή”» της Μάριον Χωρεάνθη

Και ποιος δεν έχει βρεθεί σε ουρά... Και ποιος δεν έχει έρθει αντιμέτωπος με επίδοξους «σφετεριστές» της θέσης του στην ουρά, που παντοιοτρόπως θα επιχειρήσουν να τον παρακάμψουν με σκοπό να προηγηθούν – είτε προβάλλοντας κάποια πρόφαση, είτε αποσπώντας του την προσοχή, είτε μπαίνοντας «πραξικοπηματικά» μπροστά του, δίχως να θεωρούν καν απαραίτητη μια, έστω και προσχηματική, εξήγηση ή δικαιολογία. Το οχληρό αυτό φαινόμενο της αστικής καθημερινότητας, η επίμονη παράβαση ενός άγραφου κανόνα όπως η υπομονετική αναμονή με σεβασμό της προτεραιότητας, γίνεται για τον πολυβραβευμένο Αμερικανό θεατρικό συγγραφέα, σκηνοθέτη και ηθοποιό Ισραέλ Χόροβιτς η αφορμή ώστε να καυτηριάσει αμείλικτα την πλεονεξία, τον εγωκεντρισμό και τη μωροφιλοδοξία του σύγχρονου καταναλωτή ανθρώπου, του αλλοτριωμένου σε εγκληματικό βαθμό απ’ τον ακραίο, θεοποιημένο υλισμό της εποχής μας.
Πέντε άτομα –τέσσερις άντρες και μια γυναίκα– καταφθάνουν για να σταθούν στη σειρά πίσω από μια γραμμή χαραγμένη στο έδαφος ενός απροσδιόριστου πάρκου. Τον λόγο για τον οποίο συμβαίνει αυτό δεν τον γνωρίζουμε ούτε θα τον μάθουμε ποτέ: δεν πρόκειται, άλλωστε, για το εστιακό σημείο της υπόθεσης. Εκείνο που μας ενδιαφέρει είναι το τι θα διαδραματιστεί μεταξύ των (αντι)ηρώων της ιστορίας, στη μανιώδη τους προσπάθεια να εξασφαλίσουν, ο καθένας για τον εαυτό του και με κάθε δυνατό, θεμιτό ή (κυρίως) αθέμιτο μέσο, την περιπόθητη πρώτη θέση στην ουρά.
Τι είναι άραγε αυτό που υποκινεί/παρακινεί μια παρόμοια, περίπου πανομοιότυπη συμπεριφορά σε ανθρώπους εντελώς διαφορετικών ιδιοσυγκρασιών και ενδιαφερόντων, πολιτισμικών και κοινωνικών υποβάθρων; Τι θα κερδίσουν –εκτός από ελάχιστα λεπτά της ώρας και μια εφήμερη, άχρηστη ικανοποίηση– αν κατορθώσουν να «κλέψουν» την προτεραιότητα του άλλου; Τι είναι αυτό που τους ωθεί να παραμερίσουν κάθε αγωγή και αξιοπρέπεια και να φερθούν μικρόψυχα, ύπουλα και ποταπά, δίνοντας δυσανάλογο βάρος σε κάτι τόσο ασήμαντο και, στην ουσία, πέρα για πέρα μάταιο; Ανατέμνοντας με ανελέητη οξυδέρκεια και άκρατο σαρκασμό το εν λόγω ανθρώπινο παράδοξο, ο Χόροβιτς καταδεικνύει και αναδεικνύει τον ακραιφνή παραλογισμό του πράγματος σε όλο του το τραγελαφικό «μεγαλείο». Μια άσπρη γραμμή στο χώμα, αόρατη αρχικά στους θεατές, μετατρέπεται, αυθαίρετα όσο και δυναστευτικά, σε σύνορο ανάμεσα στον καταναγκασμό της μαζικής ψυχολογίας και την ατομική ελευθερία κινήσεων και σκέψης – ένα σύνορο, ωστόσο, του οποίου η «ανάγνωση» και η λειτουργικότητα παραμένουν ρευστές και εξίσου αυθαίρετες. Διότι, από ποια μεριά της γραμμής υποτίθεται πως πρέπει, τελικά, να σχηματιστεί η ουρά;
Η Γραμμή είναι έργο ολιγοπρόσωπο, με όλους τους ρόλους εκ περιτροπής πρωταγωνιστικούς. Καθώς οι δυναμικές αλλεπάλληλα μεταβάλλονται, το κάθε πρόσωπο μετακινείται μία ή περισσότερες θέσεις μπροστά ή πίσω, ανάλογα με την (πρόσκαιρη) επιτυχία ή όχι της εκάστοτε στρατηγικής του σε συνάρτηση με τους χειρισμούς των υπόλοιπων – σαν μια παρτίδα μπιλιάρδου, όπου οι μπάλες είναι οι ίδιοι οι παίκτες, με τον καθένα τους να επιστρατεύει όποιο ατού έχει εύκαιρο προκειμένου να εξοβελίσει τους άλλους τέσσερις. Ο υπερβολικά σίγουρος για τον εαυτό του Στέφεν (Γιάννης Δρίτσας) χρησιμοποιεί την πολυλογία και τα σοφίσματα για να καταρρίψει και την παραμικρή αντίρρηση, οδηγώντας σε αδιέξοδο την κάθε απόπειρα φυσιολογικής συζήτησης μαζί του. Ο «περπατημένος» στη ζωή Ντόλαν (Κώστας Κλάδης) ακολουθεί μια φιλοσοφία η οποία συνίσταται στην εξουδετέρωση του αντιπάλου με τα ίδια του τα όπλα, τη στιγμή, μάλιστα, που ο τελευταίος νομίζει πως έχει το πάνω χέρι. Η μόνη γυναίκα της ομάδας, η δυναμική, αδίστακτη Μόλι (Κωνσταντίνα Σαραντοπούλου) με την ακόρεστη λίμπιντο, «εκτροχιάζει» έναν προς έναν τους ανταγωνιστές της, εκμεταλλευόμενη την αδυναμία τους να αντισταθούν σε ένα «πρόθυμο» θηλυκό – και ουδόλως πτοούμενη από την παρουσία του άβουλου και υποχόνδριου συζύγου της, Άρναλ (Νίκος Σταματόπουλος), ο οποίος παρακολουθεί σχεδόν απαθής, με την ελπίδα να επωφεληθεί από τους δικούς της ελιγμούς. Και ο ελαφρώς αργόστροφος Φλέμινγκ (Αργύρης Αποστόλου) καταλήγει έρμαιο των απανωτών ανατροπών της κατάστασης, πασχίζοντας με παιδιάστικα απελπισμένο πείσμα να ξαναπιάσει την πρώτη θέση που του πήρε με το έτσι θέλω ο Στέφεν.
Το κείμενο του Χόροβιτς παρουσιάζει την εξής ευφυέστατη ιδιομορφία: διάλογοι απλοί στα όρια της κοινοτοπίας, που μέσα σε οποιαδήποτε άλλα συμφραζόμενα θα έβγαζαν απολύτως νόημα, στη συγκεκριμένη περίπτωση φαντάζουν λίγο πολύ σουρεαλιστικοί. Σε αντίθεση με το «καθαρόαιμο» θέατρο του παραλόγου, για παράδειγμα, όπου ο λόγος αποδομείται σε επίπεδο σημαινομένου όσο και σημαίνοντος για να υπαινιχθεί κάτι το πιθανώς απτό μέσω μιας φαινομενικής «αναρχίας», εδώ συμβαίνει το ακριβώς αντίστροφο. Φράσεις οικείες, αναγνωρίσιμες, χωρίς καμιά γλωσσική ή σημασιολογική επιτήδευση, συναρθρώνουν ένα διαρκές χάος ασυνεννοησίας και παράνοιας. Και στο πανούργο αυτό τέχνασμα έγκειται όλη η δύναμη του έργου, την οποία η εξαιρετική μετάφραση του επίσης θεατρικού συγγραφέα Αλέξη Καλλίτση τιμά και αποδίδει στο ακέραιο, ενώ η σφύζουσα από ζωντάνια, γεμάτη πνοή και γοργούς ρυθμούς σκηνοθεσία του Κοραή Δαμάτη (που έχει επιμεληθεί και τη μουσική επένδυση), την οποία συνοδεύει και συμπληρώνει ο ευρηματικός χορογραφικός σχεδιασμός της κίνησης από τη Μαρίζα Τσίγκα, αξιοποιεί στο έπακρο την ευθύβολη αμεσότητα της ατάκας, το δηλητηριώδες και μαζί ξεκαρδιστικό χιούμορ που πηγάζει απ’ την τραγική, στο βάθος, εξωφρενικότητα των περιστάσεων. 
Έξοχες, στέρεες και καλοκουρδισμένες, οι ερμηνείες των ηθοποιών ισορροπούν με άνεση και σιγουριά ανάμεσα στην κατ’ επίφαση (φαρσο)κωμωδία και τη δηκτική βαρύτητα του κοινωνικού σχολίου, απογειώνοντας το σύνολο της παράστασης. Ο αφελής, εύπιστος Φλέμινγκ του Αργύρη Αποστόλου και ο δεινός, απτόητος «λογοπλάνος» Στέφεν του Γιάννη Δρίτσα από τη μια, η μπριόζα, αεικίνητη και... ακούραστη Μόλι της Κωνσταντίνας Σαραντοπούλου και ο συγκινητικά ταλαίπωρος, απατημένος και παραιτημένος Άρναλ του Νίκου Σταματόπουλου απ’ την άλλη, απαρτίζουν δυο δίπολα διαμετρικά αντίθετων και αλληλοσυγκρουόμενων χαρακτήρων, με τον λιγόλογο αλλά αποφασισμένο Ντόλαν του Κώστα Κλάδη, στρογγυλοκαθισμένο (όχι τυχαία) στη μέση της σειράς, να «απορροφά» τις μεταξύ τους εντάσεις για να τις εξαπολύσει και πάλι έντεχνα, πολλαπλασιασμένες και ακόμα πιο «αιμοβόρες», καταπάνω τους. Το ότι η Μόλι και ο Άρναλ, αν και αντρόγυνο, δεν κατορθώνουν καν να βρουν δυο συνεχόμενες θέσεις στην ουρά είναι ενδεικτικό της παντελούς έλλειψης συντονισμού, σύμπνοιας και επικοινωνίας ανάμεσά τους, του πόσο ερήμην ο ένας του άλλου πορεύονται και δρουν. Είτε υπαρκτή, είτε νοερή, είτε οριζόντια, είτε κάθετη, μια γραμμή στο χώμα αρκεί για να διαχωρίσει και να διαιρέσει αμετάκλητα, να δώσει τη χαριστική βολή στις ήδη επισφαλείς, ετοιμόρροπες σχέσεις των ανθρώπων. Στο τέλος πια δεν μένει παρά να αποκτήσει ο καθένας την ατομική του λευκή γραμμή, μια θλιβερά γελοία ψευδαίσθηση «πρωτιάς», που θα τον κρατήσει κλεισμένο μια για πάντα μέσα στα δικά του μοναχικά σύνορα. line choreanthi 1jpg
Συντελεστές
Μετάφραση: Αλέξης Καλλίτσης 
Σκηνοθεσία: Κοραής Δαμάτης 
Κινησιολογία: Μαρίζα Τσίγκα
Μουσική επιμέλεια: Κοραής Δαμάτης
Παίζουν: Κώστας Κλάδης, Γιάννης Δρίτσας, Κων/να Σαραντοπούλου, Αργύρης Αποστόλου και Νίκος Σταματόπουλος
Παραστάσεις
Κάθε Σάββατο στις 21.00 και Κυριακή στις 19.00
Τιμές εισιτηρίων
Γενική είσοδος: €15 
Μειωμένο: €10 (φοιτητικό, ανέργων) 
Προπώληση: €12, Viva (μετά από τηλεφώνημα στο 11876) Seven Spots, Reload, Media Markt, βιβλιοπωλεία Ευριπίδης, Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων, Αθηνόραμα, Viva Kiosk
Θέατρο Κάτω απ’ τη Γέφυρα
Πλατεία ηλεκτρικού σταθμού Νέου Φαλήρου
Τηλ.: 210 4816200, τηλ. & φαξ 210 4816207
e-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.
site: www.katoapotigefyra.gr
Βιβλίο & Τέχνες | diastixo.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου