Πέμπτη 1 Φεβρουαρίου 2018

Δημήτρης Φύσσας: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Ο Δημήτρης Φύσσας γεννήθηκε στην Αθήνα το 1956. Σπούδασε Νεοελληνική Φιλολογία και Πολιτικές Επιστήμες. Βρίσκεται «στην πιάτσα» του ιδιωτικού τομέα με ποικίλα επαγγέλματα από το 1974. Σήμερα είναι κατά κύριο λόγο συγγραφέας και δημοσιογράφος (Athens Voice, «Αθήνα 9,84»). Είναι μέλος της ΑΛΕΦ, της Ένωσης των Άθεων και της Εταιρείας Συγγραφέων. Έχει 14 βιβλία εκδομένα, 2 συμμετοχές, 1 υπό έκδοση, 3 σε εξέλιξη. Εκατοντάδες κείμενά του κυκλοφορούν σε φυσική και e-μορφή, ενώ έχει κάνει δεκάδες ραδιοφωνικές εκπομπές για θέματα βιβλίου, αθηναιολογικά, πολιτικά κι όχι μόνο.
Πώς ξεκίνησε η ιδέα της έκδοσης του βιβλίου Τραγούδια της φυλακής;
Ο πυρήνας ήταν το ντοσιέ με τα τραγούδια της φυλακής που άφησε πίσω της η Λαοκρατία Σερβίδου, κεντρική ηρωίδα στο μυθιστόρημά μου Πλατεία Λένιν, πρώην Συντάγματος. Είχε μπει φυλακή για αντικαθεστωτική δραστηριότητα κι εκεί άκουσε από φυλακισμένες τέτοια τραγούδια. Μετά μάζεψε ό,τι μπορούσε, μέχρι που σκοτώθηκε στην αντικομμουνιστική εξέγερση του Πολυτεχνείου, τον Νοέμβρη του 1973. Μετά την πτώση του καθεστώτος του υπαρκτού σοσιαλισμού, οι γονείς της έδωσαν το υλικό στον φιλόλογο Ροβήρο Μαράνου – Καραντουμιτράκε (ΡΜΚ). Αυτός αυθαιρέτησε, βάζοντας τραγούδια μέχρι τις μέρες μας σαν να ήταν της Λαοκρατίας και προσθέτοντας δικά του σχόλια, ανακατεμένα με της αρχικής ερανίστριας. Σαν τους αντιγραφείς του Μεσαίωνα, δηλαδή. Ευτυχώς που σκοτώθηκε στο γνωστό αεροπορικό δυστύχημα της Παταγονίας, πέρσι τέτοια εποχή, γιατί ακόμα θα πρόσθετε τραγούδια.
Στις σελίδες του βιβλίου περιλαμβάνονται κατηγορίες τραγουδιών που αναφέρονται στη φυλακή. Τι είναι αυτό που τα κάνει να έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον ώστε να τα διαβάσουμε;
Αυτό δεν το ξέρω, φαντάζομαι ότι πολλούς δεν τους ενδιαφέρει καν, ενώ και για όσους τους ενδιαφέρει η απάντηση σίγουρα ποικίλλει.
Ποια ήταν η δική σας παρέμβαση στη συλλογή που βρήκατε; Τι προσθέσατε ή αφαιρέσατε;
Στην ίδια τη συλλογή, καμιά. Το υλικό είναι όπως το βρήκα από τους δυο συλλογείς, ανακατεμένο από τον τσαπατσούλη Ροβήρο, όπως μου το έδωσαν οι υπέργηροι πια γονείς της Λαοκρατίας. Πρόσθεσα μονάχα λίγα εισαγωγικά και επιλεγόμενα, ώστε να γίνεται ευκολότερα κατανοητό το θέμα, «Στοιχεία για τα τραγούδια και τους στίχους», «Οφειλές» (δηλαδή βιβλιογραφία και δικτυογραφία), και αλφαβητικό κατάλογό τους.
Η αφαίρεση της ατομικής ελευθερίας και ο εγκλεισμός στη φυλακή γιατί αποτέλεσε πηγή έμπνευσης;
Για τους δημιουργούς και αρχικούς «καταναλωτές» των τραγουδιών, εξαιτίας της παραμυθητικής λειτουργίας της Τέχνης. Για μένα, επειδή διάφορα περιθωριακά θέματα μ’ ελκύουν, τα παρατηρώ και, όσο μπορώ, γράφω γι’ αυτά. Περισσότερα, ειδικά για τον εγκλεισμό, στο μυθιστόρημά μου Η Νιλουφέρ στα χρόνια της κρίσης.
Στη φυλακή οδηγήθηκαν τα λαϊκά στρώματα που αγνωνιζόμενα στη φτώχεια έπεφταν σε απανωτά λάθη. Με τους πλούσιους συνέβαινε κάτι ανάλογο;
Είναι πασίγνωστο ότι, ανάλογα με το κοινωνικό καθεστώς, οι «ημέτεροι» («εκπρόσωποι του θεού», στελέχη του κόμματος, πλούσιοι, όργανα της τάξης κλπ.), αν κινδυνεύανε να μπούνε φυλακή, τη βγάζανε καθαρή σε βαθμό πολύ μεγαλύτερο απ’ ό,τι ο κοινός κόσμος. Στοιχειωδώς δικαιότερη, αλλά μόνο συγκριτικά με χειρότερα καθεστώτα, είναι τον τελευταίο ενάμιση αιώνα η κατάσταση στις προχωρημένες αστικές δημοκρατίες.
Πολλοί κλείστηκαν στη φυλακή επειδή δεν έλεγξαν τα πάθη τους. Έγιναν καλύτεροι με την παραμονή τους στη φυλακή;
Δεν ξέρω το θέμα, φαντάζομαι ότι άλλοι έγιναν κι άλλοι όχι – οι τελευταίοι ίσως να ’ναι περισσότεροι. Άσε που είναι πολύ δύσκολο να πει κανείς τι σημαίνει «καλύτεροι». Το θέμα είναι τεράστιο, η λογοτεχνία το ’χει πιάσει από πολλές μεριές και φυσικά είναι ανοιχτό.
Τα περισσότερα τραγούδια του βιβλίου είναι λαικά και ρεμπέτικα. Για ποιο λόγο;
Γιατί αυτή ήταν η μουσική των λαϊκών στρωμάτων, απ’ όπου κατά κύριο λόγο προέρχονται οι φυλακισμένοι.
Μέσα από τους στίχους βγαίνει και μια αγανάκτηση. Με τον νταλκά και το τραγούδι μπορούμε να ξεχάσουμε τα βασανά μας;
Νομίζω στιγμιαία, ναι. Η γνωστή τριπλή παραμυθητική λειτουργία της Τέχνης: για τον δημιουργό της, για το κοινό που την «καταναλώνει», για την επικοινωνία των δύο μερών (το τρίτο αυτό περιορισμένα, μόνο για όσο ζει ο καλλιτέχνης).
Αναφέρονται επώνυμες φυλακές: Το Παλαμήδι , το Γεντί Κουλέ, η Ακροναυπλία, το Χαϊδάρι, ο Κορυδαλλός, τα Βούρλα. Γιατί έγιναν αυτές οι φυλακές τόσο γνωστές;
Η απάντηση ποικίλλει, ανάλογα με το τι είδους κρατούμενοι οδηγούνταν στην καθεμιά: αλλού ποινικοί, αλλού πολιτικοί, αλλού απ’ όλα, αλλού μελλοθάνατοι, αλλού τυχαίοι των μπλόκων. Η ανάλογη κατηγορία δημιουργεί τραγούδια, ή άλλοι δημιουργούν για λογαριασμό της, και στη συνέχεια αυτά διαδίδονται. Επιπλέον, έχω την εντύπωση πως οι φυλακές γίνονται γνωστότερες ανάλογα με α) τη διάρκεια της λειτουργίας τους β) το πλήθος των κρατουμένων που είχαν περάσει από κει γ) τη σκληρότητα των συνθηκών της κράτησης δ) το αν συνδέονται με μεγάλα κοινωνικά/ιστορικά γεγονότα.
Παράλληλα αναφέρονται οι στίχοι των τραγουδιών και σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπως και τόπους εξορίας. Πολλά από τα τραγούδια αυτής της κατηγορίας έχουν γίνει πολύ γνωστά. Τι τα έκανε να γίνουν φημισμένα και να ξεπεράσουν τα όρια της Ελλάδας;
Ούτε δω ξέρω την απάντηση.
Στη συλλογή περιλαμβάνονται περίπου τετρακόσια τραγούδια. Γιατί υπάρχουν σημειώσεις και εξηγήσεις σε αρκετά σημεία;
Γιατί όλοι μάζευαν υλικό κατά περίπτωση, κι έγραφαν πραγματολογικά στοιχεία, γλωσσικές εξηγήσεις ή και σχόλια. Εγώ τα βρήκα έτοιμα, κάτω απ’ τα τραγούδια, και το μόνο που έκανα είναι να τα αναπαραγάγω. 
Επειδή διάφορα περιθωριακά θέματα μ’ ελκύουν, τα παρατηρώ και, όσο μπορώ, γράφω γι’ αυτά. Περισσότερα, ειδικά για τον εγκλεισμό, στο μυθιστόρημά μου Η Νιλουφέρ στα χρόνια της κρίσης.
Είστε συγγραφέας με αρκετά βιβλία. Πώς διαλέγετε ένα θέμα για να το κάνετε βιβλίο;
Γράφω βιβλία έρευνας, γράφω και Λογοτεχνία. Στην έρευνα (Τα σινεμά της Αθήνας. Ιστορίες του αστικού τοπίου 1896 - 2013, Τραγούδια της φυλακής, Αυστηρώς ακατάλληλον. Συμβολή στην Κοινωνιολαογραφία, Η γενιά του Πολυτεχνείου. Ένα βιογραφικό λεξικό, στο Τρεις μεσαιωνικές μελέτες του Ροϊδη» –κυκλοφορεί σύντομα– καθώς και σε άλλα που έρχονται), γράφω για θέματα που μ’ ενδιαφέρουνε και που (νομίζω ότι;) τα ξέρω καλά. Στη λογοτεχνία μου (ποίηση και πεζογραφία), γράφω για θέματα που με συγκινούνε, ελπίζοντας να μεταδώσω λίγη από τη συγκίνηση αυτή στους αναγνώστες/-ώστριές μου, πάντα όμως με λογοτεχνικό τρόπο.
Επίσης, με κάθε μακρό πεζό προσπαθώ να «κλείσω τους λογαριασμούς μου» μ’ ένα μεγάλο θέμα: στην προαναφερθείσα Πλατεία Λένιν, τις σχέσεις μου με το ΚΚΕ˙ στο Στρατιώτης του Χριστού. Η δολοφονία του πρώην πρωθυπουργού Κώστα ΣημίτηΗμερολόγιο δυσμετάφραστο, τη θρησκευτική νεύρωση και την εναντίωση στον ορθολογισμό˙ στο Ο αναγνώστης του Σαβββατοκύριακου, το λογοτεχνικό φαινόμενο και τη «γυναικεία» λογοτεχνία˙ στο Ο κηπουρός κι ο καιροσκόπος την ανεξαρτησία του επιστημονικού μυαλού και μάλιστα στην Κατοχή˙ στο Η Νιλουφέρ στα χρόνια της κρίσης τον εγκλεισμό (και ειδικά στη Μακρόνησο), τα βασανιστήρια, τη σημερινή οικονομική κρίση στην Ελλάδα και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις˙ τέλος, στο Μουσείο λαογραφίας το γυναικείο ζήτημα – κι από κοντά την αγνή ελληνική επαρχία με τις παραδόσεις της, τα 100 χρόνια της Οκτωβριανής «Επανάστασης» (είναι η προσωπική μου… συμβολή) και τους όρους της καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Φυσικά, τα παραπάνω ισχύουν πολύ λιγότερο για τα ποιήματα ή τα διηγήματά μου.
Ας προσθέσω ότι δεν διαλέγω μόνο θέματα, μα και συγγραφικούς τρόπους: μπασταρδεύω τη διάκριση των συγγραφικών γενών (παράδειγμα τα προαναφερθέντα Τραγούδια της φυλακής, που έχουν και λογοτεχνική πτυχή), ενθέτω στοιχεία (συνήθως υπαρκτά), αλλάζω αφηγητή, πειραματίζομαι γενικότερα κλπ. Ας πούμε, το Μουσείο λαογραφίας είναι αποκλειστικά επιστολική νουβέλα και μάλιστα με γράμματα από έναν μονάχα αποστολέα.
Επιδιώκω να μη γράφω «εύπεπτη λογοτεχνία», ζητάω την πλήρη συμμετοχή του αναγνώστη ή της αναγνώστριάς μου.
Αρθογραφείτε σε έντυπα αλλά και σε ηλεκτρονικά μέσα. Τι είναι αυτό που σας γοητεύει από αυτή την ενασχόληση;
Η αυταπάτη ότι συμβάλλω, λιγάκι, στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης – πολιτικής, αθηναιολογικής, λογοτεχνικής.
Παράλληλα κάνετε και ραδιοφωνικές εκπομπές. Εξακολουθεί το ραδιόφωνο να γοητεύει τους συνανθρώπους μας;
Είχα παλιότερα μια εκπομπή στο web radio της Athens Voice (τώρα, ευτυχώς, είναι κανονικός σταθμός), συμμετέχω εδώ και μερικά χρόνια στην εκπομπή «Αθήνα, το φελέκι σου», στον «Αθήνα 9,84», κάθε Σάββατο 11-1 το πρωί.
Αν κρίνω από την ανταπόκριση των ακροατών και ακροατριών –με τηλεφωνήματα, μέιλ, αναρτήσεις, αποστολές δώρων κλπ.– πάρα πολύ.
Υπάρχει ελεύθερος χρόνος; Πώς τον χρησιμοποιείτε;
Υπάρχει, ευτυχώς, γιατί κοιμάμαι λίγο. Πριν το μεροκάματο στην Athens Voice ασκούμαι, μετά το μεροκάματο διαβάζω, γράφω, βλέπω ανθρώπους που μ’ ενδιαφέρει να δω, πάω σινεμά, ακούω μουσική, τριγυρνάω στην πόλη με τα πόδια ή με το ποδήλατό μου και πάω και καμιά εκδρομή. Τις Δευτέρες ασχολούμαι με τα εγγόνια μου.
Πείτε μας δυο λόγια για το καινούριο σας βιβλίο.
Λέγεται Μουσείο λαογραφίας, είναι μια επιστολική νουβέλα κάτι λιγότερο από 100 σελίδες και κυκλοφορεί από την Εστία. Τον Αύγουστο του 2015 ένας νεαρός ζωγράφος παίρνει μια γερή προκαταβολή για να ζωγραφίσει τον υπερμεγέθη πίνακα Ο μυστικός δείπνος του κοινοτισμού, που θα περιλαμβάνει 23 ήρωες της διαχρονικής, παγκόσμιας Αριστεράς, θα έχει πρότυπο τον Μυστικό Δείπνο του ντα Βίντσι και θα εκτεθεί για τα 100 χρόνια της Οκτωβριανής «Επανάστασης». Αποσύρεται σ’ ένα πρωτόγονο χωριό της Πίνδου, ετοιμάζοντας τις σπουδές για τα πρόσωπα του πίνακα, κι αρχίζει να στέλνει γράμματα (σε φυσική μορφή) σε μια γυναίκα με την οποία έχει μόλις χωρίσει, μέχρι που, σταδιακά,, συνειδητοποιεί ότι κάτι δεν πάει καλά με τις γυναίκες στο χωριό. Το βιβλίο σχολιάζει –υπαινικτικά– θέματα όπως ο φεμινισμός, η αριστερή ουτοπία, η αγνή ελληνική επαρχία, η θρησκευτική νεύρωση, η αντρική ψυχολογία και η καλλιτεχνική δημιουργία.
Τι μήνυμα θα απευθύνατε στους αναγνώστες που θα διαβάσουν τη συνέντευξή σας;
Τίποτα. Θα ήμουνα πολύ ευχαριστημένος αν διάβαζαν έστω κι ένα βιβλίο μου, σε φυσική ή ηλεκτρονική μορφή (τρία βιβλία μου, τα Σινεμά και δυο από τα ποιητικά μου είναι ελεύθερα στο ίντερνετ), και στη συνέχεια επικοινωνούσαν στο Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε. ή στο 6944 533 233 ή στο fb «Δημήτρης Φύσσας».
Σας ευχαριστώ, κύριε Ιντζέμπελη, για την ιδέα σας να μου πάρετε συνέντευξη και για το είδος των ερωτήσεων. 
Τραγούδια της φυλακής
Δημήτρης Φύσσας
Gutenberg 
317 σελ.
ISBN 978-960-01-1844-5
Τιμή: €14,00
Βιβλίο & Τέχνες | diastixo.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου