Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2015

«Αποχαιρετισμός» του Αλέξανδρου Κεφαλά

«Αποχαιρετισμός» του Αλέξανδρου Κεφαλά


Ο κόσμος είχε αρχίσει δειλά δειλά να συγκεντρώνεται στην εκκλησία. Πρωί σε κάποιον επαρχιακό ναό. Η έκθεση της σορού, κατά το μακάβριο συνήθειο των μικρών κοινωνιών, είχε ξεκινήσει μια ώρα πριν απ’ τη νεκρώσιμο ακολουθία. Εκείνη κείτονταν μέσα στην κάσα στο κέντρο κάτω από τον μεγάλο κρυστάλλινο πολυέλαιο. Το σάβανο, τα άνθη, όλα ευτάκτως ερριμμένα γύρω της, ύστατη παράσταση στην ανθρώπινη υπόσταση πριν από την τελική αυλαία. Οι στενοί συγγενείς, πρόσωπα παραμορφωμένα σαν γοτθικά ακροκέραμα, απέναντι παρατεταγμένοι· μάζα ομοιόμορφη απ’ τον πόνο, παραδομένη στη θλίψη. «Τι φτιάνεις; Με θυμάσαι; Βρε, πώς άλλαξες; Δε θα σε γνώριζα, καημένε...» ψιθύριζε το λοιπό συγγενολόι καθισμένο σε πηγαδάκια, αποξενωμένο, συναγμένο από τα πέρατα για το θλιβερό το χρέος. Προσπαθούσαν με λύσσα μέσα σε λίγα λεπτά να αναπληρώσουν τα χρόνια που κύλησαν δίχως να τους ρωτήσουν... Οι συστάσεις μεταξύ των άγνωστων συγγενών έπαιρναν κι έδιναν. Χαρμολύπη· λύπη για την απώλεια, χαρά για τη συνεύρεση, υπενθύμιση της θνητής τους φύσης. Τα νεότερα μέλη της οικογένειας έβγαζαν με τα υπερσύγχρονα κινητά τους «αναμνηστικές» φωτογραφίες της νεκρής και κατευθύνονταν βιαστικά προς το προαύλιο για να καπνίσουν. Η post mortem βικτοριανή παράδοση αναβίωνε χάριν της τεχνολογίας του εικοστού πρώτου αιώνα...
Μια φιγούρα σκεβρωμένη διάβηκε ανάμεσά τους σιωπηλή. Λίγοι την παρατήρησαν, λιγότεροι της έδωσαν σημασία. Πλησίασε το ανοιχτό φέρετρο, σταυροκοπήθηκε με ευλάβεια και προσκύνησε τον «επιτάφιο» τρεις φορές. Έκοψε έπειτα με δυσκολία, με στρεβλωμένα δάχτυλα από αρθριτικά, τα λευκά άνθη από τα χρυσάνθεμα και τα γαρίφαλα που είχε φέρει μαζί της και την έρανε. Φίλησε το μέτωπο χωρίς να αισθανθεί την κρυάδα του θανάτου. Με δάκρυα στα μάτια στάθηκε για λίγο, πριν αποχωρήσει κουνώντας τα σταυρωμένα χέρια της τρυφερά.
«Άντε... άντε... σύρε, Βασιλικούλα μου...» είπε σιγαλά κι έφυγε βουβή.
Δεν ήταν συγγενής μήτε γειτόνισσα, φίλη παιδική ήταν...

Ο 
Αλέξανδρος Κεφαλάς γεννήθηκε το 1977 στα Εξάρχεια. Λάτρης του κέντρου, ζει κι εργάζεται στην Αθήνα. Είναι απόφοιτος του Αμερικάνικου Κολεγίου της Ελλάδας στον τομέα της Ιστορίας της Τέχνης. Στο παρελθόν συνεργάστηκε ως επιμελητής εκθέσεων με αθηναϊκές γκαλερί, ενώ ασχολήθηκε παράλληλα με τη διδασκαλία της Ιστορίας της Τέχνης. Στα ελληνικά Γράμματα εμφανίστηκε το 2007 με το μυθιστόρημα Η Αγγλίδα κυρία (Εκδόσεις Διόπτρα). Έκτοτε έχει γράψει και εκδώσει ιστορικό και σύγχρονο μυθιστόρημα, διηγήματα και ποίηση. Το τελευταίο του βιβλίο είναι μια συλλογή διηγημάτων με τίτλο Νυχτερινός διαβάτης – Δέκα αστικές αφηγήσεις (Εκδόσεις Λέμβος). Το 2012 συνεργάστηκε με το λογοτεχνικό fanzin Αστυδρόμος. Σήμερα είναι υπεύθυνος λογοτεχνικής αξιολόγησης (ο «αναγνώστης») στις Εκδόσεις Λέμβος.
Κατηγορία: ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
κείμενο: Αλέξανδρος Κεφαλάς

diastixo.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου