Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2017

Ο Ζιλμπέρ Σινουέ για τον «Προφήτη του Θεού» της Μάριον Χωρεάνθη

Ο Ζιλμπέρ Σινουέ συστήθηκε στο αναγνωστικό κοινό της χώρας μας πριν ακριβώς είκοσι χρόνια, με το άτυπο δίπτυχο των μυθιστορημάτων του Η Αιγυπτία και Η κόρη του Νείλου, που πρωτοκυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις Ψυχογιός σε μετάφραση Βασιλικής Κοκκίνου. Ακολούθησαν είκοσι ένα ακόμα βιβλία του από τον ίδιο εκδότη και την ίδια μεταφράστρια, με τελευταίο (2016) τον Προφήτη του Θεού, που αφηγείται τη ζωή και την πορεία του Άραβα ηγέτη Μουχάμαντ ιμπν Αμπντ Αλλάχ, γνωστότερου σ’ εμάς ως Μωάμεθ.
Ειδικευμένος στο ιστορικό μυθιστόρημα, ο Γαλλοαιγύπτιος συγγραφέας –ο οποίος έχει επίσης και ελληνική καταγωγή– αποφάσισε να καταπιαστεί με μια βιογραφία σχεδόν «ταμπού» τόσο στη Δύση όσο και στην Ανατολή, για διαφορετικούς λόγους στην κάθε περίπτωση. Τι τον οδήγησε στην επιλογή του συγκεκριμένου θέματος τούτη ειδικά την εποχή; Στο ερώτημα αυτό και σε άλλα πολλά έδωσε πρόθυμα απαντήσεις, σε κλειστή συνέντευξη Τύπου την οποία παραχώρησε το μεσημέρι της Τετάρτης 18 Ιανουαρίου, στο πατάρι του νέου βιβλιοπωλείου των εκδόσεων Ψυχογιός, με διερμηνέα την Ευγενία Μουτσιοπούλου.
Αφού καλημέρισε στα ελληνικά τους παρευρισκομένους, ο Ζιλμπέρ Σινουέ εξέφρασε τη χαρά του για το ότι βρέθηκε ξανά στην Ελλάδα, την οποία θεωρεί πατρίδα του, τόπο του – τονίζοντας ότι δεν το λέει αυτό ως απλή φιλοφρόνηση. Αναφερόμενος στις δικές του ελληνικές ρίζες, διευκρίνισε ότι είναι χριστιανός στο θρήσκευμα, καθώς προέρχεται από κοινότητα Ελλήνων καθολικών που, ενώ αναγνωρίζουν ως κεφαλή τους τον Πάπα, ακολουθούν το βυζαντινό τυπικό στη λειτουργία, η οποία γίνεται στα ελληνικά. Η γιαγιά του (από την πλευρά του πατέρα του) ήταν Βολιώτισσα, αλλά δεν πρόλαβε να τη γνωρίσει.
Στις μέρες μας, το ισλάμ βρίσκεται σε έντονη διαμάχη με τον δυτικό κόσμο – πράγμα ιδιαίτερα αισθητό στη Γαλλία, όπου ζει ο ίδιος, εξαιτίας των εξτρεμιστικών ομάδων που δραστηριοποιούνται εκεί. Αν και μεγάλωσε στην Αίγυπτο, χώρα της Μέσης Ανατολής, δεν είχε ακούσει ποτέ κανέναν να μιλά για θρησκεία. Εβραίοι, χριστιανοί, Έλληνες και Ιταλοί συνυπήρχαν αρμονικά μεταξύ τους, όπως και με τον γηγενή μουσουλμανικό πληθυσμό. Με την πρόσφατη επικράτηση του ισλαμικού κινήματος, οι γυναίκες άρχισαν να φορούν μαντίλα, ενώ ως τότε ντύνονταν όπως οι Ευρωπαίες. Παρατηρείται επομένως μια «μεταμόρφωση» του ισλάμ.
«Αναρωτήθηκα για ποιους λόγους συνέβη αυτό και συγχρόνως θέλησα να καταλάβω ποιος ήταν ο θεμελιωτής της μουσουλμανικής θρησκείας. Ποιος ήταν αυτός ο άνθρωπος; Γι’ αυτό βάλθηκα να γράψω ένα τέτοιο βιβλίο. Η συγκέντρωση των ιστορικών στοιχείων μού πήρε γύρω στο ένα έτος. Προκειμένου να βγάλω άκρη απ’ τα όσα συμβαίνουν σήμερα, προσπάθησα να κατανοήσω τον ίδιο τον δημιουργό της ισλαμικής θρησκείας».
Απαντώντας σε ερώτηση για το αν υπήρξε προσεκτικός στη διατύπωση του κειμένου του για να αποφύγει προβλήματα με τους φονταμενταλιστές, που απαγορεύουν την απεικόνιση ιερών προσώπων σε όλες τις μορφές τέχνης, ο Σινουέ εξήγησε ότι δεν υπάρχει παρά μία και μοναδική βιογραφία του Προφήτη, την οποία έγραψε τον 8ο αιώνα ο Ιμπν Ισάκ, από τη Μεδίνα της Σαουδικής Αραβίας. Ήταν ο πρώτος που συνέταξε βιογραφία του, βασιζόμενος σε μαρτυρίες όσων τον είχαν γνωρίσει από κοντά ή ήξεραν άτομα που τον είχαν γνωρίσει. Κυκλοφορούσαν εφτά ή οχτώ αντίτυπα της βιογραφίας αυτής, από τα οποία διασώθηκε μονάχα ένα που βρισκόταν στην κατοχή ενός Ιρακινού. Αυτός, με τη σειρά του, εμπνεύστηκε από την πρώτη βιογραφία ώστε να γράψει μια δεύτερη εκδοχή της.
«Σ’ αυτήν στηρίχτηκα εγώ, διότι η πρώτη δεν υπάρχει πια. Χρησιμοποίησα επίσης τα Χαντίθ, λόγια και ιστορίες του Προφήτη που ανήκουν στην προφορική παράδοση. Το βιβλίο μου, λοιπόν, μόνο παράτολμο δεν είναι – απεναντίας, κανείς δεν θα βρει να του προσάψει το παραμικρό. Δεν παρεκκλίνει ούτε στο ελάχιστο από την αυθεντική βιογραφία. Η μοναδική δική μου προσθήκη είναι ένας φανταστικός διάλογος ανάμεσα σε έναν νεαρό που δεν γνώρισε τον Προφήτη και σε έναν γέροντα που τον γνώρισε. Εκείνο που θα μπορούσε ίσως να σοκάρει κάποιους φανατικούς είναι οι ερωτήσεις που κάνει ο νεαρός στον γέροντα – αν και όσες αρνητικές κριτικές έχω δεχτεί προέρχονται από χριστιανούς και όχι από μουσουλμάνους! Οι χριστιανοί με κατηγορούν ότι διαφημίζω τους ισλαμιστές».
Στην πραγματικότητα, το βιβλίο του Σινουέ επιχειρεί να ξεκαθαρίσει το ότι δεν υπήρξε ένας Προφήτης, αλλά δύο: εκείνος που έζησε στη Μέκκα και εκείνος που έφυγε απ’ τη Μέκκα και πήγε στη Μεδίνα. Δεν πρόκειται, φυσικά, για δυο διαφορετικά πρόσωπα, αλλά για δυο διαφορετικά στάδια της ζωής του ίδιου προσώπου. Στο πρώτο στάδιο, ο Μωάμεθ ήταν ένας προφήτης όπως ο Αβραάμ, ο Ιησούς, ο Μωυσής. Κανείς δεν μπορεί να τον κρίνει ή να τον ψέξει, διότι δεν κάνει τίποτα διαφορετικό απ’ το να παραδέχεται την ύπαρξη του ενός Θεού και να καταδικάζει την πολυθεΐα (στην εποχή του, τον 7ο αιώνα μετά Χριστόν, λατρεύονταν ακόμα τα είδωλα). Επιπλέον, βελτίωσε τη θέση των γυναικών, οι οποίες προηγουμένως δεν είχαν κανένα δικαίωμα. Τους επέτρεψε να παίρνουν διαζύγιο, να κληρονομούν περιουσίες και να ασχολούνται με το εμπόριο. Πριν τον Προφήτη, τα κορίτσια θάβονταν ζωντανά μόλις έρχονταν στον κόσμο, αφού δεν είχαν καμιά χρησιμότητα. Υπήρξε, επομένως, πολύ προοδευτικός απέναντι στις γυναίκες. Ακόμα, αναγνώριζε την ύπαρξη προγενέστερων προφητών όπως ο Ιησούς, ο Μωυσής και ο Αβραάμ. Ήταν αναπόφευκτο η φήμη του να εξαπλωθεί και πολύ σύντομα να αποκτήσει εχθρούς. Κάποτε, μάλιστα, διέτρεξε θανάσιμο κίνδυνο τόσο ο ίδιος, όσο και οι μαθητές του.
«Από δω ξεκινά η δεύτερη ζωή του Προφήτη. Αναγκάστηκε να φύγει απ’ τη Μέκκα και να πάει στη Μεδίνα. Και εκεί δεν ήταν πια προφήτης, αλλά μαχητής. Στην αρχή άδραξε το ξίφος για να υπερασπιστεί τον εαυτό του, στη συνέχεια όμως έγινε κατακτητής. Έχουμε, λοιπόν, τον προφήτη της Μέκκας και τον πολέμαρχο της Μεδίνας, ο οποίος θα δημιουργήσει το πρώτο ισλαμικό κράτος. Αυτό που προσπαθώ να εξηγήσω στο βιβλίο μου είναι ότι έγινε πολεμιστής λόγω αναγκαιότητας. Και η ίδρυση του ισλαμικού κράτους υπηρέτησε επίσης μια αναγκαιότητα. Στους δικούς μας καιρούς, ωστόσο, ένα τέτοιο σενάριο δεν είναι δυνατόν να επαναληφθεί. Είναι ανέφικτο. Ό,τι έκανε εκείνος τότε δεν μπορεί να ξαναγίνει. Άρα όσοι παρακινούνται σήμερα από τον πολέμαρχο Μωάμεθ και απομονώνουν τα βίαια εδάφια του Κορανίου –διότι ορισμένα είναι εξαιρετικά βίαια–, φιλοδοξώντας να τα υλοποιήσουν στον 21ο αιώνα, είναι το λιγότερο ανισόρροποι».
Η συγγραφή του βιβλίου ήταν καρπός προσωπικής ανάγκης ή της επιθυμίας να δοθεί στον κόσμο μια ερμηνεία για την έξαρση του ισλαμικού εξτρεμισμού; Ο Ζιλμπέρ Σινουέ δηλώνει ευθαρσώς ότι δεν γράφει για τους άλλους, αλλά πρώτα απ’ όλα για τον εαυτό του, για να ερμηνεύσει ο ίδιος τα πράγματα. Άλλο αν ύστερα το βιβλίο ταξιδέψει και δώσει και σε άλλους ανθρώπους απαντήσεις για το ποιος ήταν ο Προφήτης – τόσο το καλύτερο. Δεν ήταν όμως αυτός ο πρωταρχικός του σκοπός. Προς το παρόν, ο Προφήτης του Θεού δεν έχει μεταφραστεί στα αραβικά και είναι μάλλον απίθανο να γίνει ποτέ κάτι τέτοιο, εξαιτίας του προαναφερθέντος διαλόγου του νεαρού με τον γέροντα. Αντίθετα, οι Γάλλοι μουσουλμάνοι που το διάβασαν αντέδρασαν πολύ καλά. Η χρησιμότητα του να αφηγηθεί κανείς μια παρόμοια ιστορία έγκειται στο να γεφυρωθεί το παρελθόν με το παρόν και να διαφανεί πώς το ένα οδήγησε στο άλλο. Όσα συμβαίνουν σήμερα στον μουσουλμανικό κόσμο εμπνέονται από τη ζωή του Προφήτη και τους κατακτητικούς του πολέμους. Όπως άλλωστε εξήγησε και ο Σύρος ποιητής Άδωνις, ο οποίος επισκέφθηκε πρόσφατα την Αθήνα, η βία αποτελεί δομικό συστατικό του Κορανίου και, επομένως, της σκέψης και της ψυχολογίας των μουσουλμάνων.
«Το πρόβλημα που επιχειρώ εγώ να θέσω είναι πως ενώ τα λόγια αυτά ειπώθηκαν πριν χίλια πεντακόσια χρόνια, σήμερα, στον 21ο αιώνα, ορισμένοι εξακολουθούν να τα παίρνουν τοις μετρητοίς. Εκείνα ήταν λόγια ενός πολέμαρχου σε μια συγκεκριμένη ιστορική στιγμή. Η παγκόσμια ιστορία έχει να δείξει κατακτητές που χρησιμοποίησαν τρομακτική φρασεολογία. Κάθε φορά όμως επρόκειτο για συγκεκριμένες περιστάσεις και συγκυρίες. Ας θυμηθούμε, για παράδειγμα, την κατάληψη της Καρχηδόνας από τους Ρωμαίους ή τους ναπολεόντειους πολέμους. Δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιεί κανείς την ίδια αυτή φρασεολογία προκειμένου να ξαναγράψει την ιστορία».
Στη δική μου ερώτηση σχετικά με το γιατί σημειώνονται τέτοια φαινόμενα σε μια εποχή που εκ των πραγμάτων δεν θα έπρεπε λογικά να τα ευνοεί, ο συγγραφέας απάντησε ότι δεν υπάρχει ποτέ μία και μόνη εξήγηση. Ο γιος του, που είναι πιλότος, λέει ότι για να πέσει ένα αεροπλάνο, συντρέχουν πολλοί παράγοντες. Η άνοδος του ισλαμισμού οφείλεται σε περισσότερες από μία αιτίες. Τη φτώχεια, πρώτα απ’ όλα, η οποία πηγάζει από την έλλειψη παιδείας. Ακόμα, το ότι πολλοί μουσουλμάνοι αισθάνονται να έχουν αδικηθεί από τον δυτικό κόσμο. Στην Αίγυπτο το ποσοστό του αναλφαβητισμού ανέρχεται στο 35%. Στο Μαρόκο, 25%. Η Τυνησία έχει πιθανώς το υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο. Ένας αγράμματος και πάμφτωχος άνθρωπος, λοιπόν, είναι ευάλωτος σε υποσχέσεις του τύπου «Θα σου δώσουμε 100 δολάρια για να σκοτώσεις το τάδε άτομο (ή άτομα), αν σκοτωθείς θα πας στον Παράδεισο κι εμείς θα φροντίσουμε την οικογένειά σου». Το ότι ευκατάστατοι και μορφωμένοι νέοι της Δύσης επίσης προσχωρούν στον ακραίο ισλαμισμό οφείλεται στο ότι οι νέοι άνθρωποι των καιρών μας έχουν χάσει το νόημα της ζωής και τη δυνατότητα να ονειρεύονται. Δεν βρίσκουν εύκολα δουλειά, αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσχέρειες και είναι απογοητευμένοι από τους διεφθαρμένους πολιτικούς. Γι’ αυτό, άλλωστε, και συχνά αυτοκτονούν, ενώ φαινομενικά δεν συντρέχει κανένας λόγος.
Η σε βάθος ενασχόλησή του με το παρελθόν τού εμπνέει αισιοδοξία για το μέλλον, αφού, όπως λένε, η ιστορία επαναλαμβάνεται; «Εγώ λέω πάντα ότι είμαι ένας πολύ ανήσυχος αισιόδοξος. Θέλω να αισιοδοξώ, αλλά και ανησυχώ ιδιαίτερα. Δεν γίνεται να συνεχίσουμε έτσι. Ο κόσμος δεν μπορεί να ακολουθήσει για πολύ τη σημερινή του πορεία. Δεν είναι δυνατόν οχτώ άτομα να κατέχουν τον μισό πλούτο της γης. Αυτό είναι το ουσιαστικό πρόβλημα. Δεν πάει άλλο. Έτσι εξηγούνται οι επαναστάσεις στον αραβικό κόσμο – καταστροφικές και με λανθασμένη βάση, αλλά ήταν κάποιου είδους κινητοποίηση. Στην Ελλάδα όπως και στη Γαλλία, η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο για την πλειονότητα των ανθρώπων, ενώ μια ελάχιστη μειονότητα περνάει καλά. Είναι ανάγκη να αποκατασταθεί η δικαιοσύνη. Σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες ο κόσμος απορρίπτει την ιδέα της Ευρώπης. Διανύουμε μια εξαιρετικά δύσκολη και περίπλοκη στιγμή της παγκόσμιας ιστορίας. Είμαι σθεναρά υπέρ της Ευρώπης και πιστεύω πως καμιά χώρα της δεν πρέπει να την εγκαταλείψει, ούτε εξάλλου θα τα καταφέρει μόνη της. Παρ’ όλα αυτά, είμαστε υποχρεωμένοι να παραδεχτούμε ότι το ευρωπαϊκό πρόγραμμα είναι μια τρέλα, με τόσα διαφορετικά πολιτισμικά και ιστορικά υπόβαθρα. Θεωρώ όμως ότι αυτή είναι η λύση».
Ευθύνες για την άνοδο των νεοναζιστικών μορφωμάτων στην Ευρώπη αποδίδει στην ίσαμε τώρα αποτυχία τόσο της Δεξιάς όσο και της Αριστεράς και στην πεποίθηση του κόσμου ότι όλοι οι πολιτικοί είναι ψεύτες («Πλεονασμός», προσθέτει χαριτολογώντας). Η έξοδος της Μεγάλης Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση δεν τον ανησυχεί, διότι ποτέ στην ουσία δεν υπήρξε ευρωπαϊκή χώρα – ήταν πάντα με το ένα πόδι στα δικά της εδάφη και με το άλλο στις Βρυξέλλες.
«Δεν ισχύει βέβαια το ίδιο για την Ελλάδα» καταλήγει «αφού είναι η κοιτίδα του ευρωπαϊκού πνεύματος. Μια έξοδός της θα αποτελούσε μεγάλο πλήγμα».
Ο προφήτης του Θεού – Η ζωή του Μωάμεθ
Ζιλμπέρ Σινουέ
Μετάφραση: Βασιλική Κοκκίνου
Ψυχογιός
376 σελ.
ISBN 978-618-01-1656-4
Τιμή: €16,60

Βιβλίο & Τέχνες | diastixo.gr

Κατηγορία: ΡΕΠΟΡΤΑΖ
κείμενο: Μάριον Χωρεάνθη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου