Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2014

Μεγάλη επιτυχία σημείωσε ο Μάκμπεθ του Τζουζέππε Βέρντι υπό την μουσική διεύθυνση του Μύρωνα Μιχαηλίδη στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών


Με μία από τις συναρπαστικότερες όπερες του Βέρντι, τον Μάκμπεθ υποδέχτηκε η Εθνική Λυρική Σκηνή το 2014, στην αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη στο Μέγαρο Μουσικής, σε μουσική διεύθυνση Μύρωνα Μιχαηλίδη και σκηνοθεσία Λορένζο Μαριάνι. Από τις 17 έως 26 Ιανουαρίου παρουσιάστηκε η εντυπωσιακή παραγωγή με θεαματικά σκηνικά και συντελεστές διεθνούς ακτινοβολίας.
Βασισμένη στο ομότιτλο θεατρικό του Σαίξπηρ, η σημαντικότερη νεανική όπερα του Βέρντι προσέφερε σπάνια ψυχογραφήματα κυρίως των βασικών ρόλων, του στρατηγού Μάκμπεθ και της συζύγου του, δύο αδίστακτων χαρακτήρων, που μετέρχονται κάθε μέσου προκειμένου να αναρριχηθούν στο θρόνο της Σκωτίας. Έντονα δραματική μουσική μεγάλης δύναμης, σκιαγραφεί πρόσωπα και καταστάσεις.
Ο Μάκμπεθ θεωρείται ένα από τα μεγαλύτερα αριστουργήματα του είδους –στην εποχή τους θεωρήθηκε πρωτοποριακό έργο- ενώ λόγω των σχεδόν υπεράνθρωπων ερμηνευτικών του απαιτήσεων αποτελεί την υπέρτατη πρόκληση για τους ερμηνευτές των βασικών ρόλων.
Η Εθνική Λυρική Σκηνή εξασφάλισε μια διανομή διεθνούς επιπέδου. Τον ομώνυμο ρόλο ερμηνεύσαν οι τρεις διαπρεπέστεροι Έλληνες βαρύτονοι με διεθνή καριέρα: οι Δημήτρης Τηλιακός, Δημήτρης Πλατανιάς και Τάσης Χριστογιαννόπουλος, ενώ στον ρόλο της Λαίδης Μάκμπεθ η διεθνώς αναγνωρισμένη ελληνίδα υψίφωνος Δήμητρα Θεοδοσίου και η διαπρεπής Ουκρανή σοπράνο Τατιάννα Μελνυτσένκο.
Χρονικά ο Μάκμπεθ προηγείται των αριστουργημάτων που καθιέρωσαν διεθνώς τον Βέρντι. Ωστόσο, στο έργο αυτό είναι ήδη πλήρως ανεπτυγμένη η μουσικοθεατρική γλώσσα του συνθέτη και μάλιστα πάνω στον καμβά ενός από τα μεγαλύτερα έργα της ιστορίας του θεάτρου. Ο Βέρντι και ο λιμπρετίστας του Φραντσέσκο-Μαρία Πιάβε ακολούθησαν σε γενικές γραμμές την αφήγηση της σαιξπηρικής τραγωδίας, μπολιάζοντας, ωστόσο, το λιμπρέτο με στοιχεία έντασης και θεατρικότητας που άρμοζαν στο ιλουζιονιστικό θέατρο του 19ου αιώνα. Έτσι, οι τρεις μάγισσες του πρωτοτύπου μετατράπηκαν σε ένα χορό μαγισσών, για τον οποίο ο Βέρντι έγραψε ορισμένες από τις ωραιότερες χορωδιακές του σελίδες, ενώ ο συνθέτης έγραψε συγκλονιστική μουσική για τις σκηνές μεγάλης θεατρικότητας, όπως η σκηνή της υπνοβασίας της Λαίδης Μάκμπεθ.
Στον Μάκμπεθ, ο Βέρντι υπερβαίνει τα συμβατικά πλαίσια της εποχής του για να συνθέσει ένα έργο με θεατρική δύναμη και με χαρακτήρες που διαθέτουν πρωτόγνωρο ψυχολογικό βάθος και ένταση, ενώ με τη δεξιοτεχνική ενορχήστρωση επιτυγχάνει να σκιαγραφήσει θεαματικά τη βία, τη συνομωσία, το θάνατο.
Οι δύο κεντρικοί ρόλοι είναι από τους απαιτητικότερους του ρεπερτορίου, καθώς συνδυάζουν τις υψηλές φωνητικές απαιτήσεις με αντίστοιχες υποκριτικές. Είναι χαρακτηριστικό πως όταν πρότειναν στον Βέρντι μία διάσημη πρωταγωνίστρια της εποχής του, με εξαιρετικά φωνητικά, αλλά φτωχά υποκριτικά χαρίσματα, για το ρόλο της Λαίδη Μάκμπεθ, ο συνθέτης αναφώνησε πως προτιμά να ο ρόλος να ερμηνευθεί από κάποια που δεν τραγουδά καθόλου, παρά από κάποια που δεν είναι ικανή να αναδείξει τις σκοτεινές και διαβολικές του παραμέτρους. Όσο για τον ομώνυμο ρόλο, αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις στο ρεπερτόριο του βαρυτόνου. Ανάμεσα στους τραγουδιστές που άφησαν εποχή στο ρόλο αυτό υπήρξε και ο σπουδαίος Έλληνας βαρύτονος Κώστας Πασχάλης (1929-2007), που τον ερμήνευσε στα μεγαλύτερα θέατρα του κόσμου.
Στη νέα παραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής το ρόλο του τίτλου ερμηνεύει στην πρώτη διανομή ο Δημήτρης Τηλιακός, ο οποίος πρόσφατα ερμήνευσε Μάκμπεθ στην όπερα του Παρισιού και στο Τεάτρο Ρεάλ της Μαδρίτης, σε μουσική διεύθυνση Θεόδωρου Κουρέντζη και σκηνοθεσία Ντμίτρι Τσερνιακόφ, μια παραγωγή που κυκλοφορεί σε DVD σε όλο τον κόσμο. Στη δεύτερη διανομή, ο Τάσης Χριστογιαννόπουλος, ο οποίος έχει λάβει διθυραμβικές κριτικές στις εμφανίσεις του στα μεγαλύτερα θέατρα του κόσμου –μεταξύ άλλων στην Κρατική Όπερα της Βιέννης και στην Όπερα του Παρισιού. Για τον ρόλο της Λαίδης Μάκμπεθ, η Δήμητρα Θεοδοσίου επιστρέφει στην Λυρική, έχοντας διαπρέψει ως σπουδαία ερμηνεύτρια του βερντιανού ρεπερτορίου σε θέατρα από το Μιλάνο έως τη Ζυρίχη και από το Λονδίνο έως την Ιαπωνία και τη Βραζιλία. Στη δεύτερη διανομή η Τατιάννα Μελνυτσένκο, η οποία έχει στο βιογραφικό της εμφανίσεις σε σημαντικά θέατρα.
Τη σκηνοθεσία είχε ο διακεκριμένος Ιταλός σκηνοθέτης και θεωρητικός της όπερας Λορέντζο Μαριάνι, ο οποίος εστιάζει στον τρόπο σκέψης των δύο ηρώων και εικονοποιεί την αντίδραση στο συναίσθημα του φόβου. Το σκηνικό αποδίδει ένα no man’s land –έναν τόπο στο πουθενά, μια «απεικόνιση» των σκοτεινών σημείων του μυαλού μας.
Την Ορχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνή διεύθυνε υπέροχα ο πετυχημένος καλλιτεχνικός διευθυντής του οργανισμού Μύρων Μιχαηλίδης, ενώ τη Χορωδία της ΕΛΣ ο Αγαθάγγελος Γεωργακάτος.
Το μπαλέτο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής θα χορογράφησε ο Ρενάτο Τζανέλλα.
 
ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗ
Ποια είναι η λέξη που επαναλαμβάνεται πιο συχνά στον Μάκμπεθ; Ο φόβος. Όμως όχι ο φόβος για τα ύψη, τα φίδια ή τον εχθρό. Τουλάχιστον όχι τον ανθρώπινο εχθρό. Στον Μάκμπεθ ο φόβος είναι ένας εχθρός, τον οποίο δεν μπορούμε να νικήσουμε: το άγνωστο. Το άγνωστο γύρω μας, το άγνωστο στους άλλους αλλά πάνω απ’ όλα το άγνωστο μέσα μας. Ο Μάκμπεθ αποτελεί ένα ταξίδι στους φόβους, στο σκοτάδι, στα απύθμενα βάθη της ψυχής μας. Δρα αποκλειστικά νύχτα, είναι συμπυκνωμένος, κινείται όπως μία σπείρα, αλλά μονάχα εσωτερικά. Είναι μια συνάντηση με ασυνείδητες ορμές, πρωτόγονους παλμούς, με τις καθοδηγητικές δυνάμεις της ψυχής που μάς εκσφενδονίζουν σε χώρους, τους οποίους απλώς δεν γνωρίζουμε. Τι συμβαίνει στο έργο αυτό; Δύο γενναίοι στρατιώτες συναντούν μια ομάδα από μάγισσες. Οι μάγισσες προφητεύουν το μέλλον και για τους δύο, ένα μέλλον το οποίο είναι εξ’ ίσου συγκλονιστικό. Ο ένας στρατιώτης τις περιγελά. Ο άλλος συνταράσσεται βαθιά. Η ζωή του αλλάζει οριστικά. Γιατί; Τον έναν τον καταλαμβάνει φόβος, η θέλησή του παραλύει. Ο άλλος είναι ελεύθερος, δεν φοβάται. Μία φιλόδοξη γυναίκα καταστρώνει σχέδια ώστε να πραγματοποιήσει τα πιο στυγερά εγκλήματα. Μοιάζει στερεά θωρακισμένη από μέσα της κι απ’ έξω: Κανείς δεν μπορεί να τη σταματήσει, κανείς δεν μπορεί να την πλήξει. Αντίθετα, αυτοκαταστρέφεται. Μια φρικιαστική κατάρρευση την οδηγεί στην αυτοκτονία. Γιατί;  Η ψυχή. Ο νους και η ψυχή. Παραμονεύει, παραπαίοντας στις βαθύτερες γωνιές του εαυτού της, επικίνδυνα χαμένη.
Παραδόξως και οι δύο είναι ταυτόχρονα τραγικοί ήρωες και αιμοδιψείς εγκληματίες. Κανένας από τους δύο δεν είναι αληθινά κακούργος. Απλά, τους λείπει, όπως θα έλεγε ο Σωκράτης το «Γνώθι σ’αυτόν». Δεν γνωρίζουν τους εαυτούς τους. Κι όσο και αν μοιάζει περίεργο, τους μοιάζουμε. Αναγνωρίζουμε σ’ αυτούς τους εαυτούς μας, αφού μέσα σε όλους μας υπάρχει ένα κομμάτι του Μάκμπεθ και της Λαίδης. Είμαστε όλοι, δυνάμει, λεία των άγνωστων περιοχών της ψυχής μας, ικανοί να κάνουμε πράγματα που ποτέ δεν είχαμε ονειρευτεί, εξαρτημένοι από δυνάμεις που δεν γνωρίζουμε ή δεν καταλαβαίνουμε. Όπως αυτοί, έτσι κι εμείς δεν γνωρίζουμε τους εαυτούς μας. Και παρότι κανένας μας –ας ελπίσουμε– δεν είναι πιθανός δολοφόνος, είμαστε σε μικρότερο βαθμό και κυρίως με λιγότερο βίαιο τρόπο, ικανοί να γίνουμε θύματα του φόβου, ο οποίος καραδοκεί μέσα μας.
Ο φόβος είναι πάντοτε έτοιμος να πλήξει, είναι ένα αρπακτικό, ύπουλα κρυμμένο στη μαύρη νύχτα της ψυχής μας, το οποίο περιμένει τα θύματά του.
Ο Μάκμπεθ είναι θύμα του. Είναι θύμα της εξάρτησής του από τις μάγισσες, τη γυναίκα του, το άγνωστο. Από κάθε τι που είναι έξω και πέρα από αυτόν. Σε αυτή την κατάσταση ρίχνεται με ορμή προς τα μπροστά, εκτός ελέγχου, από το ένα αύριο στο επόμενο, μέχρι το τελευταίο αιματοβαμμένο αύριο, έως ότου ο βίαιος θάνατος σβήσει το σύντομο κερί του.
Η Λαίδη Μάκμπεθ είναι θύμα του. Παρά την αρχική εντύπωση, διακρίνεται από τραγική προδιάθεση για αυτοκαταστροφή. Η ψυχή της είναι ήδη ραγισμένη. Περιμένει να ανοίξει στα δύο σαν ώριμο φρούτο. Η ιστορία του Μάκμπεθ αναπτύσσεται σε αυτές τις δύο σφαίρες. Είναι η ιστορία του τρόπου με τον οποίο δουλεύει το μυαλό δύο ανθρώπων και των αντιδράσεών τους απέναντι στο φόβο. Διαδραματίζεται σε έναν τόπο που δεν θα μπορούσε να είναι πουθενά, αν όχι στο μυαλό μας και στις ειδικές σκοτεινές δυνάμεις του. Οι δυνάμεις του σκότους ταξιδεύουν μέσα από τις μάγισσες. Διαμορφώνουν και κατευθύνουν τους πρωταγωνιστές, σπρώχνοντάς τους στο μονοπάτι της φιλοδοξίας, του φόνου και του θανάτου. Αντιπροσωπεύουν όσα δεν γνωρίζουμε. Η ιστορία βρίσκεται πλήρως στα χέρια τους. Φόβος. Ψυχή. Δύο ελληνικές λέξεις, οι οποίες περιλαμβάνουν πλήρως το δράμα που μάς προσέφεραν οι Σαίξπηρ και Βέρντι. Ελπίζουμε ότι παρακολουθώντας αυτή την παράσταση, αυτές οι δύο θεμελιώδεις όψεις της ύπαρξής μας θα μπορέσουν με κάποιο τρόπο να διερευνηθούν και να καταστούν καλύτερα κατανοητές. Από όλους.
Ο Μάκμπεθ σε μία ματιά
Ο συνθέτης / Ο Τζουζέππε Βέρντι, ο διασημότερος συνθέτης του ιταλικού ρομαντισμού, γεννήθηκε στο Λε Ρόνκολε της βόρειας Ιταλίας το 1813 και πέθανε στο Μιλάνο το 1901. Σπούδασε μουσική στο επαρχιακό Μπουσσέτο και στη συνέχεια στο Μιλάνο. Τα πρώτα του έργα γράφηκαν μέσα στο επαναστατικό κλίμα της εποχής, απηχώντας ιδεολογικά τον αγώνα για την απελευθέρωση των ιταλικών κρατιδίων από τους Αυστριακούς και την ενοποίησή τους σε κυρίαρχη χώρα. Η ενασχόληση του Βέρντι με την πολιτική τον ανέδειξε σε εθνικό σύμβολο. Ως ακροστιχίδα το σύνθημα Viva Verdi σήμαινε Ζήτω ο Βίκτωρ Εμμανουήλ βασιλιάς της Ιταλίας-Viva Vittorio Emanuele Re DItalia. Το 1861 ο συνθέτης εξελέγη μέλος του πρώτου ιταλικού κοινοβουλίου. Διασημότερες όπερές του είναι οι Ναμπούκκο (1842), Μάκμπεθ (1847/1865), Ριγολέττος (1851), Ο τροβαδούρος (1853), Η παραστρατημένη/Τραβιάτα (1853), Η δύναμη του πεπρωμένου (1862), Αΐντα (1871), Οθέλλος (1887) και Φάλσταφ (1893).
Με τη μουσική του ο Βέρντι εξέφρασε σε αισθητικό επίπεδο το πνεύμα του ώριμου ρομαντισμού και σε πολιτικό επίπεδο την επιθυμία των συμπατριωτών του να δουν την Ιταλία ελεύθερη και ενωμένη. Αγαπήθηκε από ιδιαίτερα πλατύ κοινό και απέκτησε εξαρχής δημοτικότητα που παραμένει αμείωτη μέχρι σήμερα. Στις ιστορικές, πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες του 19ου αιώνα, ο Βέρντι υπήρξε ο συνθέτης που έζησε εκείνη τη μοναδική στιγμή στην Ιστορία της μουσικής, κατά την οποία η υψηλή τέχνη έγινε ταυτόχρονα και λαϊκή.

Το έργο / Όπερα σε τέσσερις πράξεις, ο Μάκμπεθ στηρίζεται στην ομώνυμη τραγωδία του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ (1605/6). Το ποιητικό κείμενο διαμορφώθηκε από τον Φραντσέσκο Μαρία Πιάβε με τη συμβολή του Αντρέα Μαφέι. Ο Βέρντι ολοκλήρωσε το έργο σε πρώτη μορφή το 1847. Επανήλθε περίπου είκοσι χρόνια αργότερα, το 1865, με αφορμή την παρουσίαση της όπερας στο Παρίσι, στα γαλλικά. Η μετάφραση του ποιητικού κειμένου έγινε από τους Σαρλ-Λουί-Ετιέν Νυιττιέ και Αλεξάντρ Μπωμόν.

Πρεμιέρες / Πολλές είναι οι εκδοχές, επομένως και οι πρεμιέρες του Μάκμπεθ. Συνοπτικά: Η αρχική ιταλική εκδοχή πρωτοπαρουσιάστηκε στο Τεάτρο ντελλά Πέργκολα της Φλωρεντίας στις 14 Μαρτίου 1847, η γαλλική εκδοχή της όπερας με μπαλέτο δόθηκε στο παρισινό Αυτοκρατορικό Λυρικό Θέατρο στις 21 Απριλίου 1865, η ιταλική μετάφραση της γαλλικής εκδοχής ανέβηκε στη Σκάλα του Μιλάνου 28 Ιανουαρίου 1874 ενώ η συχνά παρουσιαζόμενη υβριδική εκδοχή της όπερας παρουσιάστηκε στο βρετανικό Φεστιβάλ Όπερας του Γκλάιντμπορν το 1938.
Στην Ελλάδα αναφέρεται παράσταση από ιταλικό θίασο στην Αθήνα το 1856 όπως επίσης το 1858 στην Κέρκυρα, πριν από την ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα (1864). Στο δραματολόγιο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής η όπερα προστέθηκε Φεστιβάλ Αθηνών στις 15 Ιουλίου 1969 με πρωταγωνιστές τον Κώστα Πασχάλη και την Ίνγκε Μπορκ. Η μουσική διεύθυνση ήταν του Λαμπέρτο Γκαρντέλλι και η σκηνοθεσία του Τζων Κόπλεϋ. Στο θέατρο Ολύμπια το έργο παραστάθηκε για πρώτη φορά στις 12 Ιανουαρίου 1973 και πάλι με πρωταγωνιστή τον Κώστα Πασχάλη.

Σύνοψη πρωτοτύπου

A’ Πράξη / Σκωτία, 1040 μ.Χ. Ο Μάκμπεθ και ο Μπάνκο, δύο στρατηγοί στο στρατό του βασιλιά Ντάνκαν, επιστρέφουν από τη μάχη. Στο δάσος συναντούν μάγισσες, οι οποίες προβλέπουν ότι ο Μάκμπεθ θα γίνει βασιλιάς της Σκωτίας αλλά και ότι ο Μπάνκο θα γίνει πατέρας βασιλιάδων.
Στον πύργο του Μάκμπεθ η γυναίκα του πληροφορείται την προφητεία από γράμμα του συζύγου της. Όταν μαθαίνει ότι ο Μάκμπεθ επιστρέφει στο κάστρο συνοδευόμενος από το βασιλιά, αντιλαμβάνεται πως ήρθε η ώρα της δράσης. Πείθει το σύζυγό της να δολοφονήσει τον Ντάνκαν και ενοχοποιεί τους φρουρούς. Ο  Σκωτσέζος ευγενής Μακντάφ και ο Μπάνκο ανακαλύπτουν το φόνο.

Β’ Πράξη / Ο Μάκμπεθ έχει γίνει βασιλιάς ενώ ο Μάλκολμ, γιός του Ντάνκαν, διέφυγε στην Αγγλία. Ενθυμούμενοι την προφητεία των μαγισσών, Μάκμπεθ και Λαίδη αποφασίζουν να σκοτώσουν τον Μπάνκο και το γιό του Φλίανς.
Μπάνκο και Φλίανς πλησιάζουν στο κάστρο του Μάκμπεθ, προσερχόμενοι σε λαμπρό δείπνο, που παραθέτει ο βασιλιάς. Δολοφόνοι σκοτώνουν τον Μπάνκο, όμως ο Φλίανς τους ξεφεύγει.
Κατά τη διάρκεια του δείπνου ένας δολοφόνος πληροφορεί τον Μάκμπεθ για όσα συνέβησαν έξω από το κάστρο. Επιστρέφοντας στο τραπέζι ο Μάκμπεθ θορυβείται καθώς νομίζει ότι βλέπει τον Μπάνκο να κάθεται στην προβλεπόμενη θέση. Η Λαίδη προσπαθεί να διώξει το φάντασμα από την σκέψη του συζύγου της, όμως αυτό επιστρέφει. Η περίεργη συμπεριφορά του Μάκμπεθ ξενίζει τους καλεσμένους. Θορυβημένος, ο Μακντάφ αποφασίζει να εγκαταλείψει τη Σκωτία, τώρα που την κυβερνά ένας τύραννος.

Γ’ Πράξη / Ο Μάκμπεθ συναντά τις μάγισσες σε μία σπηλιά. Απαντώντας στα ερωτήματά του, προκαλούν σειρά από οράματα. Τον προειδοποιούν να φυλάγεται από τον Μακντάφ αλλά τον βεβαιώνουν ότι δεν κινδυνεύει από άνδρα που γέννησε γυναίκα, καθώς επίσης ότι θα βασιλεύει μέχρι να κινηθεί το δάσος του Μπέρναμ. Γεμάτος φόβο από την εμφάνιση των οραμάτων οκτώ βασιλέων που ακολουθούνται από τον Μπάνκο, ο Μάκμπεθ λιποθυμά. Όταν συνέρχεται αποφασίζει να εξοντώσει τον Μακντάφ και τη γενιά του.

Δ’ Πράξη / Στα σύνορα Σκωτίας και Αγγλίας, Σκωτσέζοι πρόσφυγες θρηνούν την πατρίδα τους, που διοικείται από τον τύραννο Μάκμπεθ. Ο Μακντάφ πληροφορείται τη δολοφονία της γυναίκας και των παιδιών του και μαζί με τον Μάλμολμ αποφασίζει να εκδικηθεί. Κρυμμένοι πίσω από κομμένα κλαδιά όλοι μαζί προελαύνουν προς το κάστρο του Μάκμπεθ. Ο γιατρός και μία κυρία επί των τιμών παρακολουθούν έντρομοι τη Λαίδη Μάκμπεθ, η οποία καθώς υπνοβατεί ομολογεί τα φοβερά εγκλήματα που διέπραξε μαζί με το σύζυγό της. Συντριμμένος, ο Μάκμπεθ αντιμετωπίζει με απάθεια τα νέα του θανάτου της γυναίκας του. Ο στρατός των Μακντάφ και Μάλκολμ προελαύνει κρυμμένος πίσω από κλαδιά, τα οποία κρατά. Αντικρίζοντας το θέαμα οι έκπληκτοι φρουροί ανακοινώνουν στον Μάκμπεθ πως το δάσος του Μπέρναμ κινείται. Στη συνέχεια, στο πεδίο της μάχης ο Μάκμπεθ ακούει τον Μακντάφ να αφηγείται ότι δεν γεννήθηκε φυσιολογικά, αλλά ότι τον άρπαξαν πρόωρα από τα σπλάχνα της μάνας του. Συνειδητοποιεί ότι έχει έρθει το τέλος του. Τα νικηφόρα στρατεύματα του Μάλκολμ εισέρχονται και πανηγυρίζουν την απελευθέρωση της πατρίδας.
Μάκμπεθ
Μουσική διεύθυνση: Μύρων Μιχαηλίδης
Σκηνοθεσία: Λορέντζο Μαριάνι
Σκηνικά: Μαουρίτσιο Μπαλό 
Κοστούμια: Σίλβια Αϋμονίνο  
Χορογραφία: Ρενάτο Τζανέλλα
Φωτισμοί: Λίνους ΦέλμπομΣχεδιασμός Βιντεοπροβολών: Λούσυ Μακίννον
Διεύθυνση χορωδίας: Αγαθάγγελος Γεωργακάτος
Μάκμπεθ: Δημήτρης Τηλιακός (17, 19, 21/1) 
 Τάσης Χριστογιαννόπουλος (18, 22, 24, 26/1)
 Σεμπαστιάν Κατάνα (25/1)
Μπάνκο: Τάσος Αποστόλου (17, 19, 21, 25/1)
 Πέτρος Μαγουλάς (18, 22, 24, 26/1)
Λαίδη Μάκμπεθ:  Δήμητρα Θεοδοσίου (17, 19, 21, 25/1)
 Τατιάνα Μελνυτσένκο (18, 22, 24, 26/1)
Ακόλουθος της Λαίδης Μάκμπεθ: Αντωνία Καλογήρου (17, 19, 21, 25/1)

 Σοφία Κυανίδου (18, 22, 24, 26/1)
Μακντάφ: Δημήτρης Πακσόγλου (17, 19, 21/1)

 Βαγγέλης Χατζησίμος (18, 24, 26/1)

 Φίλιππος Μοδινός (22, 25/1)
Μάλκολμ: Χαράλαμπος Αλεξανδρόπουλος (17, 19, 21, 25/1)

 Γιώργος Ζωγράφος (18, 22, 24, 26/1)
Γιατρός/ Υπηρέτης του Μάκμπεθ: Διονύσης Τσαντίνης (17, 19, 21, 25/1)

 Παύλος Σαμψάκης (18, 22, 24, 26/1)
Δολοφόνος / Αγγελιοφόρος: Χρήστος Αμβράζης (17, 19, 21, 25/1)

 Nίκος Συρόπουλος (18, 22, 24, 26/1)
Α’ Οπτασία: Παύλος Μαρόπουλος (17, 19, 21, 25/1)

 Θεόδωρος Μωραΐτης (18, 22, 24, 26/1)
Β’ Οπτασία: Μαρία Ζώη (17, 19, 21, 25/1)

 Τριανταφυλλιά Γεωργιάδου (18, 22, 24, 26/1)
Γ’ Οπτασία: Μαριλένα Στριφτόμπολα (17, 19, 21, 25/1)

 Διαμάντη Κριτσωτάκη (18, 22, 24, 26/1)
Συμμετέχουν η Ορχήστρα, η Χορωδία και το Μπαλέτο της ΕΛΣ 
 http://www.nationalopera.gr 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου