- Χρίστος Παπαγεωργίου
Μπαίνουμε χωρίς προλόγους και άλλες διευκρινιστικές αιτιάσεις κατευθείαν στις ιδιαίτερες παραμέτρους (και είναι πολλές, ελπίζω να τις αναφέρουμε όλες ή έστω τις περισσότερες) που χαρακτηρίζουν τα διηγήματα του πρωτοεμφανιζόμενου Βαγγέλη Σέρφα, σε μια προσπάθεια να γίνει κατανοητή η συνολική και ολοκληρωμένη σύλληψή τους. Ο πεζογράφος Σέρφας λοιπόν ξεκινά μια ιστορία, στην ουσία όμως ελάχιστα μαθαίνουμε γι’ αυτήν, καθώς μια άλλη (ίσως και μια τρίτη) εισέρχεται στον μύθο, έτσι ώστε από αλλού ξεκινάμε και αλλού καταλήγουμε. Πολλάκις η δεύτερη ή η τρίτη ιστορία που υπεισέρχεται σαφώς έχει σχέση με την πρώτη, ενώ κάποιες φορές τις παρακολουθούμε παράλληλα, λες και ο συγγραφέας θέλει να μας πει σημαντικά πράγματα μέσα σε λίγες σελίδες (έτσι είναι το διήγημα), ενώ άλλες φορές παρασύρεται χωρίς να κρατά το μερίδιο της καθεμιάς, ό,τι δηλαδή της αναλογεί. Άρα η πεζογραφική εκδοχή –όχι συνηθισμένη στην ιστορία του νεότατου διηγήματος– αναγνωστικά μπερδεύει κάπως τον αναγνώστη, παρότι η εκφορά είναι πάραυτα κατανοητή, του δημιουργεί κάποια ερωτηματικά, κυρίως όταν στους διαλόγους δεν γίνεται σαφές το ποιος μιλά, έτσι που να είμαστε αναγκασμένοι να υποθέσουμε το πρόσωπο στο οποίο και απευθύνεται ο λόγος, αλλά και στο πρόσωπο το οποίο τον απευθύνει. Επομένως, ως πρώτη εκτίμηση για τη συγγραφική επιλογή του δημιουργού μπορούμε να συμπεράνουμε πως απευθύνεται σε εκλεκτούς αναγνώστες και όχι σε αρχάριους –παρότι, και πάλι, ο ίδιος είναι πρωτοεμφανιζόμενος, βάζει δηλαδή τον πήχη πολύ ψηλά–, θέλοντας να κάνει την τέχνη του πιο περίοπτη και πιο σκοτεινή, πιο θολή και πιο ασύνδετη, όσον αφορά την ομορφιά της αφήγησης, πιο δύσκολη και πιο υπαινικτική. Και όχι απλώς τα καταφέρνει, αλλά πολύ περισσότερο, δημιουργεί μέσα σε περιορισμένο χώρο, στον οποίο αποφασίζει να ανοιχτεί, μικρά αριστουργήματα, τα οποία μας μιλούν πολύ θετικά, χωρίς αρνητισμούς και άστοχες σκέψεις, χωρίς παραθετικές εξηγήσεις και με σαφώς διαδραστικές αναφορές.
Μια άλλη παράμετρος είναι η τεράστια αγάπη του συγγραφέα (πεζογραφική μόνο ή όχι;) προς τους Ρομά, αυτή την ευάλωτη κοινωνική ομάδα, η οποία στην πλειονότητά της ζει στις πιο υποβαθμισμένες περιοχές της Αττικής. Πράγματι, αυτούσια και ολόκληρα διηγήματα έχουν ήρωες Ρομά, ενώ πολλές φορές εμφανίζονται σε άσχετα σημεία της αφήγησης, κατασκευάζοντας μια παράξενη αίσθηση. Δεδομένου ότι για πολλούς οι Ρομά αποτελούν χαίνουσα πληγή για το κοινωνικό σύνολο, ότι ευθύνονται για όλα (από μικροκλοπές ή διαρρήξεις σε σπίτια έως τις πιο σοβαρές παραβατικότητες), ότι ρατσιστικά φορτώνουν όλα τα κακά της μοίρας τους στους Ρομά, εκεί έρχεται ένας νεαρός σε ηλικία πεζογράφος να πει πως τα πράγματα όχι μόνο δεν είναι έτσι, αλλά το αντίθετο· πρόκειται για ένα σημαντικό θέμα κουλτούρας και συνεύρεσης μαζί τους. Και είναι επίσης γεγονός ότι οι εκάστοτε πολιτικές των διαφόρων κυβερνήσεων έχουν σπρώξει τους Ρομά σε πράξεις επιβίωσης κατ’ αρχάς (χωρίς να τους δικαιολογούμε αν κάποτε επιχειρούν παραβατικές δράσεις) και στη συνέχεια μιας καλύτερης ζωής, να πάνε τα παιδιά τους σχολείο και να μορφωθούν, να έχουν μια αξιοπρεπή δουλειά και, τέλος, να φοιτούν ακόμα και στο πανεπιστήμιο (δεν είναι λίγοι οι νέοι Ρομά που και αυτό το έχουν καταφέρει). Συνεπώς, εκεί ταυτιζόμαστε με τον συγγραφέα, αυτός είναι ο πυρήνας και το κέντρο του κύκλου, αυτά θέλει να περάσει ως μήνυμα, εκεί θέλει να αφήσει το αποτύπωμά του.
Δημιουργεί μέσα σε περιορισμένο χώρο, στον οποίο αποφασίζει να ανοιχτεί, μικρά αριστουργήματα.
Ελέχθη σχετικά με το βιβλίο του νέου και πρωτοεμφανιζόμενου Βαγγέλη Σέρφα πως ο συγγραφέας έχει ακουμπήσει πολύ πάνω στο έργο ενός φτασμένου και πολύ μεγαλύτερού του σε ηλικία, του Χρήστου Οικονόμου – απλά, αντί για Νίκαια, Αιγάλεω, Πέραμα, Κερατσίνι, ο Σέρφας μάς ταξιδεύει στην Ελευσίνα, τον Ασπρόπυργο, τη Σαλαμίνα και το Μενίδι. Και είναι αλήθεια. Παρότι ο Σέρφας δημιουργεί ένα δικό του προφίλ, μια δική του προσωπικότητα και ιδιοσυγκρασία συγγραφική, παρότι μας μεταφέρει με αριστουργηματικό τρόπο στις πιο υποβαθμισμένες περιοχές της Αττικής, επιχειρώντας με αυτή τη λογική να σώσει μέσα στα διηγήματά του και τους Ρομά, και παρότι, ενώ βρίσκεται στο κοινωνικό περιθώριο παρέα με ανθρώπους οι οποίοι και αξίζουν να προωθηθούν και να αναδειχθούν, στην ουσία μάς δίνει μια καλή αφορμή να ξαναδιαβάσουμε τον Οικονόμου αλλιώς, να δούμε τι τους συνδέει, το πώς εκείνος ξεκίνησε κοκ. Πάντως και χωρίς υπερβολή ο Σέρφας ξεφεύγει κατά πολύ του προκατόχου του (δεν λέω ότι είναι καλύτερος) και επιβεβαιώνει πως οι νέοι μας πεζογράφοι διαθέτουν όλα εκείνα τα εφόδια για να γράφουν καλή λογοτεχνία, να επιχειρούν στην πολλαπλότητα των συνειδήσεων και παράλληλα να αφήνουν πολλές υποσχέσεις για το μέλλον, που σε περίοδο κινητών και διαδικτύου φαίνεται μάλλον δυσοίωνο.
Θα κλείσω με δυο λόγια όχι δασκάλου προς μαθητή (παρότι έχω σχεδόν τα διπλά χρόνια από τον συγγραφέα), που έχουν σχέση με ένα κενό το οποίο εντοπίζεται μεταξύ του ομότιτλου με τη συλλογή διηγήματος και των δύο τελευταίων, τα οποία επαναφέρουν το ενδιαφέρον εκεί που τα έξι πρώτα είχαν εκτοξεύσει. Αληθινά, τέσσερα διηγήματα χάνουν τον πεζογραφικό έλεγχο, κυρίως πολυλογούν και, τέλος, δεν απηχούν το συνολικότερο κλίμα ενός βιβλίου, που με λίγο περισσότερη προσοχή θα μπορούσε να πλησιάσει το άριστα. Δεν έχει σημασία. Πρώτο βιβλίο, η εμβάπτιση ενός μέχρι προχθές απλού αναγνώστη στα συγγραφικά ύδατα αποτελεί τη σημαντικότερη επιτυχία, διευρύνει τους ορίζοντες και ξετυλίγει τη σκέψη για την επόμενη εμφάνιση. Προτείνω λοιπόν χωρίς περιστροφές την ανάγνωση του βιβλίου του Σέρφα για τους λόγους που αναλύσαμε διεξοδικά. Και για έναν ακόμα: αν επιθυμούμε οι νέοι μας να γράφουν καλά, έτσι ώστε και η λογοτεχνία να προχωρά και εμείς ως αναγνώστες να ψυχαγωγούμαστε καλύτερα, οφείλουμε να τους εμπιστευόμαστε και να τους στηρίζουμε στις προσπάθειές τους, οι οποίες, αν μη τι άλλο, είναι ανιδιοτελείς.
Όχι, μην μπαίνετε στον κόπο
Βαγγέλης Σέρφας
Εκδόσεις Πατάκη
160 σελ.
ISBN 978-618-07-0747-2
Τιμή 9,90€
Χρίστος Παπαγεωργίου ποιητής και κριτικός λογοτεχνίας
https://diastixo.gr/kritikes/ellinikipezografia/24222-vaggelis-serfas-oxi-mi-mpainete-ston-kopo

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου