Παρασκευή 17 Νοεμβρίου 2017

Κώστας Βούλγαρης: «Η μεταμυθοπλασία στη νεοελληνική πεζογραφία»

Η Μεταμυθοπλασία στη νεοελληνική πεζογραφία του Κώστα Βούλγαρη είναι ένας ογκώδης τόμος που ο συγγραφέας τον έστησε με πολύ μεράκι, φιλοδοξώντας να ερμηνεύσει τον όρο «μεταμυθοπλασία». Συγκεντρώνει, λοιπόν, τα πάντα εν ενί, κείμενα επιφανών λογοτεχνών και μελετητών, και δικά του πολλά, βεβαίως, σε έναν τόμο, για να ερμηνεύσει και να αποδείξει τη δυναμική του όρου. Δυναμική με την έννοια της συνεχούς αλλαγής, εφόσον τα κείμενα είναι διαφορετικής χρονικής αφετηρίας, διαφορετικών διαθέσεων, διαφορετικού ύφους και εκφράζουν το καθένα την αγωνία του δημιουργού του, αλλά και την αισθητική και τις τάσεις της εποχής τους που, αλλάζοντας, αλλάζουν και ανανεώνουν την τέχνη. Γιατί η γλώσσα εξελίσσεται μένοντας πάντα ζωντανή, ενώ η επανάληψη του ίδιου σημαίνει θάνατο.
Οι επιμέρους τίτλοι του βιβλίου, «Προοίμιο», «Παρεκκλίσεις και παρακαταθήκες», «Οι λογοτεχνικοί δρόμοι», «Η μεταμυθοπλασία ως αισθητικό πρόταγμα», «Η μεταμυθοπλασία ως ιστορικό πρόσταγμα», «Η εξέλιξη της μεταμυθοπλασίας στη νεοελληνική πεζογραφία», «Coda» και το «Ευρετήριο» συνιστούν την πλατιά επιφάνεια της ποικιλίας των κειμένων και της πλειάδας των συγγραφέων, που μέσα από την ιδιαιτερότητα του καθενός, κειμένου και συγγραφέα, διερευνάται, περιγράφεται και κατανοείται ο όρος «μεταμυθοπλασία».
Δύο τουλάχιστον τίτλοι ήδη μας ενημερώνουν ότι και η αισθητική και ο χρόνος απαιτούν και επιβάλλουν την αλλαγή, εφόσον «Κάθε αισθητικό ρεύμα προκύπτει μέσα από την ιστορία των μορφών», με άλλα λόγια δεν προκύπτει από παρθενογένεση «μιαν ωραίαν πρωίαν» λέει ο συγγραφέας, και πολύ σωστά προσδιορίζει με άλλους όρους εκείνο που ονόμαζε περιρρέουσα ατμόσφαιρα, milieu, ο Εμμανουήλ Ροΐδης. Η κοινωνία είναι το κοχύλι που μέσα της θα μεγαλώσει το άτομο, ο πολίτης και κάθε δημιούργημά του. Επομένως οι κοινωνικοπολιτικές συνθήκες θα συμβάλλουν στην αλλαγή και οι λογοτέχνες, πατώντας στο παλιό θα κάνουν την επανάσταση από την οποία θα προκύψει το νέο που θα οδηγήσει στο μέλλον.
Ο Βούλγαρης στο κείμενό του ανατρέχει στους υπερρεαλιστές και στον αφανή, μέχρι την εμφάνιση του υπερρεαλιστικού κινήματος, Λοτρεαμόν, οι οποίοι ανέδειξαν τη συνειρμική γραφή και έφτιαξαν μια δική τους γενεαλογία, με έμβλημά τους τον Μινώταυρο (εξ ου και το περιοδικό Minotaur). Κι αν ο Μινώταυρος για την ελληνική μυθολογία συνδέθηκε με το ανθρωποφάγο τέρας στα έγκατα του ανακτόρου της Κρήτης ή, για τους ψυχολόγους, με τα απωθημένα στα έγκατα της ψυχής του ανθρώπου, το τέρας αυτό, αν και από βασιλική και θεϊκή γενιά, είναι το δημιούργημα που έκανε τον κόσμο να απορεί με τη μορφή του. Αυτό το παράξενο, το πέρα από τα αναμενόμενα, το κρυμμένο στα βάθη του όποιου λαβυρίνθου τέρας γίνεται το σύμβολο και ο γενάρχης μιας νέας γενιάς λογοτεχνών, απελευθερωμένων από όλες τις προκαταλήψεις των προηγούμενων.
Ο τόμος δεν περιέχει μανιφέστα α λα Μπρετόν, λέει ο Βούλγαρης, ούτε είναι «προγραμματικό παλίμψηστο» ούτε τα κείμενά του ασχολούνται τόσο με τον όρο, όσο με την ουσία του που «είναι η αποτύπωση μιας στιγμής, μέσα στην ιστορία των μορφών, περιοχή ιδιότυπη, αλλά και συνεκτική, μέσα από τις συνάφειες και τις αντιθέσεις που τη διαπερνούν». Οι φωνές που αναδύονται από τη συγκεκριμένη Μεταμυθοπλασία συνιστούν και το υλικό και τις διαφορετικές όψεις της, μικρές ιστορίες των ανθρώπων, των ιδεών και της γλώσσας μέσα στη μεγάλη Ιστορία. Πολλά, άλλωστε, από τα κείμενα «κομίζουν, και δοκιμάζουν, προωθημένα θεωρητικά εργαλεία», αντλημένα από την εργαλειοθήκη της θεωρίας.
Διευκρινίζει ο Βούλγαρης ότι η έννοια του «αισθητικού ρεύματος» δεν έχει την έννοια της Σχολής αλλά την κίνηση και ένταση της μορφής. Τονίζει πως εκείνο που έχει σημασία είναι πάντα το κείμενο, όταν «δυο μάτια σκύβουν πάνω του», αν και το βλέμμα δεν είναι «αθώο», εφόσον είναι «μεσολαβημένο από τις αντιλήψεις μας για το έργο τέχνης». Αφήνει, τέλος, ανοιχτό τον όρο, αλλά ο ίδιος προτιμά την «πολυφωνική μεταμυθοπλασία» γιατί αυτή αποδίδει καλύτερα την πολυφωνικότητα που έχει το μυθιστόρημα, π.χ. 
Κάθε αισθητικό ρεύμα προκύπτει μέσα από την ιστορία των μορφών», με άλλα λόγια δεν προκύπτει από παρθενογένεση «μιαν ωραίαν πρωίαν» λέει ο συγγραφέας, και πολύ σωστά προσδιορίζει με άλλους όρους εκείνο που ονόμαζε περιρρέουσα ατμόσφαιρα, milieu, ο Εμμανουήλ Ροΐδης. Η κοινωνία είναι το κοχύλι που μέσα της θα μεγαλώσει το άτομο, ο πολίτης και κάθε δημιούργημά του.
Άρα, η ανθολογία που επιμελήθηκε ο Βούλγαρης είναι μια σύνθεση σαν «πολυφωνικό αφήγημα» σε δοκιμιακή φόρμα, η οποία εμμέσως «αφηγείται κι έναν ορισμό της μεταμυθοπλασίας, με τον τρόπο της μεταμυθοπλασίας, όπου κάθε κείμενο, χωρίς να χάνει την ιδιαιτερότητά του συμμετέχει και συμβάλλει ισότιμα και ουσιαστικά, σ’ αυτό που θα βρούμε πιο κάτω ως “Συμπόσιο”».
Κάθε κείμενο είναι της εποχής του, ανήκει στο «ιστορικό» παρόν του. Όμως, λόγω των άλλων κειμένων που επικαλείται, «συνομιλεί με τα ευρύτερα ιστορικά αιτούμενα και φέρει τις ανάλογες αποδείξεις».
Ο Θανάσης Βαλτινός μιλάει για καινούριους τρόπους να γίνει δραστικό το αποτέλεσμα. Ο Μπένγιαμιν μας καλεί στο σπίτι του «σε μιαν ατμόσφαιρα κορεσμένη από τη σκόνη του ξύλου, σ’ ένα πάτωμα στρωμένο με σκισμένα χαρτιά, ανάμεσα σε σωρούς βιβλία». Παραδειγματικό κείμενο για την ανάγκη της παρούσας περίστασης, χρονική αφετηρία του εγχειρήματος ο συγγραφέας θεωρεί το στόμα της Παλιάς Remington του Γιάννη Πάνου, με πρόγονο τον Βαλτινό, σε ένα κείμενο πολλών συγγραφέων-συνδαιτυμόνων, μεταξύ των οποίων και ο ίδιος ο Βούλγαρης.
Για τη διευκόλυνση της δικής μας επικοινωνίας, επιλέγω μερικά κείμενα, τα οποία συνιστούν μελέτες πάνω στα προβλήματα που απασχόλησαν ειδικούς επιστήμονες, μελετητές και λογοτέχνες. Προσφέρεται, για την περίσταση, το κείμενο «Σολωμικά» του Στέφανου Ροζάνη, σπουδαίο και βαθύ, από το οποίο απομονώνω το θέμα και την αιτιολογία του, σε ψιχία μόνο, εστιάζοντας στην πολυσυζητημένη «αποσπασματικότητα» του σολωμικού έργου. Ο Ροζάνης μεταφέρει απόψεις· του Ιάκωβου Πολυλά που υποστηρίζει ότι ο Σολωμός «άφηνε ατελείωτο το πόνημα» και, εκ του αντιθέτου, του Λίνου Πολίτη που υποστήριζε ότι «Τ’ “αποσπάσματα” του Σολωμού … δεν είναι “αποσπάσματα”, παρά είναι ξεχωριστές λυρικές ενότητες, μικρόκοσμοι λυρικοί με αυτόνομη δική τους οργάνωση και εσωτερική νομοτέλεια». Η άποψη τεκμηριώνεται με τη συμμετοχή του Σλέγκελ, ο οποίος θεωρεί χαρακτηριστικό της ρομαντικής ποίησης την «αποσπασματική εμφάνιση», στην οποία δίνει διπλό νόημα: «είναι η επιταγή της βίωσης της ποιητικής του θεωρίας και συγχρόνως ο διαρκής και εξοντωτικός του αγώνας να μορφώσει [ο ποιητής] το γλωσσικό του υλικό μέσα από μια γλώσσα ανύπαρκτη». «Ο μυστικισμός της εσωτερικότητας δεν ανέχεται την αισθητική της τελειότητας», συμπληρώνει.
Άλλο παράδειγμα μας παρέχει ο Βασίλης Αλεξίου, ο οποίος κάνει λόγο για «ειδομειξία» και «λογομειξία», όρους ανάλογους ή διευκρινιστικούς, υποθέτω, της «μεταμυθοπλασίας». Και σ’ αυτό το κείμενο, στο κέντρο βρίσκεται πάλι ο Σολωμός αλλά από την πλευρά του πραγματιστή Κώστα Βάρναλη, αυτή τη φορά· «Ο Σολωμός χωρίς μεταφυσική». Ο μελετητής παραπέμπει στον Γ. Βελουδή, ο οποίος παρατηρεί «το ενδιαφέρον και την μαχητικότητα του συγγραφέως, και δια την τέλειαν γνώσιν των ζητημάτων περί των οποίων πραγματεύεται … και δια τον ζωηρότατο, τέλος, ιστορικό πίνακα της ξενοκρατούμενης Επτανήσου που έχει παρεμβάλει εις το έργον του συγγραφέως». Συνεχίζοντας ο Βούλγαρης πάνω στη μεταμυθοπλασία θα μας πει ότι ο Βάρναλης «θα εισαγάγει μέσα στη ροή του δοκιμιακού λόγου, με πάσα φυσικότητα ένα ακραιφνές διήγημα …»· και παρακάτω θα μιλήσει, πάλι ο Βελουδής, για την παρουσία του λογοτέχνη Βάρναλη μέσα στον θεωρητικό, ο οποίος χρησιμοποιεί «την παρωδία» και τη «διανοητικότητα του Μεταφιλισταίου, δηλαδή του Αποστολάκη …» με μια βέβηλη ανάμιξη ειδών και λόγων που είναι χαρακτηριστικό του.Είδος μικτό αλλά νόμιμο, θα έλεγε ο Σολωμός, που αναμίγνυε το ρομαντικό με το κλασικό στο έργο του. 
Εν τέλει, ο Κώστας Βούλγαρης, επιτέλεσε ένα έργο-άθλο, επιστρατεύοντας κείμενα αξιόλογα και αντιπροσωπευτικά από κάθε χρονική περίοδο της νεοελληνικής πεζογραφίας, ωθώντας τα να συναινέσουν και, παρά τις διαφορές τους, να νοηματοδοτήσουν, το καθένα με τον τρόπο του, τον όρο «μεταμυθοπλασία».
Από τον θησαυρό των γοητευτικών κειμένων επιλέγω ένα ακόμα, πολύ παλιό και συγχρόνως νέο ελληνικό. Πρόκειται για το κείμενο της Τζίνας Πολίτη «Ιστορία των μεταμορφώσεων», στο οποίο εμπλέκονται ο Ντον Λορέντσο, διάσημος φιλόσοφος της Αναγέννησης, ο Καζαντζάκης (Αναφορά στον Γκρέκο), ο Αλφόνσος Ε΄, ο Μεγαλόψυχος βασιλιάς της Αραγωνίας και της Νάπολης, ο Γεώργιος Τραπεζούντιος και ο Ιωάννης Χρυσολωράς. Εμείς οι αναγνώστες διαβάζουμε στο κείμενο ότι «συμμετέχουμε σε ένα Convivio, ένα μεταπλατωνικό Συμπόσιο στην αυλή του βασιλιά Αλφόνσου Ε΄». Το συμπόσιο αυτό παραπέμπει σε ένα άλλο… Στην εξέλιξη του κειμένου, έρχεται στην επιφάνεια το ερώτημα του Μπόρχες: «Ήταν ο Δον Κιχώτης ένα πρωτότυπο έργο του Θερβάντες ή … μια απλή μετάφραση από τα αραβικά» ή ήταν έργο του Φράνσις Μπέικον που το μετέφρασε ο Θερβάντες στα ισπανικά σε συνεννόηση μαζί του; (Ο Ουμπέρτο Έκο, στον περί διακειμενικότητας λόγο, έχει πει: Ένα βιβλίο είναι γραμμένο από βιβλία).
Η Μεταμυθοπλασία στη νεοελληνική πεζογραφία, λοιπόν, είναι ένας θησαυρός σπουδαίων κειμένων, στων οποίων την επικουρία στηρίχτηκε η σύνθεση του βιβλίου του Κώστα Βούλγαρη. Η σύνθεση, από μόνη της, συνιστά τον ορισμό της, αλλά και υποδηλώνει τον κόπο και τον χρόνο που απαιτήθηκε, οπότε ζητά και από τον αναγνώστη τα ανάλογα: άνεση χρόνου, αντοχή στην ποικιλία και, εκ των πραγμάτων, στα δύσκολα προσεγγίσιμα κείμενα· πώς να παραδεχτώ ότι χάθηκα στον λαβύρινθο, όχι πώς να βγω (Μπόρχες)· πώς η 11η συμφωνία του Σοστακόβιτς αφομοιώνει αστικά λαϊκά τραγούδια, ρωσικά και πολωνικά, και ποια είναι τα ιστορικά σημαινόμενά της (Αχιλλέας Κυριακίδης), πώς να παρακάμψω μακροσκελείς περιόδους λόγου και μη προσβάσιμους καθαρεύοντες γλωσσικούς τύπους (Εμμ. Ροΐδης,Πάπισσα Ιωάννα), πώς να αντέξω τη «δακρύζουσα γραφή» από την οποία αναβλύζουν στίχοι Κάλβου, Καβάφη, Καρυωτάκη, Όμηροι, Ησίοδοι, Στησίχοροι, Ευριπίδηδες, ο Σολωμός χωρίς μεταφυσική, ο Παλαμάς ο Μάξιμος, ο Συμεών, ο Ιωάννης, ο Νικόλαος (Ηλίας Λάγιος). Πώς να αγνοήσω τη λειτουργία της γλώσσας ως λειτουργίας της ψυχής (Ελισάβετ Αρσενίου)…
Κάθε κείμενο με το είδος του, με τη γλώσσα του και το ύφος του μας διδάσκει τη μεταμυθοπλασία, διά της μεταμυθοπλασίας, όπως και οι προαναφερθέντες μελετητές και λογοτέχνες στις μελέτες που αναφέραμε και στις πάμπολλες που δεν έχουμε τη δυνατότητα να αναφέρουμε.
Εν τέλει, ο Κώστας Βούλγαρης, επιτέλεσε ένα έργο-άθλο, επιστρατεύοντας κείμενα αξιόλογα και αντιπροσωπευτικά από κάθε χρονική περίοδο της νεοελληνικής πεζογραφίας, ωθώντας τα να συναινέσουν και, παρά τις διαφορές τους, να νοηματοδοτήσουν, το καθένα με τον τρόπο του, τον όρο «μεταμυθοπλασία». 
Η μεταμυθοπλασία στη νεοελληνική πεζογραφία
Κώστας Βούλγαρης
Βιβλιόραμα
476 σελ.
ISBN 978-960-9548-34-2
Τιμή: €27,00
Βιβλίο & Τέχνες | diastixo.gr


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου