Η Άντα ντ’ Αντάμο (1967-2023), γεννημένη στην Ορτόνα της Κεντρικής Ιταλίας, ήταν διπλωματούχος της Εθνικής Ακαδημίας Χορού και πτυχιούχος της Σχολής Επιστημών του Θεάματος. Έγραψε δοκίμια για τον χορό και το θέατρο. Στο αυτοβιογραφικό της βιβλίο Σαν αέρας, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ψυχογιός σε μετάφραση Δήμητρας Δότση, μιλάει για την κόρη της, Ντάρια, που γεννήθηκε με βαριά νευρολογική βλάβη (ολοπροσεγκεφαλία). Ο εγκέφαλός της δεν έχει τη φυσιολογική αρχιτεκτονική και η διαταραχή αυτή συνοδεύεται από διαταραχές ακοής και όρασης και σοβαρή κινητική αναπηρία. Το όνομά της, Ντάρια, χωρισμένο στα δύο με απόστροφο, δηλαδή «Ντ’ Άρια», παραπέμπει σε ένα πλάσμα αέρινο, αιθέριο. Με αυτό το λογοπαίγνιο η συγγραφέας εκφράζει την ξεχωριστή θέση που έχει το παιδί στη ζωή της, τόσο διαφορετικό από τα συνηθισμένα παιδιά που τρέχουν, παίζουν, πέφτουν και χτυπάνε. Η δική της κόρη δεν περπατάει μόνη της, στέκεται όρθια μόνο με ορθοστάτη για εξάσκηση, κατά τα άλλα δεν έχει γευτεί τη βαρύτητα που κρατάει όλους τους ανθρώπους στη γη, σαν να μην είναι γήινο πλάσμα αλλά αέρας ή, έστω, σαν αέρας.
Η αφήγηση είναι ρεαλιστική, μεταβαλλόμενης έντασης και θερμοκρασίας, άλλοτε ψύχραιμη και αποστασιοποιημένη και άλλοτε σπαρακτική, με συναισθηματικές κορυφώσεις και λυρικά ξεσπάσματα. Είναι η ειλικρινής κατάθεση μιας προσωπικής ιστορίας τόσο επώδυνης, που δεν αφήνει περιθώρια λογοτεχνικότητας, καθώς τα συγκλονιστικά γεγονότα ισοπεδώνουν κάθε πρόθεση ενασχόλησης με αφηγηματικές τεχνικές και σχήματα λόγου. Ακόμα περισσότερο, αφού στο αέρινο βάρος της Ντάρια έρχεται να προστεθεί και άλλη μια κακοτυχία: η Άντα ανακαλύπτει ότι πάσχει από προχωρημένο καρκίνο του μαστού και αγωνίζεται να συμβιβαστεί με το επερχόμενο τέλος και ταυτόχρονα να δρομολογήσει τη διάδοχη κατάσταση στη φροντίδα της Ντάρια.
Παρά το διπλά ζοφερό θέμα, η ιστορία της Ντ’ Αντάμο αποτελεί ένα εξαιρετικό δείγμα βιωματικού κειμένου. Διαβάζεται απνευστί, κι αυτό όχι λόγω της μικρής έκτασης, αλλά χάρη στην ειλικρίνεια και τη δύναμη που αποπνέει. Η Ντ’ Αντάμο είναι μαχήτρια, δεν μεμψιμοιρεί, αν και σε αρκετά σημεία αναρωτιέται πώς θα ήταν η ζωή της χωρίς την Ντάρια, καταλήγοντας πάντα να επιλέξει την τωρινή της κατάσταση – δεν μπορεί να φανταστεί τη ζωή της χωρίς την κόρη της, είναι δυο ζωές αχώριστες, ενωμένες και συμπληρωματικές. Ταυτόχρονα όμως βιώνει και μια διαρκή και ασίγαστη μοναξιά:
Το να έχεις ένα ανάπηρο παιδί είναι σαν να είσαι μόνος. Ανεπανόρθωτα, οριστικά μόνος […] Η μοναξιά αποτελείται από μικροσκοπικές κουκκίδες, η μία δίπλα στην άλλη. Δεν το καταλαβαίνεις. Είναι η φίλη που συνεχίζει να σου χαρίζει καπέλα πολύ μεγάλα για το κεφάλι ενός μικροκέφαλου παιδιού. Ο ξάδελφος που σου κουνάει με περηφάνια ένα ξύλινο παιχνίδι κάτω από τη μύτη σου, το οποίο ούτε ένας φυσιολογικός ενήλικος δε θα μπορούσε να χειριστεί, όμως εκείνος καυχιέται ότι το επέλεξε ειδικά για την κόρη σου.
Διαβάζεται απνευστί, κι αυτό όχι λόγω της μικρής έκτασης, αλλά χάρη στην ειλικρίνεια και τη δύναμη που αποπνέει.
Καθώς έχει προηγηθεί μια έκτρωση πριν από την εγκυμοσύνη της Ντάρια, η Ντ’ Αντάμο αναρωτιέται πώς θα ήταν αν είχε γεννήσει ένα υγιές αγόρι, πιθανόν να μην είχε προχωρήσει στη γέννηση της Ντάρια ή, αλλιώς, η Ντάρια θα είχε έναν μεγαλύτερο αδελφό, αφού είναι πεπεισμένη ότι το πρώτο εκείνο έμβρυο ήταν άρρεν. Επίσης, οι γιατροί διέγνωσαν ότι πιθανόν η κύηση της Ντάρια ήταν δίδυμη, αλλά το άλλο έμβρυο απορροφήθηκε εντελώς, η αγέννητη αδελφή της Ντάρια. Είναι εντυπωσιακή η ικανότητα του νου να θεραπεύει και να γεμίζει τις πληγές και τα κενά της πραγματικής ζωής με ακυρωμένες πιθανότητες, με ενδεχόμενα που δεν τελεσφόρησαν, αλλά ελαφρώνουν την αβάσταχτη πραγματικότητα και μόνο σαν ιδέα.
Η Ντ’ Αντάμο ζει με την κόρη της μέχρι την εφηβεία, προλαβαίνει την πρώτη της έμμηνο ρύση, αναπολεί την αντίστοιχη δική της ηλικία με τις δυσκολίες της μετάβασης στο γυναικείο σώμα. Καθώς το βιβλίο προχωράει προς το τέλος του, οι ζωές των δύο γυναικών συμπλησιάζουν ακόμα περισσότερο – και δεν είναι μόνο η συναισθηματική εγγύτητα, αλλά η εγγύτητα των πεπρωμένων τους και οι αναλογίες στην καθημερινότητά τους.
Το ημερολόγιό μου είναι γεμάτο από σένα. Στο πορτοφόλι μου η δική μου και η δική σου ταυτότητα, η δική μου και η δική σου κάρτα υγείας, το δικό μου και το δικό σου πιστοποιητικό αναπηρίας. Στον υπολογιστή οι δικές μου και οι δικές σου εξετάσεις. Όσο περνάει ο καιρός, τόσο περισσότερο μοιάζουμε οι δυο μας. Ίσως όλα τα όνειρά μου μ’ εσένα που είσαι δύο να μιλάνε τελικά για σένα κι εμένα. Είμαι η μητέρα σου, είμαι ο αδελφός σου που δεν κράτησα, είμαι η αγέννητη δίδυμη αδελφή σου.
Με την αρρώστια της η Ντ’ Αντάμο συρρικνώνεται και λιγοστεύει, έως ότου σταματήσει να υπάρχει ή θα υπάρχει μέσα από την Ντάρια: «Άραγε, στο τέλος θα χαθώ μέσα σου; Είμαι η Άντα. Θα γίνω Ντάρια, σαν αέρας…»
Η Άντα ντ’ Αντάμο πέθανε το 2023, λίγες ημέρες μετά την ανακοίνωση της υποψηφιότητας του βιβλίου της Σαν αέρας για το βραβείο Strega, με το οποίο τιμήθηκε μετά θάνατον. Στη μνήμη της θεσμοθετήθηκε το βραβείο Ada d’Adamo στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Χορού της Ρώμης, που απονέμεται σε καλλιτέχνες με έργο που εμπεριέχει κοινωνικές λειτουργίες. Πρόκειται για ένα αξιανάγνωστο βιωματικό κείμενο, το οποίο ευτύχησε σε μια υποδειγματική απόδοση στα ελληνικά από τη Δήμητρα Δότση.
Σαν αέρας
Ada d’Adamo
μετάφραση: Δήμητρα Δότση
Εκδόσεις Ψυχογιός
176 σελ.
ISBN 978-618-01-5818-2
Τιμή €15,50
Μαρία Δριμή ιατρός εντατικολόγος και ασχολείται με την πεζογραφία και το θέατρο.
https://diastixo.gr/kritikes/xenipezografia/23502-ada-d-adamo-san-aeras
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου