Το 1937, εκδίδεται το ιστορικό μυθιστόρημα της Πηνελόπης Δέλτα Στα μυστικά του βάλτου, ένα κλασικό βιβλίο της ελληνικής παιδικής λογοτεχνίας, που χαρακτηρίζεται για τη διαχρονικότητα των μηνυμάτων του και την ποιότητα της γραφής του (Κανατσούλη, 2018). Το βιβλίο μεταγράφεται σε graphic novel το 2018, σε εικονογράφηση του Παναγιώτη Πανταζή και κείμενο του Γιάννη Ράγκου, και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Polaris.
Σύμφωνα με την Κανατσούλη (2018), η συγκεκριμένη διασκευή αποτελεί μια συνομιλία όχι με τα ίδια τα ιστορικά γεγονότα, αλλά με το αφετηριακό κείμενο της Δέλτα. Στο πλαίσιο αυτής της συνομιλίας αξιοποιούνται αρκετές τεχνικές των κόμικς για να αποδοθεί η ατμόσφαιρα της εποχής και να διατηρηθεί το πνεύμα του πρωτότυπου έργου της Δέλτα, λαμβάνοντας υπόψη τις τροποποιήσεις που απαιτεί η ανακωδίκευση κατά τη μετάβαση από το ένα σημειωτικό σύστημα στο άλλο. Μια τεχνική που εντοπίζεται είναι η άρση του τέταρτου τοίχου, η γνωστή ως «breaking the fourth wall». Ο όρος «τέταρτος τοίχος» εισήχθη από τον Γάλλο φιλόσοφο Ντενί Ντιντερό για να περιγράψει τον αόρατο τοίχο που παρεμβάλλεται μεταξύ των θεατών και του σκηνικού χώρου του θεάτρου (Wijers, 2018).
Στο graphic novel ο τέταρτος τοίχος είναι το αόρατο στοιχείο που τοποθετείται νοητά ανάμεσα στον φανταστικό κόσμο της αφήγησης και στον πραγματικό κόσμο, το στοιχείο που διαχωρίζει τους χαρακτήρες από τους αναγνώστες (Erden, 2020). Θιασώτης της άρσης της ιδέας του τέταρτου τοίχου, ο Μπρεχτ, διατύπωσε την άποψη ότι η τεχνική αυτή εμπλέκει τους θεατές σε άμεση επικοινωνία με τους χαρακτήρες του έργου, οι οποίοι λειτουργούν έχοντας επίγνωση ότι τους παρακολουθούν. Στη διασκευή Στα μυστικά του βάλτου η άμεση επικοινωνία με τον αναγνώστη ενεργοποιεί τη διάδρασή του με τους χαρακτήρες καταλύοντας κάθε ψευδαίσθηση της πραγματικότητας. Όπως συμβαίνει και στο θέατρο, η επιλογή ενός χαρακτήρα να κοιτάξει κατάματα ή να απευθυνθεί στο κοινό δημιουργεί μια στιγμή ανεπανάληπτης ψυχολογικής σύνδεσης (Davis, 2015).
Ο Παναγιώτης Πανταζής έχει σχεδιάσει αρκετά καρέ στα οποία δίνεται έμφαση στη διάδραση του ήρωα με τον αναγνώστη. Με τα κοντινά πλάνα και το ζουμάρισμα στο πρόσωπο των χαρακτήρων προκαλείται η εντύπωση ότι δρουν έχοντας επίγνωση ότι ο αναγνώστης τούς παρακολουθεί μέσα από μια κάμερα κλειστού φιλμικού πεδίου, τη γνωστή τεχνική που παραπέμπει στον χώρο του κινηματογράφου. Πιο συγκεκριμένα, εκκινώντας από το εξώφυλλο, ο αναγνώστης αντικρίζει μια χαρακτηριστική βινιέτα που συναντάται στις πρώτες σελίδες της διασκευής και επιτελεί επικουρικό ρόλο στη βέλτιστη πρόσληψη του τίτλου από τον αναγνώστη, προϊδεάζοντας για το περιεχόμενο της ιστορικής αφήγησης. Όπως εύστοχα σημειώνει η Κανατσούλη (2019), ένα στοιχείο που υπερτονίστηκε στη διασκευή είναι ο τρόπος που το μυστήριο και η περιπέτεια συμπλέκονται με την ιστορική αφήγηση. Το στοιχείο του σασπένς κυριαρχεί ήδη από το εξώφυλλο με τα δύο αντρικά πρόσωπα, μισοκρυμμένα πίσω από τις καλαμιές, να εντείνουν την αίσθηση ότι όλοι παρακολουθούν και παρακολουθούνται. Οι ήρωες απεικονίζονται να κοιτάνε κατάματα την κάμερα και, συνεκδοχικά, τον εννοούμενο αναγνώστη (Nodelman, 2008). Σύμφωνα με την μπρεχτική τεχνική, η διάδραση δημιουργεί κριτικούς και σκεπτόμενους αναγνώστες, που εστιάζουν την προσοχή τους στην εξέλιξη της πλοκής και την πολυπλοκότητα της αφήγησης, αναπτύσσοντας την ικανότητα να παρατηρούν την κοινωνική θέση των χαρακτήρων, τις μεταξύ τους σχέσεις, τον τρόπο που η ιστορία ειναι κατασκευασμένη από τον συγγραφέα και τον τρόπο που αυτή παρουσιάζεται από τους χαρακτήρες (Davis, 2015).
Η διάδραση εντοπίζεται και στη σκηνή της σύλληψης του Καπετάν Άγρα, την οποία παρακολουθεί ο μικρός Γιωβάν, κρυμμένος πίσω από έναν θάμνο. Παρακολουθώντας την ένταση της σκηνής της συμπλοκής μέσα από τα μάτια του Γιωβάν, ο οποίος βγαίνει ορμητικά από τον θάμνο για να προστατεύσει τον Άγρα, το ενδιαφέρον του αναγνώστη κινητοποιείται, ενώ μοιάζει να μετέχει στην αγωνία του Γιωβάν για την εξέλιξη της πλοκής, στοιχείο που ενισχύει το μυστήριο και συνακόλουθα την ευχαρίστηση της ανάγνωσης (Auter & Davis, 1991). Η συμμετοχική αναγνωστική εμπειρία και η αγωνία για την επιβίωση του Γιωβάν κορυφώνονται (Brown, 2013), όταν το μικρό παιδί, προς έκπληξη του Καπετάν Άγρα και του αναγνώστη, ρίχνεται βίαια στον γκρεμό (σ. 83, 87).
Στη σελίδα 49, εκτυλίσσεται η σκηνή αναγνώρισης του Τάκη, ενός ορφανού παιδιού, από τον κυρ Βασίλη, ο οποίος αναζητά εναγωνίως τον χαμένο γιο του. Στα δύο πανομοιότυπα καρέ που ακολουθούν, απεικονίζεται το πρόσωπο του Αποστόλη να κοιτάει κατάματα τον αναγνώστη στο ιστορικό παρόν, ενώ στο διπλανό καρέ ο Αποστόλης, ενήλικας πια, επανακατασκευάζει τη σκηνή στο μνημονικό φαντασιακό. Η επανάληψη της ίδιας εικόνας στο σημείο αυτό της πλοκής σηματοδοτεί μεν τη βίαιη επιστροφή του Αποστολή στις τραυματικές μνήμες του παρελθόντος, ωθεί δε έμμεσα τον αναγνώστη να επενδύσει περισσότερο χρόνο στην εικόνα (Mikkonen, 2017) διαρρηγνύοντας τον αφηγηματικό χωροχρόνο.
Η ίδια τεχνική εντοπίζεται και στη σελίδα 95, με τον θάνατο του Γιωβάν να στοιχειώνει τον κυρ Βασίλη, τον πατέρα του, ο οποίος μόλις έχει ανακαλύψει την πραγματική ταυτότητα του παιδιού. Εδώ, στα δύο πανομοιότυπα διπλανά καρέ διατηρείται ακέραια η μορφή και τα εκφραστικά χαρακτηριστικά του προσώπου του κυρ Βασίλη, αλλά διαφοροποιείται το φόντο των καρέ. Στο αριστερό καρέ επιλέγεται η χρήση του μαύρου, σκοτεινού χρώματος για την περιγραφή της στιγμής που ο γιατρός ανακοινώνει στον πατέρα τον θάνατο του παιδιού του. Αντίθετα, στο δεξί καρέ απεικονίζεται ο αύλειος χώρος του σπιτιού στο πρώτο φως της μέρας, με τον αναγνώστη να αντικρίζει ό,τι και ο κυρ Βασίλης: τον τάφο του Γιωβάν. Αυτή η οπτική γέφυρα μεταξύ των καρέ εντείνει τη δραματικότητα της σκηνής εστιάζοντας στην ψύχραιμη και στωική διαχείριση της απώλειας του παιδιού από τον πατέρα, διαστέλλοντας ταυτόχρονα την αίσθηση της χρονικής και χωρικής συνοχής (Mikkonen, 2017).
Αν και στις περισσότερες περιπτώσεις που αναφέρουμε ο κειμενικός σημειωτικός κώδικας απουσιάζει πλήρως, εντοπίζονται βινιέτες, όπου η διάδραση μεταξύ του αναγνώστη και του χαρακτήρα επιτυγχάνεται μέσω της διαλληλίας εικόνας και κειμένου. Χαρακτηριστική είναι η βινιέτα της σωτηρίας ενός μάγου από μια φυλή στην Ουγκάντα, από τον Ακρίτα. Ο μάγος, κοιτώντας κατάματα τον αναγνώστη, ανταποδίδει τη χάρη στον σωτήρα του προοικονομώντας τον θάνατό του. «Όταν έλθω και σ’ επισκεφτώ στον ύπνο σου, ετοιμάσου. Σε τρεις μέρες θα πεθάνεις»
(σ. 65).
Αξίζει να σημειωθεί ότι σε κειμενικό επίπεδο η άρση του τέταρτου τοίχου επιτυγχάνεται ως έναν βαθμό με τη χρήση του πρώτου προσώπου. Στην πρώτη σελίδα της διασκευής, αν και ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται ότι η αφήγηση είναι αποτέλεσμα μιας συνέντευξης που διεξάγεται μεταξύ της Πηνελόπης Δέλτα και του Αποστόλη, που ως ενήλικας πια της αφηγείται όσα διαδραματίστηκαν τριάντα χρόνια πριν, ο συγγραφέας σκοπίμως δεν παρουσιάζει τα πρόσωπα που μετέχουν στον διάλογο. Σε συνδυασμό με την επιλογή της επισήμανσης των αφηγηματικών πλαισίων με κίτρινο χρώμα, προκαλείται ασυναίσθητα η εντύπωση ότι ο αφηγητής απευθύνεται άμεσα στον αναγνώστη. Η καλλιτεχνική απεικόνιση των προσώπων πραγματοποιείται στη σελίδα 36, ενώ στην τελευταία σελίδα του βιβλίου αποκαλύπτεται και το όνομα του ενήλικα αφηγητή Αποστόλη.
Η σημασία αυτής της τεχνικής πρακτικά ωθεί τον αναγνώστη να εστιάσει την προσοχή του στη συγκεκριμένη βινιέτα και στον συγκεκριμένο χαρακτήρα που απεικονίζεται, νοουμένου ότι ο μέσος αναγνώστης αδυνατεί να επεξεργαστεί τα στοιχεία του διπλού σημειωτικoύ κώδικα σε μία μόνο ανάγνωση της σελίδας (Rayner, 2009). Η θέαση του αναγνώστη ως ισότιμου συμμέτοχου (equal partner) στη νοηματοδότηση της αφήγησης και η δημιουργική του εμπλοκή ανατρέπει κυριολεκτικά τα στερεότυπα της παθητικής ανάγνωσης των κόμικς και της έλλειψης διανοητικής επεξεργασίας του διπλού σημειωτικού κώδικα (McCloud, 2003). Η σχεδίαση βινιετών στη διασκευή Στα μυστικά του βάλτου της Πηνελόπης Δέλτα, όπου οι χαρακτήρες κοιτούν κατάματα τον αναγνώστη, σε συνδυασμό με τη χρήση του πρώτου προσώπου στην αφήγηση με τέτοια επιδεξιότητα ώστε ο εννοούμενος αναγνώστης –ειδικά το παιδί-αναγνώστης– να ξεχνά ότι πρόκειται για συνέντευξη επιτρέπουν τη συμμετοχική και διανοητική εμπλοκή του στη νοηματοδότηση της ιστορίας και, συνακόλουθα, στην ευχαρίστηση της ανάγνωσης και στη βέλτιστη αναγνωστική του ανταπόκριση.
Τασούλα Τσιλιμένη: Καθηγήτρια, ΠΤΠΕ, ΠΘ
Γεωργία Καραντώνα: Υπ. Διδάκτωρ, ΠΤΠΕ, ΠΘ
Βιβλιογραφικές αναφορές
Auter, P. J., & Davis, D. M. (1991). When characters speak directly to viewers: Breaking the fourth wall in television. Journalism Quarterly, 68(1-2), 165-171.
Brown, T. (2013). Breaking the fourth wall. Edinburg: Edinburgh University Press.
Davis, N. (2015). «Not a soul in sight!»: Beckett's Fourth Wall. JML: Journal of Modern Literature, 38(2), 86-102.
Erden, Y. J. (2020). «There is a man… with a typewriter»: Deadpool as existential antihero, breaking the fourth wall of meaningful existence. Στο: Critical directions in comics studies (σσ. 54-76). University of Mississippi.
Κανατσούλη, M. (2019). Διδάσκοντας Ιστορία μέσα από Graphic Novel: Από το Στα Μυστικά του Βάλτου της Π. Δέλτα στο Στα Μυστικά του Βάλτου της Πηνελόπης Δέλτα των Π. Πανταζή και Γ. Ράγκου. ΚΕΙΜΕΝΑ για την έρευνα, τη θεωρία, την κριτική και τη διδακτική της Παιδικής και Εφηβικής Λογοτεχνίας. https://doi.org/10.26253/heal.uth.ojs.kei.2019.656.
Κανατσούλη, Μ. (2018). Βιβλιοπαρουσίαση: Γ. Ράγκος, (2018). Στα μυστικά του βάλτου (Π. Πανταζής, Εικονογρ.). Αθήνα: Polaris - Διασκευάζοντας το μυθιστόρημα της Π. Δέλτα σε Graphic Novel. Διάλογοι! Θεωρία και πράξη στις επιστήμες αγωγής και εκπαίδευσης, 4, 194-199. https://doi.org/10.12681/dial.19302.
McCloud, Sc. (2003). Understanding Comics: The Invisible Art. New York: William Morrow Paperbacks.
Mikkonen, K. (2017). The Narratology of Comic Art. Taylor & Francis.
Nodelman, P. (2008). The Hidden Adult: Defining Children's Literature. JHU Press.
Πανταζής, Π. & Ράγκος Γ. (2018). Στα Μυστικά του Βάλτου της Πηνελόπης Δέλτα. Αθήνα: Polaris.
Rayner, K. (2009). Eye movements and attention in reading, scene perception, and visual search. The Quarterly Journal of Experimental Psychology, 62(8), 1457-1506.
Schlütz, D. M., Possler, D., & Golombek, L. (2020). «Is He Talking to Me?»: How Breaking the Fourth Wall Influences Enjoyment. Projections, 14(2), 1-25.
Wijers, E. (2018). Emersive storytelling: An exploration of animation and the fourth wall as a tool for critical thinking. Animation Practice, Process & Production, 7(1), 41-65.
Επιμέλεια αφιερώματος: Άντα Κατσίκη-Γκίβαλου | Μάκης Τσίτας
Σχεδιασμός: Γιώργος Φερμελετζής
Διορθώσεις κειμένων: Σωτηρία Αποστολάκη
Θερμές ευχαριστίες:
Στο Κολλέγιο Αθηνών για την παραχώρηση φωτογραφιών από το λεύκωμα Ήταν Κάποτε η Πηνελόπη Δέλτα
(Έκδοση Ελληνοαμερικανικόν Εκπαιδευτικόν Ίδρυμα, Κολλέγιο Αθηνών - Κολλέγιο Ψυχικού, 2006, Επιμέλεια: Ίρις Κρητικού)
Στην ιστορικό τέχνης Ίριδα Κρητικού για την αμέριστη βοήθεια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου