«The human body is the best picture of the human soul» – Ludwig Wittgenstein, Philosophical Investigations, Willey-Blackwell,1953)
Κεντρικός ήρωας της νουβέλας, σε πρώτη ανάγνωση, είναι η ηρωίδα αναβάτρια: μάλλον μοριακή βιολόγος, μητέρα και σύζυγος, σκιαγραφείται από την Γκανάσου τοποθετημένη πάντοτε στα κοινωνικά και επαγγελματικά όρια περιγραφής της, δίχως περαιτέρω αναφορές ή αναλύσεις του εσωτερικού ή εξωτερικού της κόσμου.
Η Γκανάσου θέτει το πλαίσιο απόδοσης της κεντρικής της ηρωίδας ευστόχως οριοθετημένο, αποφεύγοντας μια ψυχογραφική προσέγγιση που θα ενέπνεε συγκινήσεις μετατοπίζοντας, ίσως, το θεματικό βάρος της νουβέλας στο προσωπικό δράμα της γυναίκας.
Πληροφορούμαστε αμέσως ότι ο άνδρας της ηρωίδας είναι σοβαρά άρρωστος και η ανάβασή της στα τέσσερα αποσκοπεί στην εξιλέωση ή/και στη λύτρωση: ο σύζυγός της νοσεί βαριά και αγωνίζεται, με αβέβαιο μέλλον. Ακόμη και η μητρότητα δεν χαρίστηκε κάποτε με ευκολία στην ηρωίδα: το παιδί της ήταν «παιδί του σωλήνα».
Είναι προφανής η διαταραγμένη σχέση της ηρωίδας με το σωματικό ον, με την πρώτη ύλη. Κάποτε η επικίνδυνη γέννα, τώρα η απειλή του θανάτου οδηγούν τη γυναίκα της νουβέλας σε μια, προσφιλή στην ορθόδοξη χριστιανική κουλτούρα, απόπειρα επίκλησης της θείας βοήθειας: να κατορθώσει, με το σώμα υποταγμένο στα τέσσερα, να φτάσει ως τη Χάρη Της.
Μέσα σε ένα ακαθόριστο χρονοτοπικό φόντο, η γυναίκα φτάνει στο νησί (όπως είναι προφανές στον Έλληνα αναγνώστη, στο νησί της Τήνου) και, ευρισκόμενη ανάμεσα σε άλλους βασανισμένους πιστούς που κάποιος βαθύς τους πόνος γίνεται μονόδρομος προς την παράκληση της θεϊκής συμβολής, αποφασισμένη αλλά αμήχανη, αναρωτιέται ως προς το πώς θα ξεκινήσει την πραγματοποίηση του τάματός της, εν προκειμένω την πορεία ανάβασής της προς τον ναό της Παναγίας – αναζητώντας τη λύτρωση, την εξιλέωση, την ελπίδα ή τη συγχώρεση;
Η ανάβαση ξεκινά και η γυναίκα, μπουσουλώντας σαν μωρό, γίνεται μία από όλους όσοι μπουσουλούν ανταποδίδοντας προκαταβολικά το θαύμα που αιτούνται. Ο κόπος και ο πόνος του σώματος τροφοδοτούν τον εσωτερικό μονόλογο της ηρωίδας, ο οποίος εξελίσσεται σε μια καταιγιστική εξομολόγηση διακοπτόμενη από κομμάτια προσευχών, από μνήμης συνθήματα διαδηλώσεων, αρχαιοελληνικά ρητά, επικλήσεις, σκέψεις σε σύγκρουση, αναμνήσεις παρελθουσών στιγμών, ανακλήσεις παρελθόντων διαλόγων, σημαντικών ή και ασήμαντων τη στιγμή που συνέβησαν που όμως τώρα λαμβάνουν άλλη αξία, σε τούτη την κρίσιμη στιγμή.
Κείμενο ζυγισμένο, άρτιας τεχνικής, με δυνατές εικόνες-στοιχεία που στο σύνολό τους δεν καταφεύγουν στην εύκολη λύση της συγκίνησης αλλά στο στιβαρό αίσθημα μιας γλυκόπικρης αξιοπρέπειας της θνητής αλλά αγωνιζόμενης, μέχρι το τέλος, φύσης.
Η Γκανάσου χαράζει δύο δρόμους για την ηρωίδα: εκείνον της ανάβασης και εκείνον της κατάβασης: το σώμα γίνεται το μέσο εξιλέωσης, καθώς όσο περισσότερο υποφέρει τόσο πιο πιθανή η λύτρωση και η απαλλαγή από εκείνο το ακαθόριστο, αρχικά, αίσθημα ενοχής που κουβαλάει. Επιδιώκοντας τον πόνο και τον βασανισμό του σώματος και ανεχόμενη τις φθορές και τις πληγές που θα προκληθούν, η γυναίκα θα καταστεί άξια λύτρωσης, θα κατορθώσει την απελευθέρωση από τη δυσχερή συνθήκη που βιώνει.
Για την ακρίβεια, η ηρωίδα ξαναζεί τώρα την προδοσία του σώματος: ανακαλεί τις φρικτές στιγμές της δύσκολης γέννας του παιδιού της, αναμνήσεις που σήμερα ξαναζωντανεύουν με άλλη μορφή, εκείνη του βαριά άρρωστου συζύγου της. Τα ανθρώπινα μέσα δεν είναι ικανά πια να τη βοηθήσουν και η γυναίκα προκαλεί τα ανθρώπινα όρια της αντοχής της, υπερβαίνει τον θνητό υλικό εαυτό της με στόχο τη λύτρωση μέσα από την ταπείνωση.
Στο κάδρο, η αναβάτρια δεν είναι πια μόνη, παρά ακόμη μία ανάμεσα σε πολλές και πολλούς, κορμιά που επιχειρούν να ξεπεράσουν τον εαυτό τους ξεπληρώνοντας το χρέος της μύχιας υπερβατικής επικοινωνίας τους με τη θεϊκή δύναμη.
Σώματα που πασχίζουν να ανεβούν τον δικό τους μικρό Γολγοθά, υποταγμένα σε βρεφική κίνηση, μπουσουλώντας: κι αυτό είναι επίσης μια πορεία προς την αρχή. Η γυναίκα της νουβέλας κρίνεται κι εκείνη ανάμεσα σε άλλους όμοιους, πάσχοντες ή (και) αμαρτωλούς: Στιγμιαίες ματαιώσεις, πόνος κι άλλος πόνος συμβαίνουν κάθε δευτερόλεπτο, αλλά όλοι συνεχίζουν, καθώς όσο μεγαλύτερη η ταπείνωση τόσο εγγύτερη διαφαίνεται η εξιλέωση που θα τους φέρει ένα βήμα πιο κοντά στη μέρα μετά το θαύμα.
Πρωταγωνιστής του βιβλίου είναι τα σώματα, για την ακρίβεια, το σώμα και η ιδιότητα του φθαρτού. Η Γκανάσου αποδομεί τον «άνθρωπο-στόχο», όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά και σε κάποιο σημείο του βιβλίου, διαγράφοντας μια κυκλική πορεία η οποία ξεκινάει για να καταλήξει, πάλι, στο ίδιο σημείο: την πρώτη ύλη της έμβιας ή και της άβιας ύπαρξης. Αλλά η μοίρα του σώματος είναι η προαιώνια εχθρός της αθανασίας και τότε ο μόνος δρόμος είναι η οδύνη.
Η Γκανάσου, εξοικειωμένη ήδη από το δεύτερο βιβλίο της Ομφάλιος λώρος, από τις εκδόσεις Γκοβόστη (προηγήθηκαν Τα μαύρα πλήκτρα το 2006 και ακολούθησε το Ως το τέλος το 2013 από τις ίδιες εκδόσεις) έχει αποδείξει ότι σέβεται το σώμα και τις πράξεις του που, κατά κανόνα, είναι προϊόντα οδύνης: ο άνθρωπος γεννιέται, υπάρχει και πεθαίνει μέσα απ’ το σώμα.
Αυτή η τριαδική λειτουργική υπόσταση του σώματος αποτελεί, μάλλον, και τον άξονα της νουβέλας Γονυπετείς: η παρ’ ολίγον αποτυχημένη γέννα, η τωρινή αρρώστια του αγαπημένου και το κορμί της γυναίκας ως δρόμος που θα οδηγήσει ίσως στη λύτρωση αποτελούν τα εχέγγυα της Γκανάσου, η οποία μιλώντας για τα πάθη, αλλά και τα ελαστικά όρια του πανδεχούς σώματος, λύνει την αρμονία του δυνατού της κειμένου υπενθυμίζοντας τη μεγάλη αλήθεια: είμαστε φθαρτοί.
Η εξάγνιση στο θυμικό του αναγνώστη δεν έρχεται, όμως, με τους όρους μιας θλιβερής νομοτέλειας, αλλά με τη δυναμική μιας λυτρωτικής συνειδητοποίησης. Κατά έναν τρόπο, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η Τζούλια Γκανάσου επιχειρεί μια διαλεκτική προσέγγιση γύρω από μιαν αυτοσχέδια «ηθική της ύλης», η οποία έχει κι αυτή τους δικούς τους άγραφους ή γραμμένους, ιερούς ή ανίερους κανόνες.
Ολοκληρώνοντας: πρόκειται για ένα έργο-φόρο τιμής στο ανθρώπινο σώμα, δηλαδή, εν τέλει, στην ανθρώπινη φύση. Κείμενο ζυγισμένο, άρτιας τεχνικής, με δυνατές εικόνες-στοιχεία που στο σύνολό τους δεν καταφεύγουν στην εύκολη λύση της συγκίνησης αλλά στο στιβαρό αίσθημα μιας γλυκόπικρης αξιοπρέπειας της θνητής αλλά αγωνιζόμενης, μέχρι το τέλος, φύσης.
Η Ελένη Τζατζιμάκη είναι ποιήτρια.
Γονυπετείς
Μια πορεία προς την αρχή
Τζούλια Γκανάσου
Γκοβόστης
136 σελ.
ISBN 978-960-606-023-6
Τιμή: €8,50
Μια πορεία προς την αρχή
Τζούλια Γκανάσου
Γκοβόστης
136 σελ.
ISBN 978-960-606-023-6
Τιμή: €8,50
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου