Με αφορμή την έκδοση των απομνημονευμάτων του Μίλτου Λιδωρίκη σε έναν τόμο γεμάτο απολαυστικές και ιστορικά σημαντικές αφηγήσεις με τίτλο Έζησα την Αθήνα της Μπελ Επόκ (Polaris) και με πρωτοβουλία της κυρίας Ζωζώς Λιδωρίκη, νύφης του Μίλτου και συζύγου του Αλέκου Λιδωρίκη, πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 11 Μαρτίου μια πολύ ιδιαίτερη και πρωτότυπη παρουσίαση.
Ένα λεωφορείο-αντίκα, αυθεντική Mercedes ελληνικής κατασκευής της Βιαμάξ, ήταν ο ξεχωριστός πρωταγωνιστής μιας εξαιρετικής ξενάγησης-αναδρομής που ξεκίνησε από το σημείο όπου ήταν κάποτε το σπίτι του Μίλτου Λιδωρίκη και κατέληξε στην πλατεία Προσκόπων.
Το λεωφορείο κατέφτασε στο σημείο συνάντησης, στη διασταύρωση των οδών Βουκουρεστίου και Πανεπιστημίου, έξω από το ζαχαροπλαστείο Zonars. Το υποδεχτήκαμε με ενθουσιασμό σχεδόν παιδικό, και φυσικά έκλεψε την παράσταση. Απέναντι ακριβώς, στον αριθμό 10 της οδού Πανεπιστημίου, εκεί όπου σήμερα είναι το κοσμηματοπωλείο του Ζολώτα και ο φούρνος Paul, βρισκόταν το πατρικό σπίτι του Μίλτου Λιδωρίκη. Η προγραμματισμένη διαδρομή ακολουθούσε τις αφηγήσεις από τις σελίδες του βιβλίου, αποσπάσματα του οποίου μάς προσέφερε με την εκφραστικότητα και τη ζωντάνια της η κυρία Λιδωρίκη, διαβάζοντας χαρακτηριστικά κομμάτια σε κάθε αντίστοιχη περιοχή που διασχίζαμε.
Κατεβαίνοντας την Πανεπιστημίου, το λεωφορείο έφτασε στην Ομόνοια, άντρο των καφέ σαντάν και των καφέ αμάν κατά τη διάρκεια της Μπελ Επόκ, και κάνοντας έναν κύκλο, έστριψε στην οδό Αγίου Κωνσταντίνου, πέρασε μπροστά από το Εθνικό Θέατρο, έναν ακόμα σημαντικότατο σταθμό στη ζωή του Μίλτου Λιδωρίκη, μιας και είχε διατελέσει προσωπάρχης του. Στη συνέχεια, αφήνοντας πίσω του την πλατεία Κουμουνδούρου, μπήκε στην οδό Δεληγιώργη για να περάσει κατόπιν στην οδό Πειραιώς, έναν δρόμο που ο Μίλτος Λιδωρίκης, με το απαράμιλλο χιούμορ του, χαρακτηρίζει «αίσχος εις χιλιόμετρα» εξαιτίας της σκόνης και διάφορων δυσάρεστων οσμών (και όχι μόνο) που τότε κυριαρχούσαν σε όλη του σχεδόν την έκταση.
Κατά μήκος της οδού Πειραιώς, το μάτι αναπόφευκτα πέφτει στο Εργοστάσιο Παυλίδη, τα Δημοτικά Σφαγεία, την ΕΛΑΪΣ, κτίσματα ιστορικά με ξεχωριστή ταυτότητα το καθένα. Το μέρος του ταξιδιού που αφορούσε την οδό Πειραιώς –γιατί, ουσιαστικά, για ταξίδι επρόκειτο, και μάλιστα σε πολλά επίπεδα: ταξίδι στον χρόνο, την ιστορία, τις αναμνήσεις, τις αναφορές– είχε τη μερίδα του λέοντος και ήταν ένα από τα πιο συναρπαστικά κομμάτια αυτής της υπέροχης ξενάγησης.
Φτάνοντας στο Νέο Φάληρο, στρίψαμε στην οδό Καραολή και Δημητρίου για να βγούμε λίγο αργότερα στην παραλιακή και να θυμηθούμε τα όσα αναφέρει ο Μίλτος Λιδωρίκης για το μοναδικό Ακταίον, το ξενοδοχείο που ήταν διάσημο τα χρόνια της Μπελ Επόκ. Στη θέση του βρίσκεται τώρα το νοσοκομείο Μετροπόλιταν, η αρχιτεκτονική γραμμή του οποίου βασίζεται –σε λεπτομέρειες μόνο και γενικότερα μιλώντας– στο ιστορικό ξενοδοχείο.
Αφήνοντας πίσω μας το Νέο Φάληρο, μπήκαμε στη λεωφόρο Θησέως την οποία ανεβήκαμε μέχρι τη διασταύρωση με την οδό Αγίων Πάντων, όπου και στρίψαμε. Συνεχίσαμε στις οδούς Εφέσου, Πλαστήρα και Κράτητος και βγήκαμε στη λεωφόρο Συγγρού, στο ύψος της εκκλησίας της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, που είναι περισσότερο γνωστή ως «Άγιος Σώστης», καθώς κατασκευάστηκε μετά την αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας κατά του βασιλιά Γεωργίου Α΄.
Φτάνοντας σιγά σιγά στο τέλος της διαδρομής μας, μπήκαμε στη λεωφόρο Αμαλίας, που την εποχή του Μίλτου Λιδωρίκη ονομαζόταν Πιπεριές, κατεβήκαμε την οδό Γεωργίου Α΄, μπροστά από το ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία, ένα ακόμα σημαντικό και ιστορικό κτίριο των Αθηνών, στρίψαμε στη Φιλελλήνων εκεί όπου, στη θέση του σημερινού Public, βρισκόταν το καφενείο του Ζαχαράτου, βγήκαμε πάλι στην Αμαλίας, με αντίθετη κατεύθυνση αυτή τη φορά και προορισμό τη λεωφόρο Βασιλίσσης Όλγας. Από εκεί, περνώντας μπροστά από το Κολυμβητήριο, μπήκαμε στη λεωφόρο Βασιλέως Γεωργίου, περάσαμε έξω από το Στάδιο και, φτάνοντας κοντά στην πλατεία Προσκόπων, το μαγευτικό αυτό ταξίδι τελείωσε.
Κάπου εκεί, αποχαιρετήσαμε και το λεωφορείο που, εκτός από ξεχωριστό μεταφορικό μας μέσο σ’ αυτή την αξέχαστη διαδρομή-εκδρομή, μας συντρόφευε με τους ήχους του, με το βουητό της μηχανής του, με τις μνήμες που κουβαλούσε. Το λεωφορείο ανήκει σήμερα στον Χάρη και τον Βαγγέλη Λαζαρόπουλο, συλλέκτες με οικογενειακή ιστορία που έχουν αναλάβει το δύσκολο αλλά τόσο συναρπαστικό έργο της απόκτησης, αναδιαμόρφωσης και συντήρησης παλιών λεωφορείων. Στόχος τους είναι, όπως μας είπε στη συνέχεια ο κύριος Χάρης Λαζαρόπουλος, να μην είναι απλά μουσειακά είδη αυτά τα οχήματα, αλλά να είναι και χρηστικά. Το συγκεκριμένο λεωφορείο βγήκε για πρώτη φορά στην κυκλοφορία στις 14 Ιουλίου του 1961 και αποσύρθηκε το 1984. Το ανώτατο επιτρεπτό όριο ταχύτητάς του είχε οριστεί στα 60 χλμ/ώρα, αν και, όπως μας πληροφόρησε ο κύριος Χάρης Λαζαρόπουλος, ουσιαστικά μπορούσε άνετα να «πιάσει» και μεγαλύτερες ταχύτητες. Πρόκειται μάλιστα για ένα διάσημο λεωφορείο, αφού έχει εμφανιστεί στην ταινία Η αρχόντισσα και ο αλήτης της Finos Film. «Απαγορεύεται το καπνίζειν», «Κυτίον παραπόνων», «Θέσεις καθήμενων επιβατών: 32», οι διακριτικές αλλά και τόσο χαρακτηριστικές πινακίδες οδηγιών στο μπροστινό μέρος. Οι κλασικές χειρολαβές, η πινακίδα «Αθήναι» στο εξωτερικό, η κλασική «γαλαρία» – τα καθίσματα στο πίσω μέρος, λεπτομέρειες που φέρνουν στο μυαλό άλλες εποχές, που ίσως κάποιοι από εμάς να τις έχουμε δει μόνο σε ταινίες. Βλέποντας την Αθήνα μέσα από ένα τόσο ιστορικό όχημα, είναι σαν να αλλάζει και η πόλη, σαν να παίρνει άλλη διάσταση το σύγχρονο περιβάλλον της και με έναν μαγικό τρόπο να συναντάει το παρελθόν της και να ενώνεται μαζί του, ξεπερνώντας όρια χρόνου και τόπου και άλλους περιορισμούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου