Το λιθόστρατο
To λιθόστρατο είναι ο δρόμος της παιδικής και της εφηβικής μου ηλικίας. Μια να πας μια να γυρίσεις. Μια περατζάδα στον χρόνο και στον τόπο. Μέσα από την ιστορία δύο γυναικών (μάνας και κόρης) «περπατώ» στο γνώριμο μονοπάτι που δεν είναι ένας τυχαίος δρόμος. Σε όλο του το μήκος διασταυρώνονται οι μικρές ζωές. Στα τακούνια που ακούγονται στο πλακόστρωτο (τάκα τουκ) ρυθμικά… ο ήχος γίνεται χρόνος. Που περνάει. Και η κόρη γεννάει ένα κορίτσι. Την όμορφη Ζωή – παιδί ενός μεγάλου έρωτα. Και τα βήματα της ζωής οδηγούν στη μεγάλη απώλεια. Τον πνιγμό του παιδιού. Πόσα βήματα έχει ο χαμός, ο σπαραγμός, η αντιδικία, η τρέλα, το πένθος μέχρι την αυτοκαταστροφή; 33 βήματα κάνει η Αγγελική Λοβέρδου –το άγαλμα του Φιλιππότη– για να μπει στην εκκλησία του Δραπάνου (του νεκροταφείου) και να γίνει θεατής του μεγάλου δράματος. Μια ωραία κοιμωμένη που πέθανε κι αυτή νέα και παρθένα.
Ο τόπος
Ο τόπος
Το λιθόστρατο, το νεκροταφείο του Δραπάνου, το λιμάνι, η ιχθυόσκαλα, ο βυθός, τα Χοργοτά και τα τοπία της βόρειας Κεφαλονιάς. Άγρια και γεμάτα μύθους και παραμύθια. Μέχρι που έγινα 18 χρόνων περπατούσα σ’ αυτά τα μέρη. Άκουγα τους ψιθύρους, τις κρυμμένες αλήθειες πίσω από τα παντζούρια, παρακολουθούσα τα ψέματα να μαζεύονται όλα μαζί και να κάνουν παρέλαση. Αλλά άκουγα και τους θρύλους και τις παραβολές. Κι όταν νικούσε η ομορφιά, η μικρή αυτή κοινωνία την εξοστράκιζε. Αλλά πώς να βάλεις θηλιά στην ομορφιά; Μεγάλωσα σε έναν μικρό τόπο που οι άνθρωποι δεν κυριολεκτούσαν. Είχαν μια δεύτερη λοξή ματιά πίσω από την εικόνα, μια άλλη παρέα λέξεων για μία και μόνη λέξη. Ήθελαν να πουν καλός άνθρωπος και άκουγα: αυτός είναι το πουλί του θεού. Έτσι μεγάλωσα. Με παραθλάσεις της γλώσσας και των αισθημάτων.
Μεγάλωσα σε έναν μικρό τόπο που οι άνθρωποι δεν κυριολεκτούσαν. Είχαν μια δεύτερη λοξή ματιά πίσω από την εικόνα, μια άλλη παρέα λέξεων για μία και μόνη λέξη. Ήθελαν να πουν καλός άνθρωπος και άκουγα: αυτός είναι το πουλί του θεού. Έτσι μεγάλωσα. Με παραθλάσεις της γλώσσας και των αισθημάτων.
Φωτισμένοι δάσκαλοι στο σχολείο (Αγάθη Καλαφάτη και Πέτρος Πετράτος) αλλά και αργότερα στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων με έκαναν να αγαπήσω τη λογοτεχνία. Η Σόνια Ιλίνσκαγια, ο Γιάννης Δάλλας, ο Ερατοσθένης Καψωμένος, ο Ευτύχης Μπιτσάκης και ο Κώστας Παπαγεωργίου την περίοδο των σπουδών μου στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών με βοήθησαν να αρχίσω τη δοκιμασία της γραφής. Το θέατρο και οι διασκευές με έφεραν πιο κοντά στην επιθυμία μου για οικονομία, αμεσότητα, ακρίβεια, λιτότητα και έδειξα μια προτίμηση στη μικρή φόρμα. Αλλά κυρίως είμαι επηρεασμένη από το θέατρο. Η ανάγκη να πεις μια ιστορία. Με χαρακτήρες, με δομή, με ακολουθία. Να δοκιμάσεις τη λειτουργία της γλώσσας. Την αφήγηση. Τον διάλογο. Το παραμύθι.
Ο χρόνος
Η ιστορία θα μπορούσε να συμβαίνει και σήμερα αλλά και στο παρελθόν. Είναι άχρονη. Όπως και οι γυναίκες και οι άντρες της νουβέλας. Βρίσκονται αντιμέτωποι με το πάθος, τη δύναμη του έρωτα αλλά και τον πόνο της απώλειας. «Πώς αφήνουμε το δικό μας άνθρωπο να κοιμάται μονάχος κάτω από το χώμα και μεις γυρνάμε σπίτι; Πώς γίνεται; Να αφήνεις το αίμα σου κάτω από το χώμα και συ να επιστρέφεις σαν να μην έχει συμβεί τίποτα; Εσύ να επιστρέφεις και να συνεχίζεις να ανασαίνεις;»Τώρα που ο χρόνος γεμίζει από ζωές και επιθυμίες και όνειρα που γίνονται μνήμη, τώρα που ο παρόντας χρόνος γεμίζει από φίλους, γονείς και συντρόφους που έφυγαν, είχα την ανάγκη να μιλήσω γι’ αυτό που χάνεται. Για πάντα. Αυτό που δεν μπορείς να το αλλάξεις. Τι δημιουργεί; Πώς διαχειρίζεται κανείς τον πόνο; Ένα παράθυρο στο άγνωστο της ψυχής είναι η γραφή αλλά και η ίδια η τέχνη. Κι όπως μια ιστορία είναι μια περιπέτεια, το έργο (λογοτεχνικό ή θεατρικό) πρέπει να είναι μια περιπέτεια για τον αναγνώστη ή τον θεατή. Κρύβουμε πολλά από τον ίδιο μας τον εαυτό και κρατάμε ολόκληρες περιοχές στο σκοτάδι. Αυτές πρέπει σιγά σιγά να φωτίζονται για να ανάψουμε ένα άλλο φως που μπορεί λίγο να μας ανακουφίσει.
Τώρα που ο χρόνος γεμίζει από ζωές και επιθυμίες και όνειρα που γίνονται μνήμη, τώρα που ο παρόντας χρόνος γεμίζει από φίλους, γονείς και συντρόφους που έφυγαν, είχα την ανάγκη να μιλήσω γι’ αυτό που χάνεται. Για πάντα.
Λέει κάτι υπέροχο ο Μίνωας Βολανάκης: «Δυο άνθρωποι κοιτάνε κάτω σε μια λακκούβα. Ο ένας βλέπει νερόλακκο, ο άλλος τον έναστρο ουρανό. Έτσι έχει γίνει η ζωή μας. Ένας νερόλακκος ή ένας πίνακας ζωγραφικής. […] γιατί η ομορφιά δεν ψεύδεται, μένει πάντα ομορφιά, δεν τσαλακώνεται από προθέσεις ακόμα και στα πιο δύσκολα χρόνια της πείνας και του λοιμού». Είναι κάτι που δεν πρέπει να ξεχνάμε αυτή την εποχή.
Η έκδοση
Ήμουνα τυχερή γιατί με εμπιστεύθηκε η κ. Λίζα Σιόλα από τις εκδόσεις Στερέωμα και το Λιθόστρατο κυκλοφόρησε τον Φλεβάρη και ήδη έχει κάνει και β’ έκδοση. Την επιμέλεια ανέλαβε η κ. Κατερίνα Σχινά και ήδη το έχουμε παρουσιάσει στη ΔΕΘ Θεσσαλονίκης, στο καφέ Ζώγια, στην Κοργιαλένειο Βιβλιοθήκη Αργοστολίου και στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Κιλκίς. Τον Οκτώβρη οργανώνουμε παρουσίαση στην Αθήνα.
Σχέδια
Επειδή εδώ και δύο χρόνια βρίσκομαι στη Θεσσαλονίκη στο ΚΘΒΕ, στόχος και του Γ. Αναστασάκη και δικός μου είναι να περιλαμβάνονται στο ρεπερτόριο έργα της ελληνικής και ξένης δραματουργίας παλαιότερων αλλά και νέων δημιουργών (Ταχτσής, Σεβαστίκογλου, Καμπανέλλης, Καζαντζάκης, Παπαμάρκου, Δήμου, Ναρ, Μπροντέ, Μπρεχτ, Φέκεμανς, Φασμπίντερ κ.ά.) αλλά και αναλόγια (Ανασκαφή 1, 2 και 3) βασισμένα σε κείμενα της νεότερης και της παλιάς γενιάς λογοτεχνών της Θεσσαλονίκης. Το διήγημά μου Το ηλιοτρόπιο βραβεύτηκε από το Πανεπιστήμιο του Παλέρμο και όταν θα βρω ελεύθερο χρόνο θα γράψω πάλι μια ιστορία για τον τόπο μου.
Το λιθόστρατοΜαρία Τσιμά
Στερέωμα
136 σελ.
ISBN 978-960-8061-49-1
Τιμή: €12,00
Στερέωμα
136 σελ.
ISBN 978-960-8061-49-1
Τιμή: €12,00
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου