Παρέκβαση ή παρεμβλητική ή εμβόλιμη αφήγηση είναι η προσωρινή διακοπή της φυσικής ροής της πλοκής και η αναφορά σε άλλο θέμα που δεν σχετίζεται άμεσα με τον μύθο του έργου. Επιβραδύνει τον αφηγηματικό χρόνο και μπορεί να εκληφθεί, εάν είναι θεμιτό να δανειστούμε έναν όρο από το δράμα, και ως ένα αποστασιοποιητικό στοιχειό, επειδή δίνει τη δυνατότητα στον αναγνώστη να απεμπλακεί, προσωρινά, από το συναισθηματικό βάρος της μυθιστορηματικής αλληλουχίας. Στο αφηγηματολογικό σύστημα του G. Genette ονομάζεται παύση και μπορεί να είναι ομοδιηγηματική όταν ο αφηγητής διηγείται τη δική του ιστορία και εξωδιηγηματική όταν ο αφηγητής διηγείται μια ιστορία στην οποία δεν συμμετέχει.
Όλοι οι συγγραφείς χρησιμοποιούν την παρέκβαση, που αποτελεί εντέλει δομικό στοιχειό της αφήγησης, και είναι πασίγνωστες οι παρεκβάσεις των Αθλίων, του Ουγκό, με τη χωροταξική και λειτουργική περιγραφή των υπονόμων του Παρισιού, ή τη γλωσσολογική για τη γαλλική λαϊκή γλώσσα, την αργκό. Επίσης του Τολστόι, στο Πόλεμος και ειρήνη, όπου ο συγγραφέας κάνει γενικές κρίσεις για τις δυνάμεις που κινούν την ιστορία ή κριτικάρει την εισβολή του Ναπολέοντα στη Ρωσία και τις αιτίες των ιστορικών γεγονότων. Άλλοι μελετητές, επειδή πολλές φορές οι παρεκβάσεις παίρνουν την έκταση και το ύφος ενός δοκιμίου, τις ονομάζουν δοκιμισμό.
Η Αφήγηση του Άρθουρ Γκόρντον Πυμ, από το Ναντάκετ, το μοναδικό μυθιστόρημα του Πόε, πέρα των πολλαπλών επίπεδων ανάγνωσης, γραφής και σημασίας που περιέχει, μπορεί να θεωρηθεί μια επιτομή των εκφραστικών, θεματικών και βιο-θεωρητικών απόψεών του. Κρύβει, επιπλέον, όλα εκείνα τα νέα μοτίβα που εξελίχθηκαν αργότερα σε αυτοτελή λογοτεχνικά είδη.
Είναι φυσικό, λοιπόν, για ένα τέτοιας φύσεως μυθιστόρημα να χρησιμοποιεί την παρέκβαση ως αφηγηματικό μηχανισμό και για πολλαπλούς σκοπούς. Στον Πόε άρεσε να επιδεικνύει την πολυμάθειά του, η οποία ήταν όντως θαυμαστή. Ο ήρωας του, ο Άρθουρ Γκόρντον Πυμ (διάβαζε, Έντγκαρ Άλλαν Πόε), είναι ο άνθρωπος της νέας εποχής, που διψά για περιπέτειες και ανακαλύψεις είτε αυτές παλεύονται στον υλικό, περιβάλλοντα, κόσμο, είτε στον κόσμο του πνεύματος και της φαντασίας. Στην εμμονή του να αποδείξει ότι το αφήγημά του διηγείται αληθινά γεγονότα, η παρέκβαση του εξασφάλιζε ένα ακλόνητο πιστοποιητικό αυθεντικότητας. Τέλος, στο σημείο που εμφανίζονται οι παρεκβάσεις αποτελούν, με τις άκρως υλικής φύσεως περιγραφές τους, ένα σίγουρο εφαλτήριο για τη μετάβαση του ήρωα, και της αφήγησης, από το μαύρο της προδοσίας των δαιμονικών ιθαγενών του Τσάλαλ στη μεταφυσική θεϊκότητα του πάλλευκου.
Οι παρεκβάσεις βρίσκονται στο τρίτο μέρος της ιστορίας του Πυμ (όχι, δεν συμμερίζομαι την άποψη που θέλει το έργο να αποτελείται από τρία ασύνδετα μεταξύ τους μέρη, όπως πιστεύουν κάποιοι μελετητές για να καλουπώσουν, σε προκατασκευασμένα καλούπια, το ατίθασο έργο του Πόε. Τη χρησιμοποιώ εδώ για την επιχειρηματολογία μου). Όταν αρχίζει η κάθοδος προς τις άγνωστες και αχαρτογράφητες νότιες θάλασσες, όταν η ενδελεχής παρατήρηση του περιβάλλοντος σου εξασφαλίζει τη γνώση που είναι απαραίτητη για να αντιμετωπίσεις τους κινδύνους που ελλοχεύουν.
Αρχίζουν (κεφάλαιο 14) με ιστορικές και γεωγραφικές λεπτομέρειες (ονόματα εξερευνητών, μήκη και πλάτη) και φτάνουν σε ζωντανότατες περιγραφές του οικοσυστήματος (χλωρίς, πανίς).
Τα πουλιά έχουν την τιμητική τους – ο Πόε ονοματίζει δεκαοκτώ είδη πουλιών. (Ας θυμηθούμε ότι ο Αριστοφάνης, στους Όρνιθές του, ονοματίζει είκοσι πέντε). Στέκεται όμως σε δύο: τα άλμπατρός και τους πιγκουίνους. Μιλάει για τη σχέση των δύο ειδών και περιγράφει με διαφωτιστικές λεπτομέρειες τον τρόπο που φτιάχνουν τις φωλιές τους, τις αποικίες, όπως τις λένε οι θαλασσοπόροι. «… Όταν έρχεται ο καιρός που κλωσούν τ’ αυγά τους … διαλέγουν ένα λείο κομμάτι γης πλάτους τριών ή τεσσάρων στρεμμάτων όσο πιο κοντά στη θάλασσα γίνεται …[και] φροντίζουν να μην έχει πέτρες … χαράσσουν ένα τέλειο παραλληλόγραμμο … έτσι κάθε φωλιά πιγκουίνου περιτριγυρίζεται από τέσσερις φωλιές άλμπατρος και κάθε φωλιά άλμπατρος από τέσσερις φωλιές πιγκουίνων». Ο τρόπος που επωάζουν τα αυγά τους τα τέσσερα είδη των πιγκουίνων και οι γονεϊκές σχέσεις δηλώνονται καθαρά, και ζωγραφίζονται, σχεδόν, με λέξεις. Από τα θηλαστικά αναφέρονται οι φώκιες με την πολύτιμη γούνα τους και οι θαλάσσιοι ελέφαντες.
Καθώς το ταξίδι συνεχίζεται νοτιότερα (κεφάλαιο 15), εμφανίζονται θαλάσσιοι λέοντες, θαλάσσιοι ελέφαντες, φώκιες τριχωτές με γούνα και φάλαινες. Εκτός των φυσικών οικοσυστημάτων, περιγράφονται τα οικοσυστήματα που δημιούργησαν οι άποικοι με τα ζώα και τα λαχανικά που τα έφεραν μαζί τους, ζώα και λαχανικά που δεν υπήρχαν προηγουμένως στην περιοχή: πρόβατα, γουρούνια, κουνέλια, βόδια, πουλερικά κατσίκες.
Μια μη οικολογική παρέκβαση καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος του 16ου κεφαλαίου. Πρόκειται για «… μια σύντομη ανασκόπηση των ελαχίστων προσπαθειών που έγιναν μέχρι σήμερα για την κατάκτηση του Νοτίου Πόλου». Ο Πόε, αντλώντας το υλικό του από τις δημοσιευμένες αναφορές εξερευνητικών ταξιδιών (J. N. Reynolds, Exploring Expedition to the Pacific Ocean and South Sea, B. Morrel,A Narrative of Four Voyages to the South Sea) ή κάποιων μυθιστορημάτων που περιέγραφαν φανταστικά ταξίδια (Αστόρια, του Ουάσινγκτον Ίρβινγκ) και από την, εξωφρενική για εμάς σήμερα, «θεωρία της τρύπιας Γης» του Τζον Κλιβς Σιμς, για τα οποία είχε γράψει κριτικές, αποδεικνύει, ακόμη μια φορά, το εύρος της πληροφόρησης που είχε επάνω στο θέμα.
Η περιγραφή της φύσης του νησιού Τσάλαλ (κεφάλαιο 19) περιλαμβάνει κατοικίδια ζώα, πουλιά και ψάρια. Η προσοχή μας επικεντρώνεται σε ένα κατοικίδιο που δεν το γνωρίζουμε, και το οποίο είναι μάλλον επινόηση του Πόε, όπως δικές του επινοήσεις είναι το μαύρο(!) πουλί, που τρώνε οι ιθαγενείς, καθώς και οι καρποί που μοιάζουν με τα φουντούκια. Από τον κόσμο της θάλασσας, εκτός από τα άφθονα ψάρια, από τα οποία αναφέρονται ονομαστικά δεκατέσσερα είδη, εμφανίζονται και οι χελώνες Γκαλαπάγκος.
«Νομίζω ότι παρουσιάζει ενδιαφέρον και θα διαφώτιζε τον αναγνώστη τόσο η φύση του ζώου, που είναι σημαντικό αντικείμενο εμπορικής συναλλαγής, όσο και ο τρόπος της επεξεργασίας του». Με αυτήν την άκρως αποστασιοποιημένη πρόταση, στρεφόμενος απευθείας στον αναγνώστη, καθιστώντας τον έτσι συνένοχο και συνεπίκουρο του ήρωά του, ο Πόε επιδεικνύει και πάλι, με μαεστρία, την εποπτεία που έχει σε ό,τι γράφει και αφηγείται.
Το ζώο για το οποίο γίνεται λόγος είναι, το biche de mer, το ελάφι της θάλασσας, ή bouche de mer (μπουκιά της θάλασσας) ή αγγούρι, ή σαλιγκάρι, ή σκουλήκι της θάλασσας, το ολοθούριο. Ένα μαλακόστρακο των ινδικών θαλασσών που το μαζεύουν σε μεγάλες ποσότητες και το μοσχοπουλούν στην κινέζικη αγορά. Εκτός της λεπτομερούς περιγραφής της φυσιολογίας αυτού του θαλάσσιου οργανισμού (μήκος, διατροφή, διαβίωση) περιγράφεται και ο τρόπος της επεξεργασίας του πριν γίνει εμπορεύσιμο. Ακολουθεί ένας τιμοκατάλογος της αξίας του στην αγορά της Κίνας, της Μανίλας, της Σιγκαπούρης και της Μπατάβιας. Από το σώμα αυτών των μαλακόστρακων, μας πληροφορεί ο αφηγητής, προέρχεται η ζελατινώδης ουσία από την οποία φτιάχνονται οι βρώσιμες χελιδονοφωλιές. Η παρέκβαση αυτή εκτός του ότι εκλαϊκεύει την επιστήμη της ζωολογίας, είναι η τελευταία ανάσα που παίρνει ο αναγνώστης πριν την τραγωδία της προδοσίας των ιθαγενών του Τσάλαλ και της καταστροφής που θα ακολουθήσει.
Το 1838, ο Πόε είχε επιμεληθεί την έκδοση του βιβλίου Conchologist’s First Book, A System of Testaceous Malacology Arranged Expressly for theSchools (Το Πρώτο Βιβλίο του Κογχυλιολόγου, Ένα Σύστημα Μαλακιοζωολογίας Γραμμένο με Γλαφυρό και Επαγωγικό Ύφος προς Χρήσιν των Σχολείων). Το οποίο, όπως φαίνεται, αποτέλεσε την πηγή των πληροφοριών που μας δίνει σχετικά με το ολοθούριο. Του βιβλίου αυτού ο Πόε δεν διεκδίκησε ποτέ την πατρότητα. Είχε γράψει τον πρόλογο και την εισαγωγή, είχε μεταφράσει κομμάτια από τον Γάλλο ζωολόγο Georges Cuvier (1769-1832) και είχε οργανώσει την ύλη.
Τις παρεκβάσεις στην Αφήγηση του Άρθουρ Γκόρντεν Πυμ ο Πόε τις χρησιμοποιεί και για έναν άλλο σκοπό: για να ηθογραφήσει, να ψυχογραφήσει και να πλουτίσει την προσωπικότητα του ήρωά του. Ο Πυμ είναι ένας άνθρωπος με ελαττώματα και αρετές. Παρατηρεί τον γύρω κόσμο, καταγράφει τις εντυπώσεις του, είναι φιλομαθής και θέλγεται από το άγνωστο. Ο Πυμ είναι, τηρούμενων των αναλογιών, ένας μεταφυσικός Οδυσσέας που σχίζει τις θολές γραμμές των οριζόντων ανάμεσα στο φυσικό και το αφύσικο, στο εδώ και στο επέκεινα, στο ιερό και το ανόσιο, στον άνθρωπο και τον Θεό. Είναι, με άλλα λόγια, το alter ego του ίδιου του Πόε.
Πολύκαρπος Πολυκάρπου Δημοσιεύτηκε 26 Ιουλίου 2017
Εξαιρετικές και πολύτιμες οι παρατηρήσεις και οι επισημάνσεις. Ευχαριστώ!
ΑπάντησηΔιαγραφή