Ο Μανόλης Κούμας γεννήθηκε το 1980 στην Αθήνα. Είναι πτυχιούχος του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Πραγματοποίησε τις μεταπτυχιακές του σπουδές στη Νεότερη και Σύγχρονη Ελληνική Ιστορία στο ίδιο τμήμα και στην Ιστορία των Διεθνών Σχέσεων στο London School of Economics. Το 2008 αναγορεύτηκε διδάκτορας Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Δίδαξε νεότερη ελληνική ιστορία στο Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, καθώς και στο Πανεπιστήμιο Κύπρου. Διδάσκει σύγχρονη ευρωπαϊκή ιστορία στο πρόγραμμα International Baccalaureate του Κολλεγίου Ψυχικού και ελληνική ιστορία στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο. Στα επιστημονικά και ερευνητικά του ενδιαφέροντα περιλαμβάνονται η ελληνική εξωτερική πολιτική, η λειτουργία του διεθνούς συστήματος σε σχέση με προβλήματα ασφάλειας και η στρατηγική των Μεγάλων Δυνάμεων στη Μεσόγειο. Άρθρα του έχουν δημοσιευτεί σε ελληνικά και διεθνή επιστημονικά περιοδικά, καθώς και σε συλλογικούς τόμους. Είναι συγγραφέας των βιβλίων: Η ελληνική εξωτερική πολιτική και το ζήτημα της ασφάλειας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, 1933-1936 (Ι. Σιδέρης, 2010), Μικρά κράτη, Συλλογική ασφάλεια, Κοινωνία των Εθνών: Η Ελλάδα και το ζήτημα του αφοπλισμού, 1919-1934 (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κύπρου, 2012), Γεώργιος Καφαντάρης, 1873-1946 (Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία, 2012). Το νέο του βιβλίο, 1936: Η επιβολή της δικτατορίας Μεταξά, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο, μας έδωσε την αφορμή για την ακόλουθη συνέντευξη.
Τι σας ώθησε να γράψετε τη μελέτη 1936: Η επιβολή της δικτατορίας Μεταξά;
Τα αίτια της αμφισβήτησης του κοινοβουλευτισμού και της ανόδου αυταρχικών καθεστώτων κατά την περίοδο μεταξύ των δύο παγκοσμίων πολέμων ήταν ένα θέμα που πάντοτε με απασχολούσε. Η δικτατορία Μεταξά δεν συνιστούσε εξαίρεση στην ευρωπαϊκή πραγματικότητα της εποχής στην οποία επιβλήθηκε, όπως ήταν για παράδειγμα η δικτατορία των συνταγματαρχών του 1967-1974. Μέσα από την (αρχειακή πρωτίστως) έρευνα ήθελα να διακριβώσω εκείνους τους παράγοντες που οδήγησαν στην κατάρρευση του κοινοβουλευτισμού σε μία χώρα με τα χαρακτηριστικά της Ελλάδας, στην οποία οι «επαναστατικές» λύσεις της άκρας Δεξιάς και της κομμουνιστικής Αριστεράς δεν ήταν δημοφιλείς (όπως σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη) και το εκλογικό σώμα παρέμεινε πιστό στα παραδοσιακά κόμματα. Τι ακριβώς συνέβη, λοιπόν, και στις 4 Αυγούστου 1936 η Ελλάδα βίωσε την κατάλυση των κοινοβουλευτικών θεσμών της; Η αναζήτηση των απαντήσεων στο ερώτημα αυτό ήταν που με ώθησε στη συγγραφή της μελέτης αυτής.
Πολλοί ισχυρίζονται ότι η δικτατορία Μεταξά ήταν αποτέλεσμα του αδιεξόδου στο οποίο βρέθηκε ο πολιτικός κόσμος. Εσάς ποια είναι η γνώμη σας;
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μεγάλη ευθύνη για τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου φέρει ο πολιτικός κόσμος, ο οποίος αν μη τι άλλο έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση Μεταξά τον Απρίλιο του 1936, ενώ γνώριζε τις αντικοινοβουλευτικές απόψεις του νέου πρωθυπουργού. Το ενδιαφέρον, όμως, είναι ότι η δικτατορία ήρθε σε μια χρονική συγκυρία, όπου υπήρχε σαφής (ή λιγότερο σαφής, δεν έχει σημασία) προοπτική να εξέλθει η χώρα από το αδιέξοδο, αφού πολιτικοί προερχόμενοι και από τις δύο παρατάξεις –βενιζελική και αντιβενιζελική– είχαν έρθει σε μια καταρχήν συμφωνία για τον σχηματισμό «κοινοβουλευτικής κυβέρνησης». Επομένως, η κατανόηση των συνθηκών υπό τις οποίες επιβλήθηκε η δικτατορία προϋποθέτει τη συνεκτίμηση και άλλων παραγόντων, πέραν των αναμφισβήτητων ευθυνών του πολιτικού κόσμου: την παρατεταμένη κρίση των θεσμών, το αποτακτικό ζήτημα και βέβαια τον ρόλο που διαδραμάτισε ο βασιλιάς Γεώργιος Β’.
Γιατί ο βασιλιάς Γεώργιος Β’ στήριξε το δικτατορικό καθεστώς της 4ης Αυγούστου 1936;
Όταν επανήλθε στον ελληνικό θρόνο τον Νοέμβριο του 1935, ο Γεώργιος φαίνεται πως δεν επιθυμούσε τη διολίσθηση προς αντικοινοβουλευτικές λύσεις. Αντίθετα, τους πρώτους μήνες του 1936 εργάστηκε για τη συνεννόηση των δύο παρατάξεων με σκοπό τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας – κάτι που επέβαλλε και το αποτέλεσμα των εκλογών της 26ης Ιανουαρίου, που είχαν διεξαχθεί με απλή αναλογική. Ο Γεώργιος άρχισε να σκέφτεται το ενδεχόμενο επιβολής δικτατορίας μόνον όταν αντιλήφθηκε ότι, εάν συναινούσε στον σχηματισμό κυβέρνησης με τη συμμετοχή και της βενιζελικής παράταξης, θα κινδύνευε να απολέσει τη στήριξη των Ενόπλων Δυνάμεων. Γνωρίζοντας όμως ότι ο θεσμός της βασιλείας είχε μειωμένη νομιμοποίηση και δεν διέθετε ισχυρά λαϊκά ερείσματα, αισθανόταν ότι είχε ανάγκη της ομόθυμης στήριξης των Ενόπλων Δυνάμεων: απώλεια της εμπιστοσύνης του στρατού σήμαινε και απώλεια του θρόνου του. Όπως είχαν διαμορφωθεί οι συνθήκες μετά τις εκλογές του 1936, ο μόνος τρόπος για να εξασφαλίσει τη στήριξη του στρατού και να «διασώσει» τον θρόνο του ήταν να συναινέσει στην εγκαθίδρυση μιας «αντιβενιζελικής» δικτατορίας υπό τον Μεταξά, που δεν θα προχωρούσε στην αλλοίωση του βασιλικού/αντιβενιζελικού χαρακτήρα του στρατεύματος.
Στις αρχές του 1936, ο Ιωάννης Μεταξάς ορίστηκε από τον βασιλιά πρωθυπουργός. Πώς επιλέχτηκε, αφού το κόμμα του είχε μικρό ποσοστό;
Υπήρχαν πολλοί λόγοι για τους οποίους ο Γεώργιος όρισε πρωθυπουργό τον Μεταξά. Είχε αναμφισβήτητες ηγετικές ικανότητες, αλλά ήταν ανίσχυρος πολιτικά (όπως καταδεικνύει το ποσοστό που έλαβε στις εκλογές του 1936) και δεν είχε «προσωπικά» ερείσματα στις Ένοπλες Δυνάμεις. Επομένως, ο Μεταξάς θα μπορούσε να αναλάβει τον ρόλο του «τοποτηρητή» του βασιλιά, καθώς ήταν αναγκασμένος να στηρίζεται στην εύνοια του Γεωργίου. Και βέβαια ο βασιλιάς εμπιστευόταν τον Μεταξά. Δεν θα πρέπει να λησμονείται ότι ο Μεταξάς δεν ήταν ένας οποιοσδήποτε βασιλόφρων πολιτικός. Ήταν εκείνος που είχε αναλάβει για δύο χρόνια τη στρατιωτική εκπαίδευση του Γεωργίου στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 20ού αιώνα. Ήταν ο σημαντικότερος συνεργάτης του πατέρα του Γεωργίου, Κωνσταντίνου, και άνθρωπος της βασιλικής οικογένειας κατά τις κρίσιμες στιγμές του Εθνικού Διχασμού.
Για ποιον λόγο το Κόμμα Φιλελευθέρων υποστήριξε αρχικά (και σε κοινοβουλευτικό πλαίσιο) τη «λύση» Μεταξά;
Το Κόμμα Φιλελευθέρων πίστευε ότι ο Μεταξάς –είτε ως υπουργός Στρατιωτικών είτε ως πρωθυπουργός– ήταν ο μοναδικός που θα μπορούσε να επαναφέρει στο στράτευμα απότακτους του κινήματος του 1935. Αν και δημοσίως ο Μεταξάς υποστήριζε ότι δεν έπρεπε να αλλοιωθεί ο βασιλικός/αντιβενιζελικός χαρακτήρας του στρατεύματος, παρασκηνιακά παρείχε διαβεβαιώσεις σε εκπροσώπους του βενιζελισμού ότι θα κινείτο για την επαναφορά των αποτάκτων. Για ορισμένα στελέχη των Φιλελευθέρων, ο Μεταξάς θα μπορούσε να παίξει ρόλο ανάλογο με εκείνον του Κονδύλη το 1933-1935: εκείνον του Δούρειου Ίππου.
Ποιοι ήταν οι λόγοι της πολιτικής αστάθειας της περιόδου 1924-1935;
Την περίοδο αυτή έγιναν τέσσερα μείζονα πραξικοπήματα, ενώ διαρκείς ήταν οι παρεμβάσεις του στρατού στην πολιτική ζωή του τόπου. Δεν ήταν, όμως, μόνο τα στρατιωτικά κινήματα που συνιστούσαν παράγοντα αποσταθεροποίησης της πολιτικής ζωής. Την ίδια περίοδο έχουμε ακόμα την ανάδειξη μονόπλευρων Εθνοσυνελεύσεων, την ποινικοποίηση ιδεολογικών απόψεων και δύο νόθα δημοψηφίσματα για το πολιτειακό ζήτημα. Όλα αυτά συνέβαλαν ώστε η αστική δημοκρατία να έχει μειωμένη νομιμοποίηση. Οι απαρχές αυτής της πολιτικής και πολιτειακής παθογένειας εντοπίζονται χρονικά στον Εθνικό Διχασμό του 1915-1917, ο οποίος αναπαρήγε εντάσεις και διχασμούς για δεκαετίες, έως και τη δικτατορία της 21ης Απριλίου 1967.
Πράγματι, η δικτατορία Μεταξά ήταν μια από τις πιο σκληρές που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα.
Η αμφισβήτηση των πολιτικών θεσμών στην Ευρώπη έδωσε την ευκαιρία σε επίδοξους δικτάτορες να ανατρέψουν τη δημοκρατία και να επιβάλουν αυταρχικά καθεστώτα;
Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος και ο δραματικός τρόπος με τον οποίο τον βίωσαν οι Ευρωπαίοι –τόσο στα μετόπισθεν όσο κυρίως στα χαρακώματα και στο πεδίο της μάχης– είχαν δημιουργήσει τις προϋποθέσεις αμφισβήτησης των κοινοβουλευτικών θεσμών. Την ίδια στιγμή, η αδυναμία των δημοκρατικών κυβερνήσεων να δώσουν πειστικές απαντήσεις σε μια σειρά κρίσιμων ζητημάτων που αναδείχθηκαν κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου (και κυρίως λόγω της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης που πυροδότησε το Κραχ του 1929) έδωσε την ευκαιρία σε επίδοξους δικτάτορες να ανατρέψουν τη δημοκρατία και να επιβάλουν αυταρχικά καθεστώτα ποικίλων αποχρώσεων. Έτσι, έως και τα τέλη της δεκαετίας του 1930, δικτατορικά πολιτεύματα είχαν επιβληθεί στην πλειοψηφία των ευρωπαϊκών χωρών, με τον κοινοβουλευτισμό να επιβιώνει μόνο στη Δυτική Ευρώπη (με εξαίρεση την Πορτογαλία και την Ισπανία), στα σκανδιναβικά κράτη και στην Ελβετία.
Αναφέρετε ότι μόνο στο διάστημα 1926 έως το 1928 κατάφεραν οι Έλληνες πολιτικοί να συνεργαστούν μεταξύ τους. Τι πέτυχαν σε αυτό το διάστημα συνεργασίας;
Οι κυβερνήσεις συνεργασίας του 1926-1928 υπό τον Αλέξανδρο Ζαΐμη, αν και βραχύβιες, επιτέλεσαν σημαντικό έργο σε πολλούς τομείς: εξασφάλισαν δάνειο για την αποκατάσταση των προσφύγων, εξυγίαναν τα δημοσιονομικά της χώρας, ψήφισαν νέο Σύνταγμα, διευθέτησαν (εν μέρει) το αποτακτικό ζήτημα και έβγαλαν τη χώρα από το καθεστώς διεθνούς απομόνωσης. Κυρίως, όμως, το επιτυχημένο «πείραμα» των κυβερνήσεων συνεργασίας του 1926-1928 υπήρξε η απτή απόδειξη της προθυμίας του πολιτικού προσωπικού να συνεργαστεί στο πλαίσιο της αβασίλευτης Δημοκρατίας, αφήνοντας πίσω τις τραυματικές εμπειρίες του Εθνικού Διχασμού.
Ήταν υπαρκτός ο «κομμουνιστικός κίνδυνος», τον οποίο επικαλέστηκε ο Μεταξάς για να δικαιολογήσει την εκτροπή της 4ης Αυγούστου, ή αποτελούσε πρόφαση για να εκμαιεύσει τη συναίνεση του βασιλιά Γεωργίου Β’ στην εγκαθίδρυση δικτατορίας;
Πράγματι, ο Μεταξάς επικαλέστηκε τον «κομμουνιστικό κίνδυνο» για να δικαιολογήσει την επιβολή δικτατορίας. Είναι, βέβαια, αλήθεια ότι τα γεγονότα της Θεσσαλονίκης τον Μάιο του 1936, σε συνδυασμό με την υπογραφή του Συμφώνου Σοφούλη-Σκλάβαινα και τη στρατηγική των Λαϊκών Μετώπων, είχαν τρομάξει το αστικό στρατόπεδο. Δεν θα πρέπει να λησμονείται ότι την ίδια ακριβώς περίοδο, τα Λαϊκά Μέτωπα είχαν σχηματίσει κυβέρνηση στη Γαλλία, ενώ στην Ισπανία μόλις είχε ξεκινήσει εμφύλιος πόλεμος με αφορμή την άνοδο της Αριστεράς στην εξουσία. Επομένως, τα χαμηλά ποσοστά που έλαβε το Παλλαϊκό Μέτωπο στις εκλογές του Ιανουαρίου (μόλις 5%) δεν πρέπει να οδηγήσουν αυτομάτως στο συμπέρασμα ότι δεν προσλάμβαναν τον «κομμουνιστικό κίνδυνο» ως τέτοιο (κίνδυνο) τα παραδοσιακά κόμματα. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι η επιβολή δικτατορίας αποτελούσε μονόδρομο. Διαθέτοντας άνετη πλειοψηφία στη Βουλή, τα αστικά κόμματα των δύο παρατάξεων μπορούσαν να βρουν «κοινοβουλευτικές» λύσεις, που θα απέτρεπαν την περαιτέρω στροφή των λαϊκών μαζών προς τον κομμουνισμό. Ωστόσο, οι λύσεις αυτές ούτε συζητήθηκαν ούτε δοκιμάστηκαν. Υπό την έννοια αυτή, η επίκληση του «κομμουνιστικού κινδύνου» υπήρξε μάλλον πρόφαση για την επιβολή της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου.
Ποιοι ήταν οι λόγοι που ο βασιλιάς Γεώργιος και ο Μεταξάς από φιλογερμανοί έγιναν ένθερμοι αγγλόφιλοι;
Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου τόσο ο Γεώργιος όσο και ο Μεταξάς ήταν πεπεισμένοι για την επικράτηση της Γερμανίας. Η ήττα, όμως, των Κεντρικών Αυτοκρατοριών προκάλεσε ένα δυνατό σοκ στους γερμανόφιλους, που θεωρούσαν αδιανόητη την ήττα της Γερμανίας του Κάιζερ. Ήταν, λοιπόν, η έκβαση του πολέμου του 1914-1918 που έστρεψε τους δύο άνδρες στην υιοθέτηση μιας φιλοβρετανικής πολιτικής. Εξάλλου, και στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, γνωρίζοντας ότι η Ελλάδα ως ναυτικό κράτος ήταν ευάλωτη στις πιέσεις των ισχυρών ναυτικών δυνάμεων (δηλαδή της Γαλλίας και κυρίως της Βρετανίας), οι γερμανόφιλοι δεν εισηγούνταν την είσοδο της χώρας στον πόλεμο στο πλευρό των Κεντρικών Αυτοκρατοριών, αλλά την τήρηση αυστηρής ουδετερότητας.
Η μελέτη σας δίνει απαντήσεις στα ερωτήματά μας για τη δικτατορία του 1936. Γιατί η συγκεκριμένη δικτατορία θεωρείται ακόμα και σήμερα από τις πιο σκληρές και χρησιμοποίησε ανορθόδοξες μεθόδους για να επιβληθεί στους Έλληνες;
Πράγματι, η δικτατορία Μεταξά ήταν μια από τις πιο σκληρές που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα. Ο νέος υφυπουργός Δημοσίας Ασφάλειας Κωνσταντίνος Μανιαδάκης έδειξε ιδιαίτερη μέριμνα για την ενίσχυση των δυνάμεων ασφαλείας, διαθέτοντας σημαντικούς πόρους και αυξάνοντας κατά πολύ την αποτελεσματικότητά τους σε σχέση με το παρελθόν. Οι συλλήψεις, οι φυλακίσεις και οι εξορίες όσων θεωρούνταν απειλή για το καθεστώς ήταν στην ημερήσια διάταξη. Έως τις αρχές του 1938 ο Μεταξάς είχε στείλει στην εξορία τους περισσότερους αντιπάλους του, όπως τον Παπανδρέου, τον Καφαντάρη, τον Μυλωνά και τον Κανελλόπουλο, ενώ ο Μιχαλακόπουλος απεβίωσε τον Μάρτιο του 1938, καταπονημένος από τις συνθήκες εξορίας του στην Πάρο. Εκείνοι όμως που βρέθηκαν στο στόχαστρο και πραγματικά υπέφεραν από τις δυνάμεις καταστολής του μεταξικού καθεστώτος ήταν τα στελέχη του ΚΚΕ, που από την πρώτη στιγμή έθεσαν ως στόχο τους την ανατροπή της δικτατορίας, δίχως όμως αποτέλεσμα.
Τι σημαίνουν τα ονόματα Ιωάννης Μεταξάς και Γεώργιος Β’ για τους σύγχρονους Έλληνες;
Έχω την αίσθηση ότι ο Γεώργιος είναι ένα πρόσωπο άγνωστο για τους σύγχρονους Έλληνες. Εσωστρεφής και απόμακρος, δεν υπήρξε σε καμία περίοδο της βασιλείας του δημοφιλής και λαοπρόβλητος, όπως ήταν ο παππούς του Γεώργιος Α’, ο πατέρας του Κωνσταντίνος ή ακόμα και ο αδελφός του Παύλος. Ο Μεταξάς, από την άλλη πλευρά, είναι μια προσωπικότητα αμφιλεγόμενη. Από τη μια πλευρά, ήταν εκείνος που επέβαλε ένα από τα πιο σκληρά δικτατορικά καθεστώτα που γνώρισε η Ελλάδα. Από την άλλη πλευρά, όμως, ήταν εκείνος που είπε το «Όχι» στο ιταλικό τελεσίγραφο της 28ης Οκτωβρίου 1940 και ηγήθηκε των Ελλήνων στον αγώνα κατά της ιταλικής επιθετικότητας.
Ποια είναι η γνώμη σας για τη διδασκαλία της Ιστορίας στην εκπαίδευση;
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι εκπαιδευτικοί τόσο της Πρωτοβάθμιας όσο και της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης καταβάλλουν φιλότιμες προσπάθειες ώστε να εμφυσήσουν το ενδιαφέρον της μαθητικής κοινότητας για το μάθημα της Ιστορίας. Έχω διδάξει για χρόνια στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (κυρίως στο πρόγραμμα International Baccalaureate) και έχω προσωπική πείρα επ’ αυτού του θέματος. Ο στόχος αυτός όμως δεν επιτυγχάνεται πάντοτε, τουλάχιστον στον βαθμό που θα επιθυμούσαμε, με αποτέλεσμα να γίνεται συχνά λόγος για αρνητική στάση των μαθητών έναντι του μαθήματος της Ιστορίας και για ουσιαστικό έλλειμμα ιστορικής παιδείας. Αυτό συμβαίνει για πολλούς λόγους. Κατά τη γνώμη μου οι βασικότεροι είναι η έμφαση του εκπαιδευτικού συστήματος στην αποστήθιση, τα ανεπαρκή (τουλάχιστον σε αρκετές περιπτώσεις) σχολικά εγχειρίδια και η διδασκαλία του μαθήματος από μη εξειδικευμένους στην Ιστορία καθηγητές.
1936: Η επιβολή της δικτατορίας Μεταξά
Μανόλης Κούμας
Μεταίχμιο
σ. 336
ISBN: 978-618-03-2985-8
Τιμή: 16,60€
Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης, συγγραφέας
https://diastixo.gr/sinentefxeis/ellines/18436-manolis-koumas
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου