Νομίζω ότι κάθε παιδί έχει έναν δικό του φανταστικό κόσμο, είτε γνωρίζει την ύπαρξή του, είτε αυτός του αποκαλύπτεται κομμάτι κομμάτι, έτσι που του περνά σχεδόν απαρατήρητος. Ένας κόσμος με στοιχεία από εδώ και από εκεί. Από την καθημερινή του ζωή, από τις αγαπημένες του σειρές και βιβλία· όλα να γεννιούνται ξανά στο μυαλό του, αποκτώντας το χρώμα της δικής του φαντασίας. Έναν κόσμο στον οποίο περνά ένα σημαντικό τμήμα της μέρας του, ακόμη κι όταν δεν ονειρεύεται. Όταν παίζει με τα παιχνίδια του, τα οποία αποκτούν ονόματα και χαρακτήρες. Όταν δημιουργεί γι’ αυτά ιστορίες και περιπέτειες. Όταν το ίδιο γίνεται ο ήρωας κάποιας φανταστικής ιστορίας.
Και κάποια παιδιά πράγματι παύουν σταδιακά να επισκέπτονται τον φανταστικό τους αυτό κόσμο, δέσμια πια της ενηλικίωσης και της δύσκολης πραγματικότητας. Κι εκεί νομίζω χρησιμεύουν τα βιβλία –φαντασίας και μη– λειτουργώντας σαν πύλες προς κάποιον φανταστικό κόσμο, έστω κι αν όχι τον δικό τους. Κάποια άλλα παιδιά όμως, από επιλογή ή ανάγκη, κρατάνε κάποια στοιχεία του φανταστικού τους κόσμου ζωντανά. Του κόσμου όπου η μαγεία είναι εφικτή και τα όνειρα πραγματοποιήσιμα.
Κάπως έτσι ξεκίνησε και η «Αυτοκρατορία του Φεγγαριού» για εμένα. Σαν ένα αρχείο όλων εκείνων των περιπετειών που το παιδικό ακόμη μυαλό μου έπλαθε, ένα αρχείο όπου έβρισκαν σχεδόν από μόνες τους τη θέση τους στη μεγαλύτερη πλοκή του βιβλίου που σταδιακά σχημάτισαν. Ύστερα από πολλές εκδοχές και διορθώσεις, ώσπου πια το ωριμότερο χέρι μου έδεσε τον κόμπο στην άκρη του ατέλειωτου νήματος φαντασίας που κάποτε το αποτελούσε.
Κάποια άλλα παιδιά όμως, από επιλογή ή ανάγκη, κρατάνε κάποια στοιχεία του φανταστικού τους κόσμου ζωντανά. Του κόσμου όπου η μαγεία είναι εφικτή και τα όνειρα πραγματοποιήσιμα.
Κι όμως, λέγοντας πως ήταν απλώς ένα αρχείο, θα αδικούσα το πόσο ζωντανή ήταν στην πορεία δημιουργίας της η Καρδιά του Δαίμονα. Ο ήρωάς μου, ο Άλφρεντ, ένας έφηβος που ασυναίσθητα απέκτησε πολλά από τα στοιχεία του χαρακτήρα μου –τουλάχιστον του τότε χαρακτήρα μου, διότι ως γνωστόν οι άνθρωποι μεγαλώνοντας αλλάζουν ή, έστω, ωριμάζουν–, συμπληρώνοντας κάποια από εκείνα που θα επιθυμούσα να έχω και φανερώνοντας κάποιες από τις προσωπικές μου αδυναμίες, κρυφές ως τότε ακόμη και σ’ εμένα τον ίδιο, έγινε οδηγός μου σε αυτό το ταξίδι.
Η Αυτοκρατορία του Φεγγαριού: Η καρδιά του Δαίμονα Γιώργος Αγγελίδης Εκδόσεις Anima 340 σελ. Τιμή € 18,00 Βρείτε το εδώ. |
Χωρίς αρχικά κάποιο ολοκληρωμένο πλάνο –τουλάχιστον μέχρι που το πρώτο βιβλίο της τριλογίας της «Αυτοκρατορίας» έφτασε στο τέλος του–, σε κάθε σελίδα ακολουθούσα βήμα βήμα τον Άλφρεντ στις περιπέτειές του στη Γη και όχι μόνο. Ήξερα όσα γνώριζε. Μοιραζόμουν τους φόβους και τις αγωνίες του. Ακόμη κι όταν ήξερα κάτι παραπάνω, κάτι που δεν είχε μάθει ακόμη, κάτι που κάποιος ενδεχομένως του κρατούσε κρυφό, την έκβαση σε κάποιον από τους άθλους που στη διάρκεια του βιβλίου καλείται να φέρει σε πέρας, πάλι βίωνα τα συναισθήματά του λες κι ήταν και η δική μου ζωή σε κίνδυνο.
Ο φόβος και η ταραχή του όταν έλαβε εκείνο το μήνυμα από τον πατέρα του που του αποκάλυπτε πως τίποτε δεν ήταν όπως νόμιζε. Το δίλημμά του όταν ανακάλυψε ότι ο μόνος τρόπος να σώσει τον αδερφό του ήταν να σκοτώσει μια κοπέλα. Και η έκπληξή του όταν πια συνειδητοποίησε ότι τα πράγματα δεν ήταν τόσο απλά όσο ήλπιζε. Πως, όπως εκείνος το θέτει, «το λευκό και το μαύρο είχαν χαθεί σε έναν απαίσιο γκρι τόνο αβεβαιότητας». Ότι, χωρίς να γνωρίζει πώς και γιατί, βρισκόταν στη μέση ενός σχεδίου, οι απαρχές του οποίου χάνονταν στα βάθη του χρόνου. Ενός σχεδίου που, αν υλοποιούνταν, θα έθετε σε κίνδυνο τη ζωή όχι μονάχα του αδερφού του, μα ολόκληρου του κόσμου.
Έξι χρόνια έχουν περάσει από την πρώτη φορά που τα χέρια μου σχημάτισαν στο πληκτρολόγιο το όνομά του και λίγο περισσότερο από τότε που η ύπαρξή του άρχισε να καταλαμβάνει χώρο στον νου μου. Τώρα, λοιπόν, καθώς διορθώνω το τρίτο βιβλίο της τριλογίας, μπορώ με σιγουριά να πω ότι, αν και ανυπομονώ να πλανηθώ και σε άλλα συγγραφικά μονοπάτια, ξέρω πως ποτέ δεν θα χάσω τη φαντασία που ως τώρα με κάνει αυτόν που είμαι. Άλλωστε, ακόμη κι αν κάποια στιγμή αμφιβάλλω, ξέρω πως το μόνο που χρειάζεται να κάνω είναι να αγγίξω για λίγο πάλι αυτό το πρώτο βιβλίο. Και ο Άλφρεντ θα είναι πάντα εκεί, να μου θυμίζει αυτό το –φανταστικό– κομμάτι του εαυτού μου.
Φωτογραφία: Κατερίνα Φαρφαρά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου