Κυριακή 26 Μαρτίου 2023

Ιωάννης Πανουτσόπουλος: συνέντευξη στον Πάνο Κυπαρίσση

 
Πάνος Κυπαρίσσης

Ο Ιωάννης Πανουτσόπουλος γεννήθηκε στον Κολωνό. Το 2010 κυκλοφόρησε το παιδικό βιβλίο Τη νύχτα που ξυπνούσε η Αγνωστούπολη και το 2012 την ποιητική συλλογή Η Ωραία Κοιμωμένη / δύο μονόλογοι σε ένα όνειρο. Το 2015 το δοκίμιο Γιώργος Μαρκόπουλος, ο σκοτεινός Αλφειός της ελληνικής ποίησης, το 2017 το βιβλίο Χαίρε Νύμφη Ανύμφευτε / ποιητική αντιστοίχιση των Χαιρετισμών στη νεοελληνική γλώσσα, το 2018 την ποιητική συλλογή Επαγγελματικός Προσανατολισμός, το 2020 την ποιητική συλλογή Οικογενειακά ή Πολυπρισματικός κόσμος και το 2022 την ποιητική συλλογή Πράξεις των Αποστόλων, που μας έδωσε την αφορμή για την ακόλουθη συνομιλία. Στίχους του έχουν μελοποιήσει και ερμηνεύσει η Φωτεινή Βελεσιώτου, ο Τάσος Γκρους, ο Γιώργος Καζαντζής, ο Νότης Μαυρουδής, ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, ο Γιώργος Νταλάρας, ο Ορφέας Περίδης κ.ά. Από το 1996 διατηρεί επί της οδού Ιπποκράτους το παλαιοβιβλιοπωλείο Ίστωρ.

Αν η ποίηση είναι η βαθύτερη ανάγκη επικοινωνίας, μήπως τότε γαληνεύει ως κάποιο βαθμό την υπαρξιακή μοναξιά;

Ο άνθρωπος είναι μια μονάδα στο αριθμητήριο των αιώνων. Αρθρώνει λόγο από ανάγκη και επικοινωνεί από ένστικτο. Ποίηση είναι η μέθη της ψυχής και οι λέξεις είναι ο άρτος που κοινωνούμε το σεπτό και το άχραντο. Ακόμα και ξεροσφύρι να πιω έναν καίριο στίχο, φτάνει για να νιώσω ότι περιστοιχίζομαι από δισεκατομμύρια φίλους. Αυτό είναι και το νόημα της Παγκόσμιας Ημέρας Ποίησης. Να βάλουμε ρεφενέ από μια λέξη και να φτιάξουμε ένα ποίημα που θα κάνει ακόμα και τη μοναξιά αγαπημένη και ερωμένη μας.

«Η πράξη είναι ο μόνος σεμνός, σιωπηλός και τελειωμένος λόγος», λέει ο Γιάννης Ρίτσος. Οι Πράξεις των Αποστόλων σε τι συνίστανται;

Κάποτε όριζα με ευκολία τη συνοριακή γραμμή ανάμεσα στην πράξη και τον λόγο. Με την ίδια ευκολία διέκρινα το σεμνό και το άσεμνο. Τώρα εκφέρω την κάθε λέξη με δισταγμό. «Αμφιβάλλω για ό,τι οφθαλμοφανές και ούτε/ Εμπιστεύομαι ό,τι παραμένει χειροπιαστό/ Επιμένω ν’ αντικρίζω τα αφανή με/ Τα μάτια της ψυχής μου ορθάνοιχτα.»

Πότε άρχισε η περιπέτεια της γραφής σου;

Στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού έγραφα ιστορίες και τις πουλούσα σε συμμαθητές μου. Κάποια στιγμή περί το 1988 σκόνταψα στα πρώτα στιχάκια που μου χάρισαν η ανάγκη και η οδύνη. Έκτοτε δεν ρίχνω τα μάτια μου σε άλλη τέχνη, ακόμα και όταν «Η ποίηση γίνεται γυναίκα που αρνήθηκε να αποκτήσει μαζί μου παιδί».

«Η τύχη δεν μας κάνει σοφότερους αλλά η σοφία μας καθιστά τυχερούς.»

Η «Σφραγίδα της Δωρεάς» είναι το κατεξοχήν βιογραφικό ποίημά σου, όχι επειδή είναι πρωτοπρόσωπο στη γραφή του, αλλά από τη βιωμένη ύλη του. Πόση θλίψη και περηφάνια είχε και έχει ο αγώνας σου;

Αυτοβιογραφικά στοιχεία περιέχουν και οι τέσσερις ποιητικές συλλογές που έχω εκδώσει. Περιέχουν όμως και τα στοιχεία ταυτότητας της γενιάς μου. Δεν υπήρξα μοναχικός περιπατητής στην έρημο των κοινωνικών αναμετρήσεων. Είναι πολλά χρόνια που έπαψα να νιώθω κάθε είδους ιδεολογική έπαρση και αδιαλλαξία. Ο κόσμος είναι πιο σύνθετος από ό,τι πίστευα και οι αυτόκλητοι σωτήρες περισσότεροι από όσους έχουμε ανάγκη. Για την ώρα, αντί να αλλάξω τον κόσμο επιλέγω να αλλάξω εμένα και εμπιστεύομαι σε τρία στιχάκια την πιο μεγάλη μου προσδοκία. «Η σπονδυλική μου στήλη δεν είναι η καμπούρα του σοφιστή/ Είναι η απόφαση να μην κρεμάσω τις ονειροπολήσεις μου/ Ατσαλάκωτο σακάκι σε σκονισμένη ντουλάπα…»

Η ανάγκη, πέρα από προβλέψεις, δημιουργεί πολλές φορές νέα ζωή. Κάποτε και η τύχη. Πώς τότε χτίζεται, αν χτίζεται, το μέλλον;

Το μέλλον το χτίζουμε με εικασίες και με δάκρυα. Κάποτε χωρίς να το ξέρουμε, θεμελιώνουμε την καταστροφή και άλλοτε, δίχως να το γνωρίζουμε, οικοδομούμε το μεγαλείο. Μπορεί να ξεκινάμε από την ανάγκη αλλά σχεδόν πάντα καταλήγουμε στην οίηση και την αλαζονεία. Τότε μας συναντάει η ποίηση και μας χαρίζει ένα στιχάκι. «Η τύχη δεν μας κάνει σοφότερους αλλά η σοφία μας καθιστά τυχερούς.»

Από το ποίημα «Ασχημάτιστο Σχήμα» θα σταθώ στον ακροτελεύτιο στίχο: «Η ξένη γλώσσα που αργήσαμε να μάθουμε είναι η αγάπη!» Μήπως δεν τη μάθαμε ποτέ; Τι, κατά την άποψή σου, θα καθιστούσε το μάθημα ελκυστικότερο;

Στις Πράξεις των Αποστόλων  έχω γράψει έναν στίχο που λέει: «Το μεγάλο ιδανικό της ανθρωπότητας είναι η ευκολία.» Η αγάπη όμως είναι το πιο δύσκολο μάθημα. Πρέπει να αποδεχτείς και να αγαπήσεις τον εαυτό σου. Πρέπει να του χαρίσεις ένα όνειρο για να υπάρχει και μια αγκαλιά για να δεχτεί τους άλλους. Πρέπει να αγαπήσεις και τη δυσκολία, όπως η γη αγαπάει το άροτρο που την οργώνει. Κατρακυλάμε από ευκολία σε ευκολία και δεν μας μένει καιρός να αγαπήσουμε τίποτα.

Σε απασχολεί το μάταιο και πώς αντιμετωπίζεις το ακατανίκητό του στη ζωή, που είναι δοκιμή και παράσταση μαζί; Πώς νιώθεις όταν βλέπεις να απομακρύνεται η πλάτη κάποιου ηλικιωμένου και να ξεμακραίνει;

Αν ο ηλικιωμένος που περιγράφεις έχει το βλέμμα σου και τον τρόπο που αποτυπώνεις την πραγματικότητα, τότε καλώς να ορίσει. Η αισιοδοξία μου έχει πλέον γκρίζα μαλλιά και κάποιες ρυτίδες. Διατηρεί όμως νευρώδη σκέψη και σιλουέτα νεανική. Έχει ακουστά εκείνο που ονομάζουμε μάταιο, αλλά εξακολουθεί να παραμένει «άγριος σπόρος σε χορταριασμένη αναβαθμίδα».

Ζούμε στην εποχή της καταιγιστικής πληροφορίας και της ισχνής ή καθόλου γνώσης. Μας ξοδεύει η φλυαρία. Θα μπορούσε ο κατεξοχήν ελεύθερος και δοτικός λόγος της ποίησης να κινήσει, να συγκινήσει τον κόσμο σε μια λογική συναλληλίας; Πώς;

Οι κοινωνίες μας θυμίζουν τη γη μετά από παρατεταμένη ξηρασία. Ποίηση είναι η καταιγίδα που ξεσπάει όταν κανένα σύννεφο δεν σκιάζει τον ουρανό. Έρχονται χρόνια που θα βρισκόμαστε σε διαμάχη για έναν και μόνο στίχο. Η πολιτική έχει αποτύχει. Η επιστήμη εμπορεύεται τα επιτεύγματά της. Η οικονομία μάς μεταχειρίζεται σαν νούμερα σε μια στατιστική. Η ποίηση θα παραμείνει το εγερτήριο σάλπισμα όταν πρέπει και το πένθιμο εμβατήριο όταν χρειαστεί.

Ο στίχος της γραφής σου δεν είναι σχεδόν πουθενά καταφατικός ή αποφατικός. Κινείσαι με αντιθέσεις και αφήνεις τον αναγνώστη σου να βγάλει τα συμπεράσματά του. Στο ποίημα «Η Γενεαλογία της Αντίθεσης» υπάρχει ο στίχος: «Το φιλικό εξελίσσεται σε εμφύλιο». Είναι νομοτελειακό;

Γεννήθηκα αρκετά χρόνια μετά τον Εμφύλιο, αλλά αρκούσε μια πολιτική διαφωνία μου για να υπάρξουν φίλοι που δεν μου ξαναείπαν καλημέρα. Μπαίνουμε στο γήπεδο όχι για να χαρούμε το παιχνίδι, αλλά για να ταπεινώσουμε τον αντίπαλο. Εμένα όμως δεν με ενδιαφέρει να καταγράψω τις αντιθέσεις μας, ούτε να υποδείξω τι είναι νομοτελειακό και τι όχι. Δεν με ενδιαφέρει το γεγονός, αλλά ο τρόπος που αποτυπώνεται στην ψυχή του ανθρώπου. Δεν μου έχει αναθέσει κανείς να σώσω τον κόσμο. Είμαι όμως πεισμένος ότι υπάρχουν αναγνώστες που θα χρειαστούν το μαντίλι της ποίησης για να σκουπίσουν τα δάκρυά τους.

Ποίηση είναι η καταιγίδα που ξεσπάει όταν κανένα σύννεφο δεν σκιάζει τον ουρανό.

Από το ποίημα «Μέγιστο Βάρος» κρατώ τον στίχο: «Να υπογράφεις καινούργια σύμβαση εργασίας με την ελπίδα». Εγώ γράφω, κάπου γι’ αυτήν, πως είναι συμπλήρωμα τροφής ή τρόπος ευθανασίας. Πάμε να δούμε την αντίθεση;

Η ίδια η ύπαρξη της ερώτησής σου περικλείει την προσδοκία της απάντησης και του διαλόγου. Φυσικά και η υπογραφή μιας σύμβασης ή ενός συμβολαίου δεν αποκλείει την υπαναχώρηση ενός συμβαλλόμενου. Αυτός είναι ο λόγος που δεν είμαι καταφατικός ή αποφατικός. Μπορώ όμως να είμαι ποιητής. «Νίβω το πρόσωπό μου στην αστροφεγγιά και τα μάτια μου λάμπουν ξάστερα.» Μπορώ λοιπόν να ελπίζω!

Η ποίηση είναι μια γλώσσα μέσα στη γλώσσα, που μπορεί να διαποτίζει την κοινωνική πραγματικότητα και να την περιγράφει. Είναι έτσι ή θεωρούμε διαμιάς την ποίηση ως την ακρότατη, άυλη και ευγενική τέχνη που διαβάζει την πεμπτουσία του κόσμου;

Στον στρατό, ένας συνάδελφος μεγαλύτερος και πιο διαβασμένος τότε από μένα μου είχε πει ότι «η πολιτική έχει αποτύχει να εννοήσει τον κόσμο. Αυτό μπορεί να το κάνει μόνο η ποίηση». Τότε δεν το είχα αποδεχτεί, αλλά δεν το λησμόνησα ποτέ. Σήμερα το προσυπογράφω και δίπλα από αυτά τα λόγια βάζω και δύο στίχους από την προηγούμενη ποιητική συλλογή, που λένε: «Ο ποιητής γεννιέται για να αλλάξει τη ζωή του/ Πριν αλλάξει τη μοίρα μιας λέξης.»

Στη δεύτερη ενότητα του βιβλίου υπάρχει μια στροφή σου, με την ευρεία έννοια, προς το θείον. Μια μυστηριακή εμπνοή από το εδώ στο επέκεινα. Θα ζητούσα μια ερμηνεία. Ένα γιατί.

Σε ό,τι αφορά τον Θεό δεν έχω να επικαλεστώ επιχειρήματα. Έχω όμως να καταθέσω εμπειρίες. Η ύπαρξή μου αποτελεί αλυσίδα μυστηριακών τελετών της γέννησης και του θανάτου. Το θαύμα φανερώνεται διαρκώς στη ζωή μου. Αυτό μπορώ να καταθέσω και κάποια στιχάκια που είναι καταστάλαγμα εμπειριών: «Αν καταφέρναμε να θεολογούμε παίζοντας/ Άθυρμα ο τρόπος μας και το βλέμμα μας καθαρό/ Ως νήπια θα κερδίζαμε την αγάπη/ Ως νήπια και τη Βασιλεία των Ουρανών.»

Τι δώρα κρατάς του θανάτου;

Το πρώτο δώρο που έκανα στον θάνατο είναι μια αδελφούλα μου, όταν ήμουν πολύ μικρός. Όταν μεγάλωσα, του «πρόσφερα» και την «Ωραία Κοιμωμένη». Εκείνη που υπήρξε η αγαπημένη μου. Το μόνο που νιώθω την ανάγκη να του χαρίσω ακόμα είναι τα κατάλοιπά μου, για να μη φτάσουν στα χέρια των εκδοτών.

 

Πράξεις των Αποστόλων
Ιωάννης Πανουτσόπουλος
Τόπος
128 σελ.
ISBN 978-960-499-405-2
Τιμή €12,00


https://diastixo.gr/sinentefxeis/ellines/20007-panoutsopoulos-kiparissis


https://diastixo.gr/ 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου