Όταν ξεκίνησα να γράφω τον Ιππόκαμπο, είχα μόλις τελειώσει μια σειρά διηγημάτων που σήμερα ξέρω πως ήταν απλά η προετοιμασία για το συγκεκριμένο μυθιστόρημα. Η άκρη της βελόνας μου είχε ακονιστεί αρκετά και για ενάμιση χρόνο περίπου εξαφανίστηκα. Από τους γύρω μου, από μένα. Αποκόπηκα και το μόνο που θυμάμαι είναι να ξυπνάω, να φτιάχνω καφέ και να πατάω το κουμπί της οθόνης του υπολογιστή. Μετά, από εκεί και πέρα, σκοτάδι.
Ήταν οι απαιτήσεις του βιβλίου τέτοιες που με ανάγκασαν. Η ιστορία τοποθετείται στο μέλλον, σε ένα μέλλον που μπορεί να έρθει σε εκατό χρόνια, μπορεί και αύριο. Όπως και να έχει, το να γράφεις κάτι που δεν υπάρχει σημαίνει πως πρέπει να το χτίσεις από το μηδέν. Να σκάψεις στο βαθύτερο σημείο, να βάλεις γερά θεμέλια και ύστερα να αρχίσεις με απόλυτη αφοσίωση να τοποθετείς τις πέτρες, τη μία πάνω στην άλλη, σε απόλυτη ισορροπία και με κανένα κενό ανάμεσα, ώστε να καταφέρεις να αποδώσεις την προφητεία με αποστομωτικό ρεαλισμό.
Να περιγράψω δηλαδή πώς θα είναι τα πράγματα από εδώ και πέρα, εάν εξακολουθούσαμε να παίρνουμε τις λάθος αποφάσεις. Ένα δυσοίωνο μέλλον όπου οι άνθρωποι παίρνουν φάρμακα για να μη θυμούνται, διότι τα δάκρυα που έφερναν οι αναμνήσεις, τους έκαιγαν τα μάτια και τους άφηναν τυφλούς. Έναν κόσμο αποπνικτικό, όπου δεν κλαίει κανείς και με όλη εκείνη τη λύπη να μένει εγκλωβισμένη στα σώματά τους και με τίποτα να μην μπορεί να βγει. Δεν ήταν εύκολο, γιατί αποφάσισα σε μια αυθαίρετη και βλακωδώς τολμηρή στιγμή, να κάνω ακριβώς το ίδιο. Έγινα ο πρώτος μάρτυρας αυτού του νέου κόσμου και για ενάμιση χρόνο δεν έκλαψα ούτε μία φορά. Είναι απίστευτο πώς αντιδράει το σώμα σε αυτό: Η λύπη σε εκδικείται. Σε κάνει να πονάς σε μέρη που δεν σε ενόχλησαν ποτέ στο παρελθόν.
Ωστόσο, όταν πια μετά από καιρό προσαρμογών ήταν έτοιμος ο νέος κόσμος και ήρθε η ώρα να τοποθετήσω την ηρωίδα μου μέσα, την Άλις Γουόντερ, άλλαξαν όλα. Η άγια προσέγγιση τούτου του κοριτσιού, που δεν είχε γνωρίσει τίποτα άλλο παρά αυτή την πραγματικότητα, άλλαξε όλα τα σχέδιά μου: Το βιβλίο, από ένα περιπετειώδες, δυστοπικό μυθιστόρημα 400 σελίδων έγινε μια αλληγορική ιστορία 200 σελίδων, αφιερωμένη αποκλειστικά και μόνο σε εκείνη. Πολλές σελίδες με αναλυτικές περιγραφές της Νέας Εποχής καθώς και παράλληλες ιστορίες έμειναν απ’ έξω, γιατί ξαφνικά δεν είχαν απολύτως κανένα νόημα και φλυαρούσαν. Το κορίτσι αυτό, που είναι φτιαγμένο καθαρά από νερό και αέρα και καθόλου χώμα, κρατούσε στο στέρνο της τον αέρα, την πνοή του βιβλίου. Οι ιστορίες που είχε να πει, ο τρόπος που χωρούσε μέσα στον τόπο, οι κινήσεις της από το ένα δωμάτιο στο άλλο ήταν ακριβώς αυτό που χρειαζόμουν. Πόσο τυχερός ήμουν που τη βρήκα! Πόσο τυχερός, Άλις!
Η λύπη σε εκδικείται. Σε κάνει να πονάς σε μέρη που δεν σε ενόχλησαν ποτέ στο παρελθόν.
Βεβαιώθηκα ότι ήταν μονόδρομος όταν σε ένα ταξίδι μου στην Ύδρα στάθηκα έξω από μία βιτρίνα παλαιοπωλείου παρατηρώντας ένα ασημένιο καβούρι στο μέγεθος μιας γροθιάς. Δεν μπορούσα να θυμηθώ πού το είχα ξαναδεί, και ξαφνικά μου ήρθε! Το ασημένιο καβούρι δεν το είχα αντικρίσει ξανά ποτέ εγώ, αλλά η Άλις. (Στο βιβλίο, όταν κάποιος πρέπει αναγκαστικά να αποχωριστεί ένα αγαπημένο του πρόσωπο φτιάχνει μια Κατασκευή, οτιδήποτε επιθυμεί, για να τον αντικαταστήσει και να τον κουβαλάει για πάντα πάνω του. Το ασημένιο καβούρι ήταν μια Κατασκευή που είχε δει η Άλις στη Φυλακή.) Οι αναμνήσεις της, οι εικόνες της, είχαν γίνει δικές μου. Έβλεπα και θυμόμουν μέσα από τα δικά της μάτια.
Η Άλις με είχε πάρει από το χέρι και δίπλα-δίπλα βιώναμε ταυτόχρονα τα ίδια πράγματα. Το δύσκολο ήρθε στο τέλος, όταν έπρεπε εγώ να την αφήσω. Να αφήσω το χέρι της με μεγάλο παράπονο και να συνεχίσουμε ο καθένας μόνος του. Αυτή στον φανταστικό κόσμο και εγώ στον πραγματικό. Η τραγική και απίθανη στιγμή που οι ψηφιακές λέξεις γίνονται βιβλίο. Δεν είναι καθόλου εύκολο, όμως αυτή είναι η ζωή.
Άλις, αυτό το βιβλίο είναι η Κατασκευή μου για σένα.
Ιππόκαμπος
Αντώνης Μυλωνάκης
Εκδόσεις Καστανιώτη
σ. 176
ISBN: 978-960-03-7114-7
Τιμή: 14,00€
https://diastixo.gr/aprosopo-2/21018-antonis-mylonakis
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου