Ο Γιώργος Γούσης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1986. Σπούδασε γραφιστική στα ΤΕΙ Αθηνών. Κόμικ του έχουν δημοσιευθεί σε ελληνικά περιοδικά και εφημερίδες, όπως το «9» της «Ελευθεροτυπίας», η «Αthens Voice», τo «Ποντίκι» αλλά και σε δύο αμερικανικές ανθολογίες της Image Comics. Επίσης έχει εργαστεί ως εικονογράφος στον περιοδικό Τύπο («Vmen», «Vmagazino», «Tα Νεα», «Athens Voice», «Lifo», «Ελεύθερος Τύπος» κ.ά.). Δείγματα της δουλειάς του θα βρείτε στο shyborg.blogspot.com. Το κόμικ άλμπουμ του Ιστορίες από τις αθώες εποχές κυκλοφορεί απο τις εκδόσεις ΚΨΜ.
Μίλησε στο diastixo.gr με αφορμή το graphic novel Ερωτόκριτος που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Polaris σε δική του εικονογράφηση και διασκευή των Δημοσθένη Παπαμάρκου και Γιάννη Ράγκου.
Η ιστορία γύρω από τον έρωτα του Ερωτόκριτου και της Αρετούσας είναι ένα έργο άχρονο, αυτό που στην αγγλόφωνη λογοτεχνία ονομάζεται fantasy, διότι διαδραματίζεται σε μια φανταστική Αθήνα που δεν υπήρξε ποτέ στην πραγματικότητα και είναι προϊόν σύνθεσης στοιχείων από διάφορες ιστορικές εποχές και πολιτισμικές παραδόσεις.
Πώς ξεκίνησε η ιδέα της δημιουργίας του graphic novel Ερωτόκριτος, που βασίζεται στο ομώνυμο έργο του Βιτσέντζου Κορνάρου;
Η ιδέα της διασκευής ενός κλασικού έργου της ελληνικής λογοτεχνίας σε κόμικ ήρθε σε εμάς από τον εκδοτικό οίκο Polaris. Μετά από πολλές συζητήσεις και διαφωνίες, που είχαν να κάνουν κυρίως με το αν η διασκευή του εκάστοτε λογοτεχνικού έργου στη νέα γλώσσα αφήγησης, αυτή του κόμικ, θα μπορούσε να προσθέσει ή να φωτίσει μια άλλη πλευρά του πρωτότυπου χωρίς να δείξει ασέβεια προς αυτό, καταλήξαμε στονΕρωτόκριτο. Ο Ερωτόκριτος είχε τα εξής δύο χαρακτηριστικά που τον καθιστούσαν την καταλληλότερη επιλογή για διασκευή: πρώτον, λόγω του ότι στο κόμικ η αφήγηση είναι συνδυασμός εικόνας και λέξεων, χρειαζόμασταν ένα έργο που να μην είναι αυστηρά διαλογικό και «εσωτερικό», αλλά να έχει και σκηνές εξωτερικής δράσης, ώστε η εικόνα να παίξει το ρόλο που της αναλογεί. Δεύτερον και κυριότερο, ήταν η συνειδητοποίηση που έκανα όταν μπήκα στη διαδικασία να ξαναδιαβάσω το πρωτότυπο έργο. Η ιστορία γύρω από τον έρωτα του Ερωτόκριτου και της Αρετούσας είναι ένα έργο άχρονο, αυτό που στην αγγλόφωνη λογοτεχνία ονομάζεται fantasy, διότι διαδραματίζεται σε μια φανταστική Αθήνα που δεν υπήρξε ποτέ στην πραγματικότητα και είναι προϊόν σύνθεσης στοιχείων από διάφορες ιστορικές εποχές και πολιτισμικές παραδόσεις – π.χ. της Κλασικής Αρχαιότητας, του Βυζαντίου, της Βενετίας και της δυτικής Αναγέννησης. Επίσης, αυτόν τον κόσμο ο Κορνάρος πιο πολύ τον υπαινίσσεται γλωσσικά παρά τον περιγράφει. Στον πρωτότυπο Ερωτόκριτο δεν υπάρχουν περιγραφές. Αυτό ήταν το «κλειδί» για εμένα για να εμπλακώ σε βάθος μ’ αυτή τη διασκευή. Θεώρησα πρόκληση να προσπαθήσω να δημιουργήσω, με εικόνες αυτήν τη φορά, έναν νέο, φανταστικό κόσμο που δεν είχαμε ξαναδεί ποτέ με αυτά τα χαρακτηριστικά, έχοντας φυσικά ως συστατικά τις ίδιες ιστορικές εποχές και πολιτισμικές παραδόσεις μ’ αυτές του Κορνάρου.
Ποια ήταν τα βασικά στοιχεία που προσέξατε εσείς κατά την εικονογράφηση;
Έχοντας υπόψη μου όσα προανέφερα, προτού μπω στη διαδικασία της εικονογράφησης, αλλά και κατά τη διάρκειά της, έκανα μεγάλη έρευνα έτσι ώστε να βρεθούν τα «υλικά» με τα οποία θα χτιζόταν, από την αρχή σχεδόν, ο κόσμος του Ερωτόκριτου. Θεώρησα πως έπρεπε να ανατρέξω στην ιστορία της ελληνικής τέχνης ή καλύτερα της τέχνης του ελλαδικού χώρου, και να βρω τα στοιχεία που κατά το δικό μου αισθητικό κριτήριο θα μπορούσαν να δέσουν αρμονικά μεταξύ τους, όπως τα κομμάτια του παζλ, με αποτέλεσμα το σύμπαν στο οποίο θα βυθιστεί ο αναγνώστης να μην έχει «παραφωνίες» που θα τον έβγαζαν εκτός κλίματος και θα τον έβαζαν σε διαδικασία αμφισβήτησης όσων βλέπει.
Μπορώ να πω με χαρά ότι αυτή η περιπλάνηση για να ανακαλύψω τις εικονογραφικές μου αναφορές ήταν από τις πιο διασκεδαστικές και γοητευτικές στιγμές της δημιουργίας αυτού του κόμικ. Βέβαια, στα κόμικ στοιχεία της εικονογράφησης δεν είναι μόνο οι εικόνες που βλέπει ο αναγνώστης από καρέ σε καρέ αλλά και η σκηνοθεσία. Δηλαδή ο ρυθμός της αφήγησης της εικόνας. Όσον αφορά λοιπόν αυτό το κομμάτι, το αντιμετώπισα χρησιμοποιώντας πιο σύνθετα και μοντέρνα μοτίβα, που αντλούν τις επιρροές τους ακόμα και από τα ασιατικά κόμικ.
Οι εικόνες σας είναι φτιαγμένες έτσι που μοιάζουν με μικρούς πίνακες. Ποια είναι τα υλικά του εικονογράφου; Ποιες τεχνικές χρησιμοποιήσατε;
Έχοντας ήδη μιλήσει παραπάνω για τις αναφορές από το χώρο της τέχνης που έγιναν τα υλικά μου στη δημιουργία του κόσμου του Ερωτόκριτου, είναι κατανοητό και ευχάριστο σε εμένα που χρησιμοποιήσατε τις λέξεις «μικροί πίνακες» για να περιγράψετε τις εικόνες του κόμικ. Όλες οι σελίδες, μαζί με τα κείμενα, έχουν φτιαχτεί και γραφτεί στο χέρι, αρχικά με μολύβι και στη συνέχεια «πατήθηκαν» από σινική μελάνη. Σε συνεργασία με τον Παναγιώτη Πανταζή και μετά από ποικίλες δοκιμές, έφτασα στο συμπέρασμα ότι τα χρώματα έπρεπε μεν να είναι κοντά στις αποχρώσεις της αναγεννησιακής και βυζαντινής τέχνης, αλλά ταυτόχρονα ήθελα να τονιστεί και το παραμυθένιο στοιχείο αυτής της ιστορίας, το άχρονο, το υπερρεαλιστικό. Αυτό μας οδήγησε στο να δώσουμε σε αρκετά σημεία και έναν πιο ποπ τόνο στα χρώματά μας, τα οποία έγιναν σε ηλεκτρονική μορφή.
Μαζί με τον Γιάννη Ράγκο και τον Δημοσθένη Παπαμάρκο συνθέσατε μια εξαιρετική έκδοση. Περιμένατε ότι θα έχετε και την ανάλογη ανταπόκριση;
Γνωρίζαμε πολύ καλά ότι εφόσον στο εξώφυλλο θα υπήρχε η λέξη «Ερωτόκριτος», αυτό θα ήταν από μόνο του αρκετό να ωθήσει πολλούς αναγνώστες να μπουν στον κόπο να το χαζέψουν από αγνή περιέργεια ή και να το αγοράσουν για να το διαβάσουν. Οπότε, υποθέταμε ότι γι’ αυτόν το λόγο στην αρχή θα υπήρχε σίγουρα μεγάλη κινητικότητα. Γνωρίζαμε επίσης πολύ καλά ότι ακριβώς επειδή στο εξώφυλλο υπήρχε η λέξη «Ερωτόκριτος» θα κριθούμε πολύ αυστηρά για το περιεχόμενο και αυτό ήταν που μας ένοιαζε κιόλας. Θέλαμε να μπορέσει το κόμικ να αντέξει ακόμα και στο πιο επικριτικό μάτι. Όταν πας να απεικονίσεις έναν κόσμο για μια ιστορία τόσο βαθιά ριζωμένη στη μνήμη των αναγνωστών και κόντρα σε όλες τις προηγούμενες απόπειρες απεικόνισής της, είναι λογικό να συναντήσεις αντιδράσεις και απογοητεύσεις. Εμείς συναντήσαμε λίγες. Επιπλέον, ακόμα και αυτοί που διατύπωσαν επιφυλάξεις, αναγνώρισαν ότι καμία από τις επιλογές μας δεν ήταν τυχαία και χωρίς τεκμηρίωση. Αυτό μας έδωσε και μας δίνει ακόμα μεγάλη χαρά.
Ερωτόκριτος Βιτσέντζος Κορνάρος Διασκευή: Δημοσθένης Παπαμάρκος, Γιάννης Ράγκος Εικονογράφηση: Γιώργος Γούσης Polaris 88 σελ. ISBN 978-960-6829-76-5 Τιμή: €12,00 |
Τον προηγούμενο αιώνα οι πλανόδιοι γυρολόγοι πουλούσαν φυλλάδες με τον Ερωτόκριτο. Γιατί αυτό το έργο γοήτευε τις γυναίκες;
Μιας και με ρωτάτε ειδικά για τις αναγνώστριες, μου δίνετε την ευκαιρία να μιλήσω για τον ανατρεπτικό και επαναστατικό χαρακτήρα της Αρετούσας, με την οποία ήταν φυσικό να ταυτίζονταν περισσότερο οι γυναίκες. Aν σκεφτούμε ότι το έργο γράφτηκε στις αρχές του 17ου αιώνα, μπορούμε να καταλάβουμε γιατί ο χαρακτήρας αυτός είναι τόσο ενδιαφέρον και ρηξικέλευθος όσον αφορά τη θέση της γυναίκας στα ιπποτικά μυθιστορήματα της Δύσης, όπου συνήθως εμφανίζεται ως «λάφυρο», ενώ τα νήματα της ιστορίας κινούν κυρίως οι άνδρες. Ο Ερωτόκριτος είναι απλά ευγενής, γιος πιστού συμβούλου του βασιλιά, και γι’ αυτό η πρότασή του να παντρευτεί την Αρετούσα παίρνει διάσταση προσβολής των θεσμών και της εξουσίας. Η πρόταση, όμως, έχει έρθει μετά από πίεση της Αρετούσας προς τον Ερωτόκριτο. Κι ενώ ο Ερωτόκριτος εξορίζεται, η Αρετούσα επίσης φυλακίζεται ως αποτέλεσμα της αντίθεσής της στην επιθυμία του βασιλιά πατέρα της να την παντρέψει παρά τη θέλησή της. Βλέπουμε, δηλαδή, τον αγώνα της γυναίκας για την κατάκτηση του ισότιμου λόγου απέναντι στον εξουσιαστικό ανδρικό λόγο, που εκπροσωπείται από την πατριαρχική φιγούρα του βασιλιά. Νομίζω αυτό και μόνο το στοιχείο θα ήταν αρκετό για να γοητεύσει την, σίγουρα καταπιεσμένη για τους ίδιους λόγους, αναγνώστρια των προηγούμενων αιώνων.
Ο έρωτας του Ερωτόκριτου είναι αγνός και ουσιαστικός για την Αρετούσα. Γιατί αυτή η αγάπη άντεξε παρά τις δυσκολίες που συνάντησε;
Προσωπικά δεν θα χαρακτήριζα αγνό κανέναν έρωτα, αλλά αυτό είναι άλλο θέμα. Η Αρετούσα είναι κόρη του βασιλιά, είμαι σίγουρος πως ο Ερωτόκριτος γνωρίζει πως μαζί της κερδίζει και την εξουσία. Σίγουρα, όμως, στην πορεία της ιστορίας ο έρωτάς του αποδεικνύεται ουσιαστικός. Παρ’ όλα αυτά, το βασικό στοιχείο εδώ είναι το πείσμα, το γινάτι απέναντι στους θεσμούς που τον απαγορεύουν, και οι απαγορεύσεις είναι «βούτυρο στο ψωμί» κάθε έρωτα. Τρέφεται από αυτές. Τον φαντασιώνομαι σαν έναν πολεμοχαρή στρατιώτη έξω από τα τείχη μιας πόλης, έτοιμο να την πολιορκήσει, και φαντάζομαι πόσο πολύ θα απογοητευόταν αν ξαφνικά άνοιγαν οι γιγάντιες πύλες και παραδίνονταν όλοι αμαχητί. Στον Ερωτόκριτο, το ζευγάρι συντάσσει τις δυνάμεις του, την ορμή και τα κότσια που τους προσφέρει ανοιχτόχερα ο έρωτας απέναντι σε κάτι ισχυρότερο, στην εξουσία. Την οποία όχι απλά την κερδίζουν, αλλά επιπλέον την αποκτούν. Το ερώτημα είναι βέβαια ποιο μπορεί να είναι το μέλλον, πώς θα χειριστούν τώρα αυτοί με τη σειρά τους την εξουσία. Και σ’ αυτό το ερώτημα δεν ήθελα να δώσουμε απάντηση, γιατί θα ήταν διδαχή. Γι’ αυτό και το κόμικ τελειώνει με τους δύο νέους να αδιαφορούν παντελώς για τη γιορτή που σηματοδοτεί την έναρξη της εξουσίας τους και να προχωρούν γοργά προς την άλλη γιορτή, τη δική τους, αυτήν της ολοκλήρωσης του έρωτα τους. Έτσι, το μέλλον παραμένει αβέβαιο.
Τα τελευταία χρόνια αρκετά κλασικά έργα μετατράπηκαν με τη γραφίδα του ζωγράφου σε κόμικ ή graphic novel. Στην αρχή υπήρξαν αντιδράσεις, αλλά τώρα κάμφθηκαν. Μήπως κάτι άλλαξε;
Καταρχάς, αυτό δεν συνέβη τα τελευταία χρόνια, αφού πολλοί άνθρωποι της προηγούμενης γενιάς είχαν την πρώτη τους επαφή με τα μεγάλα κλασικά κείμενα της λογοτεχνίας μέσω των «Κλασσικών Εικονογραφημένων» όταν ήταν παιδιά. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, πράγματι τα graphic novel με διασκευές ή θέματα που αφορούν το ευρύτερο ελληνικό κοινό έχουν αρχίσει να κερδίζουν το χώρο τους στην αγορά αλλά και στις βιβλιοθήκες των αναγνωστών. Πιστεύω πως αυτό έχει να κάνει κυρίως με το γεγονός ότι έχει ανέβει το επίπεδο των έργων που εκδίδονται και ταυτόχρονα πως το κοινό αρχίζει να εξοικειώνεται με το είδος και να το προσεγγίζει με περισσότερο σεβασμό. Αυτό που λείπει ακόμα είναι η εμπεριστατωμένη και με επιχειρήματα κριτική πάνω στα έργα. Σε αυτόν τον τομέα είμαστε ακόμα στο «μ’ αρέσει / δεν μ’ αρέσει».
Η περιπλάνηση για να ανακαλύψω τις εικονογραφικές μου αναφορές ήταν από τις πιο διασκεδαστικές και γοητευτικές στιγμές της δημιουργίας αυτού του κόμικ.
Έχετε πραγματοποιήσει πολλές εικονογραφήσεις, αλλά έχετε κάνει και πολλές άλλες δουλειές στο χώρο του βιβλίου. Η οικονομική κρίση δεν επηρέασε την έκδοση βιβλίων, ανάλογων με αυτά που κάνετε, καθώς έχουν μεγαλύτερο κόστος;
Νομίζω ότι την επηρέασε θετικά. Αυτό μπορεί να ακούγεται παράδοξο, αλλά δεν είναι. Η οικονομική κρίση ίσως να άνοιξε και το δρόμο προς την παραγωγή και έκδοση graphic novel διότι μειώθηκε η υπερπληθώρα εκδόσεων που είχαμε προ κρίσης, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί χώρος και ανάγκη στην αγορά για νέα προϊόντα και τα graphic novel, τουλάχιστον για τον Έλληνα αναγνώστη, είναι ένα πολύ φρέσκο, σχεδόν άγνωστο, προϊόν το οποίο ακόμα εξερευνά. Τα θέματα και οι ιστορίες που είναι ακόμα ανείπωτες σε αυτή την μορφή αφήγησης είναι ανεξάντλητες, ειδικά αν μιλάμε για ελληνικά θέματα. Το ότι έχουν λίγο μεγαλύτερο κόστος παραγωγής πιστεύω πως είναι αμελητέο γιατί προς το παρόν ο αριθμός των graphic novel που εκδίδονται ετησίως είναι μετρημένος στα δάχτυλα του ενός χεριού, απλώς μπορεί να κάνει έναν εκδότη πιο διστακτικό πριν αποφασίσει τι και γιατί θα εκδώσει, το οποίο δεν είναι απαραίτητα κακό.
Ποια βιβλία θα προτείνατε στους αναγνώστες μας να διαβάσουν;
Δεν είμαι δεινός αναγνώστης, αλλά μπορώ να αναφέρω πέντε βιβλία που πάντα επιπλέουν στη μνήμη μου όταν μιλάμε για ανάγνωση: Σφαγείο νούμερο πέντε, Κερτ Βόνεγκατ, Ούμπικ, Φίλιπ Κ. Ντικ, Μάους, Άρτ Σπίγκελμαν, Τα ποιήματα (1941-1971), Μανόλης Αναγνωστάκης, Χίλια εννιακόσια εβδομήντα τέσσερα, Ντέιβιντ Πις.
Ποιο είναι το πιο αγαπημένο σας βιβλίο;
Το Διπλό βιβλίο του Δημήτρη Χατζή.
Τι σας έμαθαν οι γονείς σας που το τηρείτε ακόμη;
Ως προς αυτό έχω σταθεί πολύ τυχερός στη ζωή μου, γιατί οι γονείς μου είχαν πραγματική όρεξη να μεγαλώσουν εμένα και τον αδερφό μου και προσπάθησαν πολύ για να μη γίνουμε άνθρωποι αχάριστοι και άπραγοι. Θυμάμαι πάντα μια πολύ ωραία κουβέντα που μου έλεγε ο πατέρας μου για να με παροτρύνει να μη μείνω στη σκιά του και να αναπτύξω τη δική μου ξεχωριστή προσωπικότητα. Έλεγε: «Εγώ θα είμαι ευτυχισμένος αν μεγαλώνοντας γίνω “ο πατέρας του Γιώργου”, ενώ θα είμαι δυστυχισμένος αν γίνεις εσύ “ο γιος του Σωτήρη”».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου