Γεννήθηκε το 1934 στου Ζωγράφου και μεγάλωσε σε μια πολύτεκνη οικογένεια. Ο πατέρας του εργαζόταν ως κουρέας ενώ ο ίδιος από μικρός έκανε δουλειές του ποδαριού για να συμβάλλει οικονομικά στο σπίτι. Το πρωί δουλειά, στη συνέχεια νυχτερινό σχολείο.
Ο Νίκος Κούρκουλος, το δεύτερο από τα τέσσερα αδέλφια, ξεκίνησε ως ποδοσφαιριστής του Παναθηναϊκού και από σύμπτωση έγινε ηθοποιός, όπως έλεγε και ο ίδιος επανειλημμένα
Σπούδασε στην δραματική σχολή του Εθνικού θεάτρου, στο πλευρό του Μάνου Κατράκη, από την οποία αποφοίτησε το 1958. Την πρώτη θεατρική του εμφάνιση έκανε στο έργο «Η κυρία με τις καμέλιες» με τον θίασο Λαμπέτη-Χορν (1958-1959). Στα 27 του χρόνια θα περνούσε την πόρτα της Φίνος Φιλμ αυτή τη φορά ως πρωταγωνιστής στον «Κατήφορο». Η μία επιτυχία διαδέχεται την άλλη θεατρικά και κινηματογραφικά. Πρωταγωνίστησε σε κοινωνικά δράματα, όπως «Κατήφορος», «Ορατότης Μηδέν», ενώ αξιόλογη ήταν και η ερμηνεία του σε πολεμικά δράματα όπως «Το Χώμα Βάφτηκε Κόκκινο». Από τη φιλμογραφία του δεν έλειψε και η παρουσία του σε ξενόγλωσσες ταινίες. Στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης πήρε δύο φορές το βραβείο α΄ ανδρικού ρόλου για την ερμηνεία του στις ταινίες «Οι Αδίστακτοι» και «Ο Αστραπόγιαννος».
Κι όμως η ζωή του επιφύλασσε δύο τραγωδίες που τον στοίχειωσαν και τις οποίες δεν θέλησε ποτέ να μοιραστεί με το κοινό που τόσο τον λάτρεψε. Άλλωστε ο πόνος του θανάτου με κανένα πόνο δεν συγκρίνεται…
Ο Στέφανος Κούρκουλος, ο αδερφός του Νίκου Κούρκουλου, πριν από μερικά χρόνια μίλησε στον δημοσιογράφο Γιώργο Λιάνη και στο ένθετο περιοδικό εφημερίδας με τίτλο «Μικρές βιογραφίες» για τις τραγωδίες της οικογένειας Κούρκουλου.
Ήταν το 1952 όταν ένας τυφώνας χτύπησε το πλοίο στο οποίο ταξίδευε ο πρωτότοκος γιος της οικογένειας Σπύρος. Το γκαζάδικο πλοίο με το οποίο ταξίδευε ο Σπύρος Κούρκουλος ως τρίτος πλοίαρχος κόπηκε στα δύο ανοιχτά της Βενεζουέλας. Σύμφωνα με μαρτυρίες αρχικά όλοι σώθηκαν. Ο καπετάνιος πήρε μαζί του σε μια μικρή βάρκα τον δεύτερο και τρίτο πλοίαρχο μαζί και τους δύο μηχανικούς. Η βάρκα που επέβαιναν ξεβράστηκε στις ακτές τις Βενεζουέλας, όπου οι κάτοικοι βρήκαν το άψυχο σώμα του καπετάνιου. Οι άλλοι δεν βρέθηκαν ποτέ, ενώ το ίδιο βράδυ του ναυαγίου ο Νίκος Κούρκουλος πετάχτηκε από τον ύπνο και είπε: «Μάνα, μεγάλο κακό θα μας βρει».
«Μας χώριζαν δεκαεπτά χρόνια με τον Νίκο. Μοιραία αφού χάθηκε για πάντα ο πρωτότοκος αδελφός μας ο Σπύρος, ο Νίκος έγινε για μένα όχι μόνο αδελφός αλλά και πατέρας. Ο πατέρας έλειπε από το σπίτι στο κουρείο και ο Νίκος αναπλήρωνε τα καθήκοντά του. Αυτός είναι που μου έμαθε να σέβομαι τη γυναίκα. Αυτός είναι που μου ενστάλαξε τις βασικές αρχές για τη ζωή μου. Και ήταν τόσο αυστηρός που μια μέρα με τραβούσε ένα χιλιόμετρο από το αυτί γιατί δεν ήθελα να πάω στο σχολείο, πράξη που επανέλαβε όταν δεν του άρεσε η συμπεριφορά μου σε ένα κορίτσι» είχε πει σε αυτή τη συνέντευξη ο Στέφανος Κούρκουλος περιγράφοντας το περιστατικό που στιγμάτισε για πάντα τις ζωές των μελών της οικογένειάς του.
Όταν πληροφορήθηκαν τα δυσάρεστα, όλοι κατέρρευσαν. Η μητέρα του ηθοποιού, δεν αποδέχτηκε ποτέ τον θάνατο του παιδιού της. Το γεγονός ότι το σώμα του δεν βρέθηκε, άφηνε μία μικρή ελπίδα να σιγοκαίει στην ψυχή της. Κάπου μέσα της πίστευε, ή ήλπιζε, ότι κάποια μέρα θα ανοίξει η πόρτα και θα τον δει να στέκεται μπροστά της.
Ο Νίκος Κούρκουλος συγκλονίστηκε από τον χαμό του αδελφού του. Ο ηθοποιός δεν μιλούσε ποτέ δημόσια για την οικογενειακή τραγωδία. Στις σπάνιες συνεντεύξεις που έδινε, προτιμούσε να μιλάει για τη μεγάλη του αγάπη το θέατρο, αλλά και για τον έρωτα, που όπως έλεγε, έπαιζε σημαντικό ρόλο στη ζωή του.
«Ήμουν το δεύτερο παιδί. Το νούμερο που, έτσι πιστεύω, είναι το πιο δυνατό τις περισσότερες φορές. Είναι η άμιλλα που αναπτύσσεται στο δευτερότοκο παιδί. Γεννιέται με το στίγμα, ότι ποτέ δεν θα γίνει πρώτο… ως παιδί ζει πάντα για να ξεπεράσει τον πρώτο αδελφό του. Εγώ τουλάχιστον, με αυτό βασανιζόμουν. Και εκεί ήταν ο αγώνας, εκεί έδινα τη μάχη. Ήμουν ένα παιδί που έβγαλε νυχτερινό γυμνάσιο, επειδή ήθελε να αποδείξει, νομίζω, ότι εγώ μπορώ να σπουδάζω και να φέρνω και λεφτά στο σπίτι. Πήγα, δούλεψα, πήγα και στο νυχτερινό γυμνάσιο και όλα τα λεφτά πήγαιναν στο σπίτι. Βέβαια, όλα αυτά δεν είχαν να κάνουν με τον αδελφό μου… Ο πρώτος αδελφός μου, ο Σπύρος, ήταν ένα εξαίρετο παιδί, το καλύτερο παιδί ή αν θέλεις, πολύ καλύτερο παιδί από μένα… Μετά από κάποια χρόνια, ένιωσα τύψεις για τη συμπεριφορά μου απέναντί του, και κάποια στιγμή του είπα: «Ποτέ δεν θα συγχωρήσω στον εαυτό μου, που σου φέρθηκα έτσι σαν πιτσιρικάς». Τον είχα πει κάποτε «χαραμοφάη». Είναι πολύ σκληρά τα παιδιά. Μερικές φορές είναι κακά πολύ. Ο αδελφός μου σπούδαζε, αλλά εγώ δεν καταλάβαινα τότε. Αυτός πήγαινε στη Σχολή Εμποροπλοιάρχων, άρα χαραμοφάης, ενώ εγώ ήμουν ο δουλευταράς, που πήγαινε και στο νυχτερινό. Τι ανόητος που ήμουν τότε, Θεέ μου, και πόσο άδικος» είχε πει ο Νίκος Κούρκουλος σε συνέντευξη του στο Θανάση Λάλα το 1998.
Ακόμα όμως και τότε, ο ηθοποιός δεν αναφέρθηκε συγκεκριμένα στον τραγικό χαμό του αδελφού του…
Ο θάνατος θα ξαναχτυπούσε την πόρτα της οικογένειας Κούρκουλου, και ακόμα ένα παιδί θα «χανόταν», ο τρίτος γιος.
Και αυτή η τραγική ιστορία της οικογένειας ήρθε στη δημοσιότητα, μετά από την συνέντευξη στον Γιώργο Λιάνη, του μικρότερου και τελευταίου αδελφού του ηθοποιού, του Στέφανου.
Ο Στέφανος Κούρκουλος είχε τελειώσει το Πολυτεχνείο και μαζί με τον αδελφό του, έχτιζαν πολυκατοικίες. Όταν έχτιζαν τη δεύτερη πολυκατοικία, ο τρίτος γιος βρισκόταν μαζί με τους εργάτες στην οικοδομή και μετρούσε τα τούβλα, όταν ξαφνικά έπεσε από την ταράτσα και σκοτώθηκε. Το θέμα δεν θα πάρει δημοσιότητα, αν και ο Νίκος ήταν ήδη ένας από τους πιο γνωστούς ηθοποιούς.
Και μπορεί ο ίδιος να μην μιλούσε ποτέ για το θάνατο των αδελφών του, αλλά η ψυχή του είχε μυηθεί στον βουβό πόνο.
Ποιος δεν θυμάται τον Νίκο Κούρκουλο στη σκηνή της ταινίας «Ορατότης Μηδέν». Η ένταση που βγάζει ο ηθοποιός την ώρα που καίει τα πράγματά του έξω από το σπίτι του λέγεται ότι οφείλεται στη μνήμη του αδελφού του, καθώς η ταινία αναφέρεται σε ένα θανατηφόρο, στημένο ναυάγιο.
Ο Νίκος Κούρκουλος δίνει μία από τις πιο συγκλονιστικές ερμηνείες στον ελληνικό κινηματογράφο. Την σκηνή ντύνει ένα από τα πιο θρυλικά κομμάτια στην ιστορία του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού. Το «Βρέχει φωτιά στη στράτα μου» των Μίμη Πλέσσα και Λευτέρη Παπαδόπουλου ακούστηκε για πρώτη φορά στην ταινία του Νίκου Φώσκολου από τον Στέλιο Διονυσίου και έκτοτε τραγουδήθηκε από μεγάλες φωνές και έφτασε στα χείλη χιλιάδων Ελλήνων.
Η συγκεκριμένη σκηνή περνάει στην ιστορία του ελληνικού σινεμά, ίσως γιατί για τον σπουδαίο ηθοποιό, η συναισθηματική φόρτιση του ήρωα δεν ήταν μόνο στο σενάριο…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου