Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2016

Ευγένιος Ντε Ζιλά: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Ευγένιος Ντε Ζιλά: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη


O Ευγένιος ντε Ζιλά γράφει στη διεθνή γλώσσα εσπεράντο. Είναι αρχισυντάκτης του εσπεραντικού περιοδικού «La Gazeto» και συγγραφέας, μεταξύ άλλων, των βιβλίων Kaj kiu pravas και La princo ce la hunoj. Πανεπιστημιακός και καθηγητής φιλοσοφίας σε λύκειο του Παρισιού, αποφάσισε με τη γυναίκα του να ζήσουν σε καράβι. Στο βιβλίο Να ζεις σε καράβι (εκδόσεις Θίνες) παρουσιάζονται διανθισμένες με πολλά στοιχεία για τη ζωή του και τα πνευματικά του ενδιαφέροντα οι πρώτες του εμπειρίες από τη θαλασσινή ζωή.
Το βιβλίο σας είναι πρωτότυπο. Γραμμένο εμπειρικά, περιέχει μια δύναμη αρκετή για να σε γοητεύσει. Πώς ξεκίνησε η ιδέα της συγγραφής;
Μετά από τις βλάβες που έπαθε το σκάφος στη ράδα της Πύλου, η σύζυγός μου έπρεπε να επιστρέψει στη Γαλλία για να ασχοληθεί με τα ασφαλιστικά θέματα, και έμεινα μόνος στο κατάστρωμα. Μέχρι την επιστροφή της δεν έπρεπε να αποκαταστήσω τις ζημιές, γιατί περίμενα τους εμπειρογνώμονες. Έτσι αποφάσισα να χρησιμοποιήσω το χρόνο μου καταγράφοντας το πρώτο μέρος του ταξιδιού μας. Νόμιζα ότι ήμουν αρκετά δυστυχής για να μπορέσω να γράψω κάτι ενδιαφέρον. Η Λένα, η γυναίκα μου, μόλις επέστρεψε ενθουσιάστηκε με τα πρώτα κεφάλαια του βιβλίου. «Για την ώρα», έλεγε, «τίποτα δεν είναι πιο σημαντικό από την ολοκλήρωση αυτού του βιβλίου». Έτσι, ο γύρος του κόσμου που είχαμε σχεδιάσει, σταμάτησε στη ράδα του Ναβαρίνου.
Στη ζωή λένε πρέπει να έχεις όνειρα. Αν πραγματοποιήσεις μερικά από αυτά τότε θα είσαι ευτυχισμένος. Ήταν όνειρο για εσάς η αγορά ενός σκάφους;
Δεν ονειρευόμαστε να αγοράσουμε σκάφος, μέχρι που προέκυψαν τα γεγονότα που περιγράφω στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου. Στη διάρκεια μιας εικοσαετίας είχαμε φτάσει με αυτοκίνητο μέχρι το νότο της Ινδίας. Δεν διαθέταμε ναυτική εμπειρία. H ιδέα της αγοράς ενός σκάφους προέκυψε διά της εις άτοπον απαγωγής: μόνο σ’ ένα σκάφος η ζωή του νομάδα που ονειρευόμαστε, χωρίς μόνιμη κατοικία, έμοιαζε εφικτή. Δεν είχαμε καμιά αμφιβολία για το τίμημα που έπρεπε να καταβάλουμε για την εκπαίδευση στη θάλασσα. Καταρχάς η θάλασσα σήμαινε για μας «μπόλικο νερό», μετά μάθαμε ότι ήταν ένα τέρας όμορφο και σκληρό, αλλά ήδη ήταν πολύ αργά για να αλλάξουμε κατεύθυνση.
H Μεσόγειος είναι ονειρική, μαγική, συναρπαστική. Κάτω από όλα αυτά τα βότσαλα των ακτών της κρύβονται δέκα χιλιάδες χρόνια της γνωστής και εκατό χιλιάδες χρόνια της άγνωστης ιστορίας. Όπου και να αγκυροβολούσαμε, έβγαιναν από τα μικρά συρτάρια του σκάφους ο Όμηρος, ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης…
Πώς νιώσατε όταν αγοράσατε το σκάφος; Δεν ήταν δαπανηρό όλο αυτό το σχέδιο;
To σχέδιό μας ήταν πολυδάπανο, αλλά εφικτό. Πουλήσαμε όλα τα υπάρχοντά μας. Το μισό από αυτό το ποσό έφτανε για την αγορά ενός σκάφους, το άλλο μισό αποτελούσε την εγγύηση για να επιβιώσουμε μια δεκαετία. Αλλά εξαιτίας της απειρίας μας πάθαμε πολλά ατυχήματα, που η επιδιόρθωσή τους καταβρόχθισε όλες τις οικονομίες μας. Η Λένα επέστρεφε στην εργασία της, που διαρκούσε ένα σχολικό έτος. Έτσι φτάσαμε στην ηλικία συνταξιοδότησης υγιείς και ευτυχείς.
Εργαστήκατε στο πανεπιστήμιο αλλά και ως καθηγητής στο λύκειο. Αν και είχατε μια καλή καριέρα, τα παρατήσατε όλα για να πραγματοποιήσετε το όνειρό σας. Άξιζε αυτή η μεγάλη απόφαση;
Ναι, άξιζε τον κόπο. Ποτέ δεν μετανιώσαμε για την απόφασή μας. Αν δεν είχαμε αποδράσει στη θάλασσα, δεν θα μπορούσα να γράψω τα βιβλία μου και η Λένα δεν θα μπορούσε να διαδώσει το διεθνές εσπεραντικό, πολιτιστικό περιοδικό «La Gazeto».
Είχατε συμπαραστάτη τη γυναίκα σας. Θα μπορούσατε να τα πραγματοποιήσετε όλα αυτά χωρίς τη βοήθειά της;
Με τεχνικούς όρους, θα μπορούσα να τα πραγματοποιήσω, αλλά δεν είχε τεθεί ποτέ αυτό το ερώτημα. Η Λένα δεν ήταν η βοηθός μου, αλλά η ισότιμη συνεργάτης μου για ένα κοινό στόχο: την ίδρυση αξιών για τη νέα λογοτεχνία της εσπεραντικής γλώσσας.
Με εντυπωσίασε το θάρρος σας να ταξιδέψετε με το σκάφος και να βγείτε ανοιχτά στο πέλαγος. Δεν φοβηθήκατε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού σας;
Στα επίγεια και θαλάσσια ταξίδια μας, η Λένα αποδείχθηκε αδιάβροχη στο φόβο, είχε απόλυτο αυτοέλεγχο. Όταν της έθεταν το ερώτημα αν φοβάται, απαντούσε γελώντας «Γιατί να φοβάμαι δίπλα στον σύζυγό μου;» Ενώ εγώ δεν είχα την πολυτέλεια του χρόνου για να φοβάμαι: έπρεπε να παρακολουθώ και να ενεργώ για πολλά πράγματα. Δεν γνώρισα ποτέ αυτό το είδος του φόβου που εμποδίζει τη δράση. Φυσικά, έχω βιώσει την κατάσταση της υπερδιέγερσης από έναν ξαφνικό μεγάλο κίνδυνο ‒ αυτή η κατάσταση απομακρύνει κάθε είδους ανησυχία για τον εαυτόν μας.
Η διαδρομή σας ήταν από τη Μασσαλία μέχρι την Πύλο. Γιατί διαλέξατε αυτή τη διαδρομή;
na zeis se karavi eswt
Να ζεις σε καράβι
Ευγένιος ντε Ζιλά
Μετάφραση: Μάνθα Χρήστου
Θίνες
336 σελ.
ISBN 978-960-80209-0-0
Τιμή: €12,78
Ξεκινήσαμε το ταξίδι μας από τη Μασσαλία με δύο φίλες, την Πατρίτσια και την Ντανιέλ, που όταν τελείωσαν οι διακοπές τους έπρεπε να τις αφήσουμε στο λιμάνι της Όλμπια, στη Σαρδηνία. Από εκεί, το σχέδιό μας προς την Ανατολή, περνούσε από το στενό της Μεσσήνης, και o σύντομος δρόμος για να φτάσουμε στην Ελλάδα οδηγούσε στην Πύλο.
Η πορεία στη θάλασσα, τα μικρά αγκυροβόλια, οι φάροι. Ονειρικές διαδρομές. Είναι τόσο μαγευτική η Μεσόγειος;
Ναι, η Μεσόγειος είναι ονειρική, μαγική, συναρπαστική. Κάτω από όλα αυτά τα βότσαλα των ακτών της κρύβονται δέκα χιλιάδες χρόνια της γνωστής και εκατό χιλιάδες χρόνια της άγνωστης ιστορίας. Όπου και να αγκυροβολούσαμε, έβγαιναν από τα μικρά συρτάρια του σκάφους ο Όμηρος, ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης και οι τουριστικοί οδηγοί. Η Λένα ήταν ιστορικός με ακόρεστη δίψα για γνώση. Εγώ περνούσα το χρόνο μου προσθέτοντας τους μύθους και τα όνειρά μου στην Ιστορία.
Μου άρεσε η περιγραφή του ταξιδιού σας στην Πύλο. Εκεί συναντήσατε φιλόξενους Έλληνες. Υπάρχει κάτι άλλο που σας έμεινε από εκείνη την παραμονή;
Ναι, συναντήσαμε πολλούς. Τα φαντάσματα της ιστορίας κατοικούν στην Πύλο και γύρω τριγύρω στη ράδας του Ναβαρίνου. Δύο ναυμαχίες, μοναδικές από την άποψη της στρατηγικής, αν και απέχουν μεταξύ τους δύο χιλιετίες, εκτυλίχθηκαν σε αυτήν τη ράδα, συνενώνοντας την ελληνική ιστορία με την ευρωπαϊκή. Η γραμμική Β, που ανακαλύφθηκε στο παλάτι του Νέστορα, μεταφέρει την ιστορία της ελληνικής γλώσσας στον πόλεμο της Τροίας. Στο μικρό μουσείο της Πύλου είδα ρόδινες αιχμές, σε σχήμα καρδιάς, από βέλη της νεολιθικής περιόδου, που πουθενά αλλού δεν έχω δει. Στο νησί της Σφακτηρίας συνέβη κάτι αδιανόητο: παραδόθηκαν οι Σπαρτιάτες... κι άλλα, κι άλλα! Θα ήθελα να γράψω ένα μυθιστόρημα, του οποίου ο ήρωας θα είχε λάβει μέρος στη ναυμαχία του Ναβαρίνου. Υπάρχουν, επίσης, και δυσάρεστες αναμνήσεις: μια θύελλα 11 μποφόρ μέσα στο λιμάνι της Πύλου, μια άλλη «μόνο» 10 μποφόρ, με την οποία σχεδόν έχασα το σκάφος, ο θάνατος δύο φίλων, μερικοί έμποροι άπληστοι για χρήμα, μερικοί αξιωματούχοι άπληστοι για εξουσία. Το σημαντικό είναι ότι η ράδα του Ναβαρίνου έγινε η δεύτερη πατρίδα μου.
Μου άρεσε η περιγραφή του ζεϊμπέκικου και τα αισθήματα των Ελλήνων όταν χόρευαν και έδιναν όλο το είναι τους. Γιατί στο χορό οι άνθρωποι απελευθερώνονται;
Έχουν γίνει πολλές συζητήσεις για «τη γλώσσα του σώματος». Δεν ξέρω αν είναι όντως απελευθερωτική. Ο Ζορμπάς γίνεται αντιληπτός από έναν ξένο διαμέσω του χορού. Οι κινήσεις που περιγράφονται από τον χορευτή (κινήσεις επανάστασης, σεξουαλικότητας, τρυφεράδας, επιθετικότητας, της εργασίας, της μάχης) απευθύνονται στο υποσυνείδητο, όχι στη λογική. Ο ρυθμός και η μουσική γεμίζουν με συναίσθημα της κινήσεις του χορευτή. Ίσως αυτό σημαίνει απελευθέρωση, ότι ο χορευτής μπορεί να διαφύγει από την πολιτιστική υποταγή της καθομιλουμένης γλώσσας.
Η διαδρομή σας μοιάζει με το ταξίδι της επιστροφής του Οδυσσέα στην Ιθάκη. Γιατί ακόμη και σήμερα υπάρχει μια κρυφή γοητεία και αγάπη στη θάλασσα;
Το γιατί η θάλασσα αποτελεί αντικείμενο αγάπης και γοητείας, δεν το γνωρίζω, αλλά είναι. Για τους ναυτικούς μοιάζει με την αγάπη για την πατρίδα, η θάλασσα στα δίνει όλα και στα παίρνει όλα πίσω. Είναι η μάνα, η ερωμένη, ερωμένη και τύραννος ταυτόχρονα, όπως η πατρίδα, εξαρτώμαστε από αυτή και την αγαπάμε. Μια μέρα ο φίλος μου, ο Βασίλης Πιλώτης, στο στενό της Κορίνθου, ενώ παλεύαμε με μια θάλασσα πάνω από 9 μποφόρ, μου έθεσε το ίδιο ερώτημα, και μετά πολύ συχνά σχολίαζε την απάντησή μου μισοσοβαρά και παρερμηνεύοντας λίγο: «Η θάλασσα είναι μια γυναίκα όμορφη και τρομερή, που μας έχει γοητεύσει. Τώρα μας περιπαίζει, μας παραπλανάει και εμείς είμαστε ανίκανοι να σταματήσουμε να την αγαπάμε».
Από τότε μέχρι σήμερα, επισκεφτήκατε ξανά την Ελλάδα;
Από τα γεγονότα που εξιστορούνται στο βιβλίο, μέχρι το θάνατο της γυναίκας μου το 2009, ζούσα συνεχώς στο σκάφος μας, και τον περισσότερο χρόνο στα ελληνικά ύδατα. Μετά το θάνατο της Λένας έπρεπε να μοιράσω το χρόνο μου ανάμεσα στη Γαλλία, την Ουγγαρία και την Ελλάδα. Στην Ελλάδα περνώ πέντε μήνες κάθε χρόνο, αυτό σημαίνει ότι εδώ και 26 χρόνια επιστρέφω κάθε χρόνο στην Ελλάδα και μένω πέντε μήνες.
Eδώ και 22 χρόνια, από την εμφάνιση αυτού του βιβλίου, βρίσκομαι συνέχεια στο σκάφος μου. Έχουν περάσει 27 χρόνια από τότε που όλοι «οι εμπειρογνώμονες» δήλωναν ότι η περιπέτειά μας θα διαρκέσει έξι μήνες, το πολύ έναν χρόνο.
Το βιβλίο σας αγκαλιάστηκε από τους αναγνώστες. Τι σημαίνει αυτό για εσάς που το γράψατε;
Έχουν περάσει πάνω από είκοσι χρόνια, όταν το βιβλίο εμφανίστηκε σε μια συνάντηση εσπεραντιστών, μια όμορφη γυναίκα με πράσινα σμαραγδένια μάτια μου απευθύνεται: «Εσείς κύριε είστε ο συγγραφέας του βιβλίου Να ζεις σε καράβι;». Ήταν εντελώς άγνωστη σε μένα, αλλά πολύ γνωστή στους άλλους. «Δώστε μου το χέρι σας!». «Εντάξει, μια χειραψία», σκέφτηκα και της το έδωσα. Έσκυψε πάνω στο χέρι μου και το φίλησε. Αυτό μ’ ενόχλησε φοβερά. Οι άλλοι γύρω μας τη χειροκρότησαν. Πέρυσι στη μαρίνα της Πύλου ο εκπαιδευτής του καγιάκ, από το μέσο του στολίσκου των καγιάκ καθώς περνούσε δίπλα από το σκάφος μου, μου φώναξε: «Διάβασα το βιβλίο σας και μου άρεσε πολύ». Αναστατώθηκα πολύ, όχι επειδή με εγκωμίασε αλλά από χαρά, η οποία μου έδεσε κόμπο το λαιμό και μ’ εμπόδισε να απαντήσω. Τρομάζω που είμαι ένας δημόσιος άντρας, αλλά θα έδινα ό,τι έχω και δεν έχω για να με διαβάζουν. Είμαι όπως όλοι οι συγγραφείς, χωρίς να το θέλω μάταιος και ματαιόδοξος. Οι αναγνώστες που αγαπούν το βιβλίο μου αποτελούν τον Παράδεισο που εγκαθίσταται γύρω από το γέρικο πλοίο μου.
Ποια ήταν η απήχηση του βιβλίου σε άλλες γλώσσες;
Πραγματικά δεν γνωρίζω. Το βιβλίο έχει εκδοθεί εδώ και πάνω από είκοσι χρόνια. Η γυναίκα μου ασχολούνταν με τις μεταφράσεις, τους εκδότες, με όλα. Το καθήκον μου ήταν αποκλειστικά η συγγραφή. Θυμάμαι ότι η μετάφραση στα σλοβενικά είχε επιτυχία, και ότι αντιστεκόμουν σε μια έκδοση του βιβλίου στα γαλλικά που ήταν γεμάτη παρανοήσεις.
Τι θα θέλατε να απευθύνετε στους αναγνώστες που θα διαβάσουν τη συνέντευξή σας;
Θα ήθελα οι αναγνώστες μου να γνωρίζουν ότι εδώ και 22 χρόνια, από την εμφάνιση αυτού του βιβλίου, βρίσκομαι συνέχεια στο σκάφος μου. Έχουν περάσει 27 χρόνια από τότε που όλοι «οι εμπειρογνώμονες» δήλωναν ότι η περιπέτειά μας θα διαρκέσει έξι μήνες, το πολύ έναν χρόνο. Οι ψυχολόγοι είχαν προβλέψει ότι η γυναίκα μου θα μ’ εγκατέλειπε το πολύ μέσα σε δύο χρόνια, γιατί μια «σύγχρονη» γυναίκα δεν μπορεί να ζήσει μέσα στον άβολο, ανδροπρεπή χώρο ενός μικρού σκάφους. Είναι αλήθεια ότι μ’ εγκατέλειψε: πέθανε στην αγκαλιά μου, πριν από επτά χρόνια. Κατά τη διάρκεια των 18 χρόνων που ζούσαμε μαζί στο σκάφος και στα γράμματα των φίλων, έγραφε ότι ήταν ευτυχισμένη. Έλεγε ότι η ζωή στη θάλασσα την απελευθέρωνε από τις έγνοιες του νοικοκυριού, και ότι είχε ελεύθερο χρόνο για πνευματική ζωή. Μιλούσε για δεσμούς, σχεδόν φυλετικούς, που πλέκονταν μεταξύ των ανθρώπων που ζουν στο σκάφος. Αυτοί οι δεσμοί αναπληρώνουν με περιπετειώδη τρόπο τους καταναγκασμούς της κοσμικής ζωής. Το βιβλίο μου περιγράφει το δύσκολο ξεκίνημα της ζωής μας πάνω στη θάλασσα και ολοκληρώνεται με ένα ερωτηματικό: είναι εφικτό να αποσύρεται κανείς σ’ ένα σκάφος από μια κοινωνική ζωή «κανονική»; Η απάντησή μου δεν είναι ακόμη οριστική: είμαι σχεδόν 78 ετών και ζω ακόμα. Θα ήθελα να τερματίσω τη ζωή μου πάνω στο Kerguelen, το σκάφος μου.
Βιβλίο & Τέχνες | diastixo.gr
Κατηγορία: ΞΕΝΟΙ
κείμενο: Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου