Λόγος
για τη φωτογραφία ή λόγος με αφορμή τη φωτογραφία; Μια εικόνα όσο
χίλιες λέξεις ή μια εικόνα είναι ένας κόσμος που δεν βλέπεις με γυμνούς
οφθαλμούς;
«Αν τα όμορφα τοπία μπορούσαν να φαγωθούν, τότε θα φωτογραφίζονταν λιγότερο», γράφει ο Μισέλ Τουρνιέ στο μυθιστόρημά του Ο Βασιλιάς των Σκλήθρων. Φωτογραφίζουμε άραγε αυτό που δεν μπορούμε να αποκτήσουμε, να αναλώσουμε αλλιώς, όπως ο Τιφώζ, ήρωας του παραπάνω μυθιστορήματος, που «αιχμαλωτίζει» με τη φωτογραφική του μηχανή μικρά παιδιά; Ή όπως ο κινηματογραφικός ήρωας του Μάικλ Πάουελ στην ταινία Ο Ηδονοβλεψίας, που ταυτίζει ερωτική συνεύρεση με φωτογράφιση και δολοφονία του αντικειμένου του πόθου του; Ή, μήπως, πρόκειται για αισθητική αρχή, όπως αυτή που εισήγαγε με τους πίνακές του ο Νταλί, με την αποκαλούμενη «βρώσιμη ομορφιά» των αντικειμένων, και εφάρμοσαν στις λήψεις τους οι σουρρεαλιστές φωτογράφοι;
Αρχικό ερέθισμα για να καταπιαστώ με τη θεωρητική αυτή μελέτη για τη φωτογραφία υπήρξε το «κέντρισμα» ή, όπως θα έλεγε ο Ρολάν Μπαρτ, το «punctum» που μου προκάλεσε η θέαση, για πρώτη φορά, των φωτογραφιών του σουρρεαλιστή φωτογράφου Ραούλ Υμπάκ.
Αυτή η άλλη πραγματικότητα συλλαμβάνεται από τον φακό του σουρρεαλιστή φωτογράφου ακόμη και όταν αυτός φωτογραφίζει την πλέον κοινότοπη πραγματικότητα: στις φωτογραφίες του Ζακ-Αντρέ Μπουαφφάρ που ενσωματώνει στο βιβλίο του Νάντια, ο Αντρέ Μπρετόν δεν βλέπει τόπους, δρόμους, οικήματα, αλλά σημάδια προς αποκρυπτογράφηση.
Είχε ορθά ειπωθεί ότι ο αναλφάβητος του μέλλοντος δεν θα είναι αυτός
που δεν θα γνωρίζει γραφή, αλλά εκείνος που δεν θα μπορεί να «διαβάσει»
μια εικόνα. Το μέλλον αυτό είναι το παρόν μας, καθώς κατακλυζόμαστε από
εικόνες παντός είδους – η σωστή τους ανάγνωση είναι αναγκαία προϋπόθεση
για να διαβάζουμε σωστά τον κόσμο μας, την καθημερινότητά μας.
Με τη Γλώσσα της Εικόνας, και με αφορμή την πλούσια σε
σημεία και κώδικες σουρρεαλιστική φωτογραφική εικόνα, επιχειρώ να
αναδείξω τα εργαλεία ανάγνωσης κάθε εικόνας μέσω σημειωτικής,
κοινωνιολογικής, ανθρωπολογικής προσέγγισης, ώστε να αποκαλυφθούν οι
ιδεολογικοί και αισθητικοί μηχανισμοί που υπερκαθορίζουν το εκάστοτε
εικονικό μήνυμα και τη σχέση του με το γλωσσικό του περικείμενο
(λεζάντα, συνοδευτικό κείμενο, σχόλιο κ.λπ.).
Η σχέση λόγου και εικόνας υπήρξε ένας άλλος τομέας προβληματισμού μου: σχέση πολύτροπη που η λογοτεχνία γενικά δεν την άφησε ανεκμετάλλευτη. Επιπλέον, κάθε εικόνα είναι ένα «κείμενο», με παραδειγματικές και συνταγματικές σχέσεις να διέπουν τη δόμηση των επιμέρους στοιχείων της, με οργάνωση των αφηγηματικών τροπικοτήτων της, με χειρισμό των επικοινωνιακών λειτουργιών της.
Η φωτογραφική εικόνα είναι ταυτόχρονα μια σκηνή: διαθέτει αρχιτεκτονική, διευθέτηση του χώρου και των αναπαριστώμενων αντικειμένων, φωτισμούς, σκηνικό πλαίσιο και υπονοούμενους εξωσκηνικούς χώρους, που όλα υπόκεινται στη σκηνοθετική χειρονομία του φωτογράφου. Η θεωρία του θεάτρου την οποία υπηρετώ μπορεί να βρει εξίσου πρόσφορο έδαφος εφαρμογής της στη φωτογραφική «σκηνή».
Η εικόνα είναι ο μύθος του πραγματικού: εμπεριέχει τη μυθολογία του Νάρκισσου και της Μέδουσας. Τον βιωμένο χρόνο και το απολίθωμα. Η φωτογραφική εικόνα αναδεικνύει τη φευγαλέα ομορφιά του αναπαριστώμενου και ταυτόχρονα το δολοφονεί. Η συνειδητοποίηση αυτής της αλήθειας κατά την έρευνα και συγγραφή αυτού του βιβλίου άνοιξε πρώτιστα σε μένα μιαν άλλη οδό θέασης των εικόνων της καθημερινότητάς μου.
«Αν τα όμορφα τοπία μπορούσαν να φαγωθούν, τότε θα φωτογραφίζονταν λιγότερο», γράφει ο Μισέλ Τουρνιέ στο μυθιστόρημά του Ο Βασιλιάς των Σκλήθρων. Φωτογραφίζουμε άραγε αυτό που δεν μπορούμε να αποκτήσουμε, να αναλώσουμε αλλιώς, όπως ο Τιφώζ, ήρωας του παραπάνω μυθιστορήματος, που «αιχμαλωτίζει» με τη φωτογραφική του μηχανή μικρά παιδιά; Ή όπως ο κινηματογραφικός ήρωας του Μάικλ Πάουελ στην ταινία Ο Ηδονοβλεψίας, που ταυτίζει ερωτική συνεύρεση με φωτογράφιση και δολοφονία του αντικειμένου του πόθου του; Ή, μήπως, πρόκειται για αισθητική αρχή, όπως αυτή που εισήγαγε με τους πίνακές του ο Νταλί, με την αποκαλούμενη «βρώσιμη ομορφιά» των αντικειμένων, και εφάρμοσαν στις λήψεις τους οι σουρρεαλιστές φωτογράφοι;
Αρχικό ερέθισμα για να καταπιαστώ με τη θεωρητική αυτή μελέτη για τη φωτογραφία υπήρξε το «κέντρισμα» ή, όπως θα έλεγε ο Ρολάν Μπαρτ, το «punctum» που μου προκάλεσε η θέαση, για πρώτη φορά, των φωτογραφιών του σουρρεαλιστή φωτογράφου Ραούλ Υμπάκ.
Η εικόνα είναι ο μύθος του πραγματικού: εμπεριέχει τη μυθολογία του Νάρκισσου και της Μέδουσας. Τον βιωμένο χρόνο και το απολίθωμα. Η φωτογραφική εικόνα αναδεικνύει τη φευγαλέα ομορφιά του αναπαριστώμενου και ταυτόχρονα το δολοφονεί. Η συνειδητοποίηση αυτής της αλήθειας κατά την έρευνα και συγγραφή αυτού του βιβλίου άνοιξε πρώτιστα σε μένα μιαν άλλη οδό θέασης των εικόνων της καθημερινότητάς μου.Από την ανάγκη να κατανοήσω αυτά τα εκ πρώτης όψεως παράδοξα φωτογραφικά δοκίμια έθεσα στον εαυτό μου μια σειρά από ερωτήματα που έπρεπε να απαντηθούν: Ποια η σχέση της σουρρεαλιστικής φωτογραφίας με την πραγματικότητα, σχέση έως τότε δεδομένη αφού η φωτογραφία χαρακτηρίστηκε από τις απαρχές της εμφάνισής της ως πιστό αντίγραφο του πραγματικού; Αν η σύγχρονη ψηφιακή εικόνα έχει ακυρώσει την αναπαραστατική σχέση που συνδέει πραγματικότητα και φωτογραφία λόγω ποικίλων επεξεργασιών, διαπίστωσα ότι οι σουρρεαλιστές φωτογράφοι διασάλευσαν πρώτοι αυτοί, με πρωτόγονα μέσα και τεχνικές, την παραπάνω σχέση αποδεικνύοντας τα «ψεύδη» της φωτογραφίας: αναζητώντας έναν κόσμο πάνω και πέρα από τον πραγματικό αλλά εντός του πραγματικού έφεραν στην επιφάνεια, αποτυπώνοντάς τον, τον αόρατο κόσμο που συλλαμβάνει το «άγριο», μη πολιτισμικά βεβαρυμμένο και μη ετεροκατευθυνόμενο μάτι του σουρρεαλιστή φωτογράφου. Στην ουσία, ανέδειξαν το ατελές της όρασής μας, την αδυναμία μας να συλλάβουμε, «κοιτάζοντας» απλώς τον κόσμο που μας περιβάλλει, όσα αυτός περικλείει: ο Αντονιόνι, με το Blow Up ανέδειξε αυτό το επισφαλές της όρασής μας: την αποκάλυψη του «αληθινού» όχι μέσω της υλικής παρουσίας και θέασης, αλλά στη φωτογραφική του (ανα)παράσταση.
Αυτή η άλλη πραγματικότητα συλλαμβάνεται από τον φακό του σουρρεαλιστή φωτογράφου ακόμη και όταν αυτός φωτογραφίζει την πλέον κοινότοπη πραγματικότητα: στις φωτογραφίες του Ζακ-Αντρέ Μπουαφφάρ που ενσωματώνει στο βιβλίο του Νάντια, ο Αντρέ Μπρετόν δεν βλέπει τόπους, δρόμους, οικήματα, αλλά σημάδια προς αποκρυπτογράφηση.
Η γλώσσα της εικόνας |
Η σχέση λόγου και εικόνας υπήρξε ένας άλλος τομέας προβληματισμού μου: σχέση πολύτροπη που η λογοτεχνία γενικά δεν την άφησε ανεκμετάλλευτη. Επιπλέον, κάθε εικόνα είναι ένα «κείμενο», με παραδειγματικές και συνταγματικές σχέσεις να διέπουν τη δόμηση των επιμέρους στοιχείων της, με οργάνωση των αφηγηματικών τροπικοτήτων της, με χειρισμό των επικοινωνιακών λειτουργιών της.
Η φωτογραφική εικόνα είναι ταυτόχρονα μια σκηνή: διαθέτει αρχιτεκτονική, διευθέτηση του χώρου και των αναπαριστώμενων αντικειμένων, φωτισμούς, σκηνικό πλαίσιο και υπονοούμενους εξωσκηνικούς χώρους, που όλα υπόκεινται στη σκηνοθετική χειρονομία του φωτογράφου. Η θεωρία του θεάτρου την οποία υπηρετώ μπορεί να βρει εξίσου πρόσφορο έδαφος εφαρμογής της στη φωτογραφική «σκηνή».
Η εικόνα είναι ο μύθος του πραγματικού: εμπεριέχει τη μυθολογία του Νάρκισσου και της Μέδουσας. Τον βιωμένο χρόνο και το απολίθωμα. Η φωτογραφική εικόνα αναδεικνύει τη φευγαλέα ομορφιά του αναπαριστώμενου και ταυτόχρονα το δολοφονεί. Η συνειδητοποίηση αυτής της αλήθειας κατά την έρευνα και συγγραφή αυτού του βιβλίου άνοιξε πρώτιστα σε μένα μιαν άλλη οδό θέασης των εικόνων της καθημερινότητάς μου.
Η γλώσσα της εικόνας
Φωτογραφία και σουρρεαλισμός με τον φακό του Raoul Ubac
Δημήτρης Τσατσούλης
Εκδόσεις Παπαζήση
407 σελ.
Τιμή € 26,63
Φωτογραφία και σουρρεαλισμός με τον φακό του Raoul Ubac
Δημήτρης Τσατσούλης
Εκδόσεις Παπαζήση
407 σελ.
Τιμή € 26,63
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου