Ο συνήθης, παραδοσιακός τρόπος προσέγγισης, μελέτης, ερμηνείας και, τελικά, απόλαυσης της ποίησης περνάει μέσα από τη νόηση, μέσα από τη λογική διεργασία και επεξεργασία στην οποία υποβάλλει ο νους το ποιητικό κείμενο. Μοιάζει, τη στιγμή εκείνη, κάθε άλλη λειτουργία και δραστηριότητα να υπολειτουργεί και, τις περισσότερες φορές, να αδρανοποιείται. Ο λόγος, βέβαια, είναι κυρίως για τις αισθήσεις και τον τρόπο με τον οποίο αυτές βοηθούν τον άνθρωπο να αντιληφθεί και να εναρμονίσει την ύπαρξή του μέσα στον περιβάλλοντα χωροχρόνο. Γιατί αυτές παύουν να αποτελούν τη δύναμη εκείνη με την οποία ο άνθρωπος χαράσσει τα εσωτερικά και εξωτερικά του περιγράμματα και τίθενται υπό τη σκέπη της νόησης, που καθοδηγεί και εμπνέει την πρόσληψη. Αυτό, όπως είναι φυσικό, περιορίζει τον ορίζοντα της τελευταίας, αφού την απομακρύνει και την αποκόπτει από τη δυνατότητα της αισθητηριακής απόλαυσης του ποιήματος, από το ενδεχόμενο μιας άλλης, διαφοροποιημένης ενατένισης της ποιητικής σύνθεσης ως διεγερτικής των αισθήσεων και όχι μόνο ως ερεθίσματος των διανοητικών μηχανισμών.
Από αυτή την άποψη, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η αναζήτηση και η διάνοιξη ενός διαφορετικού δρόμου για την ποιητική απόλαυση, ενός δρόμου που περνά μέσα από τις αισθήσεις, που τις καθιστά όχημα και απόληξή της. Πρόκειται βασικά για μια διαισθητική διαδικασία, που αναγνωρίζει στο ποίημα τους πυρήνες διαμόρφωσης μιας εμπειρίας στην οποία άλλοτε προεξάρχει η αφή, άλλοτε η όραση, άλλοτε η ακοή και, δευτερευόντως, η γεύση και η όσφρηση. Από αυτές ίσως, μάλιστα, να είναι η όραση και η ακοή που μοιάζουν πιο έτοιμες και πρόθυμες στην επιστράτευσή τους για την πρόσληψη, την κατανόηση και την τέρψη που προκαλεί και προσφέρει ένα ποίημα. Γιατί πολύ συχνά ο αναγνώστης διαμορφώνει την εντύπωση ότι διαβάζοντας ένα ποίημα αναπαριστά, με τη δύναμη της φαντασίας και της ανάκλησης, μια σειρά από εικόνες που ζωντανεύουν μπροστά του για να κερδίσουν, τελικά, την «οραματική» του προσήλωση, την εξεικονιστική του επίδοση. Ακόμα πιο συχνή, όμως, είναι η εντύπωση ότι το ποίημα δεν απευθύνεται μόνο, αλλά ότι κυριολεκτικά στοχεύει στην ακοή καθιστώντας την το ενδιάμεσο εκείνο δοχείο στο οποίο σταθμεύει ο ποιητικός λόγος για να διοχετευθεί έπειτα στη συνείδηση, τη νόηση και τη μνήμη.
Αυτό το τελευταίο, βεβαίως, δεν μπορεί παρά να συνδέεται με τις απαρχές της ποίησης, με τις ρίζες της που τοποθετούνται στην προφορική έκφραση, στο τραγούδι, τη ρυθμική απαγγελία και, γενικότερα, στη μουσικότητα και τη ρυθμικότητα του λόγου που επιδιώκει να συνδεθεί με τη μελωδία και να την αφήσει να εισδύσει και, γιατί όχι, να μεταμορφώσει το νόημα και το μήνυμά του. Μια τέτοια σύνδεση, λοιπόν, μπορεί κανείς να διαπιστώσει στην περίπτωση της τελευταίας ποιητικής συλλογής του Στρατή Πασχάλη, που συστήνεται με τον χαρακτηριστικό τίτλο Το βαλς του Ορφέα και τον κατατοπιστικό υπότιτλο «Στίχοι γραμμένοι για τη σκηνή». Πρόκειται για ένα σύνολο ποιημάτων που συνετέθησαν με σκοπό την επένδυσή τους με μουσική και με τραγούδι για την από σκηνής παρουσίασή τους. Συναντάμε, δηλαδή, εδώ έναν τριπλό μετεωρισμό, μια τριπλή εξακτίνωση. Θέατρο, μουσική και λόγος συνυφαίνονται και εκβάλλουν σε ένα αποτέλεσμα από τα πιο ελκυστικά, καθώς προσφέρεται για τη διαπίστωση του τρόπου με τον οποίο η μουσικότητα επενεργεί στο ποιητικό σύνθεμα και το μετατρέπει από λόγο, κυριολεκτικά, σε έργο.
Γιατί δεν είναι μόνο η τραγουδιστική ποιότητα των στίχων, είναι και η διαμόρφωσή τους σύμφωνα με την προοπτική της απεύθυνσης σε ένα κοινό το οποίο δεν θα προσλαμβάνει μονάχα μέσω της ακοής, αλλά και μέσω της όρασης και της σκέψης. Πρόκειται δηλαδή για μια διάνοιξη του ποιητικού πεδίου ή, μάλλον, για μια επαναφορά του στο παρελθόν, τότε που η ποίηση ήταν αξεχώριστα δεμένη με το δρώμενο και με τη μουσική και ο λόγος βρισκόταν όχι σε υποδεέστερη, οπωσδήποτε όμως σε μια θέση που δεν εμπόδιζε την επιστράτευση όλων των αισθητηριακών λειτουργιών για την πρόσληψη και την αποτίμησή του. Αυτό, βεβαίως, δεν έχει σημασία και αξία μόνο στο επίπεδο της μελέτης και της φιλολογικής έρευνας, αλλά και σε αυτό της ίδιας της δημιουργίας. Γιατί προσανατολίζει τον δημιουργό σε μια περιοχή όπου η νοησιαρχία, η αιτιοκρατία, η ορθοφροσύνη ατονούν για να αναφανεί το ένστικτο ως κατευθυντήρια δύναμη της έμπνευσης, της σύλληψης, της γραφής. Και είναι τόσο φανερή η αλλαγή στη μέθοδο και τον προσανατολισμό που, αυτομάτως, διαμορφώνει μια ξεχωριστή περιοχή μέσα στο ποιητικό σώμα, ένα έδαφος στο οποίο το νόημα βλασταίνει με ιδιαίτερη ευκολία καθώς συνυφαίνεται με τη μελωδία και τον ρυθμό.
Αναλαμβάνει το δύσκολο αλλά και γοητευτικό έργο να τεχνουργήσει τις γέφυρες εκείνες που ενώνουν τα είδη, τους καλλιτέχνες, το κοινό, τις εκφράσεις και εκφάνσεις του ανθρώπινου ψυχισμού και της καλλιτεχνικής συνθήκης.
Οι στίχοι όμως αυτοί, που γράφτηκαν για τη σκηνή, δεν παύουν να είναι λόγος και μάλιστα λόγος έντεχνα καλλιεργημένος, έτσι που να προσφέρεται και για την εναπόθεσή του στο χαρτί και την ανάγνωσή του ως λεκτική κατασκευή που έρχεται για να συμπληρώσει, να φωτίσει, να ερμηνεύσει ένα άλλο έργο μέσα στο οποίο τοποθετείται εν είδει διαλείμματος ή τομής. Και είναι τέτοια η ποιότητα και ο χαρακτήρας των τομών αυτών, που μπορούν ταυτόχρονα να αποτελούν κομμάτι μιας ευρύτερης σύνθεσης και αυτοτελείς και αυτόνομες δημιουργίες με τη δική τους εμβέλεια και αυτοδυναμία. Ο Στρατής Πασχάλης, λοιπόν, με τα ποιητικά του αυτά κείμενα ανοίγει έναν διάλογο με κείμενα και με συγγραφείς και αναλαμβάνει το δύσκολο αλλά και γοητευτικό έργο να τεχνουργήσει τις γέφυρες εκείνες που ενώνουν τα είδη, τους καλλιτέχνες, το κοινό, τις εκφράσεις και εκφάνσεις του ανθρώπινου ψυχισμού και της καλλιτεχνικής συνθήκης. Χαρακτηριστικό είναι το ποίημα «Ο έρωτας κρυφά παραμονεύει», που συνετέθη ειδικά για την παράσταση του έργου του Σαίξπηρ, Αγάπης αγώνας άγονος:
Ο έρωτας κρυφά παραμονεύει,
στο δάσος περπατά σιγά σιγά
και, όταν βρει εκείνο που γυρεύει,
ορμάει, αλλά τότε είναι αργά.
Αγρίμι είν’ η αγάπη, δραπετεύει
και χάνεται, και ψάχνεις να τη βρεις,
μα όσο την ψυχή σου κι αν μαγεύει,
ποτέ να την αγγίξεις δεν μπορείς.
Ο έρωτας – τι μάταιος αγώνας,
λουλούδι που ’χει άρωμα πικρό,
σαν άνοιξη που γίνεται χειμώνας,
κι αλίμονο, δεν έχεις πια καιρό!
Το βαλς του Ορφέα
Στίχοι γραμμένοι για τη σκηνή
Στρατής Πασχάλης
Κάπα Εκδοτική
118 σελ.
ISBN 978-960-628-306-2
Τιμή €12,00
Ευσταθία Δήμου, φιλόλογος και συγγραφέας
https://diastixo.gr/kritikes/poihsh/22747-to-vals-tou-orfea
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου