Στο δοκίμιό μου «Το πρόβλημα του τετάρτου στους Αδελφούς Καραμάζοφ» [1], γράφω για τον τέταρτο «νόθο» γιο του Φιοντόρ Καραμάζοφ.
«Συμπλήρωμα της οικογένειας (συμβατική η λέξη για τους Καραμάζοφ) είναι ο υπηρέτης Γρηγόρης και η γυναίκα του Μάρθα, που χάνοντας το “εξαδάκτυλο” παιδί τους μικρό, μεγαλώνουν ένα άλλο που τους έφερε η μοίρα.
«Συμπλήρωμα της οικογένειας (συμβατική η λέξη για τους Καραμάζοφ) είναι ο υπηρέτης Γρηγόρης και η γυναίκα του Μάρθα, που χάνοντας το “εξαδάκτυλο” παιδί τους μικρό, μεγαλώνουν ένα άλλο που τους έφερε η μοίρα.
»Το εξαδάκτυλο βρέφος φαίνεται πως προμήνυε τον ερχομό ενός άλλου παράξενου πλάσματος. Έτσι, την επόμενη κιόλας ημέρα η γυναίκα του Γρηγόρη άκουσε κλάμα μωρού και βογκητό γυναίκας. Στον κήπο βρήκε την ηλίθια Σμερντασχάγια που γέννησε το μωρό και πέθανε δίπλα του χωρίς λέξη, αφού ήταν μουγγή.
»Αυτή η εικοσάχρονη γυναίκα, κοντή, με κοκκινωπό πρόσωπο, με πράο αλλά ηλίθιο βλέμμα και μαλλιά σγουρά σαν του προβάτου, τριγύριζε ξυπόλυτη χειμώνα καλοκαίρι, φορώντας πάντα μια πουκαμίσα από τσουβάλι. Πολλοί είχαν την υποψία πως πατέρας του μωρού ήταν ο γερο-Καραμάζοφ, γιατί απάντησε καταφατικά στην ερώτηση κάποιου αν θα μπορούσε να δει κανείς την Σμερντασχάγια σαν γυναίκα, βεβαιώνοντας μάλιστα πως θα υπήρχε σε αυτό κάτι το ιδιαίτερα γαργαλιστικό.
»Από το γεγονός πως η μουγγή κοπέλα διάλεξε τον κήπο του Φιοντόρ Παύλοβιτς για να γεννήσει και πως εκείνος δεν αντιδρούσε στα σχόλια και γελούσε, θεώρησαν πως το νόθο ήταν δικό του. Όταν το πήρε ο υπηρέτης Γρηγόρης στα χέρια του, είπε στην γυναίκα του πως το ορφανό το στέλνει ο νεκρός γιος τους, και πως γεννήθηκε από έναν γιο του Σατανά και μια αθώα. Οι θετοί του γονείς το βάπτισαν Πάβελ, του έδωσαν για πατρωνυμικό το Φιοντόροβιτς, ενώ ο ίδιος ο γερο-Καραμάζοφ τον είπε Σμερντιακόφ από το παρατσούκλι της μάνας του.
»Από το όνομα κιόλας χαρακτηρίζει ο Ντοστογιέφσκι τον ήρωά του, αφού το Σμερντιακόφ ετυμολογείται από το ρήμασμερντέτ που σημαίνει βρωμώ. Επομένως ο Σμερντιακόφ είναι ο βρωμερός, ο τιποτένιος, ο αχρείος».
Το διανοητικό και ψυχολογικό του πορτρέτο σχηματίζεται κάπως έτσι: ήταν παράδοξος και ευφυής, σκοτεινός, επιληπτικός και ένας από τους υπόγειους τύπους του συγγραφέως. Όταν ήταν παιδί του άρεσε να κρεμάει τις γάτες και μετά να τους κάνει επίσημη κηδεία, ντυμένος με ένα σεντόνι για ράσο και κουνώντας ένα ψεύτικο λιβανιστήρι πάνω από τα πτώματά τους. Κι όταν μεγάλωσε έκανε αιχμηρές παρατηρήσεις για την Αγία Γραφή. Σε μια συζήτηση ενώπιον των θετών γονέων του, του Αλιόσα, του Ιβάν και του Φιοντόρ Παύλοβιτς έθεσε, με αφορμή ένα περιστατικό, πρώτος το σημαίνον θεολογικό θέμα για την πίστη και τα καλά έργα, τονίζοντας πως αθεΐα με καλές πράξεις δεν χρειάζεται την πίστη, άποψη αιρετική, διότι η ορθοδοξία δέχεται ισοδυνάμως την πίστη και τα καλά έργα.
Ο Ντοστογιέφκι χρησιμοποιεί ένα ρήμα για τον Σμερντιακόφ. Αυτός δεν σκέφτεται, δεν συλλογίζεται, αλλά «ενοράται» [2].
Ήταν επίσης λιγομίλητος και μοναχικός. Ίσως γι’ αυτό ασυνειδήτως να τον παρομοίαζε ο Φιοντόρ Παύλοβιτς με την όνο του Βαλαάμ.
Ποια ήταν η ομιλούσα όνος; Στο βιβλίον «Αριθμοί» της Αγίας Γραφής [3] και στο κεφάλαιο ΚΒ΄ αναφέρεται πως ο βασιλεύς των Μαωβιτών, κυριευμένος από μίσος για τους Ισραηλίτες –οι οποίοι στρατοπέδευσαν στα δυτικά της χώρας κοντά στον Ιορδάνη ποταμό και απέναντι από την Ιεριχώ– ζήτησε από τον προφήτη Βαλαάμ να τους καταραστεί, διότι έπιανε τόσο η ευχή, όσο και η κατάρα του.
Ο Βαλαάμ του απάντησε πως θα εκτελούσε την εντολή του Θεού. Ο Θεός όμως του είπε να μην καταραστεί αυτόν τον λαό, διότι είναι ευλογημένος.
Ο βασιλεύς και οι αξιωματούχοι των Μωαβιτών επανέλαβαν την πρόταση, και ο προφήτης, με το δέλεαρ της αμοιβής, τους απάντησε πως θα ρωτήσει πάλι τον Θεό. Ο Θεός όμως οργισμένος μαζί του έστειλε έναν άγγελο για να τον αποτρέψει.
Ο Βαλαάμ, καθισμένος πάνω στην όνο του, είχε μαζί του και δυο υπηρέτες. Η όνος βλέποντας τον άγγελο του Κυρίου να την εμποδίζει και να κρατεί στο χέρι του γυμνή την ρομφαία, παρέκλινε του δρόμου. Τότε ο προφήτης την εκτύπησε με την ράβδο του, για να την επαναφέρει στην πορεία της.
Τρεις φορές έκλεισε ο άγγελος τον δρόμο της όνου, η οποία σταμάτησε άλλοτε στον τοίχο, άλλοτε στη στενή δίοδο και, τελικώς, κάθισε στο έδαφος, και τρεις φορές την εράβδισεν ο προφήτης. Την τρίτη μάλιστα φορά ήταν τόσο θυμωμένος, ώστε την χτυπούσε συνεχώς. Τότε ο Θεός άνοιξε το στόμα της όνου, που διαμαρτυρήθηκε στον προφήτη λέγοντάς του, «Τι σου έκανα, ώστε να με χτυπήσεις και τρίτη φορά;» «Σε χτυπώ γιατί με εμπαίζεις, κι αν είχα μαχαίρι θα σε είχα σφάξει». Η όνος παραπονέθηκε υπενθυμίζοντάς του πως παντοτινά ήταν η όνος του, κι αυτός καθόταν στην ράχη της από την νεότητά του μέχρι την σημερινή του ηλικία. «Γιατί λοιπόν με χτύπησες και τρίτη φορά; Ποιός ο λόγος του θυμού σου;»
Τότε ο Θεός άνοιξε τα μάτια του Βαλαάμ, που αντίκρισε τον άγγελο με την ρομφαία μπροστά του. Ο Βαλαάμ έσκυψε το πρόσωπό του καταγής και τον προσκύνησε. Ο άγγελος του Θεού του είπε: «Γιατί χτύπησες την όνον σου και την τρίτη φορά μάλιστα! Εγώ παρεμπόδιζα τον δρόμο σου, γιατί δεν μου ήταν αρεστός. Κι αν δεν λοξοδρομούσε η όνος σου, εκείνη θα την άφηνα να ζήσει, ενώ εσένα θα σε φόνευα».
Το νόημα της βιβλικής ιστορίας είναι πως τα όντα τα εφοδιασμένα με ένστικτο και διαίσθηση βλέπουν καθαρότερα. Έτσι η όνος είδε αμέσως εκείνο που ο προφήτης άργησε να δει.
Ο Σμερντιακόφ λοιπόν ενοράται, βλέπει καλύτερα από τον διανοούμενο Ιβάν: στην προκειμένη περίπτωση αυτός είναι η όνος και προφήτης ο Ιβάν Καραμάζοφ.
Ο Ιβάν ήταν ο εγκέφαλος της γνωριμίας τους, και πρώτος ενδιαφέρθηκε για τον Σμερντιακόφ, που μάλιστα τον βρήκε και πολύ πρωτότυπο στην σκέψη. Μαζί του συζητούσε για φιλοσοφικά θέματα, για ιδέες και θεωρίες, επηρεάζοντάς τον με την ρήση πως «όταν δεν υπάρχει Θεός, όλα επιτρέπονται». Όταν όμως ο Σμερντιακόφ άρχισε να παίρνει πρωτοβουλίες και να επιδεικνύει μια εύθικτη εγωπάθεια, δημιουργήθηκε στον Ιβάν μια απέχθεια. Η ιδιαίτερη οικειότητα που έδειχνε ο υπηρέτης τον απωθούσε.
Ο Σμερντιακόφ ήταν αυτός που φαντάστηκε και σχεδίασε (μέχρι και την ψεύτικη πρώτη επιληπτική του κρίση) τον φόνο του πατέρα Καραμάζοφ, του Φιοντόρ Παύλοβιτς, απολύτως συνεπής με την πράξη του στις θεωρίες του Ιβάν. Κι όταν ο τελευταίος του πέταξε ξαφνικά «εσύ τον σκότωσες», ο Σμερντιακόφ χαμογέλασε με περιφρόνηση και απάντησε πως δεν ήταν αυτός ο δολοφόνος, και πως ο Ιβάν το ήξερε πολύ καλά.
«Να σκοτώσετε εσείς ο ίδιος δεν θα μπορούσατε, αλλά και δεν θα θέλατε, όμως το να θέλετε να σκοτώσει κάποιος άλλος, αυτό το θέλατε».
Ο Ιβάν ταλαντεύτηκε πολύ μέχρι να εννοήσει πως ο Σμερντιακόφ ήταν το σκοτεινό του alter ego, και τα επιχειρήματα του υπηρέτη για συνεργία στην πατροκτονία τον έπειθαν με δυσκολία. Αυτός ο διανοητής Ιβάν, που έγραψε το ποίημα «Ιεροεξεταστής» και συνομίλησε με τον ίδιο τον Διάβολο, τώρα βρισκόταν συγχυσμένος και αδύναμος μπροστά στον Σμερντιακόφ, που του απεδείκνυε πως ο κύριος φονιάς ήταν ο Ιβάν, ενώ αυτός δεν ήταν ο κύριος, μολονότι σκότωσε, και του υπενθύμιζε συνεχώς την περιβόητη ρήση πως όλα επιτρέπονται. Τότε όμως ο Ιβάν ήταν γενναίος όταν τα έλεγε, ενώ τώρα στεκόταν κάτωχρος και διχασμένος. Και επίσης τρομερά φοβισμένος από την διχογνωμία θεωρίας και πράξης. Ο θεωρητικός Ιβάν δεν άντεχε την υλοποίηση των ιδεών του, ενώ ο Σμερντιακόφ, που εκπροσωπούσε την πράξη, έδρασε. Ήταν συνεπής στο σχήμα θεωρίας και πράξης.
Μια απλή σκηνή που φαντάζομαι πως θα έχει συμβεί σε όλους μας είναι υψίστης ψυχολογικής σημασίας στουςΑδελφούς Καραμάζοφ. Ο Ιβάν, εκνευρισμένος από την πίστη του υπηρέτη πως είναι ισότιμοι και ισάξιοι πηγαίνοντας να τον συναντήσει, τον έβριζε στον εσωτερικό του μονόλογο. Η σκηνή αξίζει να περιγραφεί με τα λόγια του Ντοστογιέφσκι: «Ο Ιβάν Φιοντόροβιτς άρχισε να τρέμει: Κάνε πέρα κάθαρμα, σιγά μην είμαστε φιλαράκια, βλάκα! έκανε να του πετάξει, μα προς μεγάλη του κατάπληξη, από το στόμα του βγήκε κάτι εντελώς διαφορετικό. “Ο πατερούλης κοιμάται έχει ξυπνήσει;” είπε ήρεμα και ταπεινά, αναπάντεχα και γι’ αυτόν τον ίδιο, κι επίσης εντελώς αναπάντεχα κάθισε στο παγκάκι».
Τι συνέβη άραγε και έγινε αυτή η μεταστροφή; Ο φόβος πως υβρίζοντας τον κατώτερό μας ανιχνεύουμε ένα τμήμα της σκοτεινής πλευράς του εαυτού μας ή λειτουργεί το ψυχολογικό εναντιοδρομικό γεγονός, που σημαίνει πως όταν κορεσθεί η μία πλευρά, βγαίνει το αντίθετό της; Μια τέτοια σκηνή ψυχικής εναντιοδρομικής συμπεριφοράς αναφέρει ο Ζενέ, όταν αλήτευε στην Ισπανία και μια ομάδα αγοριών, βλέποντας την σεξουαλική του διαστροφή, τον κορόιδευαν φωνάζοντας «μαρικόνα», «μαρικόνα», «αδελφή», «αδελφή». Ο ίδιος ο Ζενέ ομολογεί πως αρχικώς είχε τόσο μίσος γι’ αυτά που θα ήθελε να τα σκοτώσει, αλλά ξαφνικά αισθάνθηκε μεγάλη αγάπη και επιθύμησε να τα αγκαλιάσει. Πάντως η σκηνή που περιγράφει ο Ντοστογιέφσκι χρήζει και άλλης ερμηνείας, και ως εκ τούτου καλείται γι’ αυτό ο αναγνώστης.
Στο τέλος ο Σμερντιακόφ αυτοκτονεί αλλά όχι από τύψεις, ούτε γιατί απαγοητεύθηκε από την παλίνδρομη στάση του Ιβάν. Ο Σμερντιακόφ αυτοκτόνησε, γιατί ανήκε στην ίδια κατηγορία με τον μηχανικό Κυρίλοφ από το βιβλίο Οι δαιμονισμένοι, που αυτοπυροβολήθηκε για να αποδείξει ότι δεν υπάρχει Θεός.
Κι ο Σμερντιακόφ κρεμάστηκε, γιατί πίστευε πως, αφού δεν υπάρχει Θεός, όλα επιτρέπονται.
Σημειώσεις
[1] Ελένης Λαδιά, Το ποικιλόγραφο βιβλίο (άρθρα-ομιλίες—δοκίμια 1972-2012), β’ έκδοση, εκδόσεις Αρμός 2016
[2] Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, Αδελφοί Καραμάζοφ, μτφρ. Ελένη Μπακοπούλου, εκδόσεις Ίνδικτος 2011, σ. 528
[3] Η Παλαιά Διαθήκη, «Αριθμοί», Κεφ. ΚΒ΄, Αθήνα 1983
[2] Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, Αδελφοί Καραμάζοφ, μτφρ. Ελένη Μπακοπούλου, εκδόσεις Ίνδικτος 2011, σ. 528
[3] Η Παλαιά Διαθήκη, «Αριθμοί», Κεφ. ΚΒ΄, Αθήνα 1983
Ελένη Λαδιά, πεζογράφος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου