Φωτογραφία: Παντελής Μοχιανάκης |
Λοιπόν, ακούστε να δείτε πώς έγιναν όλα. Εγώ άρχισα να γράφω ένα βιβλίο για τον Bob Dylan και τα 100 καλύτερα κατ’ εμέ τραγούδια του πίσω στο 2010, καθαρά για λόγους προσωπικής εκτόνωσης.
Κανείς δεν το ’θελε.
Και ξαφνικά, ο Dylan πήρε το Νόμπελ Λογοτεχνίας και όλα άλλαξαν και βρέθηκα στις εκδόσεις Πατάκη! Στο σημείο αυτό θα ήθελα να ανοίξω μια παρένθεση και να ευχαριστήσω τον Πάνο Χαρίτο από τις εκδόσεις Ροπή για την παρότρυνση και, προπαντός, για την ανθρωπιά που επέδειξε, χωρίς καν να με γνωρίζει. Οι λεπτομέρειες κρίνω ότι δεν αφορούν τους αναγνώστες. Κλείνω την παρένθεση.
Το Bob Dylan – 100 τραγούδια, όπως τελικά ονομάστηκε η πρώτη μου αυτή συγγραφική προσπάθεια (γιατί κατά τα άλλα δημοσιογράφος είμαι), δεν απευθύνεται ακριβώς στο ευρύ κοινό. H επικαιρότητα του πρόσφατου Νόμπελ, όμως, δίνει ένα πρόσθετο κίνητρο ανάγνωσης. Τι έχει γράψει ο άνθρωπος αυτός; Ποια είναι η συμβολή του; Γιατί αποφάσισε η Σουηδική Ακαδημία τον περασμένο Οκτώβρη να τον εντάξει στην υψηλότερη κλίμακα της παγκόσμιας λογοτεχνίας; Τα 100 τραγούδια του Dylan που αναλύω στο βιβλίο, γράφοντας για τις ιστορίες πίσω από αυτά και για τη σημασία τους, πιθανόν να αποτελέσουν για ορισμένους αναγνώστες μια αναγνωριστική φωτογραφία, μια πρώτη συνάντηση με έναν δημιουργό που μέχρι πρότινος ήξεραν μονάχα ονομαστικά.
Ο Dylan δεν είναι απλά ένας ροκάς που τα ’λεγε ωραία. Ο Dylan κατέθεσε μια «μεικτή» ποίηση, που εμπεριέχει τόσο την προωθημένη γραφή ενός μοντέρνου διανοούμενου, όσο και την απλή ματιά ενός καθημερινού ανθρώπου, σε άμεση σύνδεση με τη λαϊκή διάλεκτο και την αμερικανική παράδοση.
Σαν συμπλήρωμα, αλλά και σαν μια γέφυρα με την ελληνική πραγματικότητα, ζήτησα από 10 εκλεκτούς ανθρώπους της μουσικής να επιλέξουν ένα αγαπημένο τους κομμάτι από τα 100 και να μιλήσουν για «τον δικό τους Dylan». Είναι οι: Γιάννης Αγγελάκας, Φοίβος Δεληβοριάς, Αργύρης Ζήλος, Πάνος Κατσιμίχας, Kατερίνα Καφεντζή (Kafka), Μάκης Μηλάτος, Γιάννης Πετρίδης, Νίκος Πορτοκάλογλου, Διονύσης Σαββόπουλος και Χάρης Συμβουλίδης. Τους ευχαριστώ! Πολύ τα χάρηκα αυτά τα κείμενα... Επίσης να πω ότι το βιβλίο περιλαμβάνει 5 έργα του ζωγράφου Αχιλλέα Ραζή, τον οποίο εκτιμώ χρόνια. Ένα από αυτά μπήκε στο εξώφυλλο, ενώ τα τυπώσαμε και σε κάρτες, να τα παίρνει ο κόσμος στα βιβλιοπωλεία, να χαίρεται.
Θυμάμαι, λίγες μέρες μετά το Νόμπελ, καθώς ετοιμαζόμουν να παραδώσω το τελικό κείμενο στην κυρία Άννα Πατάκη, πήρα το στικάκι μου και πήγα σε ένα φωτοτυπάδικο να το εκτυπώσω σε κόλλες Α4. Το δίνω στο παιδί εκεί, πιο μικρός από μένα, είναι ένα αρχείο του λέω, θα το δεις, γράφει Dylan. «Πήρε Νόμπελ Λογοτεχνίας αυτός, ε;» μου λέει. «Ναι» του κάνω. «Βέβαια κάποιοι διαφωνούν» μου λέει (για να μου δείξει ότι ξέρει!). «Εντάξει, πάντα υπάρχουν κάποιοι που διαφωνούν» του απαντάω. «Δηλαδή και τον Θεό αν πάρεις, κάποιοι διαφωνούν».
Όπως γνωρίζουν όλοι όσοι έχουν μελετήσει έστω και στοιχειωδώς το έργο του, ο Dylan δεν είναι απλά ένας ροκάς που τα ’λεγε ωραία. Ο Dylan κατέθεσε μια «μεικτή» ποίηση, που εμπεριέχει τόσο την προωθημένη γραφή ενός μοντέρνου διανοούμενου, όσο και την απλή ματιά ενός καθημερινού ανθρώπου, σε άμεση σύνδεση με τη λαϊκή διάλεκτο και την αμερικανική παράδοση. Το αν αυτό έγινε με συνοδεία μουσικής και φωνής περισσότερο προσθέτει (ως εγγενής ιδιαιτερότητα) παρά αφαιρεί από την αξία της λογοτεχνικής του συμβολής. Το εξηγεί ωραία και ο κ. Σαββόπουλος μέσα στο βιβλίο.
Πέρασε ο καιρός και το ξέχασα το όνειρο. Αλλά κάποια στιγμή, όταν πια το βιβλίο επρόκειτο να εκδοθεί, μου ξανάρθε στον νου και ένιωσα αυτό που νιώθουμε όταν επί δύο ώρες βλέπουμε μια ταινία και στις τελευταίες σκηνές ανακαλύπτουμε πια τι έχει γίνει και όλα ξαφνικά αποκτούν ένα νόημα.
Αυτό το νόημα κουβαλάει για μένα το Bob Dylan – 100 τραγούδια.
Θέλω, όμως, μιας και μιλάω σε α΄ πρόσωπο χωρίς κανένας να με διακόπτει, να κλείσω αυτό το κείμενο λέγοντας κάτι πιο προσωπικό, κάτι που δεν έχω πει πουθενά. Την περασμένη άνοιξη, όταν ακόμα το βιβλίο κοιμόταν στα βάθη του σκληρού μου δίσκου, είχα δει ένα όνειρο. Βρισκόμουν στην αυλή του δημοτικού μου σχολείου και για κάποιον απροσδιόριστο λόγο ήταν εκεί και ο Bob Dylan, συμμετέχοντας σε μια γιορτή για τους Ολυμπιακούς αγώνες(!). Φορούσε αρχαιοελληνική ενδυμασία, ήταν δαφνοστεφανωμένος και είχε βάψει το πρόσωπό του με άσπρη μπογιά, όπως συνήθιζε να κάνει στις συναυλίες του στα μέσα της δεκαετίας του 1970. Όταν πήγα να τον πλησιάσω, οι άνθρωποί του τον απομάκρυναν για να τον προφυλάξουν. Καθώς όμως δεν ήθελα να χάσω την ευκαιρία να του μιλήσω, φώναξα ένα «I love you», έτσι για το γαμώτο. Αυτός λοιπόν το άκουσε. Και επειδή το θεώρησε γαϊδουριά να αγνοήσει μια τέτοια εξομολόγηση, γύρισε προς το μέρος μου, με κοίταξε με τα έντονα μπλε μάτια του και μου είπε κάπως ειρωνικά αλλά ωστόσο απολύτως εγκάρδια «I love you too».
Πέρασε ο καιρός και το ξέχασα το όνειρο. Αλλά κάποια στιγμή, όταν πια το βιβλίο επρόκειτο να εκδοθεί, μου ξανάρθε στον νου και ένιωσα αυτό που νιώθουμε όταν επί δύο ώρες βλέπουμε μια ταινία και στις τελευταίες σκηνές ανακαλύπτουμε πια τι έχει γίνει και όλα ξαφνικά αποκτούν ένα νόημα.
Αυτό το νόημα κουβαλάει για μένα το Bob Dylan – 100 τραγούδια. Την ανταπόκριση μιας τρελής αγάπης, που είχε φτάσει μέχρι τα όνειρά μου για να μου πει «κι εγώ σ’ αγαπώ».
[Η πρώτη παρουσίαση του βιβλίου θα γίνει στο Public Συντάγματος στις 25/01 και ώρα 21.00, με ομιλητές τον Φοίβο Δεληβοριά και τον Αργύρη Ζήλο. Θα ακολουθήσουν παρουσιάσεις σε Θεσσαλονίκη και Ηράκλειο.]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου