Переполнившееся гостями пространство Музея Серебряного века излучало в пятницу 20 января 2017 года на открытии художественной выставки «Великая Греция» сияние яркого солнца Архипелага, свет, аромат, запахи Эллады. На выставке представлены художественные и фото-работы сделанные в круизах компании «MEDITERAN» летом 2016 года от Закинфа и Корфу до Апулии, Калабрии, Сицилии и по Эолийским островам на деревянной парусной яхте «Валери». Живописные работы воссоздают атмосферу Средиземного моря.
Президент компании «Mediteran» Александр Астрихинский всесторонняя личность, инициатор Литературного конкурса «Греция – страницы античности» (приняли участие 220 человек), а также прошедшей с не меньшим успехом в стенах Литературного Музея Серебряного Века художественной выставки «7 островов».
Работы Александра приняли участие в выставке «Воздух над морем» (апрель 2016г.) в Галерее «Листок», где, впервые были представлены презентация и видео отчет Александра о тематических путешествиях по Греции.
В выставке принимают участие художники Александр Астрихинский, Мария Богачева, Елена Будина, Алексей Шеболдаев (список работ прилагается)
Избранные работы Александра Гусева и Михаила Ерошина, сделанные в море и на побережье современной Греции и Италии, представлены в фото-разделе выставки.
На открытии выставки выступил директор Литературного Музея Серебряного Века, поэт, филэллинМихаил Шапошников, прочитавший с вои стихи, посвященные Элладе. Директор Греческого Культурного Центра – ГКЦ Теодора Янници подчеркнула значимость той историко-духовно-культурно-цивилизационную общности, навсегда связывающей единой нитью наших народов, россиян и греков и обеспечивающей близость на уровне межличностных контактов, чей ярким примером являются выставленные на выставке работы. Они отметила, что данные работы пронизаны искренней, неподдельной любовью к греческому миру, несущему вечно актуальные посылы добра, мира, любви, альтруизма, солидарности и поблагодарила художников за их любовь к нашей стране. Программа открытия была обогащена концертом Михаила Мошенского, исполнившего песни о Греции, сочиненные прошлым летом, во время круиза в греческих водах на яхте компании «MEDITERAN», а также дегустацией греческой кухни.
Путешествие на яхтах “Mediteran” – это не только знакомство с природной красотой Греции, с культурным наследием Эллады, это еще и созидание. Вашими попутчиками окажутся художники, литераторы, творческие личности, общение с которыми Вас не оставит равнодушными, а зачастую подвигнут и Вас на творчество и созидание.
Путешествуя по берегам Эллады и вдохновляясь ее непревзойденной природной красотой и уникальным культурным наследием, они запечатлевают свои ощущена в своих произведениях, излучающих ароматы, свет, воздух, цвета, дух Великой Эллады
Μόσχα, 26 Ιανουαρίου 2017. Οι κατάμεστες αίθουσες του Λογοτεχνικού Μουσείου Ρωσικής Ποίησης του Αργυρού Αιώνα ακτινοβολούσαν λαμπερό ήλιο και χρώματα του Ιονίου και του Αιγαίου, εξέπεμπαν γεύσεις και ευωδιές της ελληνικής γης τηνΠαρασκευή 20 Ιανουαρίου 2017 κατά την τελετή εγκαινίων της πρώτης μας έκθεσης ζωγραφικής και φωτογραφίας το Νέο Έτος 2017 με τίτλο «Mεγάλη Ελλάδα».
Η έκθεση περιλαμβάνει πίνακες ζωγραφικής και φωτογραφίες από περιηγήσεις στο Ιόνιο και την Αδριατική, που πραγματοποίησαν οι δημιουργοί τους το περασμένο καλοκαίρι, στο πλαίσιο κρυαζιέρας που διοιργανώνει κάθε χρόνο η εταιρεία τουρισμού και περιηγήσεων «Mediteran» με πρόεδρο το λογοτέχνη και ζωγράφο Αλεξάντρ Αστριχίνσκι, Η έκθεση, εμπνευστής και βασικός διοργανωτής της οποίας είναι ο πρόεδρος της εταιρείας «Mediteran», θα λειτουργήσει μέχρι τις 05 Φεβρουαρίου τ.ε. στις εγκαταστάσεις του ως άνω Μουσείου, επί της οδού: 30, prospect Mira, 3rd floor.
Η εν λόγω Έκθεση περιλαμβάνει έργα των ζωγράφων Αλεξάντρ Αστριχίνσκι, Μαρίας Μπογκατσόβα, Γιελένας Μπούντινα, Αλεξέι Σεμπολντάεβ, καθώς και των φωτογράφων Αλεξάντρ Γκούσεβ και Μιχαήλ Γιεριόσιν.
Την Έκθεση εγκαινίασε ο διευθυντής του Λογοτεχνικού Μουσείου, ποιητής και ένθερμος Φιλέλληνας Μιχαήλ Σάποσνικοβ, απαγγέλλοντας ποιήματά του, εμπνευσμένα από την Ελλάδα. Η διευθύντρια του Κέντρου Ελληνικού Πολιτισμού – Κ.Ε.Π. Δώρα Γιαννίτση αναφέρθηκε στους μακραίωνους δεσμούς ιστορικής, πολιτισμικής, πνευματικής εγγύτητας και συγγένειας, που συνδέουν τους δύο ομόδοξους λαούς, Έλληνες και Ρώσους, μεταξύ άλλων σε επίπεδο διαπροσωπικών σχέσεων, σε επίπεδο σχέσεων απλών ανθρώπων, εξαίρετη έκφραση των οποίων αποτελούν και τα έργα, που εκτίθενται στη συγκεκριμένη Έκθεση, στα οποία είναι διάχυτη η ειλικρινής και ανιδιοτελής αγάπη των δημιουργών τους και ο θαυμασμός για τον ελληνικό κόσμο, κόσμο – φορέα ιδεών ανθρωπισμού, αρετής, αγάπης, ενώ δεν παρέλειψε να ευχαριστήσει τους καλλιτέχνες για τα φιλελληνικά αισθήματά τους. Η εκδήλωση εμπλουτίστηκε από μουσικό πρόγραμμα από τον καλλιτέχνη Μιχαήλ Μοσσένσκι, με τραγούδια του, αφιερωμένα στην Ελλάδα και εμπνευσμένα από αυτή, τα οποία συνέθεσε κατά τη διάρκεια της κρουαζιέρας του περασμένου καλοκαιριού με την εταιρεία «MEDITERAN», καθώς και από γευσιγνωσία ελληνικής κουζίνας.
Επί του παρόντος επισημαίνουμε ότι ο Αλεξάντρ Αστριχίνσκι, ένθερμος Φιλέλληνας, επί σειράς ετών πραγματοποιεί καλλιτεχνικές κρουαζιέρες στο Ιόνιο και το Αιγαίο, με επιβάτες ζωγράφους, λογοτέχνες, καλλιτέχνες, κατά τη διάρκεια των οποίων, εμπνευσμένοι από το μοναδικό φυσικό κάλλος και τον απαράμιλλο πλούτο πολιτισμικής κληρονομιάς της Ελλάδας, οι περιηγητές-δημιουργοί απαθανατίζουν στα έργα τους την ελληνική φύση, τα ελληνικά τοπία, ελληνικά χρώματα και γεύσεις, φως και αρώματα...
Η Έκθεση θα λειτουργήσει έως τις 5 Φεβρουαρίου 2017.
Στα πλαίσια νέου κύκλου διαλέξεων, στη ρωσική, για την Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας, που διοργανώνει το Κέντρο Ελληνικού Πολιτισμού – Κ.Ε.Π. και οι οποίες φιλοξενούται στις εγκαταστάσεις του Διεθνούς Ιδρύματος Σλαυικής Γραφής και Πολιτισμού, τη Τρίτη 24 Ιανουαρίου 2017 πραγματοποιήθηκε από το διδάκτορα ιστορικών επιστημών, καθηγητή στην Έδρα Ιστορίας του Αρχαίου Κόσμου και του Μεσαίωνα στο Κρατικό Παιδαγωγικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας Αντρέι Μοζάισκιι η τέταρτη διάλεξη του κύκλου με θέμα: «Ο Μεγάλος Ελληνικός Εποικισμός.».
Πρόγραμμα κύκλου διαλέξεων για την Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας,
περίοδος 2016-2017.
Από το διδάκτορα ιστορικών επιστημών, καθηγητή στην Έδρα Ιστορίας του Αρχαίου Κόσμου και του Μεσαίωνα στο Κρατικό Παιδαγωγικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας Αντρέι Μοζάισκιι:
Τα αινίγματα του Μυκηναϊκού Πολιτισμού.
Η Ελλάδα κατά την πρώιμη εποχή του σιδήρου: η δεύτερη γέννηση του πολιτισμού.
Το φαινόμενο της ελληνικής πόλης-κράτους.
Ο μεγάλος Ελληνικός Εποικισμός.
Η Αθήνα την περίοδο VII-VI αι. π.Χ.: από τις μεταρρυθμίσεις του Σόλωνα, μέσω της τυραννίας, οδεύοντας προς τη δημοκρατία.
Με εκτίμησηΘεοδώρα Γιαννίτση, διευθύντρια Κέντρου Ελληνικού Πολιτισμού
Москва, 27 января 2017г
Дорогие друзья!
В вторник 24 января 2017 г., в Международном фонде славянской письменности и культуры состоялась четвертая лекция нового цикла лекций по истории Древней Греции, организованного Греческим Культурным Центром- ГКЦ, который проводит доцент кафедры Истории древнего мира и средних веков Института истории и политики МПГУ, кандидат исторических наук Андрей Юрьевич Можайского. Тема лекции:
Η Χριστίνα Οικονομίδου εμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα πρώτη φορά το 1994 με το ποιητικό βιβλίοΜύθοι και Ωδίνες/Η γυναίκα και το δέντρο της σιωπής από τις εκδόσεις Απόπειρα. Ακολούθησαν τρία ακόμα βιβλία ποίησης και δεκαπέντε ποικίλης θεματικής και –αντίστοιχα– ύφους, σε διάφορους εκδότες (η ποίησή της εκδίδεται ωστόσο σταθερά από τις εκδόσεις Απόπειρα).
Συνεργάστηκε με τον Βασίλη Βασιλικό ως αρχισυντάκτρια της εκπομπής για το βιβλίο Άξιον εστί τα τελευταία 14 χρόνια της προβολής της, ήταν συνεκδότρια και διευθύντρια του μηνιαίου free press περιοδικού για το βιβλίο index, καθ’ όλη τη διάρκεια λειτουργίας του, ενώ βιβλιοκρισίες, άρθρα και κείμενά της δημοσιεύονται τακτικά στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο. Τα τελευταία 16 χρόνια είναι εισηγήτρια σε σεμινάρια δημιουργικής γραφής.
Κάπου εκεί, σε ένα σεμινάριο γραφής, τη συναντώ. Υπάρχουν πάρα πολλά πράγματα που ένας αναγνώστης επιθυμεί να ρωτήσει έναν ποιητή αλλά όχι και τόσο πολλοί ποιητές που θα τα απαντούσαν με τη γενναιοδωρία της Χριστίνας Οικονομίδου. Η συνέντευξη που ακολουθεί ας ερμηνευθεί ως μια πόρτα προς τη συμβίωση με την ποίηση, την οποία η Χριστίνα διάπλατα μας ανοίγει.
Στην καινούρια σου ποιητική συλλογή 4 εποχές στον δρόμο συναντάμε τρεις αφηγητές-σύμβολα: τη Μάριον, τον Άγγελο και την ποιήτρια. Ποια είναι η γλώσσα που φέρουν και γιατί χρειάζονται ο ένας τον άλλο για να ολοκληρωθεί το ποιητικό σου τοπίο;
Κατ’ αρχάς, στο 4 εποχές στον δρόμο υπάρχουν περισσότερα από τρία πρόσωπα. Η Μάριον και ο Άγγελος είναι οι κύριοι ήρωες αλλά εμφανίζονται και άλλοι, που είτε ονοματίζονται (π.χ. Οσμάν, Ανέστης κλπ.) είτε όχι. Καθένα από αυτά τα πρόσωπα μ’ έχει απασχολήσει ξεχωριστά και έχει τη δική του θέση στο ποιητικό αυτό αφήγημα, συνεπώς και στο συγκεκριμένο ποιητικό τοπίο. Το ποιητικό εγώ από την άλλη (και όχι η ποιήτρια, το φυσικό πρόσωπο) αναλαμβάνει είτε να τους αφηγηθεί είτε να τους οικειοποιηθεί και να μιλήσει διά στόματός τους. Ενίοτε παρεμβάλλεται και ως ανεξάρτητη φωνή. Κατά κάποιον τρόπο, φυσικά, καθένας τους έχει ένα δικό μου αποτύπωμα, κάπου μέσα μου ακουμπάει και γι’ αυτό πράγματι χρειάζονται ο ένας τον άλλον, καθώς μάλλον τους χρειάζομαι εγώ για να κατοικήσω πλήρως αυτό το τοπίο.
Ωστόσο, ακόμα και στην ποίηση, όταν επινοείς πρόσωπα, μοιραία σ’ έναν βαθμό αυτονομούνται. Γεγονός που μας οδηγεί στη γλώσσα που, όπως λες, φέρουν (πολύ εύστοχη έκφραση) και δεν είναι άλλη από αυτή που μου υπαγορεύουν, ως επινοημένοι μεν, πλην όμως συν-δημιουργοί αυτού του τοπίου.
Σε πολλά ποιήματα της συλλογής απευθύνεσαι ευθέως, σε δεύτερο πρόσωπο. Αυτό είναι κάτι που εξυπηρετεί την ανάγκη σου να μιλήσεις πιο αιχμηρά ή είναι ο μυστικός κώδικας επικοινωνίας των προσώπων;
Ούτε το ένα ούτε το άλλο, ακριβώς. Σε κάποια ποιήματα πρόκειται για το ποιητικό εγώ (σε όποια εκδοχή ή μεταμόρφωσή του) που απευθύνεται στον εαυτό του, σχολιάζοντας και προσθέτοντας μια ειρωνική, κριτική ή και αυτοσαρκαστική σημείωση στο περιθώριο της αφήγησής του. Άλλοτε, πάλι, πρόκειται για μια είτε αιχμηρή είτε και απολύτως τρυφερή προσέγγιση του εαυτού στον εαυτό. Τέλος, υπάρχουν ποιήματα όπου κάτι διακυβεύεται σ’ ένα πεδίο αντιπαραβολής (και όχι απαραίτητα αντιπαράθεσης) ανάμεσα σε δύο διαφορετικά πρόσωπα/ήρωες.
Κατά τη γνώμη μου, πριν ΑΝ όχι και μετά απ’ όλα– και τουλάχιστον παράλληλα με όλα, υπάρχει το σώμα. Θέλω να πω, εκείνοι που, με οποιονδήποτε τρόπο και μέσα από οποιουδήποτε είδους στοχαστικό πρίσμα, το υποτιμούν ή το υπονομεύουν, δεν με πείθουν. Μοιάζει να παραβλέπουν το προφανές, ότι δηλαδή χωρίς αυτό δεν υπάρχουμε.
Νομίζω πως στην εικονοποιία σου, η αντίληψη του κόσμου είναι σωματική και μοιάζει να αδυνατεί να υπάρξει χωρίς τη συμμετοχή των αισθήσεων. Τι συμβαίνει με τη σχέση αίσθηση-αίσθημα; Ποιο απ’ τα δύο γεννά το άλλο στην ποίησή σου;
Τώρα θίγεις ένα πολύ καίριο αλλά και περίπλοκο ζήτημα. Κατά τη γνώμη μου, πριν ΑΝ όχι και μετά απ’ όλα– και τουλάχιστον παράλληλα με όλα, υπάρχει το σώμα. Θέλω να πω, εκείνοι που, με οποιονδήποτε τρόπο και μέσα από οποιουδήποτε είδους στοχαστικό πρίσμα, το υποτιμούν ή το υπονομεύουν, δεν με πείθουν. Μοιάζει να παραβλέπουν το προφανές, ότι δηλαδή χωρίς αυτό δεν υπάρχουμε. Διαμεσολαβητής αλλά και άρχοντας των αισθήσεων, το σώμα είναι το απολύτως απαραίτητο «μέσο» που μπορεί να μας οδηγήσει στην υπέρβαση. Η σκέψη μου, η ποίησή μου, ως εκ τούτου, είναι βαθιά σωματικές. Όσο κι αν «ποντάρω τα ρέστα μου» στο μετα-κείμενο, στο υπερ-ρεαλιστικό, στο μετα-φυσικό, αισθάνομαι, στο πετσί μου, πως δίχως την ύλη δεν μπορεί να διανοηθεί κανείς το άυλο, δίχως την αίσθηση, το «υλικό» αποτύπωμα/ίχνος, δεν μπορεί να υπάρξει αίσθημα.
Κι ακόμα ξέρω πως, όταν μιλάμε για τον φόβο του θανάτου, η εικόνα που μας κατακλύζει και μας κάνει να τρέμουμε δεν είναι του πνεύματος ή της ψυχής που λιώνουν αλλά του «σκεύους» που τα κουβαλά – κι ενδεχομένως τα νοηματοδοτεί.
Τα ώριμα φρούτα μοιάζουν με κομήτες, η Πανεπιστημίου συναντά το Άλφα του Κενταύρου, οι καρποί των ερώτων φέρνουν στον κόσμο ψηφιακά παιδιά. Αυτές είναι κάποιες απ’ τιςΕΙΚΟΝΕΣ σου. Πιστεύεις πως γεννιόμαστε με επίγνωση του μέλλοντος; Μπορεί η ποίηση να αναδείξει τη δικαιωματική μαςΠΡΟΣΒΑΣΗ στο όλον;
Ποποπό, μέσα σε μία ερώτηση δύο, τουλάχιστον, βαθιά υπαρξιακά ερωτήματα. Θα προσπαθήσω μολαταύτα ν’ απαντήσω όσο πιο καλά μπορώ.
Το μέλλον, νιώθω, είναι η άγραφη σελίδα στην οποία ήδη κατοικούμε πριν καν γράψουμε πάνω της την πρώτη λέξη. Κάτι σαν πρωθύστερη μνήμη. Κι ΑΝ οι άνθρωποι, από την αρχαιότητα (ας μην ξεχνάμε την Αληθινή ιστορία του Λουκιανού ή τις εικασίες για την Ατλαντίδα και άλλα πολλά), έχουν την ανάγκη να στρέψουν τα μάτια και την προσοχή τους σε άλλους κόσμους, που απαρτίζονται από μακρινά αστέρια ή και απύθμενα βάθη, δεν είναι, νιώθω, τόσο από την ανάγκη να διαφύγουν από τις συνθήκες (εξωτερικές και εσωτερικές) που τους κατατρύχουν στη σημερινή τους –στενή, συχνά– πραγματικότητα, όσο, κυρίως, από μιαν ιδιότυπη νοσταλγία γι’ αυτό που υποψιάζονται πως θα μπορούσε να αποτελεί κάτι σαν την ιδιαίτερη πατρίδα τους σ’ ένα μελλοντικό ή και παράλληλο σύμπαν. Ένα κάτι κι ένα κάπου μετα-ρεαλιστικό, που δι-αισθάνονται (μοιάζει παράδοξο, μα όμως πάλι παρεμβάλλεται το σώμα) ότι ήδη υπάρχει, ως παράλληλη πραγματικότητα, αλλά δεν έχουν ορθολογική/ρεαλιστική πρόσβαση σ’ αυτό, γιατί δεν μπορούν να σπάσουν το τείχος της επαγωγικής λογικής που μας διέπει ως κοινωνία και ως άτομα.
Σ’ ό,τι αφορά την ποίηση και την πρόσβασή μας στο όλον, αν την πιστεύουμε –όπως λες– δικαιωματική, τότε ναι, η ποίηση είναι ένα μονοπάτι για να φτάσουμε εκεί. Ενδεχομένως το μοναδικό, αν δεχτούμε πως κι ο έρωτας, είτε και κάθε είδους μύηση στον βαθύτατο εαυτό, ποίηση είναι.
Διαβάζοντας κάποια απ’ τα ποιήματά σου είχα όχι μόνο την αίσθηση ότι κρατάς από μέσα σου σταθερό beat, αλλά ότι πρόκειται σαφώς για τραγούδια, εννοώ λόγια γραμμένα πάνω στη ρυθμολογία του αισθήματος. Τι μουσική παίζει μέσα στο κεφάλι σου όταν γράφεις;
Από Brahms έως Faithless, από Fairuz μέχρι Μιχαήλ Δέλτα και –σπανιότερα βέβαια αλλά τ’ ομολογώ– καψουροτράγουδα του συρμού, με μιαν ιδιότυπη ενορχήστρωση. Η μουσική που κάθε φορά «παίζει» στο κεφάλι μου δεν είναι παρά μια άλλη εκδοχή των ποιημάτων μου. Έγραφε κάπου ο Σεφέρης στα ημερολόγιά του: «από χτες άρχισα πάλι ν’ ακούω μέσα μου τη μουσική» (ή κάπως έτσι, το λέω από μνήμης) με τεράστια ανακούφιση και με τη βεβαιότητα ότι θ’ ακολουθήσουν οι λέξεις. Απ’ όλες τις τέχνες, αν πω ότι ζηλεύω κάποια είναι η μουσική. Οι λέξεις, οι εικόνες μοιάζουν ενίοτε λειψές χωρίς τη μουσική. Αντίθετα εκείνη μοιάζει να τις κοιτά πάντα από ψηλά, αυτάρκης και στοργική, σαν να τη συμπληρώνουν αλλά να μην μπορούν ποτέ να την υποκαταστήσουν.
Πάντως, αφού όπως φαίνεται (και μου αρέσει πάρα πολύ αυτό) μπορείς και την ακούς, μακάρι να συνθέσεις το δικό σου soundtrack πάνω στα ποιήματά μου, όπως και κάθε αναγνώστης ξεχωριστά!
«Ούτε καν η τέχνη δε μπορεί να σε παρηγορήσει ». Τα σύμβολα είναι αυτά που παρηγορούν τον ποιητή ή ο ποιητής τα σύμβολά του; Ποιος είναι εν τέλει ο Άγγελος του ποιητή;
4 εποχές στον δρόμο Χριστίνα Οικονομίδου Απόπειρα 99 σελ. ISBN 978-960-537-217-0 Τιμή: €8,48
Η τέχνη για μένα δεν είναι σύμβολο, είναι ένα εναλλακτικό τοπίο δράσης, η πραγματικότητα σε μιαν άλλη διάσταση. Όσο για τον Άγγελο, ίσως δεν είναι τίποτε άλλο παρά το αποτύπωμα της προσδοκίας μας στο σαθρό έδαφος της καθημερινότητάς μας.
Στο ποίημα «Δεξιώσεις» περιγράφεις μια αίθουσα μουσείου με παγωμένα εκθέματα. Νομίζεις πως η ποίηση «απειλείται»; Ποιος είναι ο υπεύθυνος; Οι κριτικοί που αντιμετωπίζουν το ποίημα ως έκθεμα βιτρίνας και βιάζονται κάπου να το κατατάξουν, με ακρίβεια να το χειρουργήσουν ή οι ποιητές που νοιάζονται υπέρ το δέον για την υστεροφημία τους;
Κατ’ αρχάς, δεν είχα καθόλου κατά νου την ποίηση και τους ποιητές στο συγκεκριμένο ποίημα. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν τους συμπεριλαμβάνει, άλλωστε άνθρωποι είναι/είμαστε κι αυτοί, κοινοί θνητοί. Και διαρκώς εκτιθέμεθα και οι άλλοι γύρω μας είναι μ’ έναν τρόπο κριτές, θέλοντας και μη, της συμπεριφοράς μας. Ο προβληματισμός μου είναι σε ποιο βαθμό εμείς (όλοι) λειτουργούμε σύμφωνα με την εικόνα που προσδοκούμε να καλλιεργηθεί μέσα στους άλλους για μας, αλλά και το πώς οι άλλοι είναι έτοιμοι να καταπιούν «αμάσητη» αυτή την εικόνα.
Δεν είναι η ποίηση που απειλείται αλλά η ίδια η ζωή μας. Μια ζωή που χωρά σε βιτρίνες, που εκτίθεται σαν μουσειακό είδος, δεν είναι ζωή. Η ποίηση, άλλωστε, δεν είναι τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από τρόπος ζωής. Η μετα-λογοτεχνική χειρονομία της έχει πιθανότατα μεγαλύτερη αξία από τη λογοτεχνική. Στην πιο κρίσιμη στιγμή, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θ’ αναλογιστούν τις λέξεις, τα επιτεύγματα, τις –μεγαλειώδεις, ενδεχομένως– πνευματικές στιγμές, αλλά ένα άγγιγμα, την πληρότητα μιας αγκαλιάς, την υπερβατική συμφωνία του δέρματος με το κύμα και τον αέρα.
Στις δυο τελευταίες συλλογές σου υπάρχει μια αίσθηση συγχώνευσης των προσώπων. Ανταλλάσσουν ρούχα, ανταλλάσσουν συντρόφους, δέρματα, φύλο, γειτονιές, ταυτότητες. Είναι η τάση του καιρού ή η τάση του ανθρώπου η ανταλλαγή; Είναι πρόταση απ’ τη μεριά σου αυτές οι άπειρες εκδοχές που εμπεριέχει το μέλλον των ηρώων σου;
Με ξαφνιάζει αυτό που λες. Δεν είχα/έχω καθόλου την αίσθηση ότι πρόκειται περί ανταλλαγής και μάλιστα σε μια, τρόπον τινά, προγραμματισμένη βάση. Καθένας τους, νομίζω, είναι αυστηρά (έως πολύ αυστηρά) προσδιορισμένος από τις συνθήκες που έχει εκείνος επιλέξει, ακόμα κι αν δεν έχει συνειδητοποιήσει ότι εκείνος τις έχει επιλέξει. Το ότι ενδεχομένως συμφέρονται, συγχωνεύονται, όπως λες, έχει να κάνει με το γεγονός ότι έχουν ανάγκη να μοιραστούν, και μάλιστα όχι τα αντικείμενα αλλά τον ίδιο τους τον εαυτό, ολόκληρο. Και, βέβαια, τους επιφυλάσσεται αυτή η «μοίρα» γιατί επέλεξαν να γίνουν «δικοί» μου άνθρωποι (όσο και ν’ ακούγεται παράδοξο, θεωρώ ότι οι ήρωές μου μ’ επιλέγουν κι όχι το αντίστροφο). Έτσι επιτυγχάνεται και η μεταξύ μας δικαιοσύνη: εγώ τους γράφω και τους δίνω σάρκα και οστά κι εκείνοι διατηρούν το δικαίωμα να με κατακλύζουν, να μ’ εκφράζουν αλλά και να μ’ εξοργίζουν φορές, ο καθένας με τον τρόπο του. Όσο για την τάση του καιρού, του ανθρώπου κλπ., την αντιλαμβάνομαι εντελώς αντίστροφα, ως μια σφοδρή επίθεση της συλλογικότητας πάνω στην προσωπικότητα. Και μάλιστα μ’ έναν τελείως «διεστραμμένο» τρόπο. Τι θέλω να πω; Ο κοινός τόπος στις μέρες μας είναι πως ο άνθρωπος στις δυτικές κοινωνίες διακατέχεται εκ προοιμίου από το αίσθημα του ατομισμού του, τη διαφοροποίηση της κατάστασής του από τους άλλους, τις προσωπικές επιδιώξεις και φιλοδοξίες του κ.ο.κ. και ως εκ τούτου ούτε μπορεί να συν-αισθανθεί αλλά κυρίως ούτε να συν-πράξει. Κατά τη γνώμη μου, αυτό είναι, εν μέρει τουλάχιστον, ψευδές. Μπορεί να είχε μια κάποια ισχύ για τις προηγούμενες δύο δεκαετίες (και αν) αλλά όχι σήμερα. Ο σημερινός μέσος δυτικός άνθρωπος πάσχει από την ολοσχερή έλλειψη ενός ευρύτερου συλλογικού πλαισίου, στο οποίο θα ήθελε τουλάχιστον ν’ ανήκει, αν όχι και να συν-διαμορφώνει, αλλά σίγουρα να νιώθει ασφαλής μέσα σ’ αυτό, με ήσυχη συνείδηση. Ταυτοχρόνως, δεν μπορεί να εμπιστευτεί κανέναν και τίποτα. Γιατί; Για πάρα πολλούς και διαφορετικούς λόγους ο καθένας και δεν έχει νόημα να τους αναλύσουμε εδώ. Πάντως, καθείς από τη θέση του, νιώθει τη βάναυση επίθεση των καιρών και ταυτοχρόνως απροστάτευτος, ενώ αντιλαμβάνεται, εν πολλοίς, ότι αυτή η ερημιά προκύπτει μέσα από την «πανοπλία» ατομισμού που έχει ο ίδιος σμιλεύσει τα προηγούμενα χρόνια. Η πιο πρόσφορη λύση, που χαϊδεύεται στα πόδια του, είναι να ενταχτεί σε μία από τις νεοπαγείς συλλογικότητες, που διαμορφώνονται, από μέρα σε μέρα, από ώρα σε ώρα, ενόσω οι προηγούμενοί του σύντροφοι είναι εξίσου αδύναμοι και αποδεκατισμένοι για να καταφέρουν να προσπαθήσουν καν να καλλιεργήσουν όχι μια νέα ουτοπία αλλά –έστω– ένα «μικροκλίμα», ικανό ν’ αντέξει τη βαρυχειμωνιά επ’ αόριστον.
Ό,τι λοιπόν και ν’ αποφασίσει αυτός ο άνθρωπος, εγώ τον παρακολουθώ και τον συμμερίζομαι. Τίποτα παραπάνω.
Και, προς Θεού, καμία πρόταση, η πρόταση ενέχει κάτι το διδακτικό, η ζωή μας απλώνεται μπροστά μας σαν μια βεντάλια από επιλογές –ίσως με μια χροιά λαχνού–, τόσο πολύχρωμη και τόσο πολύπλοκη... Και όπως και ό,τι και να επιλέξεις (γιατί, δυστυχώς, καλείσαι να επιλέξεις) κάτι θ’ αφήσεις που δεν είναι ποτέ αμελητέο. Η τραγικότητα αυτής της επιλογής, αυτό είναι που προσπαθώ να διατυπώσω. Καμιά κρίση, καμιά απόφανση, όλοι καλούμαστε να ζήσουμε το υπόλοιπο της ζωής μας συμφιλιωμένοι με αυτό που αφήσαμε πίσω μας μήπως και συναντήσουμε, πράγματι, αυτό που θα βρούμε μπροστά μας.
Αυτό που λέμε «θαύμα» συμβαίνει διαρκώς, κάθε δευτερόλεπτο, μέσα από τα πιο απλά καθημερινά γεγονότα. Οι πιθανότητες να «συγκρουστείς» μαζί του είναι αρκετές, αλλά οι πιθανότητες να το αντιληφθείς ελάχιστες.
Αυτό που βρίσκω προκλητικά παρόν και ζωντανό στα ποιήματά σου είναι πως οι αφηγητές φτάνουν στην προσωπική τους κάθαρση μέσα από την ίδια την καθημερινότητά τους και όχι μέσα από κάποιο θαύμα. Υπάρχει σ’ αυτή τη συλλογή μια κάθετη παραδοχή και μια συνεχής προσγείωση από τις εικόνες-οράματα στο τραπέζι της κουζίνας μας και στην αστική βεράντα. Είναι θέση αυτό; Το εδώ και τώρα;
Ασφαλώς και είναι θέση. Θέση, διαπίστωση, βίωμα, όπως θέλεις πες το. Κι αυτό γιατί αυτό που λέμε «θαύμα» συμβαίνει διαρκώς, κάθε δευτερόλεπτο, μέσα από τα πιο απλά καθημερινά γεγονότα. Οι πιθανότητες να «συγκρουστείς» μαζί του είναι αρκετές, αλλά οι πιθανότητες να το αντιληφθείς ελάχιστες. Κι αυτό γιατί κανείς μας δεν περιμένει στ’ αλήθεια να ευ-τυχίσει έτσι απλά, έχουμε βάλει στο μυαλό μας προϋποθέσεις που αποκλείουν εν πολλοίς τον αιφνιδιασμό. Όταν όμως αφήσεις τον εαυτό σου ελεύθερο να διανοηθεί το –ας πούμε– «θαύμα» έξω από τις θαυμαστές του ιδιότητες, μπορεί και να σου συμβεί. Άλλωστε, και αυτή η συνομιλία μας ένα μικρό –μα όχι αμελητέο– θαύμα είναι.
Στο τελευταίο ποίημα της συλλογής, το Weather Project», μέσα σε μια σύμβαση θεατρικής παράστασης, αφήνεις τη Μάριον μόνη να χορεύει στη σκηνή, κατεβάζεις τον Άγγελο στη μεριά του κοινού (αδύνατον πια να επέμβει στην ιστορία) και εναποθέτεις σ’ ένα τζουκμπόξ την τυχαία επιλογή της εικόνας-ανάμνησης που θα ακολουθήσει. Μοιάζει τώρα οι θεατές να έχουν πάρει από σένα κάθε κλειδί και να ’ναι στο χέρι τους η έκβαση, η «απόλυσις». Τι θα επιθυμούσες να έχουν κερδίσει οι θεατές-αναγνώστες σου κλείνοντας αυτό το βιβλίο;
Το λες και μόνη σου: έχω παραδώσει στα χέρια τους το κλειδί της έκβασης. Η μόνη, κρυφή μου επιθυμία είναι να το πάρουν και ν’ ανοίξουν την πόρτα που εκείνοι θα επιλέξουν και να μην κλείσουν το βιβλίο σκεπτόμενοι ότι διάβασαν μία ακόμα «ιστορία» που δεν μπόρεσαν καθόλου να την κατοικήσουν.
Ο Άρνε Νταλ δεν υπάρχει. Το ψευδώνυμο αυτό ανήκει στον Σουηδό Γαν Άρναλντ, ο οποίος κατάφερε να διατηρήσει μυστική την ταυτότητά του για αρκετά χρόνια, αλλά στο έκτο βιβλίο της αστυνομικής σειράς του, στην οποία πρωταγωνιστεί η Ομάδα Άλφα, το πρόσωπό του αποκαλύφθηκε. Γεννημένος το 1963, ο Γαν Άρναλντ εργάζεται ως κριτικός και δημοσιογράφος, ενώ με το Misterioso καθιερώθηκε διεθνώς ως ένας από τους σπουδαιότερους σύγχρονους συγγραφείς αστυνομικού μυθιστορήματος στην Ευρώπη. Η σειρά βιβλίων του αριθμεί σήμερα 11 τίτλους, οι αστυνομικές του ιστορίες μεταφράζονται σε πάρα πολλές χώρες, ενώ διακρίνεται για το έργο του διεθνώς (Deutscher Krimi Preis, 2005 – Γερμανία, Palle Rosenkrantz Prisen, 2004 – Δανία).
Πώς ξεκινάει η συγγραφή ενός νέου μυθιστορήματος; Υπάρχει κάποιο σχέδιο που το ακολουθείτε;
Τα αστυνομικά μυθιστορήματά μου είναι πολύ περίπλοκα, καθώς υπάρχουν πολλά που συμβαίνουν ταυτόχρονα και θα ήταν πολύ τολμηρό απλώς να εμπιστευτώ τη φαντασία στο επίπεδο της πλοκής κατά τη συγγραφή. Με μια σταθερή δομή μπορείς να κάνεις τον αυτοσχεδιασμό ακόμα πιο εύκολο. Έτσι, πάντα ξεκινάω με την εύρεση των ιδεών, της πλοκής και κάνοντας μια έρευνα. Στην πραγματικότητα πρέπει να περιμένω αρκετό καιρό πριν ξεκινήσω να γράφω.
Οι ιστορίες σας είναι παρμένες από την σουηδική κοινωνία. Έχει η χώρα σας όλες αυτές τις ιδιομορφίες που περιγράφετε στα βιβλία σας;
Η Σουηδία είναι παγκοσμίως γνωστή ως μια ασφαλής χώρα αλλά και ως μια χώρα που όλα λειτουργούν σωστά, και υποθέτω ότι παραμένει ακόμα. Όμως νομίζω ότι έχουμε γίνει αρκετά φαρισαϊκοί με το να αποφεύγουμε τις σκοτεινές γωνιές του παρελθόντος και του παρόντος μας. Η αστυνομική λογοτεχνία, στα καλύτερά της, κάνει ό,τι καλύτερο για να κοιτάξει σε αυτές τις σκοτεινές γωνίες.
Η ανάγνωση είναι αυτό που μας εμποδίζει από το να είμαστε βάρβαροι. Και η Ευρώπη βρίσκεται σε δύσκολη κατάσταση (όπως και όλος ο κόσμος). Είναι περισσότερο από κάθε άλλη φορά έντονη η ανάγκη να σταματήσουμε και να σκεφτούμε τα πράγματα, και όχι μόνο να αντιδράμε. Δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο γι’ αυτό από τη λογοτεχνία.
Στα βιβλία σας συνδυάζετε αριστοτεχνικά διεθνείς δολοπλοκίες, κατασκοπεία, σασπένς και υψηλή λογοτεχνία. Πώς τα καταφέρνετε;
Υποθέτω ότι αυτό έχει να κάνει με το υπόβαθρό μου. Οι περισσότεροι συγγραφείς αστυνομικής λογοτεχνίας προέρχονται από άλλες δουλειές, και η αστυνομική λογοτεχνία είναι κάτι στο οποίο φτάνουν έχοντας πρώτα μια διαφορετική καριέρα. Αυτό είναι καταπληκτικό, γιατί εισάγει τους αναγνώστες σε άγνωστες περιοχές, αλλά σημαίνει επίσης ότι το ίδιο το κείμενο έρχεται συχνά σε δεύτερη μοίρα. Το θέμα, η πλοκή, το μήνυμα είναι πολλές φορές πιο σημαντικά από το λογοτεχνικό περιεχόμενο. Εγώ προέρχομαι από τον λογοτεχνικό χώρο, έχω εξασκηθεί στη λογοτεχνία, και για μένα το κείμενο, το ύφος, η αισθητική είναι τόσο σημαντικά όσο και η πλοκή,ΑΝ όχι κάτι παραπάνω.
Είσαστε γνώστης της ιεραρχίας αλλά και του τρόπου σκέψης της αστυνομίας. Έχετε κάποια προηγούμενη εμπειρία ή συνεργασία με κάποιο μέλος της αστυνομίας που να σας βοηθά και να σας δίνει απαντήσεις σε δύσκολες αστυνομικές περιπτώσεις;
Ναι, έχω επαφές μέσα στην αστυνομία και ίσως μέχρι τώρα έχω μάθει πώς δουλεύει. Έχω αποκτήσει όλο και περισσότερο ένα αστυνομικό μυαλό.
Στο μυθιστόρημα Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας, γράφετε για δυο δολοφονίες που συνδέονται μεταξύ τους. Γιατί μπορεί μια αποτρόπαια πράξη να συμβεί και δεύτερη φορά;
Όλο το βιβλίο έχει να κάνει με έναν δολοφόνο που στην πραγματικότητα νομίζει ότι κάνει κάτι καλό (ότι βρίσκεται σε ένα είδος αποστολής). Έτσι είναι δυνατόν να γίνει. Εξάλλου είναι ένας κατά συρροή δολοφόνος, σκοτώνοντας αρκετά άτομα.
Μου άρεσε το ότι ο τηλεκριτικός, στο μυθιστόρημα που σας ανέφερα, αντιστέκεται με τον τρόπο του στα ριάλιτι σόου της τηλεόρασης. Γιατί όμως οι τηλεθεατές τα θεοποιούν;
Όπως και πάρα πολλά πολιτιστικά φαινόμενα στη σημερινή εποχή, είναι ένας τρόπος για να αποδράσεις από την πραγματικότητα. Είσαι κουρασμένος από τη δική σου ζωή και έχεις την ευκαιρία να μπεις στη ζωή κάποιου άλλου χωρίς να κάνεις κάτι κουραστικό, όπως το να διαβάζεις.
Η αστυνομία έχει τον τρόπο της να λύνει τα προβλήματα. Δεν υπάρχουν και κάποιοι πολιτικοί παράγοντες που μερικές φορές την εμποδίζουν στην έρευνά της;
Πράγματι έτσι είναι. Ευτυχώς όμως η ΟμάδαΑ και η Opcop είναι κατά κάποιο τρόπο προστατευμένες από αυτό το εμπόδιο, όντας εξειδικευμένες ομάδες και δουλεύοντας περισσότερο ή λιγότερο στο παρασκήνιο. Κατάφεραν να αποφύγουν τα περισσότερα από τα πολιτικά εμπόδια.
Στο μυθιστόρημα Κινέζικοι ψίθυροι γράφετε για την πολιτική των πλούσιων κρατών έναντι των ασθενέστερων. Υπάρχει η ελπίδα στο μέλλον να αλλάξει αυτή η κατάφωρη αδικία εις βάρος των φτωχών κρατών;
Σίγουρα αυτό θέλω να ελπίζω. Αυτό το βιβλίο γράφτηκε πριν από την οξεία κρίση στην Ελλάδα και εκείνη την περίοδο κάτι παρόμοιο συνέβαινε στη Λετονία. Προσωπικά πιστεύω ότι τα ελληνικά χρέη πρέπει να περικοπούν εντελώς. Πρέπει να σας δοθεί η ευκαιρία να ξεκινήσετε από την αρχή. Να ξεκινήσετε φρέσκοι και να τα καταφέρετε καλύτερα.
Μέσα στις σελίδες του ίδιου μυθιστορήματος, αναφέρεστε και στη Μαφία. Από το στόμα ενός μέλους της Opcop ακούγεται ότι η Μαφία έχει βαλθεί να αγοράσει όλο τον κόσμο. Ποια είναι η αντίσταση των κρατών της Ευρώπης;
Είναι διαφορετική σε διαφορετικές χώρες. Το πρόβλημα είναι η μαύρη οικονομία, η οποία πραγματικά φαίνεται να ανθεί παντού: τα παράνομα λεφτά πρέπει όμως και να ξεπλυθούν. Έτσι, οι εγκληματικές οργανώσεις έχουν αρχίσει όλο και περισσότερο να μπαίνουν στη νόμιμη αγορά. Και ο νομοταγής κόσμος σκέφτεται όλο και περισσότερο: τα λεφτά δε μυρίζουν!
Στο μυθιστόρημα Misterioso γράφετε για δολοφονίες επιχειρηματιών. Γιατί είναι εύκολος στόχος οι επιχειρηματίες;
Στην πραγματικότητα δεν είναι. Πολύ λίγοι επιχειρηματίες δολοφονούνται. Αλλά στο Misterioso ήταν κομμάτι της κοινωνικής κριτικής. Στη δεκαετία του ‘90 ο επιχειρηματικός και τραπεζικός κόσμος άρχισε να ξεχνάει τον κοινωνικό του ρόλο, εστιάζοντας μόνο στους αριθμούς και στα εύκολα λεφτά. Αυτο που συμβαίνει στοMisterioso είναι αποτέλεσμα αυτής της αλλαγής. Εξάλλου, ίσως και να μην υπάρχουν «εύκολα» λεφτά.
Στα βιβλία σας μιλάτε για την Ομάδα Άλφα που έχει ιδρύσει η αστυνομία για να αντιμετωπίσει τα εγκλήματα. Ποια χαρακτηριστικά της Ομάδας Άλφα την οδηγούν να έχει συνεχείς επιτυχίες;
Το κλειδί έγκειται στο ότι είναι μια πολύ μικρή ομάδα, μερικώς απομονωμένη και με εξαιρετική συνεργασία. Είναι κάτι τόσο σπάνιο όσο μια καλοδουλεμένη ομάδα. Σκέφτονται όλοι μαζί, αυτό είναι το κλειδί. Και φυσικά ο εξαιρετικός αρχηγός, ο Jan-Olov Hultin.
Τα αστυνομικά μυθιστορήματά μου είναι πολύ περίπλοκα, καθώς υπάρχουν πολλά που συμβαίνουν ταυτόχρονα και θα ήταν πολύ τολμηρό απλώς να εμπιστευτώ τη φαντασία στο επίπεδο της πλοκής κατά τη συγγραφή. Με μια σταθερή δομή μπορείς να κάνεις τον αυτοσχεδιασμό ακόμα πιο εύκολο.
Με ποιο τρόπο βοηθά το διαδίκτυο στην προώθηση του έργου του συγγραφέα;
Στη σημερινή εποχή το διαδίκτυο είναι ένας πολύ καλός τρόπος επικοινωνίας με τους αναγνώστες. Δεν είναι μόνο χρήσιμο για τις δημόσιες σχέσεις, αλλά είναι και ένας πολύ καλός τρόπος για τους αναγνώστες να μιλήσουν μαζί μου και, συνήθως, απαντώ σε μικρό χρονικό διάστημα. Μου αρέσει πάρα πολύ.
Στις αναφορές που κάνετε, στην ιστοσελίδα σας, γράφετε και για τις επισκέψεις σας σε διάφορες χώρες της Ευρώπης. Τι είδους θέματα συζητάτε στις διαλέξεις σας;
Υπάρχει πραγματικά μεγάλη διαφορά μεταξύ των χωρών. Στο Ηνωμένο Βασίλειο όλα έχουν να κάνουν με το να είσαι εφυής και ομιλητικός. Στη Γερμανία σημασία έχει η λογοτεχνία, η ανάγνωση, η δομή. Στη Λατινική Αμερική τους ενδιαφέρει η σουηδική κοινωνία και η κοινωνική δημοκρατία. Και την τελευταία φορά που ήρθα στην Ελλάδα, εξεπλάγην από το γεγονός ότι είστε πραγματικά πολύ καλοί αναγνώστες της αστυνομικής λογοτεχνίας. Οι ερωτήσεις ήταν πολύ καλές.
Πώς νιώθετε που το έργο σας έχει μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και σας διαβάζουν πολλοί αναγνώστες;
Είναι φανταστικό. Ξεκίνησα να γράφω αστυνομικό μυθιστόρημα γιατί το αγαπούσα, τίποτα περισσότερο, και ποτέ δεν έπαψα να εκπλήσσομαι από το γεγονός ότι σίγουρα δεν είμαι ο μόνος που έχει αυτή την αγάπη... Είναι ωραίο να βλέπεις τόσο πολλούς ανθρώπους σε τόσες πολλές χώρες να μπορούν να χειριστούν περίπλοκα και λογοτεχνικά αστυνομικά μυθιστορήματα και, μάλιστα, όχι τις απλούστερες εκδοχές.
Τι θα λέγατε στους Έλληνες αναγνώστες που θα διαβάσουν τη συνέντευξή σας;
Συνεχίστε να διαβάζετε. Η ανάγνωση είναι αυτό που μας εμποδίζει από το να είμαστε βάρβαροι. Και η Ευρώπη βρίσκεται σε δύσκολη κατάσταση (όπως και όλος ο κόσμος). Είναι περισσότερο από κάθε άλλη φορά έντονη η ανάγκη να σταματήσουμε και να σκεφτούμε τα πράγματα, και όχι μόνο να αντιδράμε. Δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο γι’ αυτό από τη λογοτεχνία. Επισκεφτείτε τη σελίδα Άρνε Νταλ στο facebookΑΝ έχετε απορίες ή σχόλια.
Θερμές ευχαριστίες για τη μετάφραση από την αγγλική στην ελληνική γλώσσα στον Θοδωρή Ιντζέμπελη.