Ο Χρίστος Κ. Χριστοδούλου κατάγεται από την Ξάνθη. Σπούδασε δημοσιογραφία, δημόσιες σχέσεις, διοίκηση επιχειρήσεων και σκηνοθεσία κινηματογράφου. Συνεργάστηκε με τις εφημερίδες «Μακεδονία», «Θεσσαλονίκη», «Τα Νέα», «Ελευθεροτυπία», «Ανατολή Λασιθίου», «Χανιώτικα Νέα» και «Εμπρός». Διατέλεσε διευθυντής του γραφείου Τύπου του υπηρεσιακού πρωθυπουργού Ιωάννη Γρίβα και σύμβουλος Τύπου του πρωθυπουργού Ξενοφώντος Ζολώτα. Εργάστηκε ως ξένος ανταποκριτής κυπριακών, γαλλικών και αμερικανικών ΜΜΕ. Στη διάρκεια της Χούντας δημιούργησε τον κινηματογράφο τέχνης «Αλκυονίς». Υπήρξε παραγωγός περισσότερων από 1.000 ντοκιμαντέρ, που γυρίστηκαν από την ΕΡΤ την περίοδο 1978-2003. Είναι συμπαραγωγός της διεθνούς τηλεοπτικής σειράς «Οι Ολυμπιακοί Αγώνες στην Αρχαία Ελλάδα», που έχει τιμηθεί σε πλήθος ξένων φεστιβάλ αθλητικού και αρχαιολογικού ντοκιμαντέρ. Έχει γράψει τα βιβλία Τα φωτογενή Βαλκάνια των Αδελφών Μανάκη, Ο εκδότης Ιωάννης Βελλίδης, Οι τρεις ταφές του Χασάν Ταχσίν Πασά κ.ά. Το 2006 τιμήθηκε με το δημοσιογραφικό Βραβείο του Ιδρύματος Μπότση. Βιβλία του έχουν μεταφραστεί στην αγγλική και στην τουρκική γλώσσα.
Μίλησε στο diastixo.gr με αφορμή το βιβλίο του Ο Έλληνας Τούρκος που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Επίκεντρο.
Σχεδόν αποκλειστικά αλλά όχι τυχαία, επέλεξα άτομα της πρόσφατης ελληνοτουρκικής ιστορίας, πολιτικά πρόσωπα μεγάλου εκτοπίσματος, τα οποία με τις πράξεις τους σφράγισαν τις σχέσεις των δύο χωρών και καθόρισαν όχι μόνο αυτά που συνέβησαν, αλλά κι αυτά που μέλλεται να συμβούν στην περιοχή μας.
Τα τελευταία σας βιβλία αναφέρονται σε πολιτικά πρόσωπα της πρόσφατης ελληνοτουρκικής ιστορίας, προσωπικότητες μεγάλου εκτοπίσματος. Τι είναι αυτό που σας γοητεύει σε αυτά τα θέματα;
Να ξεκαθαρίσουμε κάτι: Εγώ δεν είμαι ιστορικός, ούτε τα βιβλία μου έχουν άμεση σχέση με την ελληνική και την τουρκική ιστορία. Έχουν σχέση με τη ζωή των προσώπων που επιλέγω να βιογραφήσω, καταγράφοντας ως αφηγηματικό περίγυρο, και όχι ως κύριο σκοπό, τα γεγονότα και τις καταστάσεις που πλαισιώνουν αυτά τα πρόσωπα, ερμηνεύοντας παράλληλα τη δράση τους. Σχεδόν αποκλειστικά αλλά όχι τυχαία, επέλεξα άτομα της πρόσφατης ελληνοτουρκικής ιστορίας, πολιτικά πρόσωπα μεγάλου εκτοπίσματος, τα οποία με τις πράξεις τους σφράγισαν τις σχέσεις των δύο χωρών και καθόρισαν όχι μόνο αυτά που συνέβησαν, αλλά κι αυτά που μέλλεται να συμβούν στην περιοχή μας. Αυτό προέκυψε θαρρείς σαν μια ανάγκη να προσπαθήσω να καταλάβω τους Τούρκους ήρωές μου και μέσω αυτών τη χώρα τους και τη διαρκή αντιπαλότητά της με τη δική μας. Με τα χρόνια κατάλαβα ότι η ελληνοτουρκική πραγματικότητα από μιας αρχής είτε γράφεται είτε διαβάζεται με παραμορφωτικό φακό, τόσο εδώ όσο και απέναντι. Πρέπει να ψάξεις με νηφαλιότητα, χωρίς φανατισμό, για να βρεις, και θα βρεις, πρόσωπα, γεγονότα και λεπτομέρειες που αλλάζουν τελείως τις κατεστημένες θέσεις για τις σχέσεις Ελλάδας - Τουρκίας, που για λόγους ιστορικούς, θρησκευτικούς και πολιτικούς ήταν ούτως ή άλλως μονίμως στρεβλές. Πάντοτε απορούσα πώς γίνεται να παραμένεις αιώνια αντίπαλος ή δήθεν φίλος με τον γείτονά σου της πλαϊνής πόρτας. Κάποτε θα τον χρειαστείς ή θα σε χρειαστεί. Αυτό μπορεί να ακούγεται ως συναισθηματισμός. Αλλά η συνεννόηση, η καταλλαγή κι ο αλληλοσεβασμός δεν έβλαψαν ούτε την πολιτική ούτε τη διπλωματία. Εν ολίγοις, εγώ πιστεύω στην ανάγκη της ελληνοτουρκικής φιλίας. Και νομίζω ότι μέσα από τα βιβλία μου αλλά και τις πολιτικές μου αναλύσεις στα έντυπα που συνεργάζομαι, αναδύεται η δυνατότητα να υπάρξει πράγματι έντιμη, αμοιβαία συμφέρουσα και διαρκής σύμπλευση Ελλάδας - Τουρκίας.
Το χαρακτηριστικό της τουρκικής αυτοκρατορίας ήταν η κοινή συνύπαρξη όλων των λαών της αυτοκρατορίας. Αυτό δεν αποτέλεσε και ένα σημαντικό στοιχείο ώστε να επιβιώσει η αυτοκρατορία για μερικούς αιώνες;
Οι ήρωες των βιβλίων μου είναι επώνυμοι Οθωμανοί πολίτες με παραγνωρισμένο, ελλειμματικό ή παραποιημένο βιογραφικό. Είναι ιστορικά πρόσωπα –μουσουλμάνοι, χριστιανοί ή εβραίοι–, άνθρωποι σημαντικοί, που συμβίωσαν μεταξύ τους παρά τις τεράστιες κοινωνικοπολιτικές –και πολιτιστικές– αποστάσεις τους. Αυτό οφείλεται στη μεγάλη εμπειρία –θα έλεγα και πίστη– στην κοινή τους συνύπαρξη. Ασφαλώς οι διαφορές τους στην εθνικότητα και στη θρησκεία τούς οδήγησαν σε σύγκρουση, αλλά ο πραγματισμός και η αίσθηση της κοινής τους μοίρας τους κατεύθυνε τελικά πολύ γρήγορα στην επαναπροσέγγιση και την καταλλαγή. Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις χαρακτηρίζονται από μια διαρκή υστερία. Αλίμονο σ’ αυτόν που διαφοροποιείται. Ο Σουλτάνος Μαχμούτ ο 2ος, ο ηγεμόνας που διαχειρίστηκε ανελέητα την Ελληνική Επανάσταση και υπέγραψε την ανεξαρτησία της Ελλάδας, έλεγε: «Η αυτοκρατορία μου έχει ανάγκη τους Έλληνες, και οι Έλληνες την αυτοκρατορία μου». Μεγάλη κουβέντα, την οποία κανείς δεν την πήρε πολύ στα σοβαρά. Δυστυχώς.
Κεμάλ, Ταχσίν Πασάς και τώρα ο «Έλληνας Τούρκος». Κάθε μία από αυτές τις προσωπικότητες είχε τη δική της πορεία. Ποια στοιχεία τους έκαναν να ξεχωρίζουν;
Όπως είπα, τα βιβλία μου αφορούν κάποιες ξεχωριστές προσωπικότητες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που έπαιξαν καταλυτικό ρόλο στη σχέση Ελλάδας - Τουρκίας. Ξεκίνησα από τους αδελφούς Μανάκη, τους πρώτους κινηματογραφιστές των Βαλκανίων. Ήταν Οθωμανοί πολίτες, πρωτοπόροι της φωτογραφίας στα Βαλκάνια, που γύρισαν ταινίες πάνω στην Πίνδο. Αξιοθαύμαστο γεγονός της τουρκοκρατούμενης Μακεδονίας. Ακολούθησε ο Εκδότης Ιωάννης Βελλίδης. Ήταν μια μυθική μορφή της ελληνικής δημοσιογραφίας, εκδότης των εφημερίδων «Μακεδονία» και «Θεσσαλονίκη», που γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη κατά τα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας και κράτησε μέχρι τέλος τους πατριωτικούς οραματισμούς του, τη βενιζελική προσέγγιση φιλίας και συνεργασίας με την Τουρκία, αλλά και τις υλικές απολαύσεις του καιρού του.
Το τρίτο βιβλίο μου ήταν για έναν άλλο Σαλονικιό, τον Μουσταφά Κεμάλ. Ο Κεμάλ δεν ήταν γέννημα της Τουρκίας. Η Τουρκία είναι γέννημα του Κεμάλ. Ο Κεμάλ είναι αυθεντικό προϊόν του κοσμοπολίτικου περιβάλλοντος της Θεσσαλονίκης και του ευρωπαϊκού διαφωτισμού. Είναι ταυτόχρονα τέκνο μιας πολυεθνικής αυτοκρατορίας, της οθωμανικής, και μιας πολύ κρίσιμης ιστορικής στιγμής: της αφύπνισης του εθνικισμού των λαών που τη συγκροτούσαν. Έγραψα για τα χρόνια που ο Κεμάλ ήταν ακόμα στη γενέτειρά του τη Θεσσαλονίκη γιατί εκείνη η περίοδος, εκείνη η πόλη, εκείνο το σπίτι κι εκείνη η μάνα –η δυναμική μάνα του– διαμόρφωσαν τον μελλοντικό ηγέτη, συνωμότη και πολιτικό. Κανείς έως τότε δεν είχε ασχοληθεί με εκείνη την περίοδο. Ούτε οι Τούρκοι ούτε οι Έλληνες. Κατανοητό αλλά απαράδεκτο. Χαίρομαι πολύ που ο νυν δήμαρχος Θεσσαλονίκης ξανάβαλε στο κάδρο της πόλης τον Κεμάλ. Αυτό ήθελε πολύ μεγάλη τόλμη.
Ο Έλληνας Τούρκος Χρίστος Κ. Χριστοδούλου Επίκεντρο 320 σελ. ISBN 978-960-458-687-5 Τιμή: €16,00 |
Όσο για τον Χασάν Ταχσίν Πασά, τι να πω; Κανείς δεν ήξερε μέχρι που κυκλοφόρησε το βιβλίο μου τίποτα παραπάνω για τον άνθρωπο αυτό, παρά ότι παρέδωσε τη Θεσσαλονίκη αμαχητί στον ελληνικό στρατό. Είναι δυνατόν; Ε, στην Ελλάδα είναι. Κάποιος έπρεπε να επανορθώσει μια αδικία απέναντι στον Αλβανό Οθωμανό αρχιστράτηγο που έδωσε τέτοιο έπαθλο στην Ελλάδα.
Στο νέο σας βιβλίο Ο Έλληνας Τούρκος αναφέρεστε σε έναν Έλληνα που έγινε μουσουλμάνος. Αλήθεια, ήταν ο μόνος ή υπήρχαν και άλλοι Έλληνες που εξισλαμίστηκαν;
Ερχόμαστε λοιπόν στο καινούργιο μου βιβλίο που αναφέρεται στον Ιμπραήμ Εντχέμ Πασά. Κι αυτός μια ειδική περίπτωση του ελληνοτουρκικού... πάνθεου... Πρόκειται για έναν Έλληνα σκλάβο που επέζησε της τρομακτικής σφαγής της Χίου, που ανατράφηκε εν συνεχεία ως μουσουλμάνος στον οίκο ενός Πασά, σπούδασε κατόπιν στη Γαλλία, επέστρεψε μετά στην Κωνσταντινούπολη όπου έγινε πολλές φορές υπουργός και πρεσβευτής, για να ανέλθει τελικά στο θώκο του Μεγάλου Βεζίρη, δηλαδή του πρωθυπουργού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αυτός χειρίστηκε τον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1878, αυτός διαπραγματεύτηκε τα ιλιγγιώδη χρέη των Σουλτάνων με τους Έλληνες και διεθνείς δανειστές της χώρας –Έλληνες συγκροτούσαν τότε το διεθνές νομισματικό ταμείο–, αυτός έφερε την Τουρκία στη σφαίρα επιρροής της Γερμανίας... Χωρίς υπερβολή, πρόκειται για εκπληκτική περίπτωση, μυθική και μαζί απίστευτη, που προβάλλει ανάγλυφα το χρονικό της ανέλιξης των Ελλήνων μέσα στις δομές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ταυτόχρονα όμως αναδεικνύει την αρετή εκείνης της χώρας, που δεν περιφρονούσε κανέναν από τους ταλαντούχους πολίτες της, τους οποίους αξιοποιούσε ανεξάρτητα από εθνικότητα, γλώσσα ή θρησκεία. Οι Έλληνες επωφελήθηκαν απ’ αυτή την πολιτική και, όπως αποδείχτηκε, είχαν όλα τα προσόντα γι’ αυτό. Ήταν οι μόνοι μαζί με τους Εβραίους που υπηρέτησαν τόσο αποτελεσματικά και τόσο έντιμα την οθωμανική πατρίδα τους, τον Σουλτάνο αλλά και τη φυλή τους.
Ο Ιμπραήμ Πασάς έφτασε πολύ ψηλά. Πρέσβης και Βεζίρης. Τι διέκριναν οι Τούρκοι στην προσωπικότητά του και τον διάλεξαν;
Ο Ιμπραήμ Εντχέμ Πασάς υπήρξε ένας αληθινός, ένας φανατικός μεταρρυθμιστής, σε μια χρονική συγκυρία κατά την οποία η ανανέωση κι ο εξευρωπαϊσμός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν κυριολεκτικά ζήτημα ζωής ή θανάτου για τη χώρα. Η ιδιότητα αυτή σε συνδυασμό με το υψηλό επίπεδο των σπουδών του, τον κοσμοπολιτισμό, την ευφυΐα και την εντιμότητά του τον κατέστησαν απαραίτητο βραχίονα όλων των πολιτικών και κοινωνικών κινημάτων της χώρας. Ακόμα κι αυτών που είχαν σχέση με την Ελλάδα. Και μια προσθήκη εδώ: Το επιτελείο του αποτελούνταν από Έλληνες νομοθέτες, διπλωμάτες, τραπεζίτες και εν γένει γραφειοκράτες διεθνούς διαμετρήματος. Τα σπουδαιότερα διπλωματικά και διοικητικά έγγραφα εκείνης της περιόδου, καθώς και οι διακανονισμοί των χρεών της αυτοκρατορίας, φέρουν τις υπογραφές τους.
Με εντυπωσιάζει το γεγονός ότι έχετε πρωτότυπες πηγές και άγνωστες. Πού τις ανακαλύψατε;
Η δουλειά του δημοσιογράφου σού διδάσκει την αρετή και τη μέθοδο της τεκμηρίωσης. Αν ξέρεις και καμιά ξένη γλώσσα, τόσο το καλύτερο. Το βιβλίο αυτό, λοιπόν, χρειάστηκε τριάμισι χρόνια ψάξιμο και γράψιμο για να ολοκληρωθεί. Πολλές από τις πηγές του προέρχονται από βιβλία, έγγραφα και έντυπα που υπάρχουν σε ελληνικά αρχεία. Τις σπουδαιότερες απ’ αυτές τις αναφέρω, τις περιλαμβάνω, μέσα στο κείμενο του βιβλίου. Άλλες πηγές εντοπίστηκαν σε αξιόπιστες παρακαταθήκες –τουρκικές, αγγλικές, γαλλικές και ιταλικές– του εξωτερικού. Οι γκραβούρες, που είναι πράγματι σπανιότατες και συνεπώς άγνωστες, προέρχονται από οίκους δημοπρασιών και δημοσιεύονται στην Ελλάδα για πρώτη φορά. Αυτά τα λιθογραφήματα του 18ου αιώνα, που ήταν δημιουργήματα μεγάλων καλλιτεχνών, αποτυπώνουν με φωτογραφική ακρίβεια τα έργα και τις ημέρες του Ιμπραήμ Εντχέμ Πασά, αποδεικνύοντας τον σημαντικό ρόλο που έπαιξε ο άνθρωπος αυτός, ένας Έλληνας πρώην σκλάβος, στη διαμόρφωση της νεότερης ιστορίας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Τα ιστορικά βιβλία περνάνε εδώ και μερικά χρόνια μια άνθιση, ίσως γιατί υπάρχει κοινό που ενδιαφέρεται για το «χειροπιαστό» κι όχι το επιστημονικό, το ακαδημαϊκό ή το φαντασιακό. Αυτού του είδους η λογοτεχνία προσφέρει στον αναγνώστη μια εναλλακτική αφήγηση που είναι πραγματική και όχι μυθοπλαστική.
Ποιο ήταν το στοιχείο που σας γοήτευσε στην περίπτωση του Χιώτη Πασά;
Ας μη νομιστεί ότι έγραψα αυτό το βιβλίο από πατριωτική αυταρέσκεια και για λόγους εθνικής περηφάνιας. Η περίπτωση αυτού του Χιώτη Πασά, περίπτωση σπάνιας πλοκής, μου κέντρισε το ενδιαφέρον γιατί υπήρχαν στη ζωή του όλα τα δεδομένα ενός πολύ καλού σεναρίου: Ένας «δυνατός» κεντρικός ήρωας, μια τραγική αφετηρία, η σφαγή της Χίου, παράπλευροι χαρακτήρες με ελληνική, μάλιστα, ταυτότητα, ένα αυτοκρατορικό περιβάλλον, εντυπωσιακές ίντριγκες, αλλεπάλληλες ανατροπές, μια θριαμβική καριέρα και, τέλος, ένα τραγικό φινάλε: η ήττα της Τουρκίας στον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1878. Έναν πόλεμο που χειρίστηκε –και χρεώθηκε– ως Μέγας Βεζίρης ο Ιμπραήμ Εντχέμ Πασάς.
Ποια είναι η γνώμη των Τούρκων ιστορικών για τον Εντχέμ Πασά; Υπάρχουν απόγονοί του;
Παρά τις ευθύνες του στον ρωσοτουρκικό πόλεμο, οι Τούρκοι ιστορικοί είναι επιεικείς με τον Εντχέμ Πασά, στον οποίο πάνω απ’ όλα αναγνωρίζουν το ρόλο που έπαιξε στη μεταρρύθμιση των θεσμών της αυτοκρατορίας και στη βελτίωση των συνθηκών της ζωής των εθνοτήτων και των θρησκειών τους. Οι απόγονοί του στην Τουρκία αποτελούν επί πέντε και πλέον γενιές μέχρι σήμερα τις πιο προβεβλημένες προσωπικότητες στις καλές τέχνες, τις επιστήμες και τα γράμματα. Ο γαλλοσπουδαγμένος γιος του Οσμάν Χαμντί Μπέης, που θεωρείται σήμερα ο μεγαλύτερος ζωγράφος της Τουρκίας, υπήρξε ο ιδρυτής του Αυτοκρατορικού Αρχαιολογικού Μουσείου της Κωνσταντινούπολης και της Σχολής Καλών Τεχνών. Αυτός έθεσε και τους θεσμικούς κανόνες για τη διενέργεια των αρχαιολογικών ανασκαφών στην Τουρκία, που ως τότε αποτελούσαν ξέφραγο αμπέλι των ξένων και ντόπιων... Έλγιν. Παρεμπιπτόντως: ο Πασάς είχε και άλλα διάσημα παιδιά, αλλά ο Οσμάν Χαμντί ήταν ο μόνος που παραδεχόταν ότι η ρίζα τους ήταν ελληνική. Η υπόλοιπη οικογένεια το απέκρυπτε. Όσο μπορούσαν. Ο πεντάκις εγγονός του Εντχέμ Πασά είναι ένας κορυφαίος σήμερα διανοούμενος της Τουρκίας. Πρόκειται για τον καθηγητή Ελντέμ Εντχέμ, έναν πολυγραφότατο επιστήμονα διεθνούς κύρους, που διδάσκει ιστορία στο Πανεπιστήμιο του Βοσπόρου. Πριν τρία χρόνια είχε έλθει στην Ελλάδα και μίλησε στο Ίδρυμα Ωνάση για τον πρόγονό του. Έχω «συνομιλήσει» μαζί του μέσω e-mail. Οι πληροφορίες του ως προς την ελληνική ή μη καταγωγή του Πασά συμπλήρωσαν τα τεκμήρια που συγκέντρωσα εγώ, τεκμήρια που απλώνονται σε όλη τη διάρκεια του γόνιμου βίου του κι όχι μόνο στην καταγωγή του.
Γιατί τα τελευταία χρόνια τα ιστορικά βιβλία γνωρίζουν επιτυχία;
Τα ιστορικά βιβλία –να τα διαχωρίσουμε από τα ακαδημαϊκά βιβλία της ιστορίας– περνάνε εδώ και μερικά χρόνια μια άνθιση, ίσως γιατί υπάρχει κοινό που ενδιαφέρεται για το «χειροπιαστό» κι όχι το επιστημονικό, το ακαδημαϊκό ή το φαντασιακό. Αυτού του είδους η λογοτεχνία προσφέρει στον αναγνώστη μια εναλλακτική αφήγηση που είναι πραγματική και όχι μυθοπλαστική. Ο Έλληνας Τούρκος μιλά για εξέχοντες ανθρώπους που υπήρξαν και κοσμοϊστορικά γεγονότα πού συνέβησαν. Θα μπορούσα λοιπόν να πω ότι το ιστορικό βιβλίο είναι η ζωή των ηρώων του και της εποχής τους στην πράξη. Κι αυτό του δίνει υπόσταση, κάποτε μάλιστα ισάξια με ένα καλό λογοτέχνημα ή ένα εμβριθές ιστορικό δοκίμιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου