- Χρυσάνθη Τσιαμπαλή
H εντεκάχρονη Άννα, η έφηβη Έλλη και η μητέρα τους, Αγγελική, φτάνουν στο κάμπινγκ το Γαλάζιο Ακρογιάλι – προφανώς για διακοπές, θα υποθέσουμε οι βιαστικές αναγνώστριες και οι βιαστικοί αναγνώστες. Όμως πολύ σύντομα η Άννα, η οποία θα πάρει επάνω της την αφήγηση της ιστορίας και θα μας συνεπάρει, θα μας προσγειώσει στην πραγματικότητα –μια πραγματικότητα ούτε θλιβερή ούτε χαρωπή, είναι αυτή που είναι– και θα μας πει πως η οικογένεια βρίσκεται εκεί για να δουλέψει η μητέρα ως καθαρίστρια στα δωμάτια που διαθέτει το κάμπινγκ, αφού οι δουλειές στα σπίτια που καθάριζε έχουν περιοριστεί πολύ. Και έτσι έχουμε την πρώτη μικρή ανατροπή στην αρχική εντύπωση που μας δίνεται, ενώ πολύ γρήγορα έρχεται και η δεύτερη, όταν μαθαίνουμε πως το μικρό σπιτάκι στο οποίο θα μείνουν, το σπιτάκι του προσωπικού, δεν είναι απλώς αρκετό, επειδή εξυπηρετεί τη συνθήκη της εργασίας της μητέρας και μαζί τις διακοπές των κοριτσιών, είναι υπεραρκετό, ένα πραγματικό καταφύγιο, το μοναδικό τους τη δεδομένη στιγμή, αφού η σπιτονοικοκυρά τις έδιωξε από το σπίτι εξαιτίας των απλήρωτων ενοικίων, τα οποία τακτοποιούσε η γιαγιά ώσπου έφυγε από τη ζωή το προηγούμενο καλοκαίρι.
Αυτές οι αντιθέσεις ανάμεσα στην πρώτη εντύπωση και στα γεγονότα είναι προάγγελοι και άλλων μικρών αντιθέσεων ανάμεσα στις σκέψεις και τα συναισθήματα της Άννας και στην πραγματικότητα, καθορίζουν την ατμόσφαιρα της ιστορίας και τον ρυθμό της και κρατούν δέσμιους τους αναγνώστες και τις αναγνώστριες, αποδεικνύοντας πως οι ιστορίες που μας καθηλώνουν μπορούν να χτιστούν με απλά υλικά, τέχνη και τεχνική, χωρίς να απαιτούνται φαντασμαγορικές σκηνές, εξωφρενική πλοκή και ασίγαστη δράση.
Μέσα, λοιπόν, σε αυτό το λαμπερό, ελληνικό, καλοκαιρινό σκηνικό, σε ένα κάμπινγκ το οποίο πλαισιώνεται από το ζωηρά περιγραφικό όνομα Γαλάζιο Ακρογιάλι, θα βρει τον χρόνο και τον τρόπο να εκφραστεί η ευαίσθητη, δημιουργική, ρεαλιστική και ενίοτε χιουμοριστική οπτική της ηρωίδας και μέσω αυτής θα δούμε τη φύση να αποκτά μια δική της μοναδική υπόσταση, ενώ παράλληλα θα ξεδιπλωθούν πολλοί και διαφορετικοί χαρακτήρες που συνθέτουν το παζλ της κοινωνίας εκεί, αλλά και της κοινωνικής πραγματικότητας ευρύτερα. Άνθρωποι καλοί, άνθρωποι καλοί κατά περίπτωση –μια σπιτονοικοκυρά με ευκαιριακές ευαισθησίες–, κάποιοι σνομπ, κάποιοι ανυπόφορα εγωκεντρικοί, κάποιοι χαμένοι στον κόσμο τους, άλλοι όμορφα ονειροπαρμένοι και περιπετειώδεις και κάποιοι πολύ επικίνδυνοι δρουν, ιδωμένοι μέσα από την ιδιαίτερη, εσωτερική και συνάμα ζωντανή, ολοζώντανη ματιά της Άννας, όπου ο ρεαλισμός και η τρυφερότητα συνυπάρχουν χωρίς όρια.
Παράλληλα βλέπουμε πώς αναπτύσσονται οι σχέσεις των παιδιών, οι αδερφικές σχέσεις –άλλοτε αθόρυβα μα σταθερά υποστηρικτές, και άλλοτε ασφυκτικές σε κακοποιητικό βαθμό–, οι σχέσεις των εφήβων, οι πρώτοι έρωτες που δοκιμάζουν εκκολαπτόμενες μα αταίριαστες φιλίες, οι αληθινές φιλίες που μοιάζουν διάφανες όπως τα νερά στη Μυστική Παραλία, η αλληλεγγύη απέναντι στον κίνδυνο, που είναι πέρα από φιλίες, ο θαυμασμός προς τους άλλους που όλα τα καταφέρνουν άριστα και η αίσθηση της ανικανότητας της ηρωίδας και των ενοχών για όσα δεν πετυχαίνει, παρότι αναμφίβολα είναι η μοναδική που κουβαλά με επιδεξιότητα μισό σύννεφο στην τσέπη. Το Γαλάζιο Ακρογιάλι θα γίνει απρόσμενα ο τόπος και ο χρόνος της αναζήτησης του εαυτού ενός κοριτσιού που νιώθει λιγότερο ικανό σε σχέση με πολλές άλλες και πολλούς άλλους, μα σύντομα θα ανακαλύψει πως με την επίδραση ταιριαστών ανθρώπων δίπλα της μπορεί, όχι μόνο να αντισταθεί σε ό,τι τη θυμώνει, μα να οδηγηθεί στην καλύτερη για εκείνη εκδοχή του εαυτού της.
Ο ρεαλισμός και η τρυφερότητα συνυπάρχουν χωρίς όρια.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, εξίσου μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει η σχέση της μητέρας με τις κόρες. Η εφηβεία με τις ιδιαιτερότητές της, η μετάβαση από την παιδικότητα στην εφηβεία και οι μεγάλες ευθύνες μια μητέρας μόνης δεν αποτελούν εμπόδιο για να αναπτυχθεί ανάμεσά τους μια συνεκτική σχέση, μια σχέση που οι πιθανές και αναμενόμενες συγκρούσεις δεν την καταλύουν. Η έλλειψη της πατρικής φιγούρας, παρότι γεννά ερωτηματικά στην Άννα, δεν εντοπίζεται ως μειονέκτημα, αλλά ως μια αναπόφευκτη πραγματικότητα, η οποία μάλιστα μοιάζει προτιμότερη για λόγους που οι αναγνώστες και οι αναγνώστριες καλούνται να εικάσουν, μέσα από τα λόγια της Έλλης. Η μητέρα μεγαλώνει μόνη τις δύο κόρες της και παρά τις μεγάλες δυσκολίες τα καταφέρνει, οι κόρες στέκονται δίπλα της με βαθιά κατανόηση, ενώ μια τρίτη θηλυκή μορφή, η γιαγιά, τις στήριζε μέχρι τον θάνατό της. Οι απεικονίσεις ικανών, αλληλέγγυων γυναικών, οι οποίες παλεύουν για τη ζωή τους και τα καταφέρνουν, είναι εξαιρετικά σημαντικές στη λογοτεχνία· βοηθούν στην ενδυνάμωση του γυναικείου φύλου, όχι μόνο επειδή στηρίζουν διακριτικά κορίτσια που πιθανώς να βρίσκονται σε αντίστοιχη κατάσταση, αλλά ακόμη περισσότερο, επειδή αντικρούουν την αντίληψη της ανημποριάς και της ευαλωτότητας του γυναικείου φύλου, που χρειάζεται πάντοτε την αντρική στήριξη για να επιβιώσει. Φανερώνουν πως τα κορίτσια και οι γυναίκες μπορούν να αντεπεξέλθουν παλεύοντας και προσπαθώντας μόνες ή και με τη συνεργασία και άλλων γυναικών, ακόμη και όταν οι συνθήκες αποδειχτούν πραγματικά δύσκολες· η απουσία της αντρικής φιγούρας δεν μπορεί να περιορίσει την πορεία της ζωής τους. Αυτή είναι στο χέρι τους.
Το μυθιστόρημα της Γεωργοστάθη κουβαλά μια γνησιότητα, όχι μόνο επειδή οι ήρωες κινούνται μακριά από το life style, την επιτηδευμένη καλοζωία και τον νεοπλουτισμό –χωρίς στιγμή να βουτούν στη μιζέρια και την ηττοπάθεια– αλλά και γιατί ακτινοβολεί την τιμιότητα του καθαρού βλέμματος της ηρωίδας, που σκιαγραφεί τον κόσμο γύρω της με έναν ποιητικό ρεαλισμό, έναν ρεαλισμό που δεν κρύβει τίποτα από την πραγματικότητα, αλλά ταυτόχρονα δεν «πνίγει» το αναγνωστικό κοινό, δεν το κάνει να ασφυκτιά, αντίθετα, το κρατά από το χέρι, παροτρύνοντάς το αθόρυβα να αναλογιστεί τις αξίες της ζωής και ανυψώνοντάς το ψυχικά μέσα από τη λογοτεχνικότητα του κειμένου και την ευχαρίστηση της ανάγνωσης.
Το πολύ όμορφο εξώφυλλο της Μαριλένας Μελισσηνού και τα διακοσμητικά σχέδια στο τέλος των κεφαλαίων ολοκληρώνουν την ωραία έκδοση αυτής της τόσο ωραίας ιστορίας.
[Η Χρυσάνθη Τσιαμπαλή είναι συγγραφέας.]
Μισό σύννεφο στην τσέπη
Ελένη Γεωργοστάθη
εικονογράφηση: Μαριλένα Μελισσηνού
Καλειδοσκόπιο
160 σελ.
ISBN 978-960-471-278-6
Τιμή €14,90
https://diastixo.gr/kritikes/paidika/24900-miso-sunnefo-stin-tsepi


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου