Ο Βασίλης Δανέλλης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1982, όπου μεγάλωσε και σπούδασε. Το 2006 το πέρασε στον παγωμένο βορρά της Αγγλίας, ολοκληρώνοντας τις μεταπτυχιακές σπουδές του, και από το 2009 ζει στην Κωνσταντινούπολη. Είναι δημοσιογράφος και έχει δουλέψει σε εφημερίδες, περιοδικά και στο ραδιόφωνο. Έχει γράψει διηγήματα για τη ραδιοφωνική εκπομπή Κλέφτες & Αστυνόμοι στον 902 και τη συλλογή Ελληνικά εγκλήματα 3 (Εκδόσεις Καστανιώτη, 2009). Είναι ιδρυτικό μέλος της Ε.Λ.Σ.Α.Λ. (Ελληνική Λέσχη Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας).
Επιλέγω να αφήνω ανοιχτό τέλος στα βιβλία μου, γιατί ενώ με ενδιαφέρει να καταγράψω ερωτήματα, δεν θέλω να προσφέρω κατηγορηματικές απαντήσεις και να εγκλωβίσω τον αναγνώστη στη δική μου αλήθεια, αλλά να τον αφήσω να επιλέξει τη δική του.
Από πότε ξεκινήσατε να γράφετε;
Το πρώτο μου διήγημα το έγραψα το 2009 και το πρώτο μυθιστόρημα, τη Μαύρη Μπίρα, το 2010.
Τι είναι αυτό που σας κάνει να γράφετε και να εμπνέεστε;
Γράφω για να αντιμετωπίσω τις ανησυχίες και τις αγωνίες μου, για να θέσω ερωτήματα στον εαυτό μου και να πάρω θέση απέναντί τους. Με ενδιαφέρουν και με εμπνέουν οι άνθρωποι που φαίνονται συνηθισμένοι και αδιάφοροι. Έχουν εξαιρετικές ιστορίες να διηγηθούν, αλλά συνήθως δεν έχουν ακροατήριο. Προσπαθώ να σταθώ δίπλα τους, σε αυτούς που η Ιστορία αλλά και η λογοτεχνία αγνοούν, να τους κατανοήσω και να τους δώσω φωνή.
Είστε κατεξοχήν συγγραφέας αστυνομικής λογοτεχνίας. Γιατί επιλέξατε να ασχοληθείτε με το συγκεκριμένο είδος;
Δεν θα έλεγα ότι είμαι κατεξοχήν συγγραφέας αστυνομικής λογοτεχνίας. Κάθε βιβλίο μου είναι διαφορετικό. ΗΜαύρη Μπίρα είναι ένα «υπαρξιακό νουάρ». Καταγράφει την κρίση ταυτότητας που βιώνει η Αθήνα και η ελληνική κοινωνία στην αρχή ακόμα της οικονομικής κρίσης. Το Λιβάδια από ασφοδίλι ανήκει μάλλον στη λεγόμενη «λογοτεχνία της κρίσης», παρόλο που η συγκεκριμένη λέξη δεν αναφέρεται ούτε μία φορά στις σελίδες του. Είναι η καταγραφή της βίαιης μετάλλαξης ενός συνηθισμένου, καθόλου πεφωτισμένου ανθρώπου, ο οποίος χάνει ξαφνικά ό,τι θεωρούσε δεδομένο και παρασύρεται σε μία σκληρή και άγνωστη πραγματικότητα. Ο Άνθρωπος στο τρένο, πάλι, εκτυλίσσεται σε έναν σιδηροδρομικό σταθμό, σε άγνωστο χρόνο, οι χαρακτήρες του δεν έχουν ονόματα, οι περιγραφές είναι ελάχιστες κι αόριστες και κυριαρχούν οι διάλογοι. Μοιάζει περισσότερο με θεατρική παράσταση παρά με πεζογραφία. Δεν επιλέγω το είδος, αλλά την ιστορία που θέλω να πω και την πλαισιώνω με τη λογοτεχνική ατμόσφαιρα που θεωρώ ότι της ταιριάζει καλύτερα.
Πριν από λίγους μήνες εκδόθηκε το μυθιστόρημα Άνθρωπος στο τρένο. Ποιος ήταν ο λόγος που το γράψατε;
Ο Άνθρωπος στο τρένο είναι ένα παιχνίδι προβολών, μια συνεχής εναλλαγή οπτικής γωνίας. Το έγραψα για να μιλήσω για την ψευδαίσθηση της πραγματικότητας. Ξεκινάει από την παρατήρηση ότι όταν περιγράφουμε ένα συμβάν, όσο απλό ή ξεκάθαρο κι αν είναι, όσο συναισθηματικά αποστασιοποιημένοι και αν είμαστε από αυτό, δεν θα καταφέρουμε ποτέ να γίνουμε αντικειμενικοί. Δεν υπάρχει μία αλήθεια, δεν θα υπάρξει ποτέ. Υπάρχουν τόσες όσοι είναι κι οι άνθρωποι και μάλιστα αλληλοεπιδρούν και συνδιαμορφώνονται. Κι αυτό είναι όμορφο.
Ένα βροχερό πρωινό σε κάποιο σιδηροδρομικό σταθμό δυο άντρες βρίσκουν παράξενο θάνατο. Τι πραγματικά συνέβη;
Φοβάμαι ότι δεν υπάρχει μόνο μία απάντηση σε αυτή την ερώτηση.
Άνθρωπος στο τρένο Βασίλης Δανέλλης Καστανιώτης 144 σελ. ISBN 978-960-03-6003-5 Τιμή: €12,72 |
Γιατί οι μαρτυρίες που δίνουν οι αυτόπτες μάρτυρες είναι τόσο διαφορετικές;
Οι εκδοχές τους είναι οι προβολές του εαυτού τους πάνω στους δύο νεκρούς. Οι πραγματικοί πρωταγωνιστές της ιστορίας είναι αυτοί, οι θάνατοι είναι απλώς το «δόλωμα» που τους παρασύρει πάνω στη σκηνή του θεάτρου και τους βάζει να μιλούν για τον εαυτό τους χωρίς καλά καλά να το καταλαβαίνουν. Κάθε μάρτυρας σκηνοθετεί τη σκηνή με τον δικό του τρόπο, δίνοντας έμφαση σε αυτά που τον απασχολούν περισσότερο. Οι δύο νεκροί «φτάνουν» στην πλατφόρμα ξανά και ξανά, παίζουν το ρόλο τους και κάθε φορά πεθαίνουν σε μια διαφορετική παραλλαγή. Το τέλος τους αλλά κι η ζωή τους γίνονται ιστορίες αγάπης, εκδίκησης, ζήλιας, φθόνου ή στοργής και καταλήγουν σε μια φρενήρη, φιλοσοφική καταδίωξη με υπαρξιακές προεκτάσεις.
Όλοι οι ήρωές σας μοιάζουν σαν τα πρόσωπα που ζουν δίπλα μας. Σας έχει βοηθήσει η δημοσιογραφική σας εμπειρία στο πλάσιμο των χαρακτήρων;
Βεβαίως με έχει βοηθήσει. Κυρίως μου έχει δώσει τη δυνατότητα να βρεθώ σε μέρη που δεν πηγαίνει συνήθως κάποιος και να συνομιλήσω με ανθρώπους που συνήθως δεν ακούει κανείς. Οι χαρακτήρες των ιστοριών μου μοιάζουν με πρόσωπα που ζουν δίπλα μας, ακριβώς επειδή στηρίζονται σε τέτοια. Διαμορφώνονται μέσα από όσα διαβάζω, όσα ακούω, όσα βλέπω, όσα συζητάω.
Η οικονομική κρίση επηρέασε και το αναγνωστικό κοινό. Συνεχίζει να διαβάζει ο μέσος αναγνώστης;
Δεν έχω στη διάθεσή μου στοιχεία για να απαντήσω με βεβαιότητα. Είναι σίγουρο ότι τα βιβλιοπωλεία και οι εκδοτικοί οίκοι έχουν επηρεαστεί, αλλά πιστεύω ότι οι άνθρωποι συνεχίζουν να διαβάζουν. Έστω κι αν δανείζονται ή ανταλλάσσουν βιβλία, αντί να τα αγοράζουν.
Είναι η λογοτεχνία μια μορφή τέχνης που θα μπορέσει να δημιουργήσει πυρήνες αντίστασης για να αφυπνιστεί ο αναγνώστης και να αντιμετωπίσει τα προβλήματα με άλλη ματιά;
Δεν χρειάζεται να μεγαλοποιούμε τα πράγματα, ούτε να θεωρούμε τους λογοτέχνες, και όλους τους καλλιτέχνες γενικώς, αυθεντίες και καθοδηγητές, πόσω δε μάλλον επαναστάτες. Οι τέχνες είναι βεβαίως πλατφόρμες διαλόγου, προβληματισμού και ζύμωσης ιδεών, στις οποίες όμως συμμετέχουν ισότιμα οι δημιουργοί και το κοινό τους. Ο συγγραφέας καταθέτει την οπτική του γωνία και ο αναγνώστης πρέπει να διαβάζει με κριτική διάθεση και να συνεισφέρει στον διάλογο. Προσωπικά επιλέγω να αφήνω ανοιχτό τέλος στα βιβλία μου, γιατί ενώ με ενδιαφέρει να καταγράψω ερωτήματα, δεν θέλω να προσφέρω κατηγορηματικές απαντήσεις και να εγκλωβίσω τον αναγνώστη στη δική μου αλήθεια, αλλά να τον αφήσω να επιλέξει τη δική του.
Μένετε στο εξωτερικό. Νομίζετε ότι το έργο των συγγραφέων που μένουν μακριά από την Ελλάδα δεν έχει την ευρύτερη προβολή και αποδοχή που θα είχε αν έμεναν στη χώρα μας;
Δεν νομίζω ότι έχει σημασία που μένει ο συγγραφέας, αλλά πού ταξιδεύουν τα βιβλία του. Βεβαίως η εμπορικότητά τους επηρεάζει την προώθηση και την προβολή που έχουν, ενώ δεν θα έπρεπε να είναι το μοναδικό κριτήριο. Όλα τα βιβλία πρέπει να ταξιδεύουν μακριά και μακάρι περισσότερα ελληνικά μυθιστορήματα να «ταξιδέψουν» και σε άλλες γλώσσες.
Γνωρίζω πόσο δύσκολο είναι να βρει κάποιος πρόσβαση στον εκδοτικό χώρο, ειδικά τα τελευταία χρόνια. Είμαι σίγουρος ότι έχουν χαθεί καλά χειρόγραφα κι έχουν σιωπήσει ενδιαφέρουσες φωνές πριν καν ακουστούν.
Σήμερα βλέπουμε πολλούς νέους συγγραφείς να εκδίδουν με δικά τους έξοδα μυθιστορήματα και ποιήματα. Όλες αυτές οι εκδόσεις βοηθούν να αναδειχτούν νέοι συγγραφείς και να ακουστούν νέες ιδέες;
Στην Ελλάδα η συγγραφή δεν ήταν ποτέ προσοδοφόρο επάγγελμα. Δεν είναι καν επάγγελμα για τους περισσότερους συγγραφείς, αλλά μεράκι. Επίσης γνωρίζω πόσο δύσκολο είναι να βρει κάποιος πρόσβαση στον εκδοτικό χώρο, ειδικά τα τελευταία χρόνια. Είμαι σίγουρος ότι έχουν χαθεί καλά χειρόγραφα κι έχουν σιωπήσει ενδιαφέρουσες φωνές πριν καν ακουστούν. Επομένως, το γεγονός ότι υπάρχουν άνθρωποι που νιώθουν την ανάγκη να εκφραστούν και να μοιραστούν τη σκέψη τους με τους αναγνώστες, ακόμα κι αν χρειαστεί να αναλάβουν οι ίδιοι το κόστος της έκδοσης, μόνο θετικό μπορεί να είναι.
Είστε από τους ανθρώπους που τους αρέσει να ονειρεύονται και να κάνουν σχέδια για το μέλλον;
Φυσικά. Όλα γύρω μου αλλάζουν ραγδαία και μαζί τους οι προτεραιότητες, οι φιλοδοξίες και τα σχέδια μου, αλλά συνεχίζω να ονειρεύομαι ασταμάτητα. Αλίμονο αν εγκαταλείψουμε τα όνειρά μας!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου