Τρίτη 20 Ιουνίου 2023

Ανδρέας Μήτσου: «Ο καουμπόης του Αλίμου»

 

Σε ένα ακόμη βιβλίο του, ο γνωστός και πολυβραβευμένος συγγραφέας Ανδρέας Μήτσου καταθέτει ένα σύνολο πεζών με εντελώς υπερβατικό, φανταστικό και υπερρεαλιστικό τρόπο. Πράγματι, με μύθους οι οποίοι δεν έχουν την παραμικρή σχέση με την αλήθεια, με ιστορίες που τολμούν να μας ταξιδέψουν σε κόσμους οι οποίοι βρίσκονται αγκυροβολημένοι στο μέλλον, με διηγήσεις και αφηγήματα τα οποία ξεκινούν από την παιδική ηλικία και απλώνονται στο σήμερα ως ολότητες τύψεων, επιθυμιών ή ενοχών, τέλος, με ερεθίσματα τα οποία έρχονται από άλλα του βιβλία, όπως τα Ανίσχυρα ψεύδη…Ο κύριος Επισκοπάκης  ή η Γκαλίνα, ο Μήτσου επιδιώκει μια επαφή με τον αναγνώστη σε απόλυτα άλλο επίπεδο, σε ένα επίπεδο το οποίο εμπεριέχει χαρακτηριστικά ενός άλλου σύμπαντος. Θα αναρωτηθεί κανείς γιατί ένας πεζογράφος επιθυμεί να μας εντάξει σε ένα πλαίσιο στο οποίο η πραγματικότητα απορρίπτεται, το οποίο στερείται αλήθειας και εν κατακλείδι γιατί προβάλλει αυτή την έκπληξη και την απίστευτα μεγάλη υποκειμενική «διαστροφή». Η απάντηση δεν είναι εύκολη (ούτε μπορούμε να μπούμε στο κεφάλι του δημιουργού), θα λέγαμε όμως ότι σε όλα του σχεδόν τα έργα, ακόμη και όταν δεν είναι κυρίαρχη, η παραπλάνηση η αναγνωστική είναι δεδομένη, έτσι λειτουργεί, έτσι πορεύεται, έτσι επιδιώκει να μας πλησιάσει, ακόμη και αν πολλές φορές είναι δύσκολο, είναι ανέφικτο, είναι παρανοϊκό.

Ο συγγραφέας Μήτσου έχει έναν καταδικό του τρόπο εκφοράς των παραμυθιών του, μια καταδική του εντελώς πρωτοποριακή ανάπτυξη των ιστοριών, η οποία ομοιάζει μόνο με εκείνη ενός άλλου σύγχρονου δημιουργού, του Σωτήρη Δημητρίου, οι τεχνικές των οποίων συνοδοιπορούν όλα αυτά τα χρόνια, προκειμένου να μας χαρίζουν εξαιρετικές στιγμές πεζού και πεζογραφικού λόγου. Τι συμβαίνει, λοιπόν; Ουσιαστικά έχουμε μια αυτόματη γραφή, παραγράφους της μιας πρότασης, έντονη διαλογική έκφραση (που παραπέμπει στο γεγονός ότι όλα του τα έργα περικλείουν θεατρικότητα, η οποία μάλιστα έγινε πράξη με τη μεταφορά τους στην τηλεόραση), έχουμε μεταφορά των μύθων σε ένα άγνωστο τοπίο εξιδανικευμένο και ορισμένο να λειτουργήσει ως μέσο ταύτισης με το θυμικό του κοινού, σκληρές έως βίαιες σκηνές, οι οποίες όμως κοντρολάρονται και δεν καιροφυλακτούν να εισβάλουν σε ένα άλλο αδρό γλωσσικό φαινόμενο, και τέλος, μια ψύχραιμη και αποφασιστική λογοτεχνική ατμόσφαιρα, η οποία (με σύμμαχο ένα ύφος προδιαγεγραμμένο να παίξει έναν ρόλο επικουρικό) στεγνώνει τα κείμενα, χωρίς όμως να χάνεται η τεράστια αξία τους, ούτε να αποκρύβεται συνολικά η κοστολογημένη με πολλές ερμηνείες δραματική τους υπόσταση. Άρα καταλήγουμε σε δύο πρόσφορα συμπεράσματα. Το ένα αφορά το περιεχόμενο των ιστοριών, το οποίο δεν συγκατοικεί με κανέναν τομέα καθημερινότητας, με καμιά λογική έξαψη αλλά, απεναντίας, υπερίπταται σε θόλους φανταστικής έκπληξης, και το δεύτερο έχει να κάνει με τη μέθοδο με την οποία μας προσφέρει μια τέτοια δημιουργία, η οποία και έχει χρώμα, γεύση, πνοή ενός διακεκριμένου λογοτέχνη, ενός σύγχρονου τεχνίτη αξιώσεων, ενός επίκαιρου παραμυθά.

Η ποιητικότητα είναι παρούσα με την υπερβατικότητά της, με την προσωπικότητα του εμπνευστή της, τη φλέβα, εν κατακλείδι την απόφασή του να μην προσφέρει στον αναγνώστη ξαναζεσταμένη τροφή ή εύκολες λύσεις.

Δεν μπαίνω στον πειρασμό να διαλέξω το καλύτερο (ή τα καλύτερα) από τα κομμάτια του συγγραφέα Μήτσου και παράλληλα δεν επιχειρώ να πω την πλοκή κάποιου (ή κάποιων) εξ αυτών, για τον απλούστατο λόγο ότι έτσι θα προδώσω την ποιητικότητα που εκπέμπουν, θα προδώσω αυτή την κρυμμένη δύναμη που εμπεριέχουν, η οποία και δεν χρειάζεται διαμεσολαβητές προκειμένου να γίνει αντιληπτή. Είπα ποιητικότητα και ξαφνικά μου ήρθε στο μυαλό το γεγονός ότι κάποιοι νεότευκτοι γραφιάδες καταλήγουν σε ένα είδος πεζοποίησης για τα πρώτα τους έργα, δεν μπορείς δηλαδή να διακρίνεις εντελώς αν πρόκειται για ποίηση ή για πεζογραφία, και αυτό φυσικά έχει να κάνει με ολιγοσέλιδα βιβλία, τα οποία και εκπορεύονται από διαδικτυακές εμμονές. Εδώ όμως στον Μήτσου η ποιητικότητα είναι παρούσα με την υπερβατικότητά της, με την προσωπικότητα του εμπνευστή της, τη φλέβα, εν κατακλείδι την απόφασή του να μην προσφέρει στον αναγνώστη ξαναζεσταμένη τροφή ή εύκολες λύσεις αλλά, το αντίθετο, να τον εντάξει σε ένα πεδίο από το οποίο και δεν θα βγει αλώβητος, σε ένα πεδίο το οποίο και αποκαθιστά με σοβαρή, και πέρα από κάθε αντανάκλαση, υπόθεση, που βρίσκεται μπροστά μας και η οποία ασφαλώς χρειάζεται ενδελεχή αντιμετώπιση. Άρα, εδώ έχουμε το τρίτο και σημαντικό συμπέρασμα το οποίο και αφορά το κατά πόσο ένας διαμεσολαβητής, ένας ας πούμε πιο ειδικός στην εξιχνίαση της λογοτεχνικής εκφοράς, ένα κριτικός λόγου χάρη, μπορεί να προτείνει στον κόσμο που τον παρακολουθεί ένα βιβλίο όπως αυτό του Ανδρέα Μήτσου, αν του επιτρέπεται να μοιραστεί μαζί του ένα σύνολο φανταστικών ιστοριών, καταχρώμενος ίσως τον χρόνο που ο καθένας έχει στη διάθεσή του προκειμένου να διαβάσει κάτι πιο προσιτό. Η απάντηση είναι πως ναι, μπορεί να πλησιάσει ένα τέτοιο έργο, κύρια και πάνω απ’ όλα για την πρωτοφανή του (του κειμένου, όχι του ίδιου του συγγραφέα, ο οποίος πολλάκις στο παρελθόν έγραψε έτσι) εμφάνιση για τα ελληνικά γράμματα, για τον ελληνικό λόγο, για την ελληνική λογοτεχνία, μια που οι μυθοποιητικές σειρήνες που έρχονται από το εξωτερικό και πολλές είναι και όχι πάντα ευκρινείς και αξιοπρόσεκτες.

Παρακολουθώ τον συγγραφέα Ανδρέα Μήτσου από το πρώτο του βιβλίο μέχρι το παρόν που συζητάμε (έχω λοιπόν πλούσια γνώση για τις ικανότητές του, τα προσόντα του ή τις αδυναμίες του) και κάθε φορά που ετοιμάζομαι να ξεκινήσω κάποιο, αναρωτιέμαι τι ακριβώς θα συναντήσω, τι πάλι ο συγγραφέας έχει σκαρφιστεί να μας δώσει – τόσο απρόβλεπτος είναι, τόσο (θα χρησιμοποιήσω πάλι τη λέξη που τον χαρακτηρίζει πλέρια) υπερβατικός στις προθέσεις του, τόσο φιλόδοξος όσον αφορά τη δουλειά του, τόσο σίγουρος γι’ αυτά που έχει πετύχει. Η πορεία του λοιπόν όλο αυτό το διάστημα ήταν όχι απλώς καταλυτική, όχι απλώς βαρύνουσα, όχι μόνο συναρπαστική αλλά, πολύ περισσότερο, συγκλονιστική (ακόμη και αν αυτό ακούγεται βαρύγδουπο για τα μεσαίας φόρμας δημιουργήματα ενός πυκνού πεζογράφου) και παράλληλα –ή ενίοτε– πρωτοφανής και σε είδη, και σε ρεύματα, και σε σχολές, αλλά και σε πεδία. Άρα, εδώ εξάγεται το τέταρτο και τελευταίο συμπέρασμα για την πεζογραφία ενός αν μη τι άλλο δυναμικού πεζογράφου, το οποίο και καταλήγει στο ότι όποιος έχασε από τις αναγνωστικές του προτιμήσεις τα βιβλία του Μήτσου, ασφαλώς έχασε τη σύγχρονη Ιστορία, ό,τι όλοι μας βιώσαμε στα παιδικά μας χρόνια για τα οποία είμαστε περήφανοι, ό,τι καθημερινά ίπταται της αντίληψής μας χωρίς να μπορούμε (αφού δεν έχουμε το χάρισμα) να το διηγηθούμε, ό,τι εν πάση περιπτώσει κινείται γύρω μας χωρίς να μπορούμε να το συλλάβουμε. Γι’ αυτό μάς χρειάζονται οι συγγραφείς, γι’ αυτό όλοι μας έχουμε ανάγκη δημιουργούς όπως ο Ανδρέας Μήτσου.

 

Ο καουμπόης του Αλίμου
Ανδρέας Μήτσου
Εκδόσεις Καστανιώτη
σ. 160
ISBN: 978-960-03-7102-4
Τιμή: 15,00€

Χρίστος Παπαγεωργίου, ποιητής και κριτικός λογοτεχνίας

https://diastixo.gr/kritikes/ellinikipezografia/20514-cowboy-alimos


https://diastixo.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου