Τρίτη 20 Ιουνίου 2023

Arne Dahl: συνέντευξη στον Χρήστο Ιωάννου

 

Ο Σουηδός συγγραφέας Άρνε Νταλ είναι στην πραγματικότητα ο κριτικός λογοτεχνίας Γιαν Άρναλντ. Με το ψευδώνυμο αυτό έγινε γνωστός διεθνώς υπογράφοντας την επιτυχημένη σειρά αστυνομικών μυθιστορημάτων με πρωταγωνιστές τα μέλη της Ομάδας Άλφα και τη βραβευμένη τετραλογία με πρωταγωνιστές τα μέλη της Ομάδας Opcop. Τα βιβλία του έχουν πουλήσει περισσότερα από πέντε εκατομμύρια αντίτυπα σε όλο τον κόσμο και έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από 32 γλώσσες. Για το συγγραφικό του έργο έχει λάβει πλήθος διακρίσεων στη Σουηδία, στη Δανία και στη Γερμανία. Η επίσκεψή του στην Ελλάδα το Σαββατοκύριακο 20-21 Μαΐου, με αφορμή το νέο του βιβλίο, Τρία στην πέμπτη (μτφρ. Γρηγόρης Κονδύλης, Εκδόσεις Μεταίχμιο, 2023), μας έδωσε την ευκαιρία για την ακόλουθη συνέντευξη εκ του σύνεγγυς μαζί του.

Πώς τα περνάτε μέχρι στιγμής στην Ελλάδα;

Πολύ ωραία! Τα έργα μου εκδίδονται στην Ελλάδα εδώ και πάρα πολλά χρόνια, κάτι που με κάνει να νιώθω στη χώρα σας σαν στο σπίτι μου. Επιπλέον, υπάρχει μια μεγάλη μερίδα φανατικών αναγνωστών μου εδώ, οι οποίοι επικοινωνούν κάθε φορά μαζί μου με σχόλια και ερωτήσεις μέσα από τα σόσιαλ μίντια.

Έχετε υπάρξει στο παρελθόν κριτικός λογοτεχνίας και πανεπιστημιακός καθηγητής. Πώς αποφασίσατε να στραφείτε στη συγγραφή έργων αστυνομικής λογοτεχνίας;

Ήταν μια μεγάλη διαδικασία. Απ’ όταν άρχισα να ασχολούμαι με τη λογοτεχνία κατάλαβα ότι το πάθος μου ήταν να γίνω συγγραφέας, να περάσω στην πλευρά του δημιουργού, και η διαδρομή μου με βοήθησε σε αυτό, καθώς είναι αδύνατον να γίνεις συγγραφέας χωρίς να έχεις διαβάσει λογοτεχνία, κι αυτό οι προηγούμενες επαγγελματικές ενασχολήσεις μου μου το είχαν προσφέρει απλόχερα. Όλα αυτά συνέβαλαν στο να χτίσω τον χαρακτήρα μου ως δημιουργός και να αφήσω την ασφάλεια που μπορεί να μου πρόσφεραν τα προηγούμενα επαγγέλματά μου. Όσον αφορά το γιατί επέλεξα να γράψω αστυνομική λογοτεχνία, είναι διότι αυτό το είδος με ενθουσίαζε από παιδί – ήμουν αναγνώστης όλων αυτών των συναρπαστικών ιστοριών με ντετέκτιβ και ονειρευόμουν να γράψω κι εγώ κάποια στιγμή μία τέτοια ιστορία. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι υπάρχουν δύο βασικά είδη αστυνομικής λογοτεχνίας, από τη μία πλευρά το είδος «ποιος είναι ο δολοφόνος», που απογειώθηκε με τα έργα της Άγκαθα Κρίστι, και από την άλλη το είδος που θέτει την ερώτηση «ποιοι είμαστε ως κοινωνία», ποιες δυσκολίες αντιμετωπίζουμε που οδηγούν στα εγκλήματα εντός του δεδομένου κοινωνικού πλαισίου. Προτιμώ να μη μένω στο προφίλ του δολοφόνου, αλλά να εστιάζω στη συνολική εικόνα της κοινωνίας και στο πώς ο δράστης παραβιάζει τους κανόνες της.


Πώς επιλέξατε διαφορετικό δρόμο στις ιστορίες σας, αρχίζοντας με πρωταγωνιστή τον μοναχικό ντετέκτιβ και περνώντας στις ομάδες ατόμων σε πρωταγωνιστικούς ρόλους;

Την εποχή που ξεκίνησα τη συγγραφή, άρχισαν να αναδεικνύονται διάφορα ζητήματα στη σουηδική κοινωνία και βρήκα πολύ πιο ενδιαφέρον να παρουσιάσω διαφορετικούς χαρακτήρες, μέσα από τους οποίους μπορούμε να έχουμε πολλαπλές οπτικές και αντιδράσεις πάνω στο ίδιο θέμα, καθώς έτσι έχουν τη δυνατότητα να παρουσιάζονται και να αναδύονται διαφορετικά πρόσωπα της εκάστοτε ιστορίας.

Είναι πιο δύσκολο να δημιουργείς έναν ή πολλούς ήρωες;

Μου αρέσει να δημιουργώ ομάδες ηρώων στις ιστορίες μου. Στις πρώτες σειρές των έργων μου υπήρχαν μεγαλύτερες ομάδες χαρακτήρων, αλλά όσο οι ιστορίες μου περνούν τα σύνορα της χώρας μου και ταξιδεύουν παγκοσμίως στο αναγνωστικό κοινό, αισθάνομαι την ανάγκη να δημιουργώ μικρότερες ομάδες πρωταγωνιστών, όπως στην τελευταία σειρά των βιβλίων, όπου υπάρχει ένα πρωταγωνιστικό δίδυμο.

Τι σας δίνει ώθηση να συνεχίσετε τη συγγραφή;

Προφανώς, αγαπώ τη διαδικασία της συγγραφής αυτή καθαυτήν, το να επινοώ όλους αυτούς τους κόσμους και τους χαρακτήρες, να δημιουργώ τις λέξεις που γίνονται προτάσεις και στη συνέχεια κεφάλαια, μέχρι να μπουν σε σειρά και να δημιουργήσουν ένα ολόκληρο βιβλίο. Αυτό με κάνει να θέλω να συνεχίζω να γράφω και να δημιουργώ ιστορίες.

Έχετε κάποιο τελετουργικό κατά τη συγγραφική διαδικασία;

Όχι, δεν θα το έλεγα αυτό. Η δουλειά μου χωρίζεται σε δύο μέρη. Πρώτον, τα θεμέλια, το πιο τεχνικό κομμάτι, τις απαντήσεις σε βασικές ερωτήσεις για τη δημιουργία ενός βιβλίου, όπως ποιο θα είναι το θέμα που θα πραγματεύεται, πώς θα το παρουσιάσεις, ποιοι είναι οι ήρωες, πού θες να τους οδηγήσεις κ.λπ., ώστε να μη γράφεις ξανά και ξανά το ίδιο πράγμα στις ιστορίες σου. Και δεύτερον, το πιο συναρπαστικό μέρος της διαδικασίας, να ενώσεις όλα αυτά τα κομμάτια, να δημιουργήσεις τις λέξεις που θα πουν την ιστορία σου. Κάποιες φορές γράφω το πρωί, κάποιες το βράδυ, δεν έχω κάποια προτίμηση, εφόσον έχω ολοκληρώσει το πρώτο μέρος της διαδικασίας νιώθω πιο ήρεμος και ασφαλής να προχωρήσω στη συγγραφή.

Προτιμώ να μη μένω στο προφίλ του δολοφόνου, αλλά να εστιάζω στη συνολική εικόνα της κοινωνίας και στο πώς ο δράστης παραβιάζει τους κανόνες της.

Έχετε αντιμετωπίσει ποτέ «συγγραφικό μπλοκάρισμα»;

Ναι, βεβαίως. Όταν ξεκίνησα να γράφω με ψευδώνυμο, σαφέστατα ήθελα να αυξήσω τους αναγνώστες μου, αλλά ο κύριος στόχος ήταν να αποφύγω το συγγραφικό μπλοκάρισμα, να είμαι σε θέση να επιλέγω ενδιαφέροντα θέματα και να τα παρουσιάζω από διαφορετικές οπτικές και μέσα από διαφορετικούς χαρακτήρες, ώστε αν κάποιος ήρωας δεν θέλει να μου «μιλήσει» τη μια μέρα να μπορώ να μεταβώ στον άλλον και να πάρει αυτός τα ηνία της αφήγησης.

Πώς επιλέγετε το κύριο θέμα κάθε βιβλίου;

Είμαι άνθρωπος που τον απασχολούν πολλά θέματα και άλλος ένας λόγος που έχω επιλέξει να έχω μια ομάδα ηρώων στα βιβλία μου είναι ότι αυτό μου δίνει τη δυνατότητα να πραγματευτώ δύο και τρία θέματα ταυτοχρόνως στην ίδια ιστορία. Θεματικά επιλέγω ανάμεσα από τα ζητήματα που απασχολούν την κοινωνία τη δεδομένη στιγμή, αφουγκράζομαι τις απειλές και τις δυσκολίες που υπάρχουν δίπλα μας.

Επικρατεί η αντίληψη ότι στις βόρειες κοινωνίες υπάρχει ασφάλεια και χαμηλή εγκληματικότητα, γεννιέται λοιπόν η απορία πώς οι Σκανδιναβοί συγγραφείς γράφουν για τόσα εγκλήματα στις ιστορίες τους. Τι ισχύει στην πραγματικότητα;

Η αλήθεια είναι ότι μεγάλωσα σε ένα ασφαλές κοινωνικό περιβάλλον, που μου παρείχε υπηρεσίες και κάλυπτε τις βασικές μου ανάγκες, δίνοντάς μου έτσι την ευκαιρία να ασχοληθώ με αυτό που πραγματικά θέλω, μακριά από τη μάχη της επιβίωσης, που ενδεχομένως επικρατεί σε άλλα κράτη του κόσμου. Ωστόσο, άρχισα να γράφω τη στιγμή που παρατήρησα κάποιες αλλαγές στην κοινωνία, προβλήματα που δεν υπήρχαν στο παρελθόν, έτσι πολλοί Σκανδιναβοί συγγραφείς γράφουν αστυνομική λογοτεχνία ως ένδειξη αυτής της αλλαγής, ώστε να αναδείξουν τα ζητήματα που απασχολούν όντως τις κοινωνίες τους.

Στο πρώτο μυθιστόρημά σας αναφέρετε τη σφαγή στη Χίο το 1822. Ενδιαφέρεστε γενικότερα για την ελληνική ιστορία;

Με ενδιέφερε τότε και συνεχίζει να με ενδιαφέρει πολύ και τώρα. Ανέκαθεν αγαπούσα την ελληνική μυθολογία και τις αρχαιοελληνικές τραγωδίες, το πώς περιγράφουν τις συγκρούσεις των διαφορετικών πολιτισμών και των πολιτών της κοινωνίας. Στη συνέχεια διάβασα για την Επανάσταση του 1821 και τα τραγικά γεγονότα που συνέβησαν κατά την Τουρκοκρατία στη χώρα σας.

Έχετε σκεφτεί να γράψετε μία ιστορία που να διαδραματίζεται στην Ελλάδα;

Ναι, η ιδέα αυτή έρχεται όλο και πιο συχνά στο μυαλό μου και πιστεύω ότι θα το κάνω στο μέλλον. Η Αθήνα, σαφέστατα, θα μπορούσε να είναι μία επιλογή για να γράψει κανείς, καθώς είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα πόλη, που συνδυάζει πολλές πτυχές της κοινωνίας ταυτοχρόνως. Η άλλη επιλογή θα μπορούσε να είναι κάποιο παραδεισένιο ελληνικό νησί, ώστε να δούμε τι θα μπορούσε να συμβεί κάτω από τον ελληνικό ήλιο.

Αναφερθήκατε στη σχέση που έχετε με το ελληνικό αναγνωστικό κοινό. Οι Έλληνες είναι εκδηλωτικοί ως αναγνώστες;

Οι Έλληνες αναγνώστες είναι πάρα πολύ εκδηλωτικοί – είτε τους αρέσει κάτι είτε το μισούν, το κάνουν στον υπερθετικό βαθμό, και έχω αντιληφθεί από προσωπική πείρα ότι έχουν την ανάγκη να το εκφράσουν και να το γνωστοποιήσουν στον δημιουργό. Προσωπικά, έχω λάβει πολλή αγάπη και θαυμασμό από τους Έλληνες αναγνώστες και τους ευχαριστώ θερμά γι’ αυτό.

Πολλές ιστορίες σας έχουν γίνει τηλεοπτικές σειρές. Πώς αισθανθήκατε όταν είδατε τους ήρωές σας στην τηλεόραση και σε ποιο βαθμό συμμετείχατε στο σενάριο;

Τα πρώτα δέκα βιβλία με τις περιπέτειες της Ομάδας Άλφα έγιναν τηλεοπτική σειρά πριν από κάποια χρόνια και όταν βρέθηκα στο πλατό ένιωσα ένα μοναδικό συναίσθημα, διότι έβλεπα μπροστά στα μάτια μου τους ήρωές μου με σάρκα και οστά και μπορούσα να τους μιλήσω και να αλληλεπιδράσουμε. Πραγματικά, ήταν πολύ περίεργη και μοναδική εμπειρία. Όσον αφορά τη συμμετοχή μου στην προσαρμογή του σεναρίου, συνήθως ένας συγγραφέας επιλέγει ανάμεσα στην απόλυτη αποστασιοποίησή του από τη διαδικασία αυτή και στον απόλυτο έλεγχο πάνω σε αυτήν, ωστόσο εγώ προτιμώ μία μέση οδό, συμμετέχω ως έναν βαθμό, συμβουλεύω όπου μου ζητηθεί και μετά αφήνω τον σκηνοθέτη και τους ηθοποιούς να κάνουν τη δουλειά τους.

Άρχισα να γράφω τη στιγμή που παρατήρησα κάποιες αλλαγές στην κοινωνία, προβλήματα που δεν υπήρχαν στο παρελθόν.

Γιατί επιλέξατε να χρησιμοποιήσετε ψευδώνυμο στα βιβλία σας;

Έχει να κάνει με τον διαχωρισμό, κατά μία έννοια. Από τη μία, ήθελα κάποιος «άλλος» να γράψει λογοτεχνία, κάνοντας έτσι μια φρέσκια αρχή, σαν να πρόκειται για ένα καινούργιο πρόσωπο, και από την άλλη ήθελα να διαχωρίσω τις προηγούμενες ιδιότητές μου, όντας καθηγητής και κριτικός, ώστε ο κόσμος να ασχοληθεί αποκλειστικά με το συγγραφικό μου έργο.

Πώς καταφέρατε να διαχωρίσετε τη λογοτεχνική γραφή από τον ακαδημαϊκό τρόπο γραφής σας μέχρι τότε;

Μπορείς να χρησιμοποιείς στα έργα σου αυτές τις διαφορετικές «φωνές», απλώς δεν πρέπει να κατέχουν το μεγαλύτερο μέρος των μυθιστορημάτων σου. Προσωπικά, θεωρώ πως είναι ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο, γιατί η συγγραφή ενός βιβλίου απαιτεί πολλά διαφορετικά στοιχεία μέχρι την ολοκλήρωσή της, επομένως χρησιμοποιώ τις προηγούμενες ιδιότητές μου προς όφελος της δημιουργικής γραφής π.χ. στην έρευνα για την υπόθεση μιας ιστορίας μου.

Όντας κριτικός λογοτεχνίας στο παρελθόν, κρίνετε αυστηρά τον εαυτό σας και τα ίδια σας τα έργα;

Ως νεαρός Γιαν (αναφερόμενος στο πραγματικό του όνομα) είχα την τάση να λογοκρίνομαι και να αμφισβητώ τα γραπτά μου. Πλέον, το θεωρώ και αυτό ως ένα επιπλέον εργαλείο που λειτουργεί υπέρ μου, γιατί έχοντας αποκτήσει μια κριτική ματιά, μπορώ να αντιληφθώ τι θα λειτουργήσει και τι όχι στις ιστορίες μου και να εντοπίσω πιθανά κενά ή λάθη σε αυτές.

Ως δημιουργός, πώς αντιμετωπίζετε τις κριτικές;

Ξέρετε, ως άνθρωποι έχουμε την τάση ανάμεσα στα περισσότερα καλά σχόλια να κρατάμε το ένα και μόνο αρνητικό, ειδικά στο διαδίκτυο, όπου είναι πολύ εύκολο να κρίνει ο ένας τον άλλον. Επίσης, είναι ένας χώρος όπου το οτιδήποτε μένει για πάντα, οπότε επιλέγω να αποφεύγω ν’ ασχολούμαι με τα σχόλια, νοοτροπία που αποκτάς και εξασκείς με τα χρόνια.

Πώς αισθάνεστε που τα έργα σας έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες;

Είναι πολύ όμορφο τα έργα σου να ταξιδεύουν στον κόσμο και απολαμβάνω να συνεργάζομαι με τους μεταφραστές, ώστε να μεταδώσουν όσο γίνεται ακριβέστερα το έργο μου. Μέχρι στιγμής είχα την τύχη να συνεργαστώ με πολύ καλούς μεταφραστές, όπως εδώ με τον Γρηγόρη Κονδύλη, με τον οποίο έχω εξαιρετική σχέση και έχει μεταφράσει όλα τα έργα μου στη γλώσσα σας για τις Εκδόσεις Μεταίχμιο.

Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;

Να συνεχίσω να γράφω αστυνομική λογοτεχνία και, αυτό που είναι πραγματικά σημαντικό για μένα, να διαβάζω νέους συγγραφείς, να μην κλείνομαι στη φούσκα μου και να αφήνω το μυαλό μου ανοιχτό στις νέες ιδέες. Δεν θα ήθελα καθόλου να γεράσω νοητικά, αν μπορώ να το θέσω έτσι.

Ποιο είναι το μήνυμά σας για το ελληνικό αναγνωστικό κοινό;

Να μη φοβούνται τις ξένες δύσκολες λέξεις και ονομασίες και να επικεντρώνονται στην ιστορία αυτή καθαυτήν, διότι πολλές φορές είναι δύσκολο να διαβάζουμε ξένα έργα και να ταυτιστούμε με αυτά. Οπότε, συνεχίστε να διαβάζετε. Σας ευχαριστώ πολύ για την αγάπη και τη στήριξή σας!

 

Τρία στην πέμπτη
Arne Dahl
μετάφραση: Γρηγόρης Κονδύλης
Μεταίχμιο
σ. 536
ISBN: 978-618-03-2974-2
Τιμή: 18,80€


Χρήστος Ιωάννου, δημοσιογράφος


https://diastixo.gr/sinentefxeis/xenoi/20500-arne-dahl-2023


https://diastixo.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου