Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2022

Στέφανος Μίλεσης: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

 
Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης

Ο Στέφανος Μίλεσης γεννήθηκε το 1964 στη Φρεαττύδα, στον Πειραιά. Σπούδασε Διοίκηση Επιχειρήσεων στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου και έκανε το μεταπτυχιακό του στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ. Είναι συγγραφέας, ιστορικός ερευνητής και ραδιοφωνικός παραγωγός. Το 2009 δημιούργησε το ιστολόγιο «Πειραιόραμα Ιστορίας και Πολιτισμού», με αποκλειστικό σκοπό την προβολή της ιστορίας του Πειραιά. Διετέλεσε ραδιοφωνικός παραγωγός στη Δημοτική Ραδιοφωνία Πειραιά «Κανάλι Ένα» (90,4) και στον σταθμό «Πειραϊκή Εκκλησία» (91,2). Έχει συγγράψει ή έχει μετάσχει στη συγγραφή περισσότερων από 20 βιβλίων. Από το 2016 είναι πρόεδρος της Φιλολογικής Στέγης Πειραιώς. Είναι μέλος του Πειραϊκού Συνδέσμου και του Ναυτικού Μουσείου Ελλάδος. Η μελέτη Ο πόλεμος των αμάχων: Οδοιπορικό ιστορίας στον Πειραιά του πολέμου και της κατοχής, που έγραψε σε συνεργασία με τον Κωνσταντίνο Κυρίμη και κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Κυριακίδη, μας έδωσε την αφορμή για την ακόλουθη συνέντευξη.

Πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σας με την πόλη του Πειραιά;

Γεννήθηκα στον Πειραιά σε μια εποχή που ακόμα η πόλη διατηρούσε το χρώμα που της έδιναν οι στέγες των σπιτιών της. Ήταν μια όμορφη πόλη με ανοικτά σπιτάκια, αυλές και ανεκτικούς κατοίκους. Μεγαλώναμε στους δρόμους της γειτονιάς μας και όλοι γνωριζόμασταν μεταξύ μας. Το σκηνικό των παιδικών μου αναμνήσεων είναι πάντα ένας δρόμος ή κάποια πλατεία. Όλη μέρα έξω απ’ τα σπίτια μας παίζαμε ποδόσφαιρο στις αλάνες, αμπάριζα και κρυφτό. Όταν σποραδικά περνούσε κανένα αυτοκίνητο, φωνάζαμε «σύρμα» για να κάνουμε στην άκρη να περάσει. Αισθάνομαι πως πέντε δεκαετίες μετά, άλλαξε όχι μόνο ο τόπος τούτος, αλλά και ο τρόπος που ζούμε. Κάθε τι που ήταν ανοικτό, έκλεισε ερμητικά. Σπίτια, αυλές, άνθρωποι… Η ίδια η πόλη στερείται χρώματος, όπως και παιδιών να παίζουν στους δρόμους. Νομίζω πως η νοσταλγία στάθηκε η κύρια αιτία να ασχοληθώ με το παρελθόν της πόλης. Να ερευνήσω, να καταγράψω, να μεταδώσω κύρια τα δικά μου αισθήματα, να αντικαταστήσω το γκρι του σήμερα με τα χρώματα του παρελθόντος.

Αγαπάς τον τόπο σου όταν τον γνωρίζεις. Είναι δύσκολο να αγαπήσεις έναν άγνωστο τόπο, όταν μάλιστα παρουσιάζεται εχθρικός, απρόσωπος και αφιλόξενος.

Χρόνια διατηρείτε το ιστολόγιο «Πειραιόραμα». Γιατί είναι αγαπητό στους αναγνώστες;

Η τεχνολογία κάποια στιγμή επέτρεψε να εκφράσεις την αγάπη, τις σκέψεις, τα αισθήματα, τις αγωνίες για την πόλη σου μέσω διαδικτύου. Προηγούμενα έπρεπε να έχεις την έγκριση κάποιου εκδότη ή του διευθυντή σύνταξης. Το ιστολόγιό μου «Πειραιόραμα Ιστορίας και Πολιτισμού» αγαπήθηκε διότι ήταν πρωτοποριακό, αυθεντικό, αλλά κύρια διότι δεν πρόβαλλε το δικό μου όνομα. Σε απλή, κατανοητή γλώσσα εξέφραζα τον ενθουσιασμό για τη μοναδικότητα της ιστορίας της πόλης μου, του Πειραιά, που καθημερινά παρουσίαζα μέσω διαδοχικών αναρτήσεων. Ο κόσμος άρχισε να επικοινωνεί μαζί μου, να μου στέλνει τις δικές του φωτογραφίες και αναμνήσεις. Δεν είχα δημιουργήσει απλώς ένα προσωπικό ιστολόγιο, αλλά ένα διαμοιραζόμενο μέσο κοινωνικής δικτύωσης. Γι’ αυτό άλλωστε και είχα επιλέξει ένα όνομα για το ιστολόγιο που αγκάλιαζε τους πάντες και δεν ήταν το δικό μου ονοματεπώνυμο, όπως συνήθως γίνεται με τα προσωπικά ιστολόγια.  

Πριν από έξι χρόνια εκδώσατε το πρώτο σας βιβλίο για τον Πειραιά. Ακολούθησαν κι άλλα. Ποια είναι η απήχηση αυτών των βιβλίων;

Εξέδωσα το πρώτο μου βιβλίο το 2016, αφού πρώτα είχα διανύσει οχτώ-εννιά χρόνια αρθρογραφίας, αναρτήσεων, ραδιοφωνικών εκπομπών και πολλών συμμετοχών σε ντοκιμαντέρ. Είχαν προηγηθεί εκατοντάδες επισκέψεις σε δημοτικά σχολεία, γυμνάσια και λύκεια. Μίλησα σε πλατείες, σε εκκλησίες, σε ιδρύματα και σε σωματεία. Όπου υπήρχαν συγκεντρωμένοι Πειραιώτες και με καλούσαν, πήγαινα να μιλήσω. Είχα κατανοήσει ότι έπρεπε να μεταδώσω το μήνυμα ενασχόλησης με τον τόπο μας με κάθε πρόσφορο μέσο. Ένας τρόπος ήταν και με τα βιβλία. Υπάρχει ένας κόσμος που όταν του δώσεις το αρχικό έρεισμα, θα ακολουθήσει στα ίδια χνάρια. Αγαπάς τον τόπο σου όταν τον γνωρίζεις. Είναι δύσκολο να αγαπήσεις έναν άγνωστο τόπο, όταν μάλιστα παρουσιάζεται εχθρικός, απρόσωπος και αφιλόξενος. Όταν ο Πειραιάς αποκαλύπτεται στα μάτια όσων ενδιαφέρονται, αποκτά άλλο πρόσωπο. Ο πλέον κακοτράχαλος δρόμος του αποκτά προσωπικότητα. Η τοπική ιστορία έχει το προνόμιο και να διαβάζεται αλλά κύρια να αποκαλύπτεται. Από τότε μέχρι σήμερα έχω συγγράψει ή έχω μετάσχει σε συγγραφή είκοσι βιβλίων με ιστορίες πάντα συνδεδεμένες με τον Πειραιά ή τη ναυτιλία, που υπήρξε η τροφός της πόλης.

Τι σας ώθησε να γράψετε τη μελέτη Ο πόλεμος των αμάχων;

Ο Πειραιάς διαθέτει τρία λιμάνια, με σημαντικότερο το εμπορικό του λιμάνι. Αυτές οι θαλάσσιες πύλες στάθηκαν ευλογία για την πόλη, αλλά συνάμα και κατάρα. Διότι σε κάθε πολεμική σύρραξη τα λιμάνια επιδιώκει ο εχθρός να καταστρέψει πρώτα. Αυτό είναι ένα αξίωμα από την εποχή των ελληνομηδικών πολέμων. Όλοι οι εισβολείς του παρελθόντος μπορεί να σεβάστηκαν την Αθήνα, αλλά ποτέ τον Πειραιά. Ο Σύλλας με τις ρωμαϊκές λεγεώνες του τον ισοπέδωσε, το ίδιο και οι Βησιγότθοι του Αλάριχου, παρότι διήλθαν ειρηνικά μέσα από την Αθήνα. Παλιά είχα διαβάσει ότι οι κάτοικοι του Πειραιά στην πολιορκία του Σύλλα έβραζαν τις δερμάτινες ζώνες τους και τα σανδάλια τους, για να πιούνε τον υποτιθέμενο «ζωμό» για να επιβιώσουν. Αυτή η εικόνα των αμάχων να δίνουν τον δικό τους αγώνα με στοίχειωνε. Σκεφτόμουν ότι σε έναν σύγχρονο πόλεμο, όπως ο Β’ Παγκόσμιος, πόσα πράγματα από εκείνα που άμαχοι έκαναν για να επιβιώσουν, αγνοούσαμε. Το σκεφτόμουν διαρκώς. Και πραγματικά διεπίστωσα ότι οι κάτοικοι του Πειραιά αναγκάστηκαν κάτω από τις πολεμικές περιστάσεις να προσαρμοστούν γρήγορα στις νέες συνθήκες που οι αεροπορικές επιδρομές διαμόρφωσαν. Ο άμαχος πληθυσμός του Πειραιά παρέμεινε για μεγάλα χρονικά διαστήματα στον υπόγειο κόσμο των καταφυγίων, υπομένοντας τα δεινά των βομβαρδισμών. Οι «καταφυγιώτες», όπως τους χαρακτήρισε ο Κώστας Βάρναλης, ανέπτυξαν τη δική τους «υπόγεια» κοινωνία, που για καιρό υπήρξε η μοναδική οδός επικοινωνίας και συνάντησης ανθρώπων που δεν γνωρίζονταν μεταξύ τους. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής που ακολούθησε, οι κάτοικοι ανέπτυξαν ιδιαίτερη «κουλτούρα» για να μπορέσουν να αντεπεξέλθουν στις δυσκολίες, στην πείνα, στα μπλόκα. Οι γραμματείες των αστυνομικών τμημάτων του Πειραιά δέχτηκαν κατά τη διάρκεια της Κατοχής αιτήσεις και εξέδωσαν άδειες σε μικροπωλητές, στις οποίες αδυνατούσαν τις περισσότερες φορές να περιγράψουν το εμπορεύσιμο αγαθό. «Αίτησις περί συγκεντρώσεως πεπονόσπορου», «Αίτησις περισυλλογής ψαροκόκαλων, ψαροκεφαλών και σάπιων πατατών και φρούτων», «Αίτησις μεταφοράς φραγκόσυκων Σαντορίνης και Μάνης». Ο τελευταίος έμπορας είχε συμφωνήσει με ουζερί ώστε να τις προμηθεύει με φραγκόσυκα, τα οποία θα συνόδευαν το ούζο αντί του παλαιού μεζέ! «Αίτησις εμπορίας ξερών λούπινων». Πολλές τέτοιες ιδιότητες εμπόρων αλλά και τα εμπορεύσιμα είδη τους, που εμφανίζονται κατά κόρον την περίοδο της Κατοχής, είναι τελείως άγνωστα στους περισσότερους. Αυτά που περιγράφω αποτελούν μόνο ένα μικρό μέρος με όσα καταπιάστηκε ο αστικός πληθυσμός για να επιβιώσει.

Ποιοι ήταν οι πιο καταστροφικοί βομβαρδισμοί του Πειραιά;

Ο Πειραιάς βομβαρδίστηκε από όλους! Ιταλούς, Γερμανούς, Άγγλους και Αμερικανούς. Οι κάτοικοι έτρεχαν στα καταφύγια ανεξάρτητα με το αν τελικώς η πόλη βομβαρδιζόταν ή όχι. Ενδεικτικά αναφέρω ότι οι σειρήνες της παθητικής αεράμυνας κάλεσαν τον κόσμο στα καταφύγια από τις 6 έως τις 27 Απριλίου 1941, δηλαδή για 21 μόνο ημέρες, πάνω από 270 φορές! Αν ληφθεί υπόψη ότι ηχούσαν μια φορά για την κλήση του συναγερμού και μια για το πέρας αυτού, τότε ήχησαν 540 φορές! Χώρια οι ιταλικοί βομβαρδισμοί που είχαν προηγηθεί, αλλά και οι «συμμαχικοί» που ακολούθησαν. Από όλους αυτούς, δύο ήταν οι πλέον καταστροφικοί: των Γερμανών της 6ης προς 7η Απριλίου 1941 και ο «συμμαχικός» της 11ης Ιανουαρίου 1944.

Όλοι οι εισβολείς του παρελθόντος μπορεί να σεβάστηκαν την Αθήνα, αλλά ποτέ τον Πειραιά.

Πώς συλλέξατε αυτό το σημαντικό υλικό και πώς καταφέρατε να το διαχειριστείτε, σε συνεργασία με τον Κωνσταντίνο Κυρίμη;

Κύρια από τη μελέτη όλων των εντύπων εκείνης της εποχής και από προφορικές μαρτυρίες. Ένα ολόκληρο κεφάλαιο που αφορούσε στον βομβαρδισμό της Γαλλικής Σχολής Καλογραιών προήλθε από ηχογραφημένη μαρτυρία της Αδελφής Αλμπέρτα, φιλολόγου της Σχολής, που μας μετέφερε τη μαρτυρία μιας παλαιότερης καθηγήτριας που είχε ζήσει τον βομβαρδισμό. Μια άλλη μορφή ήταν η επιτόπια έρευνα. Ο συνεργάτης μου στη συγγραφή του βιβλίου, Κωνσταντίνος Κυρίμης, είχε επί πολλά χρόνια μελετήσει το θέμα των καταφυγίων. Ως προς τη διαχείριση της ύλης κινηθήκαμε με τον επιμερισμό της εργασίας και με την ταξινόμηση σε πολλά θεματικά κεφάλαια.

Πώς αισθάνεστε που βλέπετε τη μελέτη σας στις προθήκες των βιβλιοπωλείων;

Ασφαλώς και οι δύο συγγραφείς νιώθουμε χαρούμενοι, αλλά δεν αρκεί αυτό. Ένα βιβλίο ταξιδεύει με τελικό προορισμό τα χέρια του αναγνώστη. Αν μείνει στις προθήκες των βιβλιοπωλείων, μοιάζει με ένα πλοίο αταξίδευτο. Δυστυχώς στον Πειραιά τα βιβλιοπωλεία ολοένα και λιγοστεύουν, σε λίγο θα αποτελούν είδος προς εξαφάνιση. Πρέπει να βοηθήσουμε τα βιβλία στα ταξίδια τους. Και ειδικώς αυτά της τοπικής ιστορίας, που κάποιοι λανθασμένα πιστεύουν πως απευθύνονται σε συγκεκριμένο κοινό. Η τοπική ιστορία είναι περιορισμένη όσον αφορά μόνο τον τόπο, αλλά ποτέ τον τρόπο. Ο τόπος μπορεί να είναι μοναδικός, αλλά ο τρόπος είναι κοινός! Η καθημερινότητα του άμαχου πληθυσμού στον Πειραιά ήταν τελικώς η καθημερινότητα κάθε Έλληνα κατά τη διάρκεια της Κατοχής.

 

Ο πόλεμος των αμάχων
Οδοιπορικό ιστορίας στον Πειραιά του πολέμου και της κατοχής
Στέφανος Μίλεσης – Κωνσταντίνος Κυρίμης
Εκδόσεις Κυριακίδη
σ. 456
ISBN: 978-960-599-412-9
Τιμή: 35,00€

Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης, συγγραφέας

https://diastixo.gr/sinentefxeis/ellines/19056-stefanos-milesis

https://diastixo.gr/ 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου