Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2025

Σήλια Νικολαΐδου: «Οι μέρες μας, οι νύχτες μας»

 


Οι μέρες μας, οι νύχτες μας της Σήλιας Νικολαΐδου είναι ένα βιβλίο που δεν ξεχνιέται εύκολα. Αφήνει δυνατό αποτύπωμα στον αναγνώστη-αναζητητή των δυνατών λογοτεχνικών συγκινήσεων, εκείνον που δεν φοβάται να περιπλανηθεί στον λαβύρινθο της ανθρώπινης ζωής, όπου το παράλογο και το χάος, ή αλλιώς η Μοίρα, αναμετρώνται με τη δύναμη της αδυναμίας, αυτό που λέμε ψυχή. Είναι ακριβώς αυτός ο αδιάλειπτος αγώνας, ο ιστορούμενος έξοχα στην αρχαία τραγωδία, που τιμά την ανθρώπινη ελευθερία. Δίχως τη διεκδίκηση της ελευθερίας του στην αναμέτρησή του με τη Μοίρα ο άνθρωπος απανθρωπίζεται, γίνεται res. Δούλος σε ορατά και αόρατα αφεντικά. Συμβιβασμένος ρεαλιστής και όχι τραγική, μαχόμενη ύπαρξη. Στο βιβλίο Οι μέρες μας, οι νύχτες μας, οι κύριες γυναικείες μορφές αυτόν ακριβώς τον αγώνα δίνουν με τον δικό της τρόπο η καθεμιά.

Η συγγραφέας, καθηγήτρια Κοινωνιολογίας στο Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, πριν ξεκινήσει τη λογοτεχνική της πορεία έγραψε χιλιάδες σελίδες επάνω στην επιστήμη της. Το πρώτο της λογοτεχνικό έργο είναι ο θεατρικός μονόλογος Μαθήματα εκτός ύλης, αφιερωμένο στους μαθητές της «για να δυναμώσουν οι φτερούγες τους και να πετάξουν λίγο ψηλότερα», αλλά απευθύνεται σε όλους μας. Ως φοιτήτρια έζησε τον ριζοσπαστισμό των δεκαετιών 1960, 1970 και απέκτησε στάση κριτικής αμφισβήτησης προς τις υφιστάμενες κοινωνικές συνθήκες. Το 1969 ως υπότροφος του γαλλικού κράτους σπούδασε πολιτικές επιστήμες στη Σορβόννη.

Είναι ένα βιβλίο σκληρό, που πλημμυρίζει τρυφερότητα. Η γλώσσα ανάλογη. Η βάναυση γλώσσα του περιθωρίου εναλλάσσεται με τον λυρισμό της ανυπότακτης ψυχής

Το 1966, ενώ ήταν φοιτήτρια στην Αθήνα, τη στείλανε στο Αναμορφωτήριο Θηλέων, σημερινό σχολείο πίσω από το γήπεδο του Παναθηναϊκού, για να δημιουργήσει με τα έγκλειστα ανήλικα κορίτσια ως αρχηγός μια ομάδα οδηγών (προσκοπίνων) προκειμένου να αναβαθμιστούν, υποτίθεται, ηθικά και πνευματικά σύμφωνα με τα ευγενή ιδεώδη της οργάνωσης. Οι σοκαριστικές εμπειρίες της εικοσάχρονης τότε, αστικής προέλευσης συγγραφέως-οδηγού, της Νέλλης, με τα απόκληρα κορίτσια, «άγρια θηρία» κατά τη διευθύντρια, στη διάρκεια των δίωρων σαββατιάτικων συνεδριών τους, αποτελούν τη βάση και την αφετηρία για το μυθιστόρημα αυτό, γραμμένο είκοσι χρόνια αργότερα. Η ώριμη πλέον ματιά της συγγραφέως πέφτει, ανελέητα διεισδυτική κι αμείλικτα κριτική, στα ανεξίτηλα εκείνα βιώματά της, αποκαλύπτοντας την κοινωνική υποκρισία σε όλο της το μεγαλείο κάτω από τη μάσκα της φιλανθρωπίας. Οι άτυχες νεανικές υπάρξεις που, αντί για αγάπη και φροντίδα, είχαν γνωρίσει τη σκληρότητα, την αδιαφορία και την απόρριψη των δικών τους, ρίχνονται στον καιάδα του αναμορφωτηρίου, ώστε να ολοκληρωθεί η ηθική τους εξουθένωση και η αθλιότητά τους να δικαιολογεί και να ταιριάζει με την κόλαση του εγκλεισμού τους.

Πρόκειται για ένα πολυφωνικό μυθιστόρημα όπου εξιστορήσεις, εξομολογήσεις, ημερολόγια, συζητήσεις, σκέψεις των τροφίμων όσο και της εκπαιδεύτριας Νέλλης υψώνουν, σελίδα τη σελίδα, τον ψηλό μαντρότοιχο του αναμορφωτηρίου με τα σπασμένα γυαλιά στην κορυφή, που σφίγγει μέχρι ασφυξίας και απομυζά ανηλεώς τη ζωή των κοριτσιών. Εκτός από τον ορατό αυτόν μαντρότοιχο ο αναγνώστης ανακαλύπτει και τον αόρατο, αυτόν που περισφίγγει την κατά τα φαινόμενα ευνοημένη Νέλλη και της έχει στερήσει το οξυγόνο της αγάπης και της όμορφης παιδικής ηλικίας. Τον δικό της μαντρότοιχο έχει υψώσει από πολύ νωρίς ο πατέρας και κηδεμόνας της. Εγκαταλειμμένος από τη σύζυγο, γίνεται ο άκαρδος τύραννος της μικρούλας κόρης τους προξενώντας της σωματικό πόνο και ψυχικά, ανεπούλωτα τραύματα, μία συμπεριφορά που υπονοεί υποσυνείδητη εκδικητικότατα προς τη μάνα της και πρώην σύζυγό του. Αυτοί οι δύο τοίχοι είναι κατά τη γνώμη μου το κοινό σημείο που συνδέει τη Νέλλη με τα απόκληρα κορίτσια και της ανοίγει τα δύσβατα μονοπάτια επικοινωνίας μαζί τους. Μέσα από αυτήν την επικοινωνία ανακαλύπτει τον καλά κρυμμένο κόσμο του περιθωρίου, εκεί όπου ο βόθρος πλημμυρίζει ανενόχλητος την τραπεζαρία και τα παράθυρα, και μες στο καταχείμωνο, δεν έχουν τζάμια· κι όπου ο παραλογισμός έχει το κύρος της λογικής κι η δυστυχία εκλάμψεις χαράς. Η αθωότητα τιμωρείται, το μίσος γίνεται ενίοτε στήριγμα και το μαρτύριο δύναμη. Η κατάδυσή της στην ξένη δυστυχία γίνεται ο καταλύτης για την τραυματική αναβίωση της δικής της ματαιωμένης παιδικότητας.

Αγόρασε online το βιβλίο από το βιβλιοπωλείο ΙΑΝΟΣ

Η απάθεια, η αναισθησία, η μοχθηρία, η επιθετικότητα είναι τα αντισώματα για να αντέξουν τα κορίτσια το αβίωτο. Όμως η τρόφιμος Έλλη, με ιστορία παρόμοια με της Νέλλης, αντιστέκεται με λυσσαλέο πείσμα και καταφέρνει με τις αντοχές της στην απομόνωση και τις αποδράσεις της να γελοιοποιεί το σύστημα. Μες στο κελί της απομόνωσης μελετάει, ονειρεύεται, δυναμώνει. «Να πονάς. Ν’ αντέχεις. Να μάθεις ν’ αντέχεις όσο κι αν πονάς. Όταν γλυτώνεις τα περιττά, δυναμώνεις. Αυτά σκεπτόμουνα κι άντεξα» ή «Οι χειρότεροι εχθροί είναι εκείνοι που λένε την αλήθεια κι εκείνοι που δεν αντέχουν να την ακούσουν» διαβάζουμε στα χειρόγραφα της Έλλης, όταν τα στέλνει ως δώρο στη Νέλλη. «Εννοώ τη δύναμη να αγωνίζεσαι ακόμη κι όταν βρίσκεσαι στο πιο βαθύ σκοτάδι»: λόγια πάλι της Έλλης στην τρόφιμο Μαργαρίτα, τη Μαργαρίτα που κάνει υπομονή και εκπαιδεύεται ως νοσοκόμα κερδίζοντας την εύνοια του διευθυντή της κλινικής. Η τρόφιμος Πανωραία τυχαία συναντά τον έρωτα στο πρόσωπο του Τζακ, παντρεύεται και φεύγει για την Αμερική. Οι άλλες ζηλεύουν φυσικά, αλλά και ελπίζουν για παρόμοια τύχη.

Ως και στην κόλαση μπορεί ν’ ανθίζει, έστω για πολύ λίγο, ο Παράδεισος και το όνειρο μπορεί να ρηγματώνει το σκοτάδι. Όμως και η σοφία, ως απόσταγμα σκληρής ζωής αλλά και κοφτερής ματιάς στα ανθρώπινα, μπορεί να βρεθεί σε οίκο ανοχής –συνηθισμένη κατάληξη για τα κορίτσια ενός κατώτερου θεού– και να μιλά με τα λόγια της γηραλέας mammas: «Ανοιχτά ή κλειστά τα μάτια, η ψυχή πάντα βλέπει το σωστό και δεν θα σ’ αφήσει ατιμώρητο. Θυμώνει εύκολα η ψυχή και φεύγει. Χωρίς ψυχή είναι όλα αυτά τα σώματα που περιφέρονται. Όταν πάψει αυτός ο χτύπος που δονεί το κορμί μας, να ξέρεις πως έχεις πεθάνει. Κι ας αναπνέεις. Ό,τι έχει δύναμη, κρύβει κι αδυναμία».

Όταν το πρόγραμμα των συνεδριών έχει ολοκληρωθεί, η τελετή της ορκωμοσίας –με την παρουσία των επισήμων, ως και του υπουργού– παίρνει απρόβλεπτη τροπή, καθώς η Μαργαρίτα, εκ μέρους των νέων «οδηγών», αντί του τυπικού όρκου υπόσχεται «ό,τι μαυρίζει τη ζωή μας να το παλέψουμε μέχρι να το κερδίσουμε… να κερδίσουμε από το χειρότερο το καλύτερο αφήνοντας σε εσάς τον θυμό, το μίσος και την οργή που τόσο απλόχερα σπείρατε… να σας συγχωρήσουμε για την αγάπη που δε μας δώσατε…».

Είναι ένα βιβλίο σκληρό, που πλημμυρίζει τρυφερότητα. Η γλώσσα ανάλογη. Η βάναυση γλώσσα του περιθωρίου εναλλάσσεται με τον λυρισμό της ανυπότακτης ψυχής, που διακρίνει φως στον ζόφο. Πέρα από τη λογοτεχνική του αξία, το μήνυμά του είναι επίκαιρα αγωνιστικό: «Να αλλάξεις το άσχημο σε ωραίο, το οδυνηρό σε ευχάριστο». Στον θεατρικό μονόλογο της συγγραφέως Μαθήματα εκτός ύλης –είχα την τύχη να τον απολαύσω παιγμένο από την ίδια–, αυτό το μήνυμα, καθώς απλώνεται από μάθημα σε μάθημα, γεμίζει τον θεατή ψυχική ανάταση, αισιοδοξία και εξαερώνει τη μιζέρια. Οι μέρες μας, οι νύχτες μας είναι σκοτάδι που δονείται από φως. Που γεννά φως.

 

Οι μέρες μας οι νύχτες μας
Σήλια Νικολαΐδου
Οσελότος
288 σελ.
ISBN 978-960-564-733-9
Τιμή €18,00

 https://diastixo.gr/kritikes/ellinikipezografia/25099-oi-meres-mas-oi-nuxtes-mas


https://diastixo.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου