Γράφοντας για μήνες το γράμμα αυτό στον άνδρα και συνοδοιπόρο σας επί 37 ολόκληρα χρόνια, αλήθεια, δεν αισθανθήκατε στιγμές στιγμές ότι σας βλέπει από εκεί ψηλά, δεν νιώσατε ανακούφιση σαν να ’ταν εκεί δίπλα σας και μοιραζόσασταν μαζί του τις πολύτιμες αυτές αναμνήσεις;
Όταν άρχισα να γράφω αυτό το «γράμμα», ένιωθα απελπισμένη και παγωμένη. Σιγά σιγά άρχισα να νιώθω σαν να έγραφα κάτι που θα το διαβάσει ο Κωστής. Ειδικά όταν ήμουν στο χωριό μας στο Πήλιο, ήταν σαν να είναι εκείνος στην Αθήνα και να του περιγράφω όσα ζω, όσα βλέπω και όσα θυμάμαι. Στη συνέχεια, ήταν σαν να του μιλάω για ενάμιση χρόνο. Ήταν μεγάλη ανακούφιση, αλλά και χαρά. Το βιβλίο αυτό είναι σαν να μου έκανε ένα δώρο ο Κωστής.
Πηγαίνοντας πολλά χρόνια πίσω, η πρώτη θεατρική παράσταση που σας μάγεψε ήταν το Πολύ κακό για το τίποτα. Τι θυμάστε πιο έντονα από εκείνη τη βραδιά, που φαντάζεται κανείς ότι θα ήταν καθοριστική για τη μετέπειτα πορεία σας;
Δεν νομίζω να ήταν κάτι «καθοριστικό». Πάντως όχι περισσότερο απ’ ό,τι όταν όποιο παιδί βλέπει πρώτη φορά θέατρο. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση η περιστροφική σκηνή, που την έβλεπα να γυρίζει. Και η ψευδαίσθηση ότι, όταν κατηγορούσαν την «καλή» πρωταγωνίστρια, εκείνη κοκκίνισε από ντροπή, ότι η ηθοποιός κατάφερνε να κοκκινίσει στ’ αλήθεια.
Πάντως η ιδέα να κάνω μια παράσταση για παιδιά μού γεννήθηκε στη δύσκολη περίοδο της Δικτατορίας. Ήθελα να κάνω κάτι φρέσκο, χαρούμενο και καινούργιο. Δεν μου πέρασε τότε η ιδέα ότι αυτή η πρώτη δοκιμή θα καθόριζε τη μετέπειτα ζωή μου.
Κάνετε μια εξαιρετική δουλειά στο θέατρο για τα παιδιά. Πότε αποφασίσατε να μπείτε σε αυτόν τον μοναδικό χώρο, με αποτέλεσμα να κάνετε λιγάκι καλύτερους πολλούς ανθρώπους που θαμπώθηκαν κοντά σας;
Όλα αυτά, βέβαια, τα αφηγούμαι στο βιβλίο μου. Πάντως η ιδέα να κάνω μια παράσταση για παιδιά μού γεννήθηκε στη δύσκολη περίοδο της Δικτατορίας. Ήθελα να κάνω κάτι φρέσκο, χαρούμενο και καινούργιο. Δεν μου πέρασε τότε η ιδέα ότι αυτή η πρώτη δοκιμή θα καθόριζε τη μετέπειτα ζωή μου.
Γράφετε κάπου ότι το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε στα ελληνικά ήταν το Για την πατρίδα. Ποιο βιβλίο, όμως, από εκείνα τα πολλά που διαβάσατε ως μικρό κορίτσι, σας έχει μείνει χαραγμένο λίγο πιο βαθιά στην καρδιά σας;
Όταν διάβασα το βιβλίο της Δέλτα, είχα ήδη διαβάσει πολλά βιβλία στα γαλλικά. Άλλα παιδικά και άλλα όχι. Μια και ήταν νονός μου ο Κάουφμαν, η βιβλιοθήκη μου μεγάλωνε γρήγορα. Δέκα χρονών διάβαζα και ξαναδιάβαζα τη Μαντάμ Μποβαρί. Δεν καταλάβαινα την κοινωνική κριτική του Φλομπέρ, αλλά ταυτιζόμουν με την ηρωίδα. Από τα βιβλία της Δέλτα μαγεύτηκα με το Παραμύθι χωρίς όνομα και παθιάστηκα με Τον καιρό του Βουλγαροκτόνου. Θυμάμαι ότι έκλαψα όταν πέθανε ο Κωνσταντίνος.
«Παιδική ηλικία» –γράφει ο Παβέζε– «δεν είναι μόνο αυτή που ζήσαμε στ’ αλήθεια, αλλά και οι εντυπώσεις που μας προκάλεσε αργότερα στην εφηβική και την ώριμη ηλικία». Κάνοντας εσείς, χάριν του «γράμματος» αυτού, ταξίδι στα πρώτα σας χρόνια, τι νομίζετε; Θυμόμαστε στ’ αλήθεια τόσο ζωντανά;
Θυμάμαι πολλά και πολύ ζωντανά. Αλλά μπορεί και να νομίζω ότι τα θυμάμαι. Θυμάμαι και τώρα πολλά που δεν τα έγραψα στο Γράμμα. Σήμερα θυμήθηκα ένα ολόκληρο κομμάτι που θα μπορούσα να το είχα γράψει. Αλλά όταν έγραφα, δεν προγραμμάτιζα αυτά που θα έλεγα στον Κωστή. Τα έγγραφα όλα όπως ερχόντουσαν στον νου μου.
Θα σας ακουστεί σίγουρα κλισέ ως ερώτηση αλλά, βλέποντας τον εαυτό σας στις παλιές ταινίες σας στην τηλεόραση, τι αισθάνεστε; Ότι το κορίτσι εκείνο το χαριτωμένο δεν είναι καν ο άνθρωπος που ήσασταν –ούτε– τότε;
Σίγουρα σκέφτομαι ότι πρόκειται για άλλον άνθρωπο. Όχι μόνο σε σχέση με το τι είμαι τώρα, αλλά και σε σχέση με το τι ήμουνα τότε. Έκανα τότε μια προσπάθεια να γίνω αυτό που μου ζητούσαν το σενάριο και η εποχή. Δηλαδή κάτι αρκετά συμβατικό, που δεν είχε καμία σχέση με την πραγματικότητα.
Γράμμα στον Κωστή / Ξένια Καλογεροπούλου Πατάκης / 374 σελ. / ISBN 978-960-16-6489-7 / Τιμή € 14,50 |
Στον άνδρα σας αρέσατε περισσότερο, γράφετε, στον Άνθρωπο που έσπαγε πλάκα. Σ’ εσάς, πάλι, στην Κυρά μας τη μαμή. Τι σας βγάζει σήμερα εκείνο το φιλμ, το κλασικό και αγαπημένο; Μια αθωότητα, ίσως;
Σ’ αυτή την ταινία δεν είχα αρχίσει να μπαίνω σε κάποιο καλούπι. Είχα τη φρεσκάδα της πρωτάρας. Τη γύρισα σε μια ευφορία και μια ξεγνοιασιά. Την ξαναείδα πρόσφατα και πολύ την ευχαριστήθηκα.
Μετά τον Άνθρωπο που έσπαγε πλάκα, κάνατε 40 ολόκληρα χρόνια για να παίξετε ξανά στο σινεμά. Και το αποφασίσατε πρόσφατα, για την ταινία του Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ. Τι σας άφησε αυτή η εμπειρία;
Ήταν η πρώτη –μπορεί να είναι και η τελευταία– φορά που συμμετείχα σε ταινία όπου όλα ήταν όπως τα ονειρευόμουνα. Το γύρισμα, ο σκηνοθέτης, οι άλλοι ηθοποιοί. Εγώ είχα μόνο έναν μονόλογο να παίξω, αλλά ήταν κάτι που με άγγιξε πολύ βαθιά. Και μόνο για κείνη τη σκηνή δουλέψαμε έξι συνεχόμενες μέρες, χωρίς άγχος, χωρίς βιασύνη. Ήμουν τυχερή που πρόλαβα να ζήσω κάτι τέτοιο.
Αλλάζοντας κλίμα, στις πρώτες σελίδες του βιβλίου σας λέτε ότι συνδρομή μεγάλη στο γράψιμο είχατε από τη Μελίτα Κούρκουλου, που στάθηκε δίπλα σας. Τίνι τρόπω, όμως; Υπήρξε στενή σας φίλη ανέκαθεν;
Η Μελίτα είναι ένας εντελώς ξεχωριστός άνθρωπος και πολύ αγαπημένη φίλη μου. Η «συνεργασία» μας δεν ήταν προαποφασισμένη. Απλώς έτυχε να της στείλω τις πρώτες σελίδες του βιβλίου και εκείνη ενθουσιάστηκε και μου έδινε κουράγιο. Έτσι κάναμε τηλεφωνο-ηλεκτρονική παρέα για κάπου ενάμιση χρόνο. Μόνο εκείνη παρακολούθησε το βιβλίο σελίδα σελίδα και ήταν κάτι πολύ σημαντικό για μένα… Μόλις της έστελνα κάποιες σελίδες, περίμενα με αγωνία την αντίδρασή της. Κι εκείνη πάλι κάθε μέρα σχεδόν περίμενε το «ταχυδρομείο». Ωραία ήταν.
Αγαπημένος φίλος σας όμως είναι και ο Σταμάτης Φασουλής. Με λίγα λόγια –ει δυνατόν–, τι αισθάνεστε γι’ αυτόν, πώς τον ξεχωρίσατε;
Με τον Σταμάτη δεθήκαμε από την εποχή της Δικτατορίας. Εκείνος ήταν ακόμη πολύ νέος, αλλά ταιριάξαμε από την αρχή. Σκηνοθέτησε κοντά μου 20 συνολικά παραστάσεις για παιδιά και για μεγάλους. Εδώ μ’ αρέσει να παραθέσω δυο λόγια από αυτά που έλεγα γι’ αυτόν σε μια παρουσίαση δικού του βιβλίου: «Ώρες ώρες, φτερουγίζει στα μάτια του ένας πανικός που λες και του κόβει την ανάσα, αλλά μετά από λίγο σε θαμπώνει και πάλι με τον χειμαρρώδη οίστρο του. Βουλιάζει στην απελπισία, για να αναδυθεί την επόμενη στιγμή σε μια σχεδόν βλάσφημη ευτυχία. Τρωτός και ατσάλινος, ντροπαλός και αναίσχυντος, πονετικός και ανελέητος, τρυφερός και σαρκαστικός […] Μοιραστήκαμε ατέλειωτες ώρες δουλειάς αλλά και υπέροχα αναίτια ξενύχτια, όπου πλασάραμε με σοβαρότητα τα αστεία και γελούσαμε μέχρι δακρύων με τα σοβαρά».
Διαβάζοντας το Γράμμα στον Κωστή, διαπίστωσα ότι μιλάτε με τρυφερότητα, κατανόηση και αγάπη μεγάλη και για τον πρώτο σύζυγό σας, τον Γιάννη Φέρτη. Τελικά, κυρία Καλογεροπούλου, όσα χρόνια κι αν περάσουν, όσο νερό κι αν κυλήσει στο αυλάκι, η πρώτη μεγάλη αγάπη δεν λησμονιέται ποτέ, δεν ξεθωριάζει;
Ο Γιάννης δεν ήταν ακριβώς η πρώτη μου αγάπη, αλλά ζήσαμε μαζί εκείνα ακριβώς τα χρόνια όπου μεγαλώνει κανείς, από τα είκοσι-τόσα ως τα (δικά μου) τριάντα εννιά. Μοιραστήκαμε ποικίλες και έντονες χαρές και λύπες. Νομίζω πως ήμουν τυχερή που μοιράστηκα τόσα μαζί του και πάντα τον σκέφτομαι με τρυφερότητα. Χαίρομαι που είναι καλά και που διατηρεί το υπέροχο χιούμορ του.
Και ακόμα, έχοντας περάσει μια γεμάτη ζωή, ούσα κόρης καλής οικογενείας, έχοντας αγαπήσει και αγαπηθεί, με μια θαυμαστή διαδρομή στο θέατρο και στον κινηματογράφο, έχοντας περάσει από αστικά σαλόνια, λαϊκούς θιάσους, περιοδείες, επιτυχίες, λύπες, απώλειες, αν ήταν στο χέρι σας, θα αλλάζατε κάτι ή όχι;
Νομίζω ότι στο βιβλίο αναφέρω κάποια λάθη που έχω κάνει, κάποια ερωτήματα που μου έμειναν αναπάντητα. Στη ζυγαριά όμως ζυγίζουν περισσότερο αυτά που θυμάμαι με ευγνωμοσύνη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου