Γεννήθηκε το 1952 και μεγάλωσε στο Αργοστόλι. Ο διάσημος πλέον καθηγητής έφυγε στα δεκαοχτώ του χρόνια για τη Μεγάλη Βρετανία μιας και για διάφορους λόγους δεν είχε μπει στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο… παρʼ όλα αυτά σήμερα είναι πλέον επίτιμος διδάκτορας Εφαρμοσμένων Μαθηματικών και Φυσικών Επιστημών του Ε.Μ.Π -έχει αναγορευτεί επίτιμος Διδάκτωρ και στα πολυτεχνεία Κρήτης και Πατρών. Ξεκίνησε στο Λονδίνο σπουδάζοντας αεροναυπηγική, με μόνο σκοπό την επαγγελματική αποκατάσταση μιας και πάντα η μεγάλη του αγάπη ήταν τα μαθηματικά. Στη σχολή αυτή τελείωσε πρώτος και τότε ήταν που πήρε και το πρώτο του βραβείο. Αμέσως μετά κατάφερε να κάνει διδακτορικό στα εφαρμοσμένα μαθηματικά. Αργότερα του κίνησε το ενδιαφέρον ο χώρος της ιατρικής και έτσι επάξια αποφοίτησε και από ιατρική σχολή στις Η.Π.Α. Καθηγητής στην έδρα του Γαλιλαίου, Μη Γραμμικής Μαθηματικής Επιστήμης, στο Πανεπιστήμιο του Cambridge (2002), αλλά και στην Έδρα Εφαρμοσμένων Μαθηματικών του Imperial College του Λονδίνου (1996), Αεροναυπηγός, Διακεκριμένος Μαθηματικός, Φυσικός και Γιατρός. Έχει δώσει περισσότερες από 220 διαλέξεις σε σεμινάρια και σε διεθνή συνέδρια. Το 2000 τιμήθηκε με το βραβείο «Nylon» από τη Μαθηματική Εταιρεία του Λονδίνου (London Mathematical Society). Το πρακτορείο Ειδήσεων «ssociated Press» και το Πανεπιστημίο Imperial College χαρακτήρισαν το βραβείο αυτό ως το αντίστοιχο του βραβείου Νόμπελ στον κλάδο των Εφαρμοσμένων Μαθηματικών. Το 2004 τιμήθηκε με «Αριστείον» από την Ακαδημία Αθηνών της οποίας αποτελεί και τακτικό μέλος. Τον Ιανουάριο του 2005 του απενεμήθη η διάκριση του Ταξιάρχου του Τάγματος του Φοίνικος από τον Πρόερδο της Ελληνικής Δημοκρατίας. Επίσης το 2005 εξελέγη Professional Fellow του Clare Hall College του Cambridge. To Πανεπιστημίο Clarkson για να τιμήσει την επιστημονική του προσφορά καθιέρωσε σειρά διαλέξεων με τίτλο «The Fokas Distinguished Lecture Series». Από το 2006 είναι επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστήμιου Αθηνών και πρόσφατα του απονεμήθηκε το αριστείο του ιδρύματος Μποδοσάκη, μαζί με τον Δ. Χριστοδούλου. Παράλληλα, αποτελεί μέλος πολλών επιστημονικών επιτροπών, αλλά και συν-εκδότης και μέλος εκδοτικής επιτροπής πολλών έγκριτων επιστημονικών περιοδικών. Στα άξια αναφοράς αποτελεί και η θέση του ως πρόεδρος του εφορευτικού συμβουλίου της Εθνικής Βιβλιοθήκης.
Το Ωδείο Βορείου Ελλάδος παρουσιάζει την Τρίτη 1 Μαρτίου 2016 και ώρα 21:00, δύο εξαιρετικά ταλαντούχους και πολυβραβευμένους νέους Έλληνες καλλιτέχνες σε ένα Ρεσιτάλ Μουσικής Δωματίου. Πρόκειται για τον φλαουτίστα Στάθη Καραπάνο και τον πιανίστα Τριαντάφυλλο Λιώτη, τους οποίους θα απολαύσουμε σε ένα θαυμάσιο πρόγραμμα από 2 κορυφαίες Σονάτες του ρεπερτορίου – τη Σονάτα του Καρλ Ράινεκε και την περίφημη Σονάτα του Σεργκέι Προκόφιεβ – μαζί με 2 υπέροχες Φαντασίες για φλάουτο και πιάνο, πάνω σε θέματα από δημοφιλείς όπερες: την Κάρμεν και τον Ελεύθερο Σκοπευτή.
Ο Στάθης Παπαλήλιος - Καραπάνος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1996 και ξεκίνησε μαθήματα φλάουτου με την Μυρτώ Τσακίρη στο Ωδείο Αθηνών. Το 2009 έγινε δεκτός στην Εθνική Σχολή Μουσικής της Σόφιας από όπου και απεφοίτησε το 2013 μελετώντας με τον καθηγητή Georgi Spassov, ενώ διετέλεσε μέλος της Ορχήστρας Νέων της Εθνικής Σχολής Μουσικής στο φλάουτο και στο piccolo. Από το 2013 συνεχίζει τις σπουδές του στο Μουσικό Πανεπιστήμιο στην Καρλσρούη της Γερμανίας με την Renate Greiss–Armin και τον Mathias Allin. Έχει εμπλουτίσει περαιτέρω τις μουσικές του γνώσεις παρακολουθώντας σεμινάρια με διεθνούς κύρους φλαουτίστες, όπως οι Peter Lukas Graf, Andrea Lieberknecht, Andras Adorjan, Robert Winn, Pirmin Grehl, Thomas Jensen, Grigorii Mordashov, Anette Maiburg.
Έχει κερδίσει βραβεία σε διεθνείς διαγωνισμούς φλάουτου και μουσικής δωματίου, όπως το 1ο Βραβείο στο διεθνή διαγωνισμό “Hopes, Talents, Masters”, το 1ο Βραβείο στο διεθνή διαγωνισμό “Petar Konjovic”, το 1ο Βραβείο στο διεθνή διαγωνισμό “Urs Rüttimann” και το 2o Βραβείο στο διεθνή διαγωνισμό “Friedrich Kuhlau”.
Ως σολίστ έχει εμφανιστεί με τα εξής σύνολα: Classic FM Radio Orchestra (2012) παίζοντας τη “Fantasie Brilliante on themes of Bizet's Carmen” του F. Borne, στη Sala Bulgaria της Εθνικής Σχολής της Σόφιας (2012) με την Sinfonietta Orchestra παίζοντας το “Concerto” του J. Ibert, και με την Καμεράτα Junior Orchestra (2014) παίζοντας το “Dance of the blessed spirits” του Ch. W. Gluck στο Ωδείο Αθηνών. Το 2015 μαζί με τον πιανίστα Τριαντάφυλλο Λιώτη έδωσε δύο ρεσιτάλ στο “Santorini Arts Factory” στην Βλυχάδα της Σαντορίνης, και το 2015 έπαιξε το “Brandenburg Concerto N. 5” του J. S. Bach μαζί με τον Jewgenii Schuk, την Olga Zheltikova και την ορχήστρα Ensemble Zeitlose Musik στην Καρλσρούη και στο Freiburg τις Γερμανίας. Τον Φεβρουάριο του 2016 συνέπραξε με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών ως σολίστ στο κονσέρτο του S. Mercadante – συναυλία που έλαβε χώρα στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.
Ο πιανίστας Τριαντάφυλλος Λιώτης ξεκίνησε τις σπουδές του στο Ωδείο Βορείου Ελλάδος (τάξη Άννας Αικατερίνη) και συνέχισε στο Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης (τάξη Νικολάου Τασόπουλου, Δίπλωμα με «Άριστα Παμψηφεί» και 1ο Βραβείο). Ακολούθησαν σπουδές στην Ανώτατη Σχολή Μουσικής του Ντέτμολντ (Γερμανία) με τον καθηγητή Alfredo Perl (Bachelor και Master Solist), και μετέπειτα στην Ανώτατη Σχολή Μουσικής της Καρλσρούης (Γερμανία) με τον καθηγητή Dr. h.c. Kalle Randalu (Solistenexamen), όπου από το 2015 έχει τη θέση του βοηθού του. Εμπλούτισε περαιτέρω τις μουσικές του γνώσεις μέσα από σεμινάρια με διεθνώς καταξιωμένους μουσικούς, όπως οι A. Schiff, L. Remy, P. Badura-Skoda, B. Ringeissen, T. Quasthoff, M. Tirimo, M. Itoh, B. Fredriksen, A. Bauni, P. Vladigerov, Γ. Θυμής και Γ. Χατζηνίκος.
Ο Τριαντάφυλλος Λιώτης έχει κερδίσει βραβεία σε σημαντικούς διεθνείς διαγωνισμούς πιάνου και μουσικής δωματίου, όπως (πιο πρόσφατα) το Βραβείο Bach και το 1ο Βραβείο στον διεθνή διαγωνισμό “Grand Prize Virtuoso” 2015, το 3ο Βραβείο του διεθνούς διαγωνισμού πιάνου «Μαρία Κάλλας» 2015 καθώς και το βραβείο Albeniz και το βραβείο του σεμιφιναλίστ στον διεθνή διαγωνισμό “Maria Canals Barcelona” 2015.
Έχει δώσει πολλές συναυλίες αποκομίζοντας εξαιρετικές κριτικές στην Ελλάδα και το εξωτερικό (Γερμανία, Αυστρία, Γαλλία, Κροατία, Ελβετία, Ισπανία). Έχει εκτελέσει για πρώτη φορά έργα σύγχρονης μουσικής, ανάμεσά τους και βραβευμένων συνθετών όπως η Ευαγγελία (Λίνα) Τόνια. Ηχογραφήσεις του έχουν μεταδοθεί από την Τηλεόραση και το Ραδιόφωνο σε πολλές χώρες της Ευρώπης. Από το 2011 μέχρι το 2014 ήταν υπότροφος του ιδρύματος “Villa Musica Rheinland-Pfalz”. Το 2015 κέρδισε μαζί με ένα σύνολο μουσικής δωματίου της Detmolder Kammerorchester (DKO) το βραβείο ECHO Klassik για την ηχογράφησή τους της διασκευής των Schönberg / Riehn για σύνολο δωματίου του έργου “Das Lied von der Erde” του G. Mahler.
In their eleventh consecutive SMF performance, the world-renownedAtlanta Symphony Orchestra returns to the Lucas stage under maestroRobert Spano. Joining them is Canadian pianist Louis Lortie, who first performed a recital at SMF 2011. This program of Scandinavian masterworks features Grieg's romantic and much heralded Piano Concerto, which opens up with one of the most famous and dramatic moments in concert music. After a roll of the timpani and a stunning orchestral chord, the soloist plays a series of descending octaves and passages. The brilliant finale is based upon the halling, a lively Norwegian folk dance. Widely recognized as his country's national composer, Jean Sibelius' most popular and most recorded work is his Symphony No. 2, an absolute masterpiece and one of the few symphonic creations of our time that point in the same direction as the symphonies of Beethoven. Despite Sibelius, insistence that the Symphony conveyed no specific message, the Finnish people saw it as a forceful expression of patriotism.
PROGRAM: Sibelius Finlandia, Opus 26 Grieg Piano Concerto in A minor, Opus 16 Sibelius Symphony No. 2 in D Major, Opus 43
Mozart’s glorious Clarinet Quintet and Dvořák’s masterful A Major string sextet anchor this exciting program featuring two of the finest French classical musicians in our time, clarinetist Patrick Messina and pianistAlexandre Tharaud, alongside Daniel Hope & Friends.
ARTISTS: Patrick Messina, clarinet Daniel Hope, violin Benny Kim, violin Paul Neubauer, viola CarlaMaria Rodrigues, viola Eric Kim, cello Keith Robinson, cello Sebastian Knauer, piano Alexandre Tharaud, piano
PROGRAM: Mozart Sonata for Piano Duet in C Major, K. 521 Dvořák String Sextet in A Major, Opus 48 Stravinsky “L’Histoire du soldat” Suite for Violin, Clarinet and Piano Mozart Clarinet Quintet in A Major, K. 581
Brazilian-born pianist Arnaldo Cohen has a reputation for displaying musical authority and blistering virtuosity in his performances. Cohen came to prominence after winning First Prize at the 1972 Busoni International Piano Competition and making his debut at the Concertgebouw in Amsterdam. For five years, he was a member of the acclaimed Amadeus Trio. He has performed with the Cleveland Orchestra, Philadelphia Orchestra, Los Angeles Philharmonic, Philharmonia Orchestra, the London Philharmonic and many others. He is the Artistic Director for the Portland International Piano Series, a professor of piano at the Royal Academy of Music in London and a professor at the Jacobs School of Music at the University of Indiana. This is his SMF debut.
PROGRAM: Bach-Busoni Partita No. 2 in D minor, BWV 1004: Chaconne Brahms Variations and Fugue on a Theme by Handel, Opus 24 Chopin Scherzo No. 1 in B minor, Opus 20 Chopin Scherzo No. 2 in B-flat minor, Opus 31 Chopin Scherzo No. 3 in C-sharp minor, Opus 39 Chopin Scherzo No. 4 in E Major, Opus 54
Φυσικοί που σχετίζονται με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Πυρηνική Ενέργεια (CERN) δημοσιοποίησαν μια έρευνα πριν κάποιους μήνες, αποκαλύπτοντας ότι η κλασική μουσική υπάρχει σε ένα πεδίο της πραγματικότητας εντελώς απομακρυσμένο από τον τετραδιάστατο χωροχρόνο που κατοικεί ο άνθρωπος.
Οι επιστήμονες έκαναν μια έρευνα ρουτίνας για πεμπτοδιαστασιακή δραστηριότητα χρησιμοποιώντας τον Μεγάλο Επιταχυντή Αδρονίων, τον τεράστιο επιταχυντή σωματιδίων που έγινε πασίγνωστος με την απόδειξη της ύπαρξης του Σωματιδίου Χιγκς, όταν έπεσαν πάνω σε ολόκληρο το corpus της Δυτικής Κλασικής μουσικής, από τις ψαλμωδίες του 9ου αιώνα μέχρι τον Nico Muhly.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση τα αναρίθμητα έργα που φτιάχνουν αυτό το σώμα ρεπερτορίων υπάρχουν σε ένα συνεχές που εδρεύει πέρα από τα όρια της ανθρώπινης αντίληψης.
«Η κλασική μουσική υπερβαίνει και την ευθύγραμμη ροή του χρόνου προς τα εμπρός και τον Ευκλείδειο χώρο που έχουμε συνηθίσει να αντιλαμβανόμαστε», είπε ο Rolf-Dieter Heuer, ο γενικός διευθυντής του CERN. «Ένα μουσικό έργο αποτελεί μια μυστηριώδη ενότητα που η ουσία της διαφεύγει εντελώς από τις αισθήσεις μας.»
Οι φυσικοί ισχυρίζονται ότι κάθε συναυλία ή ηχογράφηση κλασικής μουσικής αποτελεί ένα είδος ολογράμματος που προβάλλεται μέσα στην καθημερινή μας πραγματικότητα μέσα από το πραγματικό μουσικό έργο, που δονείται αέναα σε ένα αιθέριο μέσον που αιωρείται μέσα μας και γύρω μας κάθε στιγμή.
«Σκεφτείτε την 5η Συμφωνία του Μπετόβεν. Βεβαίως, μπορεί να έχετε δει την παρτιτούρα ή να έχετε ακούσει την μία ή την άλλη ορχήστρα να την παίζουν. Αλλά την έχετε ποτέ συναντήσει στην καθαρή της μορφή;», ρωτάει ο Heuer. «Όταν φεύγετε από ένα μουσείο γνωρίζετε ότι οι πίνακες βρίσκονται ακόμα εκεί. Αλλά που πηγαίνει η Πέμπτη του Μπετόβεν όταν δεν είστε τριγύρω; Τώρα γνωρίζουμε.»
Παρότι οι επιστήμονες έχουν μετρήσει την πυκνότητα και το φορτίο της κλασικής μουσικής και έχουν εντοπίσει τη θέση της στο σύμπαν, ο ρόλος της σε αυτό δεν έχει εξηγηθεί ακόμα. Κάποιοι αστροφυσικοί υποθέτουν ότι ο κλασικός Κανόνας μπορεί να είναι αυτό που αποκαλούμε «σκοτεινή ύλη», που θεωρείται ότι αποτελεί το 95% όλης της ύλης στο σύμπαν. Άλλοι δεν είναι και τόσο σίγουροι.
«Η κλασική μουσική υπάρχει σε μια διάσταση απροσπέλαστη από τα ανθρώπινα όντα, έτσι μπορεί ποτέ να μην την αντιληφθούμε πλήρως», δήλωσε ο θεωρητικός φυσικός Leonard Susskind από το Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ. «Είναι πολύ ενδιαφέρον που η επιστήμη απέδειξε επιτέλους ότι η κλασική μουσική κατοικεί έναν ανεξάρτητο, αυτόνομο χώρο, αποκομμένο από την επίγεια εμπειρία μας», συνέχισε, «αλλά το ερώτημα παραμένει: τι κάνει εξαρχής η κλασική μουσική στο δικό μας σύμπαν;»
Εικοστή πέμπτη χρονιά συνεχούς παρουσίας, με πολυάριθμες θεατρικές παραγωγές και παραστάσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό, για το έμμετρο παραμυθόδραμα του Αλέξανδρου Αδαμόπουλου Ο Σιμιγδαλένιος, που φέτος ανέβηκε στο Εθνικό Θέατρο σε σκηνοθεσία Λυδίας Κονιόρδου. Εικοστή τρίτη χρονιά κυκλοφορίας –και δωδέκατη έκδοση– του θεατρικού κειμένου από την Εστία, με τη θαυμάσια εικονογράφηση της Εύης Τσακνιά. Πολυσχιδής δημιουργός (ηθοποιός, συγγραφέας, μεταφραστής, σκηνοθέτης, μουσικός, λιμπρετίστας, ραδιοφωνικός παραγωγός και ερασιτέχνης ξυλουργός – τα ξυλόγλυπτα έπιπλα και ο διάκοσμος του γραφείου του είναι εξ ολοκλήρου δικής του κατασκευής), ο Αλέξανδρος Αδαμόπουλος αναπτύσσει την παραβολική διάσταση του Σιμιγδαλένιου, ορίζοντας τη θέση και την αξία της γνήσιας παραμυθικής αλληγορίας μέσα στον επικίνδυνα «παραμυθένιο» υλισμό του σύγχρονου κόσμου.
Μακρόχρονη, πλούσια και εντυπωσιακή η ιστορία του Σιμιγδαλένιου. Και διεθνής! Με ποια αφορμή μεταπλάσατε το γνωστό λαϊκό παραμύθι σε θεατρικό έργο και για ποιον λόγο επιλέξατε το συγκεκριμένο;
Δίδασκα Ιστορία της Λογοτεχνίας σ’ ένα θεατρικό σεμινάριο, το Φθινόπωρο του ’91, όταν ξαφνικά ειδοποιήθηκα από τη διεύθυνση πως πρέπει να παρουσιάσουμε κάτι στο τέλος· σε δυο μήνες, δηλαδή. Την τάξη μου την αποτελούσαν καμιά τριανταριά νέοι 20-30 χρόνων· εκπαιδευτικοί, χορευτές, ηθοποιοί. Πολύ καλό υλικό, μα δεν υπήρχε καμιά περίπτωση να προλάβουμε να στήσουμε τίποτα σε τόσο λίγο χρόνο. Οπότε, χωρίς καλά καλά να το καταλάβω, προτίμησα κάτι ακόμα πιο δύσκολο: ν’ αρχίσω να γράφω εγώ κάτι κι ό,τι βρέξει ας κατεβάσει. Τώρα, γιατί ειδικά τον Σιμιγδαλένιο; Μα για το θέμα του προφανώς, καταρχήν, μα και γιατί είδα αμέσως πως είναι πολυπρόσωπο, έχει έντονη δράση και μπορούσα να το δομήσω όπως με βόλευε, να το προσαρμόσω θεατρικά και να πω από κει μέσα αυτά που ήθελα εγώ να πω για την αγάπη.
Η ιστορία του Σιμιγδαλένιου μού έφερε στον νου τον μύθο του Πυγμαλίωνα, τη βιβλική δημιουργία του ανθρώπου, αλλά και του Τρωικού Πολέμου, συνδυάζοντάς τα με χαρακτηριστικά των λαϊκών παραμυθιών (π.χ. την προσφυγή της βασιλοπούλας στον Ήλιο, τη Σελήνη και τ’ Αστέρια, τα τρία συμβολικά δώρα τους). Αρχετυπικές αναφορές που, όπως διαπιστώνουμε, εξακολουθούν να έχουν απήχηση στο σύγχρονο κοινό...
Δεν τα σκέφτηκα όλ’ αυτά· ο έρωτας με απασχολούσε μόνο. Τι πιο αρχετυπικό απ’ τον έρωτα; Αρκεί αυτό. Απ’ την άλλη μεριά, όσο κι αν ήθελα να μείνω κοντά στην όλη μορφή του μύθου, δεν με απασχόλησε καθόλου να κάνω κάτι «παραδοσιακό». Δεν ήμουν παραμυθάς, ούτε έγινα ποτέ μου. Άλλωστε δεν υπήρχε αυτή η μόδα τότε, που ο καθένας λέει παραμύθια· μάλλον ο Σιμιγδαλένιος τη δημιούργησε. Εμένα με απασχολούσε, με αφορμή το παραμύθι και με γλώσσα ποιητική, να κάνω ένα ολότελα δικό μου έργο τέχνης. Ούτε «παιδικό», ούτε «παραδοσιακό». Μόνο βουτώντας βαθιά μέσα σου κι ερμηνεύοντας με τον δικό σου τρόπο και με σύγχρονη γλώσσα όλα τα κλειδιά του μύθου ξεκλειδώνεις την ψυχή σου, απλώνεις την πραμάτεια σου κι αγγίζεις, ίσως, και την ψυχή του αναγνώστη. Αν το καταφέρεις αυτό, έχει καλώς. Έχεις δημιουργήσει κάτι που, προερχόμενο απ’ την παράδοση, στέκει μόνο του· αυτοτελώς. Αλλιώς, θαρρείς πως φτιάνεις δήθεν παραδοσιακά σουτζουκάκια, με ψεύτικα υλικά, που τα μοιράζεις με delivery από δω και από κει – φρίκη!
Μόνο βουτώντας βαθιά μέσα σου κι ερμηνεύοντας με τον δικό σου τρόπο και με σύγχρονη γλώσσα όλα τα κλειδιά του μύθου ξεκλειδώνεις την ψυχή σου, απλώνεις την πραμάτεια σου κι αγγίζεις, ίσως, και την ψυχή του αναγνώστη.
Παρά την κακώς διαδεδομένη αντίληψη ότι τα παραμύθια απευθύνονται κυρίως σε παιδιά, στη συγκεκριμένη ιστορία ιδιαίτερα δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να αγνοηθεί το παραβολικό, φιλοσοφικό και υπαρξιακό της υπόβαθρο...
Όχι βέβαια· προφανώς και δεν μπορεί να αγνοηθεί, σε καμιά περίπτωση, το υπαρξιακό υπόβαθρο τουΣιμιγδαλένιου! Όλο το έργο μου –απ’ την πρώτη μέχρι την τελευταία συλλαβή του– είναι γραμμένο έτσι· για υποψιασμένους, καλοπροαίρετους έστω, λίγο-πολύ ενήλικους αναγνώστες. Αλλιώς δεν υπάρχει· γίνετ’ ένα χλωμό φάντασμα του εαυτού του. Όποιος διαβάσει τον Σιμιγδαλένιο νιώθοντας πως διαβάζει κάτι παιδικό, δεν νιώθει τίποτα, είναι αφελής. Απλώς εθελοτυφλεί ή δεν ξέρει να διαβάζει. Ευτυχώς, εκτός από κάνα δυο ψυχικά αναλφάβητους σκηνοθέτες, δεν μου ’χουν τύχει, τόσα χρόνια, πολλές τέτοιες περιπτώσεις αναγνωστών.
Πέρα από την αδιαμφισβήτητη καλλιτεχνική αρτιότητα του έργου αυτή καθαυτήν, σε τι άλλο θα λέγατε ότι οφείλεται η σταθερά θερμή υποδοχή του από κοινό και κριτική σε διάστημα τόσων χρόνων, όπως και η διεθνής του απήχηση;
Ναι, πράγματι, κρατάει είκοσι πέντε χρόνια αυτή η ιστορία με τη διαρκή επιτυχία του Σιμιγδαλένιου· δεν είναι λίγο, ένα τέταρτο του αιώνα! Θα έλεγα πως είναι συνάμα και το θέμα του και ο τρόπος που είναι γραμμένος. Θεωρώ πως πάντα αυτά τα δυο πάνε μαζί, είναι αλληλένδετα, είν’ ένα πράμα. Μάλλον το ’χουμε ξεχάσει αυτό στην εντελώς σχηματική εποχή μας. Γιατί δεν αρκεί να νομίζεις πως λες τάχατες κάτι πολύ σημαντικό, μα να μην ξέρεις πώς να το πεις. Ούτε και λέει τίποτα το ν’ αραδιάζεις όμορφες λεξούλες από δω κι από κει, δίχως κανένα νόημα όμως... Νομίζω λοιπόν ότι αν ένα έργο λέει κάτι και το λέει καλά, ο αναγνώστης το εισπράττει και συμμετέχει. Ξέρετε κάτι; Για τον Σιμιγδαλένιο, όταν πρωτοεκδόθηκε, δεν έγινε απολύτως καμιά διαφήμιση, καμιά εκδήλωση. Το βιβλίο δεν παρουσιάστηκε επίσημα πουθενά, ούτε καν μ’ ένα ελάχιστο δελτίο Τύπου. Κυριολεκτικά, η μόνη του διαφήμιση –και η δύναμή του– ήταν από στόμα σε στόμα. Μόνο και μόνο γιατί άρεσε το κείμενο σε πολλούς, τελείως διαφορετικούς μεταξύ τους, αναγνώστες. Το ίδιο έγινε και με το θέατρο μετά· κι άρχισαν να ξεφυτρώνουν από δω κι από κει διάφορες θεατρικές παραγωγές, χωρίς εγώ να γνωρίζω καν τους συντελεστές της παράστασης.
Οι ως τώρα σκηνοθεσίες που έχουν γίνει, σε ποια στοιχεία της ιστορίας έχουν δώσει τη μεγαλύτερη βαρύτητα; Ποια στοιχεία τόνισαν περισσότερο οι ξένες παραγωγές;
Κοιτάξτε· αν είναι μια κοπελιά που ο ένας τής βρομάει κι ο άλλος τής ξινίζει και δεν θέλει κανέναν, μα όλο θέλει, θέλει, θέλει, ε… δεν διαφέρει και πολύ αν είν’ Ελληνίδα, Αγγλίδα, Γερμανίδα ή Τουρκάλα... Λίγο-πολύ όλοι, διαβάζοντας το κείμενο, αυτό προσπαθούνε να ζωντανέψουν. Κάθε αναγνώστης μέσα του, κι ο σκηνοθέτης πάνω στη σκηνή. Ο αναγνώστης είν’ αλήθεια πως είναι πιο ελεύθερος κι εύκολα μπορεί να φανταστεί ό,τι θέλει, ενώ στο θέατρο τα πράματα κάπως δυσκολεύουν. Γιατί πρέπει να παντρέψεις επί σκηνής το παραμυθένιο, το παιδικό στοιχείο, με το καθαρά υπαρξιακό υπόβαθρο που είπαμε πριν. Εκεί είναι η μεγάλη μαστοριά του σκηνοθέτη· αν έχει κάτι να πει κι αυτός. Και μπορώ να πω ότι, όσο κι αν έχουν γίνει ίσαμε τώρα εβδομήντα πέντε διαφορετικές σκηνοθεσίες –τρεις κάθε χρόνο, κατά μέσον όρο!– κι ήσαν όλες τους πολύ πετυχημένες, εγώ για καμιά δεν θα ’λεγα πως ήταν η σκηνοθεσία, το ανέβασμα. Οπότε, ανεξάρτητα απ’ το θέατρο, εμένα μ’ αρέσει πολύ που ο Σιμιγδαλένιος κυρίως διαβάζεται σα βιβλίο. Κι εκδίδεται, και κάθε τόσο επανεκδίδεται. Κι έτσι το κείμενο ατόφιο ζωντανεύει μόνο του, εύκολα, μπροστά στα μάτια του κάθε αναγνώστη. Απ’ την άλλη μεριά, φυσικά και περιμένω με την ίδια πάντα χαρά κάθε καινούργια θεατρική παραγωγή, ελπίζοντας πως κάποιος σκηνοθέτης θα κάνει διάνα· πετυχαίνοντας τη χρυσή τομή ανάμεσα στο παιδικό και στο ενήλικο. Ακριβώς αυτό, δηλαδή, που είπε κάποτε πολύ εύστοχα ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος, περιγράφοντας τον Σιμιγδαλένιο με τέσσερις μονάχα λέξεις: «Γλυκύς και τρυφερός, βαθύς και φιλοσοφημένος».
Οι διάλογοι του Σιμιγδαλένιου είναι στίχοι με ρίμα, σε μεγάλη ποικιλία μέτρων. Μπορούν να μελοποιηθούν και να τραγουδηθούν επί σκηνής. Θα μπορούσε να γίνει όπερα όλο το έργο. Έχουν υπάρξει παραγωγές που έδωσαν έμφαση σ’ αυτό το συγκεκριμένο στοιχείο;
Αυτό ακριβώς μου έλεγε κι ο Μάνος ο Χατζιδάκις, που χαρακτήριζε τον Σιμιγδαλένιο «λιμπρέτο». Λίγο-πολύ, όλοι μπαίνουν σ’ αυτόν τον πειρασμό. Έρχεται φυσικά· το προκαλεί η ίδια η μουσική του κειμένου. Δεν έχω αντίρρηση, διαφωνώ όμως με τον όρο «όπερα» και μ’ όλους τους συνειρμούς που φέρνει. Προτιμώ να σκέφτομαι το αρχαίο μας δράμα, που ήταν όλο γραμμένο έμμετρα, ποιητικά και τα συνδύαζε όλα αρμονικά, δίνοντας όμως πάντα το προβάδισμα στον Λόγο.
Η μετάφραση στα αγγλικά και στα τουρκικά λειτούργησε στις μη ελληνόφωνες παραγωγές; Μπόρεσε να αποδώσει εξίσου αποτελεσματικά τη μορφή και το νόημα;
Ναι, δεν υπήρξε κανένα πρόβλημα. Στα αγγλικά μόνο άλλαξε ο τίτλος και έγινε Spiceman, διότι σιμιγδαλένιος και σιμιγδάλι δεν σημαίνει κάτι ιδιαίτερο για το αγγλόφωνο κοινό. Το ίδιο έγινε και με την πρόσφατη γερμανική μετάφραση, ενώ στα τούρκικα έμεινε Σιμιγδαλένιος (Irmikoğlan), διότι και οι Τούρκοι έχουν και τρώνε irmik helva, όπως κι εμείς.
Οπότε, είναι σίγουρο πως η ζωή η ίδια θα φτιάνει μόνη της, πάντα, τους μύθους της. Θα φτιάνει πάλι τα παραμύθια της, που όλοι θα θέλουν να τα ζήσουν και να τα καταλάβουν καλύτερα, γιατί θα κρύβουν μέσα τους, πάντα, το μεδούλι της ύπαρξης.
Έχω την αίσθηση ότι ο Σιμιγδαλένιος είναι για σας όχι μονάχα έργο ζωής, αλλά προπαντός έργο αγάπης. Είναι αναπόφευκτο με τόσες διαφορετικές παραγωγές να ποικίλλουν οι αναγνώσεις και οι ερμηνείες του από τους εκάστοτε σκηνοθέτες. Ως δημιουργός της πρώτης ύλης, πώς το εισπράττετε αυτό;
Τα έργα αγάπης σφραγίζουν όλη τη ζωή μας. Είναι έργα ζωής και μένουν πάντα μέσα μας. «Τ’ είναι η ζωή·/ ένα φιλί, μια λύση/ μια ζωντανή ανατολή/ μια μολυβένια δύση…»: ο καθένας μπορεί να το πει και να τ’ ακούσει μέσα του όπως θέλει αυτό. Μπορεί να το ψιθυρίσει, να το τραγουδήσει, να το κλάψει, να το σαρκάσει ίσως σκεφτικά, να το φωνάξει απελπισμένα. Καμιά αντίρρηση· κι εγώ μαζί του. Προσοχή, όμως: Το κείμενο είναι εκεί· γραμμένο, τυπωμένο, εκδεδομένο. Δεν αναγνωρίζω σε κανέναν σκηνοθέτη το δικαίωμα να του αλλάξει απολύτως τίποτα. Ούτε ένα κόμμα, ούτε μιαν άνω τελεία που δεν είναι τυχαία βαλμένη εκεί. Ο αναγνώστης –και πολύ περισσότερο ο σκηνοθέτης, που απευθύνεται στο ευρύ κοινό– έχει την απαράβατη υποχρέωση να σεβαστεί όλο το κείμενο, όπως ακριβώς είναι γραμμένο, χωρίς καμιά δική του παρέμβαση. Σ’ αυτό είμαι απόλυτος.
Η αλματώδης τεχνολογική πρόοδος των τελευταίων χρόνων όλο και κάτι απομυθοποιεί καθημερινά. Θα έχει πάντα ανάγκη ο άνθρωπος το παραμύθι, σε κάθε ηλικία και εποχή;
Ο Σιμιγδαλένιος Αλέξανδρος Αδαμόπουλος εικονογράφηση: Εύη Τσακνιά Βιβλιοπωλείον της Εστίας 95 σελ. ISBN 978-960-05-1150-5 Τιμή € 10,19
Όλο και κάτι απομυθοποιεί η σύγχρονη ζωή; Μπα, δεν το πιστεύω· σκέτο παραμύθι είναι, με τη χειρότερη έννοια, και μάλιστα κάκιστης ποιότητας! Η αλματώδης –πράγματι– τεχνολογική πρόοδος, αγνοώντας όμως την ουσία της παιδείας, τη νόηση, είναι σκέτο –επικίνδυνο– παραμύθι, που πασκίζει να ξεριζώσει κάθε αίσθημα, πασκίζει να τα βάλει όλα σε μικρά αποστειρωμένα κουτάκια και να μαράνει κάθε χυμό της ζωής. Εγώ όμως πιστεύω πως θα υπάρχει πάντα κάποια «βασιλοπούλα», κάποια κοπελιά, που όσο ανώριμη, απαίδευτη, εγωίστρια και ρηχή κι αν είναι, θα θέλει, θέλει, θέλει, πάντα, κάποιονε ν’ αγαπήσει. Και πάντα θα υπάρχει κάποιος άλλος που θα θέλει ν’ αγαπηθεί και ν’ αγαπήσει κι αυτός, έστω και μια φορά, μια στιγμή. Πέρ’ απ’ τα πλήκτρα κι έξω απ’ την οθόνη του υπολογιστή τους. Οπότε, είναι σίγουρο πως η ζωή η ίδια θα φτιάνει μόνη της, πάντα, τους μύθους της. Θα φτιάνει πάλι τα παραμύθια της, που όλοι θα θέλουν να τα ζήσουν και να τα καταλάβουν καλύτερα, γιατί θα κρύβουν μέσα τους, πάντα, το μεδούλι της ύπαρξης.
Εκτός από θέατρο, έχετε γράψει και πεζό – διηγήματα και μυθιστόρημα. Ποιο είδος αισθάνεστε πως σας ταιριάζει ή σας εκφράζει περισσότερο;
Δεν έχω γράψει μυθιστόρημα, αλλά ένα «ηθιστόρημα» –Το τσιγάρο και η Γιόγκα–, που ίσως μιλήσουμε κάποιαν άλλη φορά γι’ αυτό. Τα Δώδεκα και ένα ψέματα είναι πεζός λόγος. Είναι πολύ σύντομα, φιλοσοφικά διηγήματα κι είναι γραμμένα πριν από τον Σιμιγδαλένιο. Έχουν μεταφραστεί στ’ αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ισπανικά, τουρκικά κι έχουν παρουσιαστεί στη National Academy of Letters στην Ινδία. Άρα, είναι πιο ταξιδεμένα απ’ τον Σιμιγδαλένιο κι έχουν μιλήσει σε περισσότερους και πιο διαφορετικούς ανθρώπους απ’ αυτόν. Όσο για τα Ψέματα πάλι, διηγήματα κι αυτά, θα εκδοθούν σε λίγο, την άνοιξη, στη Γερμανία. Δεν τα αραδιάζω αυτά για να βλογήσω τα γένια μου, σκέφτομαι όμως φωναχτά και λέω πως αν κάτι είναι σωστά φτιαγμένο, όπως είπαμε πριν, έχει πάντα τους αποδέκτες του. Τι μ’ εκφράζει εμένα περισσότερο; Η αλήθεια, πάνω απ’ όλα. Η ειλικρίνεια των προθέσεών μου. Σίγουρα, η ακριβολογία στην έκφραση, η αμεσότητα, η κυριολεξία και η λιτότητα. Στο γράψιμο, μου πάει η πειθαρχία και το μέτρο· ίσως επειδή γεννήθηκα ένας άμετρος, ευαίσθητος Καρκίνος που κατάφερε να γίνει καλός ξυλουργός, γιατί αλλιώς θα ’χε πριονίσει τα δάχτυλά του και θα ’χε μείνει ανάπηρος. Δεν μπορώ όμως να πω αν προτιμώ να γράφω πεζά ή έμμετρα· όσο κι αν το τελευταίο μου έργο, το Οχιναιλέγοντας, που εκδόθηκε αυτές τις μέρες και στα τουρκικά, είναι πάλι έμμετρο.
Ο Πασκάλ Μπρυκνέρ είναι κοσμοπολίτης φύσει και θέσει. Γεννήθηκε το 1948 στο Παρίσι, έζησε έξι χρόνια στην Αυστρία και πέρασε μέρος της εφηβείας του στη Λιόν. Σε ηλικία δεκαέξι ετών εγκαταστάθηκε μόνιμα στη γαλλική πρωτεύουσα, όπου, στα είκοσί του χρόνια, συμμετείχε στον Μάη του ’68. Με σπουδές Φιλοσοφίας στο ενεργητικό του (έκανε το διδακτορικό του δίπλα στον Ρολάν Μπαρτ), γράφει εναλλάξ μυθιστορήματα και δοκίμια, αρθρογραφεί στο NouvelObservateur, είναι διδάκτωρ της Φιλοσοφίας στο Ινστιτούτο Πολιτικών Επιστημών του Παρισιού και διδάσκει ως επισκέπτης καθηγητής σε πανεπιστήμια των ΗΠΑ.
Αν και μεγαλώσατε στην Κεντρική Ευρώπη, βρεθήκατε αντιμέτωπος με μια μορφή πατριαρχίας. Υπήρχαν τέτοιες περιπτώσεις στη δική σας κοινωνία, όταν ήσασταν παιδί;
Αυτή ήταν η κατάσταση μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν η εκπαίδευση κυριαρχούνταν από τον σύζυγο και πατέρα. Τα πράγματα άλλαξαν σιγά σιγά μετά το 1968.
Την ίδια εποχή, η Νότια Ευρώπη είχε να αντιμετωπίσει τη φτώχεια και την ανέχεια. Αυτό δεν αποτέλεσε και τον πυρήνα της οικογένειας, που ήταν αυταρχική και κλεισμένη στα όρια της υπερβολής;
Η Γαλλία βγήκε αργά από τα ερείπια και τη φτώχεια μετά το 1945, χάρη στο οικονομικό θαύμα που βοήθησε να διαλύσει την παραδοσιακή μορφή της πατριαρχικής οικογένειας.
Σήμερα η οικογένεια έχει μεταλλαχθεί. Μερικοί λένε ότι η οικογένεια κινδυνεύει να διαλυθεί από τα προβλήματα που τη συνοδεύουν. Ποια είναι η γνώμη σας;
Η σύγχρονη οικογένεια προσπαθεί να συμβιβάσει την ασφάλεια και την ελευθερία. Θα θέλαμε να έχουμε και τα δύο, την απόλυτη προστασία του οικογενειακού κύκλου και την απόλυτη ελευθερία του ατομικισμού. Αυτό είναι προβληματικό.
Η σύγχρονη οικογένεια προσπαθεί να συμβιβάσει την ασφάλεια και την ελευθερία. Θα θέλαμε να έχουμε και τα δύο, την απόλυτη προστασία του οικογενειακού κύκλου και την απόλυτη ελευθερία του ατομικισμού. Αυτό είναι προβληματικό.
Ο πατέρας σας ήταν αυταρχικός. Βρίσκουμε και στη σημερινή κοινωνία ανάλογους τρόπους συμπεριφοράς; Τι έχει αλλάξει σε βάθος στην κοινωνία από τότε;
Ο πατέρας μου δεν ήταν απλώς αυταρχικός, ήταν ένας τύραννος στο σπίτι. Τα πράγματα έχουν αλλάξει πολύ από τότε. Οι γυναίκες εργάζονται και μπορούν πάντα να πάρουν διαζύγιο και να αφήσουν έναν τυραννικό σύζυγο. Αυτό είναι μια σημαντική αλλαγή.
Μέσα από τις περιγραφές σας, διακρίνω μια νοσταλγία για τα παλιά. Μήπως η μνήμη αφήνει πίσω ίχνη ανεξίτηλα;
Ο καθένας έχει νοσταλγία για τη νιότη του. Ακόμη και τα κακά της μέρη φαίνονται προτιμότερα μερικές φορές από τα γεράματα. Αλλά υπάρχουν πολλοί τρόποι για να παραμένουμε νέοι, τουλάχιστον στο μυαλό.
Στους νέους αρέσει να επαναστατούν και να αμφισβητούν τον πατέρα τους. Όταν όμως ωριμάσουν, αλλάζουν στάση. Ποιος είναι ο λόγος αυτής της αλλαγής;
Αλλάζουν όταν γίνουν πατέρες οι ίδιοι και αρχίζουν να αντιμετωπίζουν τις ευθύνες. Η αμφισβήτηση του πατέρα σου είναι μια καλή στάση, υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει κάτι για να αμφισβητήσεις και ότι ο πατέρας είναι μια ισχυρή προσωπικότητα.
Ένας καλός γιος Πασκάλ Μπρυκνέρ μετάφραση: Γιάννης Στρίγκος / Πατάκης / 244 σελ. ISBN 978-960-16-6381-4 Τιμή € 11,50
Ο μοναχογιός του βιβλίου σας γνωρίζει καλά τον πατέρα του και τον αμφισβητεί συνεχώς. Έχει κάνει τη δική του επανάσταση;
Ξεκινάς την επανάστασή σου πολύ νέος, όταν πρέπει να την κάνεις – όταν πρόκειται για ζήτημα ζωής και θανάτου.
Έχετε γράψει για τον έρωτα και τον έχετε υμνήσει μέσα από τα βιβλία σας. Σήμερα οι νέες γενιές βλέπουν τον έρωτα με διαφορετική ματιά. Τι καινούργιο φέρνει η κάθε γενιά στη φιλοσοφία του έρωτα;
Ουσιαστικά, τίποτα δεν έχει αλλάξει στις ερωτικές μας σχέσεις. Είναι πάντα το ίδιο θαύμα και η ίδια τραγωδία όταν ξινίσει. Η μόνη διαφορά είναι ότι οι γυναίκες είναι επί ίσοις όροις με τους άντρες και ενεργούν ως ελεύθερα άτομα.
Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου σας, γνωρίζουμε προσωπικές στιγμές της ζωής σας. Είναι καλό να αυτοβιογραφείται ο συγγραφέας;
Έγραψα αυτό το βιβλίο όταν ήμουν 63 ετών. Το μεγαλύτερο μέρος του λογοτεχνικού μου έργου είναι φανταστικό. Οπότε, ένα κομμάτι αυτοβιογραφίας σε ένα βιβλίο είναι μια χαρά.
Έχετε εκδώσει πολλά βιβλία και το έργο σας είναι γνωστό παγκοσμίως. Πώς είναι, αλήθεια, να είναι κάποιος τόσο διάσημος;
Είναι όμορφο, πιστέψτε με, και την ίδια στιγμή είναι σαν μια παρεξήγηση. Τι έκανα για να είμαι τόσο γνωστός; Μήπως είναι λάθος; Κάθε φορά που με υποδέχονται κάπου, φαντάζομαι τη μητέρα μου δίπλα μου να μου ψιθυρίζει στο αυτί: αυτό δεν είναι για σένα, διάλεξαν τον λάθος άνθρωπο, πάμε πίσω στο σπίτι, εκεί είναι η θέση σου.
Πολλές φορές εκφράσατε ανοικτά τη γνώμη σας για την πολιτική και πήρατε θέση για τα πολιτικά τεκταινόμενα. Αυτό δεν είχε και το ανάλογο κόστος;
Φυσικά και έχει το τίμημά του. Έχω κάνει λάθη, όπως όλοι όσοι παίρνουν θέση. Το πιο σημαντικό είναι να τα αναγνωρίζεις.
Κάθε φορά που με υποδέχονται κάπου, φαντάζομαι τη μητέρα μου δίπλα μου να μου ψιθυρίζει στο αυτί: αυτό δεν είναι για σένα, διάλεξαν τον λάθος άνθρωπο, πάμε πίσω στο σπίτι, εκεί είναι η θέση σου.
Ποια είναι η στάση της Πολιτείας απέναντι στη διανόηση και στους διανοούμενους;
Στη Γαλλία, το Κράτος και τα ΜΜΕ είναι εξαιρετικά καλοπροαίρετα προς τους διανοούμενους. Τους ακούνε, τους προσκαλούνε και τους συμβουλεύονται. Τυπική γαλλική συνήθεια.
Πριν από λίγους μήνες ζήσατε, στη Γαλλία, τον τρόμο. Σήμερα ποια είναι η κατάσταση; Πώς βιώνει ο κόσμος αυτά τα γεγονότα;
Καθημερινά περιμένουμε μια νέα επίθεση. Οι άνθρωποι είναι διχασμένοι ανάμεσα στον φόβο και στη λήθη. Πολλοί θα ήθελαν να δουν αυτή την κατάσταση να τελειώνει και να ενδώσουμε σε όλες τις απαιτήσεις των τρομοκρατικών ομάδων. Φυσικά, αυτό δεν είναι δυνατόν.
Η Γαλλία είχε πάντα εξαιρετική σχέση με την Ελλάδα. Πού οφείλεται αυτό το δέσιμο των δυο λαών;
Θυμάμαι ότι οι Ρομαντικοί ήθελαν να βοηθήσουν τον ελληνικό λαό να απαλλαγεί από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο Πρόεδρος Ζισκάρ ντ’ Εστέν, στη δεκαετία του ’70, μετά την πτώση της Χούντας των συνταγματαρχών, βοήθησε τον νέο Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας να επιστρέψει στην Αθήνα. Αυτή είναι μια παλιά ιστορία. Την ίδια στιγμή, η Αρχαία Ελλάδα είναι το λίκνο του πολιτισμού μας. Έμαθα αρχαία ελληνικά στο σχολείο με μεγάλη ευχαρίστηση. Η Γαλλία και η Ελλάδα ανήκουν και οι δύο στον μεσογειακό πολιτισμό. Μοιραζόμαστε την ίδια την τέχνη της ζωής, την ίδια αγάπη για το φως, την αρμονία και το μέτρο. Το ελληνικό θαύμα πρέπει να συνεχιστεί.
Έχετε επισκεφθεί την Ελλάδα αρκετές φορές. Ποιες ήταν οι εντυπώσεις σας από την τελευταία φορά;
Παρά την κρίση και την αυξανόμενη φτώχεια, βρήκα μια νέα εμπιστοσύνη, η οποία δεν υπήρχε πριν. Οι αντιξοότητες μπορεί να σε σκοτώσουν, αλλά και να σε κάνουν δυνατότερο. Η Ελλάδα πρέπει να περάσει μέσα από βαθιές μεταρρυθμίσεις, αυτό είναι αλήθεια. Αλλά πάντα ήμουν αντίθετος με τη γερμανική στάση, που ήθελε να εκδιώξει την Ελλάδα από τη ζώνη του ευρώ. Η Ευρώπη έχει μερίδιο της ευθύνης στην οικονομική κρίση της χώρας σας. Αυτή πρέπει να αντιμετωπιστεί με έναν πολιτισμένο τρόπο. Η Ευρώπη χωρίς την Ελλάδα δεν θα είναι Ευρώπη πλέον. Είστε απαραίτητοι για όλους μας.
[Ευχαριστίες για τη μετάφραση στον κ. Χρήστο Γεωργιάδη, καθηγητή Αγγλικής Φιλολογίας.]