Ο Λυκούργος Κουρκουβέλας, με τη διφυή ειδικότητά του, μουσικός και ιστορικός, έχει ένα προσόν, το οποίο του δίνει τη δυνατότητα να δημιουργήσει το πολιτικό πορτρέτο ενός λογοτεχνικού ανδρός κι εδώ έγκειται και η επιτυχία του εγχειρήματος. Όπως διαβάζουμε και στον πλατωνικό Πρωταγόρα, οι νέοι μαθαίνουν ποιήματα και μουσική για την καλλιέργεια της ψυχής, «πας γαρ ο βίος του ανθρώπου ευρυθμίας τε και ευαρμοστίας δείται», όπως ο συγγραφέας του παρόντος βιβλίου αλλά και ο τιμώμενος πολιτικός άνδρας, Γιώργος Θεοτοκάς, συνοδοιπόρος, στη νιότη του, του Γιώργου Σεφέρη, του Οδυσσέα Ελύτη και άλλων επιφανών της γενιάς του '30. Μάλιστα η πολιτική του σκέψη είχε ήδη διαφανεί, όταν δημοσίευσε το Ελεύθερον πνεύμα που είχε γίνει το ευαγγέλιο της αφυπνισμένης νεολαίας. Όπως έγραφε ο Ελύτης στα Ανοιχτά Χαρτιά, «Τα βράδια, επιστρέφοντας από τις παρόδους του Λυκαβηττού, "φρέσκοι ακόμη από τα φιλιά των κοριτσιών", κρατούσαμε το Ελεύθερο Πνεύμα του Γιώργου Θεοτοκά και το καρδιοχτύπι μας δεν ξέραμε αν ήταν τόσο δυνατό για τη Λογοτεχνία ή για τον Έρωτα» (σελ.253).
Η αλληλογραφία του Θεοτοκά με τον Σεφέρη δείχνει την αγωνία του για τα πολιτικά πράγματα και «ταξιδεύοντας» με την Αργώ του ξαναβρίσκουμε τις πολιτικές θέσεις και την ιδεολογία του – τη νιότη του– στα φουσκωμένα πανιά του καραβιού του. Όταν ο καιρός ωρίμασε και η μετατροπή των ιδεών σε μυθιστορήματα, θεατρικά έργα και άλλα, ένιωσε πως ολοκληρώθηκε, τότε θέλησε να κάνει πράξη ο ίδιος αυτά που οι φιλόδοξοι νεαροί ήρωες των έργων του επιχειρούσαν. Είναι ο ίδιος δρων πολιτικός άνδρας. Τα κείμενά του πια αλλάζουν διατύπωση χωρίς να αλλάζουν προσανατολισμό.
Η πρότασή του το κράτος να εντάξει στο πλαίσιο της νομιμότητας τα στελέχη του ΕΑΜ, για να αποφευχθεί η κρίση, δεν εισακούστηκε. Αν οι κομμουνιστές «είχαν ως τελικό στόχο την κατάλυση του ελληνικού έθνους», οι εθνικόφρονες «διαστρέβλωναν και, έτσι, κατέστρεφαν αργά αλλά σταθερά το ελληνικό πνεύμα».
Ο Θεοτοκάς δεν ευτύχησε να πάρει κανένα σπουδαίο πολιτικό πόστο και, όταν το επεχείρησε το 1956, απέτυχε να εκλεγεί βουλευτής. Παρ' όλα αυτά «υπήρξε ένας από τους πλέον δημιουργικούς παράγοντες της σύγχρονης ελληνικής πολιτικής ιστορίας», γράφει ο Κουρκουβέλας και «βασικός διανοούμενος του Δημοκρατικού Σοσιαλιστικού Κόμματος [...] του Γ. Παπανδρέου, δηλαδή μίας πολιτικής δύναμης, που το 1944 έφθασε κοντά, αν και απέτυχε για διαφόρους λόγους, να εκφράσει το "νέο" στην ελληνική πολιτική ζωή».
Το βιβλίο συγκεκριμένα αποτελείται από τα εξής μέρη: Προλογικό σημείωμα, Εισαγωγή, Πρώτο κεφάλαιο: «Η εποχή και η Γενιά: Ο Θεοτοκάς κατά τη δεκαετία του 1930. Η Διαμόρφωση νέων Προσανατολισμών». Το Δεύτερο κεφάλαιο: «Ο Θεοτοκάς μπροστά στην "Κοσμογονία" της δεκαετίας του 1940». Το Τρίτο κεφάλαιο: «Δημοκρατία, Ευρώπη, Κεντροαριστερά και Πνευματική Αναζήτηση: Το ανολοκλήρωτο όραμα, 1950-1966» και το βιβλίο ολοκληρώνεται με τα Συμπεράσματα, τις Πηγές-Βιβλιογραφία και το Ευρετήριο.
Ο Γιώργος Θεοτοκάς μεγάλωσε σε μια οικογένεια με πολιτικό πατριωτικό προσανατολισμό. Είχε τον πατέρα ως πρότυπο και, σύμφωνα με τη μαρτυρία της αδελφής του Λιλής, «τον πονούσε η μοίρα του αλύτρωτου Ελληνισμού. Το έθνος, η Ελλάδα και η οικογένεια του γέμιζαν τη ζωή». Η οικογενειακή σχέση με τον Ελευθέριο Βενιζέλο και η πίστη του στον οραματιστή πολιτικό καθορίζουν και τη δική του πορεία. Στα φοιτητικά του χρόνια, ως γενικός γραμματέας της «Φοιτητικής Συντροφιάς», δραστηριοποιείται υπέρ της δημοτικής και των δημοτικιστών με μια σειρά μέτρων «για να μπει η παιδεία στο δρόμο της προόδου». Το 1926 παίρνει το δίπλωμα της Νομικής και φεύγει για «ελεύθερες σπουδές» στο Παρίσι, με αντικείμενα σπουδών τη νομική, την ιστορία και τη φιλοσοφία. Στο Παρίσι, ανάμεσα σε άλλους Έλληνες ομοϊδεάτες του, θα εκφράσει ιδέες που βρίσκονται στο Ελεύθερο πνεύμα, το οποίο χαρακτηρίζει «ένας λόγος σαρωτικός, έντονα κριτικός και [...] ρηξικέλευθος», όπως γράφει ο Κουρκουβέλας, και αποτελεί την τομή ανάμεσα στο παρελθόν και εμφατική πρόταση για αλλαγή και αναγέννηση. Το 1928 ταξιδεύει στο Λονδίνο για να μελετήσει αγγλικό δίκαιο, αγγλική φιλολογία, ιστορία και πολιτισμό. Το πολιτικό σύστημα της Αγγλίας θα αφήσει το στίγμα του στη σκέψη του. Το 1929 επιστρέφει στην Ελλάδα. Με το αυτοβιογραφικό δοκίμιό του «Οι μεταπολεμικοί» εκφράζει τα αιτήματα της γενιάς του, τη ρήξη με το παρελθόν, δίνει έμφαση στη συμφορά που επέφερε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος και ο εθνικισμός στην Ευρώπη και τάσσεται υπέρ μιας κοινής πορείας του ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Κύριο χαρακτηριστικό της σκέψης του Θεοτοκά είναι ο «ασυμβίβαστος και απόλυτος φιλελευθερισμός» του. Αποδίδει τα αίτια της ένδειας του ελληνικού κόσμου στον μαρασμό των γραμμάτων, την παντελή έλλειψη φιλοσοφικής σκέψης και άκριτη μίμηση των Ευρωπαίων, καθώς και στην πλήρη αδιαφορία του κοινού. Νοιάζεται για τη δημιουργία νέων αξιών που θα βγάλουν την Ελλάδα από το τέλμα, μιλάει για μια Ευρώπη, η οποία παρά τις «άπειρες αντιθέσεις» της έχει τις καταβολές της στην ελληνική και ρωμαϊκή αρχαιότητα, τάσσεται δυναμικά κατά του Φ. Πολίτη που, αναζητώντας τη «σωστή», «αντικειμενική» τέχνη, γίνεται δογματικός, προσκολλάται στο παρελθόν και αδυνατεί να κατανοήσει τη νιότη. Για τον Θεοτοκά, η τέχνη πρέπει να είναι ελεύθερη και πηγή της το «δαιμόνιο», το οποίο μπορούσε να εκφραστεί μόνο μέσα από «εξαιρετικούς ανθρώπους», των οποίων το έργο είναι ένα «θαύμα».
Κρατώ από τη μελέτη της δεκαετίας του '30 την αντίθεσή του στην απαισιοδοξία των νέων της γενιάς του και γι' αυτό δεν συμφωνούσε με τον Καβάφη, παρακάμπτοντας την αισθητική της ποίησης του Αλεξανδρινού. Αγαπούσε την Ευρώπη «σαν μια μεγάλη πατρίδα», αγαπούσε την Ελλάδα: «τρεις χιλιάδες χρόνια αυτή τη δουλειά κάνουμε, σκοτωνόμαστε για να ζει η Ελλάδα», έλεγε και αυτή η φράση μάς φέρνει στον νου τούς στίχους του Σεφέρη: Τρεις χιλιάδες χρόνια και περισσότερα/ πάνω στους ίδιους βράχους/ πληρώνουμε τα παραλλαγμένο παραμύθι («Ο τελευταίος χορός», 26.11.34).
Από τη μελέτη της δεκαετίας του '40 σταχυολογώ: ο Θεοτοκάς στράφηκε προς το θέατρο και την πολιτική ζωή. Ήθελε να πολεμήσει στο μέτωπο. Μελέτησε τα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη. Γνώρισε και θαύμασε τον Γεώργιο Παπανδρέου, με τον οποίο μοιράστηκε σκέψεις για την Ελλάδα. Εκείνος το 1944 του πρότεινε να βγει στην πολιτική και ο Θεοτοκάς «σκιαγραφούσε τον ιστορικό ρόλο που έπρεπε να παίξει ο Παπανδρέου», προτάσεις που «απέτυχαν παταγωδώς» με το εμφύλιο αιματοκύλισμα. Πίστευε πως ο καπιταλισμός εκτροχίασε το αίτημα της ατομικής ελευθερίας και έβρισκε πως ο σοσιαλισμός ήταν η λύση του προβλήματος. Θεώρησε τα Δεκεμβριανά μοιραία ώρα για την Ελλάδα και «αναίρεση των ελπίδων του». Η πρότασή του το κράτος να εντάξει στο πλαίσιο της νομιμότητας τα στελέχη του ΕΑΜ, για να αποφευχθεί η κρίση, δεν εισακούστηκε. Αν οι κομμουνιστές «είχαν ως τελικό στόχο την κατάλυση του ελληνικού έθνους», οι εθνικόφρονες «διαστρέβλωναν και, έτσι, κατέστρεφαν αργά αλλά σταθερά το ελληνικό πνεύμα». Η ανησυχία του για την Ελλάδα τον έφερε στο πλευρό μιας ελίτ που συνομιλούσε και με τις δύο πολιτικές άκρες. Η θητεία του στο Εθνικό Θέατρο, παρά τις φιλότιμες προσπάθειές του, συνάντησε την αδιαλλαξία των αντιτιθεμένων, με αποτέλεσμα να κριθούν ως «εαμοκομμουνιστές» και «αντεθνικοί» ο Καζαντζάκης και ο Σικελιανός. Η κυβέρνηση τον απέπεμψε για να επανέλθει το 1950, ενώ το 1960 πρότεινε στον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή την ίδρυση του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος.
Κεφάλαιο τρίτο: Το 1956 έθεσε υποψηφιότητα στη Δημοκρατική Ένωση Κέντρου του Γ. Παπανδρέου με την ιδέα πως «κύριο συστατικό της ιδεολογίας του Κόμματος των Φιλελευθέρων ήταν η πίστη στο ελληνικό έθνος» και ελληνικό έθνος είναι η σκέψη του Ρήγα και του Κοραή, η Επανάσταση του 1821, οι εθνικοί ποιητές, οι αγώνες του Βενιζέλου. Το ιδανικό του περιελάμβανε την ιδέα της ελευθερίας και της ισότητας. Ελευθερία του ατόμου σε ισορροπία με τις συλλογικές ανάγκες και ισότητα, ώστε ένα άτομο να μπορεί να «προκόβει ανάλογα με τις προσωπικές του ικανότητες». Δυστυχώς απέτυχε και πάλι να εκλεγεί και το Κέντρο διαλύθηκε. Ωστόσο, έγραφε συνεχώς και δημοσίευε τη σκέψη του. Κατέκρινε τη Δεξιά που προσπαθούσε να διατηρηθεί στην εξουσία με κάθε τρόπο, χαρακτηρίζοντας κάθε αίτημα αλλαγής «κρυπτοκομμουνιστικό», την ώρα που το Κέντρο είχε ως ιδανικό του την οικονομική και κοινωνική δικαιοσύνη. Ενδιαφέρον για την πολιτική του σκέψη είχε το ταξίδι στις ΗΠΑ, στων οποίων τη συνεισφορά απέβλεπε για τη βελτίωση της υλικής κατάστασης του πλανήτη. Το ταξίδι στη Σοβιετική Ένωση, πάλι, τον έκανε να αναθεωρήσει ως έναν βαθμό προηγούμενες απόψεις του, πράγμα που προξένησε αντιδράσεις στον δεξιό κόσμο.
Απογοητευμένος από τον ρόλο της Δεξιάς, που δεν άφηνε τη χώρα να προχωρήσει, επέστρεψε στην πολιτική. Μαζί με τον Ε. Παπανούτσο και τον Α. Παππά επεξεργάστηκε πρόγραμμα για την αναμόρφωση του εκπαιδευτικού μας συστήματος, αν η Ένωση Κέντρου έπαιρνε την εξουσία. Η κρίση του 1965 όμως επαλήθευσε τους φόβους του. «Το "Όχι" της 15ης Ιουλίου», το τελευταίο του κείμενο, «ήταν κείμενο απογοήτευσης και απελπισίας», διότι τη δημοκρατία στην Ελλάδα την αποτελούσαν «φάκελοι με πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων, διώξεις, μηνύσεις και αποτάξεις». Πέθανε αιφνιδίως το 1966 από καρκίνο που δεν είχε διαγνωστεί, πριν προλάβει, ευτυχώς, να δει τη δικτατορία που ενέσκηψε.
Τον Γιώργο Θεοτοκά τον γνώρισα από τα σχολικά βιβλία. Τον Λεωνή και την Αργώ. Τον θυμάμαι και από το «κατευώδιο» του Γιώργου Σεφέρη, όταν ο συγγραφέας τού τηλεγράφησε: «ΑΡΓΩ ΤΕΛΕΙΩΣΕ ΑΠΟΨΕ» και ο Σεφέρης τού απάντησε «ΕΥΧΟΜΑΙ ΝΑ ΠΕΡΑΣΕΙΣ ΤΙΣ ΣΥΜΠΛΗΓΑΔΕΣ. ΑΣΠΑΖΟΜΑΙ. ΣΕΦΕΡΗΣ», από τη διαγραφή των χαρακτήρων του έργου, καθώς και από το εγκώμιο του αφηγητή για τον Βενιζέλο. Τον είχα θαυμάσει στο Παιχνίδι της τρέλας και της φρονιμάδας (αν βγεις να πεις την αλήθεια στους ανθρώπους κινδυνεύεις να χάσεις το κεφάλι σου στον δρόμο), μια αλήθεια που ίσχυε πάντα και ισχύει ακόμα. Τον θυμάμαι από το σίριαλ στην τηλεόραση Ασθενείς και οδοιπόροι, όπου τόσο ωραία αναπαραστάθηκαν και οι ελπίδες και οι φόβοι του. Μου άρεσαν τα δοκίμιά του, όπως «Παράδοση και ελληνικότητα», μου άρεσε στην αλληλογραφία του με τον Σεφέρη καθώς και στα Τετράδια ημερολογίου. Με τη μελέτη του βιβλίου του Λυκούργου Κουρκουβέλα, τόσο λεπτομερειακά εμβριθή, μου αρέσει ακόμα μια φορά για τη στάση του γενικώς και την πολιτική του, και σκέφτομαι πόσο η κατάσταση της Ελλάδας είναι ακόμα εκεί που ήταν, όταν έγραφε το Ελεύθερο πνεύμα του, και με όλους τους φόβους του πραγματωμένους. Kείμενο: Ανθούλα Δανιήλ http://diastixo.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου