Η φίλη μου με ρώτησε πώς μου ήρθε κι έγραψα το Φερμουάρ: μια ιστορία πολιτικοκοινωνικής διαφθοράς, όχι έρωτα και προδοσίας (όπως συνήθως) ή έρωτα και θανάτου ή έρωτα ξερού, έστω. Και η απάντηση είναι... ιδέα δεν έχω. Μια μέρα στεκόμουν στον διάδρομο κάποιου υπουργείου και άκουσα τη φράση «μα κάνουν απεργία πείνας στο πεζοδρόμιο, δεν μπορείς να πάρεις ένα καπουτσίνο, ένα πανίνι και να πας στο γραφείο σου!» Η φράση κουδούνιζε καιρό μέσα στο κεφάλι μου. Οι λέξεις «απεργία πείνας» και «πανίνι» στην ίδια πρόταση; Ούτε η πιο άγρια φαντασία δεν θα τις συνδύαζε.
Αλλά ζούμε σε αυτή τη φάση της Ιστορίας στη συγκεκριμένη χώρα. Στη φάση όπου οι μισοί άνθρωποι κάνουν (αναγκαστική) απεργία πείνας και οι άλλοι μισοί μπαινοβγαίνουνε σε κάποιο υπουργείο, σε κάποια υπηρεσία – με ένα πανίνι στο χέρι, μάλιστα. Συζητάνε για μίζες, «τι έχω να βγάλω εγώ;», λαδώματα, λαμογιές, βολέματα, εξτραδάκια. Μιλάνε άλλη γλώσσα, έχουν άλλες αξίες... ή ίσως οι αξίες είναι οι ίδιες, απαξιωμένες μέχρι θανάτου, απλώς υπάρχει πρόσβαση σε εξουσία. Ό,τι να 'ναι, εξουσία να 'ναι.
Ναι, και άλλα τέτοια.
Εννοείται ότι δεν κάθισα να γράψω ολόκληρο βιβλίο για να ηθικολογήσω, ή για να εκφράσω απόψεις, ή για να εκθέσω καταστάσεις – σκασίλα μου όλα αυτά, μια ιστορία ήθελα να πω. Διάφοροι χαρακτήρες ή «καθημερινοί ήρωες» (όπως λένε και στα σίριαλ) κυκλοφορούσανε μέσα στο μυαλό μου και έψαχναν τρόπο να εκφραστούν... που κι αυτό ακούγεται μπαναλιτέ. Αλλά έψαχναν κάτι. Αυτοί, κι εγώ μαζί. Μέσα στο χειμώνα του 2013, άρχισα να γράφω μονολόγους ανθρώπων που αναρωτιόμουν τι άραγε τους συνδέει, και αν πρόκειται να βγει κάπου «όλο αυτό» ή αν απλώς γράφω ημερολόγιο, ας πούμε.
Μιλάνε άλλη γλώσσα, έχουν άλλες αξίες… ή ίσως οι αξίες είναι οι ίδιες, απαξιωμένες μέχρι θανάτου, απλώς υπάρχει πρόσβαση σε εξουσία. Ό,τι να ’ναι, εξουσία να ’ναι.
Άλλη μέρα, στην ουρά στη ΔΕΗ ήταν μπροστά μου μια γυναίκα που έλεγε τον πόνο της: είχε τρία παιδιά, άνεργο σύζυγο, άνεργη και η ίδια, της έκοβαν το ρεύμα τη Δευτέρα και δεν ήξερε τι να κάνει. Η απελπισία της με χτύπησε σα βρεγμένη σανίδα, σα παντόφλα, σα χαστούκι της μοίρας. Έφυγα επειδή δεν ήθελα να μάθω τη συνέχεια – αν έκανε τελικά διακανονισμό, αν κατάφερε να κρατήσει το ρεύμα λίγες μέρες ακόμα, αν τη λυπήθηκε κάποιος, ο Θεός έστω, που δεν είναι και τόσο απασχολημένος τελευταία.
Για κάποιο λόγο, όταν πήγα σπίτι μου σκέφτηκα ότι αυτή η γυναίκα ήταν μοδίστρα. Κάποτε, υπήρξε σπουδαία μοδίστρα – κάποτε όλοι μας ήμασταν σπουδαίοι σε κάτι, μη βλέπετε τώρα που είμαστε σκουπίδια. Χρόνια πριν, αστράφταμε από αισιοδοξία. Κάναμε σούπερ πράγματα, ωραίες δουλειές, καλλιτεχνίες ή μπίζνες, γκομενιλίκια, ταξίδια, χοροεσπερίδες. Τέλος πάντων, οι ηρωίδες μου τα βγάζουν πέρα συνήθως – είναι αυτές που επιβιώνουν όταν πέφτει το αεροπλάνο, με την ανίκητη λογική των παιδιών, που ποτέ δεν υπολογίζουν τον θάνατο μέσα στις πιθανότητες.
Αρχικά το Φερμουάρ ήταν ένας μονόλογος για μία ηθοποιό. Μετά έγινε πολλοί μονόλογοι για περισσότερους ηθοποιούς. Ακόμα πιο μετά, όσο πήγαινα κι ερχόμουν σε «καθημερινές καταστάσεις» (το «καθημερινός» πια έχει ταυτιστεί με τούρκικο/σίριαλ/κλισέ, πώς αλλιώς να το πω όμως), όσο ζούσα και έβγαινα από το σπίτι μου παρόλο που δεν το ήθελα κα-θό-λου, όσο άκουγα και έβλεπα ειδήσεις, όσο διάβαζα σκάνδαλα και προδομένες ιδεολογίες και βαθιές απογοητεύσεις οικουμενικού επιπέδου... τόσο η ιστορία έδενε σε μυθιστόρημα. Διαφορετικού τύπου – ο κάθε ήρωας λέει την ιστορία του σε κάποιον άλλον, στον μπάτσο ή στον δικηγόρο ή στην καφετζού. Μαντεύεις τις ερωτήσεις από τις απαντήσεις... γενικά, μαντεύεις κάμποσα πράγματα. Μου αρέσουν τα βιβλία που σε αφήνουν να φανταστείς, που δεν σου τα δίνουνε μασημένα όλα, ξανθές ψηλές γκόμενες με μακριά κανιά και τετραγωνισμένοι άντρες με μυώδη πράγματα και θάματα (ίου). Δεν με χαλάνε όλα αυτά, απλώς βαριέμαι να τα διαβάζω, πόσο μάλλον να τα γράφω.
Τελικά βγήκε το Φερμουάρ, ιστορία-σάτιρα, αλυσιδωτή/οδοντωτή αφήγηση, κομμάτια της Ελλάδας και της ζωής μας (ελπίζω), άνθρωποι που κλείνουν το στόμα τους όταν είναι η ώρα να μιλήσουν και μυστικά που δένουν μεταξύ τους σαν φερμουάρ...
Τώρα προσπαθώ να συνεχίσω χωρίς αυτούς, χωρίς τους ήρωες του Φερμουάρ, που ακόμα συζητάνε μέσα στο κεφάλι μου, ακόμα κάνουνε φασαρία. Ευτυχώς έχουνε χιούμορ όλοι, με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, και επιβιώνουν της αεροπορικής (μεταφορικά) τραγωδίας. Αν επιβιώσουν και της πρακτικότερης τραγωδίας, του βιβλίου / εκδοτικού χώρου, θα είναι πολύ τυχεροί, πολύ χαρισματικοί και ιδιαίτεροι... δηλαδή ακριβώς όπως τους φαντάστηκα από την αρχή. Μανίνα Ζουμπουλάκη http://diastixo.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου