Είμαι μια ιδιαίτερη περίπτωση κομμουνιστή. Η ιδεολογική μου ρίζα είναι μικροαστική, διανοουμενίστικη. Από μικροαστικό φιλότιμο μπήκα στο Κόμμα, για να χτυπήσω τους κακούς, αυτούς που φέρνουν τις συμφορές σ’ εμάς τους φτωχούς, αυτούς που μ’ αδικούσανε, σαν καλός μαθητής που ήμουν από πιτσιρικάς. Από τα πρώτα μου βήματα στο Κόμμα, διπλωματούχος αρχιτέκτονας, που θεωρούσα ότι ήμουνα κάτι σπουδαίο και πρέπει να ακούνε τις σοφίες μου, τσίνησα και πήγα να φύγω. Ήμουνα τυχερός, έπεσα σε μάγκα καθοδηγητή, σε άνθρωπο με όλη τη σημασία της λέξης, τον ευχαριστώ, δεν ζει πια.
Ξανατσίνησα, το ξανασκέφτηκα να φύγω, τι δουλειά έχω εγώ με τους χοντροκέφαλους τους εργάτες… Τυχερός συνέχισα να ’μαι, έμεινα. Και συνειδητοποίησα μια στιγμή ότι αυτοί οι χοντροκέφαλοι με μάθαιναν συνεχώς. Εγώ με 5 χρόνια πραγματικής πεντάωρης ημερήσιας δουλειάς είχα πάρει δίπλωμα αρχιτέκτονα και ντοκτορά πολεοδόμου. Το τελευταίο μέλος της Κεντρικής Επιτροπής, με καμιά δεκαπενταριά χρόνια δεκάωρης ενασχόλησης σε όλα τα πραγματικά προβλήματα, ακόμα και τα ουσιώδη της πολεοδομίας, είναι σα να ’χει πάρει 6 δικά μου ντοκτορά.
Ο Οχτώβρης εκδόθηκε 25 χρόνια μετά την προηγούμενη αποκοτιά μου, το Είμαι κομμουνιστής. Αν ήθελε κάποιος να με καταλάβει, διαβάζοντάς το και κείνο, θα έβλεπε την εξέλιξή μου μέσα σε 25 χρόνια, θα έβλεπε πόσο ανώριμος ήμουν στην κορυφή της κομματικής μου ανάδειξης. Η ιδιομορφία της προσωπικότητάς μου εξηγεί ακριβώς γιατί δεν μου ανάθεσαν μεγάλα πόστα στο Κόμμα. Και έτσι απαντώ και σε πολλούς φίλους, που μου βάζουν το συνηθισμένο σχετικό ερώτημα-αντικομμουνιστικό τσίγκλισμα εγωισμού. Το μεγαλείο του Κόμματος είναι πως στηρίζεται σε σταθερούς επαναστάτες (όσο είναι δυνατόν, τίποτα δεν είναι τέλειο), που προέρχονται από την εργατική τάξη, η οποία έχει νιώσει στο πετσί της την εκμετάλλευση, έχει γαλουχηθεί στη συλλογική αλυσίδα της εργοστασιακής δουλειάς. Ο Καζαντζάκης στο Ρουσσία εξυμνεί τον νέο πολιτισμό (τον νέο θεό νομίζω πως λέει) του Εργάτη. Αυτός ο δυσθεώρητος μικροαστός, μια από τις τελευταίες γιγάντιες αναλαμπές της αστικής σκέψης, με επηρέασε, σαν τον άλλο αστό διανοούμενο, τον Ζολά, και αποφάσισα να εξυπηρετήσω δυναμικά, με όσες δυνάμεις έχω, ως το τέλος, την υπόθεση της εργατικής τάξης, του κομμουνισμού, έστω κι αν δεν είναι κομμάτι από τη σάρκα μου. Μπήκαν στο πετσί μου γιατί τους ζήλεψα ο Νερούντα κι ο Αραγκόν.
Η ιδιομορφία της προσωπικότητάς μου εξηγεί ακριβώς γιατί δεν μου ανάθεσαν μεγάλα πόστα στο Κόμμα. Και έτσι απαντώ και σε πολλούς φίλους, που μου βάζουν το συνηθισμένο σχετικό ερώτημα-αντικομμουνιστικό τσίγκλισμα εγωισμού.
Και κει, μέσα στην επαφή μου με το Κόμμα, στην προσπάθεια προσφοράς, ένταξης μιας εγωιστικής προσωπικότητας στο συλλογικό, ανακάλυψα πως η ιδιαιτερότητά μου μπορεί να είναι χρήσιμη στο εξής: να μιλάω στους μικροαστούς και να με καταλαβαίνουν, γιατί τους καταλαβαίνω, να μιλάω γενικά σε κάθε άνθρωπο, ελπίζοντας ότι μπορεί να με καταλάβει και να συνομιλήσουμε. Πιστεύω στην καλή πρόθεση των ανθρώπων, είναι συμφεροντολόγοι και το κάνουν επειδή τους συμφέρει: μάλλον το 99% θα θέλει να είμαστε όλοι αδελφωμένοι, να περνάμε καλά, να υπάρχει ειρήνη και ευημερία για όλους, αλλά βέβαια εμείς να είμαστε λίγο καλύτεροι από τους άλλους και να έχουμε και κότερο. Σ’ αυτούς κυρίως απευθύνομαι με το βιβλίο.
Οι σύντροφοί μου με ξέρουν, μ’ έχουν νιώσει, με βουτάνε συχνά και με βάζουν στον ίσιο δρόμο της επανάστασης, που έχει απαιτήσεις τις οποίες δεν τις καταλαβαίνουν εύκολα οι μικροαστοί. Οι αποκοτιές μου είναι γεμάτες λάθη, ακόμα και τούτο το βιβλίο είναι μια αποκοτιά – άντε να λέει ένας μαλάκας πώς θα συγκροτηθεί η Διεθνής ή πώς θα συνεργαστούμε με τους σοσιαλδημοκράτες...
Φίλε αντικομουνιστή, μη σταματήσεις το βιβλίο αν σε παραξένεψε με τις πρώτες φιλοκομμουνιστικές πινελιές, μπορεί μετά να νιώσεις λίγο ενδιαφέρον. Θέλω να συνομιλήσουμε μαζί, να βάλουμε κάτω τη λογική, ρε γαμώτο. Θα αφήσουμε το σαπισμένο σύστημα, με τη φθαρμένη ιδεολογία του της «ελευθερίας» (αυτής, δηλαδή, των μεγαλοκαρχαριών που μας ρουφάνε το αίμα) ανέπαφο, να μας σέρνει σα σκουλήκια; Ο υπέροχος στίχος της Διεθνούς, γραμμένος από έναν εργάτη ποιητή, κυνηγημένο και κρυμμένο σε μια σοφίτα μετά την πτώση της Κομμούνας, «Εμπρός της Γης οι κολασμένοι, της πείνας σκλάβοι, εμπρός, εμπρός, το δίκιο απ’ τον κρατήρα βγαίνει, σαν βροντή, σαν κεραυνός» είναι δικός σου ή δεν είναι; Ή σε εκφράζει το «σ’ αγαπάω μ’ ακούς, είμαι μόνος μ’ ακούς;» που σου σερβίρουν, διαφημίζοντας την ανθρώπινη μικροπρέπεια, ακόμα και στον έρωτα;
Οχτώβρης Μυθιστόρημα Κώστας Τζατζάνης Δίαυλος 464 σελ. ISBN 978-960-531-359-3 Τιμή: €18,00 |
Μα με πόσους σαν και σένα μπορούμε να μιλήσουμε, όταν μας πνίγει ο ορυμαγδός της σκουπιδοκουλτούρας και προπαγάνδας των μεγαλοκαρχαριών, που σε θέλουν αποχαυνωμένο;
Ε, λοιπόν, μπορούμε να μιλήσουμε σε πολλούς. Οι νέες τεχνολογίες, που τις φτιάχνουν εργάτες του χεριού και του μυαλού, αποτελούν τεράστιο εργαλείο, κύρια της επανάστασης. Ο μακαρίτης ο Γιάννης ο Λίππας, μέντορας πολλών από εμάς, έκανε τρεις ώρες μέσα από τα χωράφια για να πάει στο Περιστέρι να μεταφέρει ένα σημείωμα 15 λέξεων. Και τώρα μιλάμε σε όλο τον κόσμο και λέμε τις λογικές απόψεις μας και πιάνουν. Στην ΕΣΤΑΜΕΔΕ, στους συνταξιούχους μηχανικούς, με μάγκικη χρήση των email, για τη διάδοση απόψεων και προβληματισμού σ’ αυτά που μας απασχολούν, πήραμε 43% στις εκλογές του σωματείου και τώρα 65% στη γενική συνέλευση. Ο Ριζοσπάστης, το ένα χιλιοστό του προσφερόμενου στον κόσμο γυαλιστερού και ελκτικού Τύπου, καταφέρνει (στον σημαντικό ρόλο που παίζει η ενημέρωση) το 5%. Άμα μπεις ισότιμα στον κόσμο με τη λογική, την απλή λογική του απλά σκεπτόμενου ανθρώπου, αλλά και με τους Βάρναλη, Ρίτσο κι όλο το τεράστιο ιδεολογικό και καλλιτεχνικό οπλοστάσιό μας, τους ξέσκισες τους αστούς με τη Μενεγάκη, τον Παντελίδη και την παραπίσω τεράστια υποκουλτούρα. Κι αν βάλουν στο ίντερνετ όχι 1.000, αλλά 100.000 παραπάνω σκουπίδια για να μας πνίξουν, δεν θα τους περάσει, γιατί υπάρχει το Κόμμα, οι οργανώσεις του, οι πορείες του ΠΑΜΕ κι οι απεργίες. Κι όταν θα πάνε ν’ αγγίξουν το ίντερνετ, γιατί θα δουν πως η διάδοση των απόψεών μας στις μάζες έσκαψε για τα καλά τον τάφο τους, θα ’ναι αργά – είναι ήδη αργά, θα ’χουμε τσακάλια δικά μας μέσα στους χειριστές των δορυφόρων και των συχνοτήτων, θα προσεταιριστούμε τσακάλια να τα κάνουμε δικά μας (ναι, και τέτοιες μαγκιές φαντάζομαι στο βιβλίο μου), γιατί η λογική, η ανθρωπιά κι η επανάσταση είναι πανίσχυρες και γοητευτικές.
Τούτο το βιβλίο δεν έβγαινε στο φως. Δέκα χρόνια το προσπαθώ, να τρέχω σε εκδοτικούς οίκους, να βγάζω με πολύ κόπο ερασιτεχνικά ωραία αντίτυπα, τίποτα. Τοίχος, ρε παιδί μου. Και τώρα, με κινήσεις μιας ώρας, το έστειλα σε 300 εκδοτικούς οίκους. Και βρέθηκαν δύο που ενδιαφέρθηκαν κι ένας που προχώρησε αποφασιστικά, ο εκδότης μου, που πιστεύω πως δεν θα χάσει. Αλλά και να χάσεις, ρε Μανόλη, που δεν σ’ ήξερα πριν, εμένα με φτάνει που πόνταρες στο πόνημά μου, με φτάνει το χαμόγελό σου στις καρπερές κουβέντες μας. Ή το χαμόγελο του Νότη, που γνωριστήκαμε το ίδιο, και μου ’στρωσε τις χαζομάρες κι υπερβολές σύνταξης, που νόμιζα πως ήμουν και καλός γραφιάς, τρομάρα μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου