Πέμπτη 28 Αυγούστου 2025

Κώστας Ακρίβος: «Όνομα πατρός: Δούναβης»

 


Από πού να ξεκινήσει κανείς την ανάλυση της μυθιστορηματικής βιογραφίας (όπως μας διευκρινίζει ο συγγραφέας, σε αντίθεση με τη βιογραφία που εμείς προκρίναμε) του Ελληνορουμάνου συγγραφέα των αρχών του 20ού αιώνα Παναΐτ Ιστράτι («ο Παναγής των δρόμων», θα λέγαμε, μια που η ρουμάνικη γλώσσα ταιριάζει απόλυτα με την ιταλική) και αυτό γιατί είναι τέτοια η προσφορά γνώσεων και ιδεών που χαρακτηρίζουν τον συγκεκριμένο σύγχρονο πεζογράφο, που κυριολεκτικώς κάποιος τα χάνει. Έτσι, ο Ακρίβος αποφασίζει να βάλει μια σειρά στα γεγονότα που συντάραξαν τη ζωή του (η οποία υπήρξε αληθινά πολυκύμαντη) μεταφέροντας τα θέματα των μυθιστορημάτων του όχι απλώς κριτικά και επιφανειακά, αλλά το αντίθετο, λογοτεχνικά. Έχουμε, λοιπόν, μια μετάπλαση της λογοτεχνίας σε λογοτεχνία, έχουμε ένα δεύτερο επίπεδο τέχνης, το οποίο στηρίζεται σε προγενέστερο πλέγμα – όταν πριν από τρία χρόνια ρώτησα τον συγγραφέα αν γράφει κάτι τώρα, μου απάντησε πως γράφει κάτι για τον Παναΐτ Ιστράτι κι έπαθα ένα μεγάλο σοκ για το πώς θα γέμιζε ολόκληρο το βιβλίο με ένα τέτοιο ερέθισμα, εκείνος όμως ήξερε πολύ καλά πώς θα διάρθρωνε το έργο του (αυτό που λέμε, μια μεταγραφή της πεζογραφίας σε πεζογραφία).

Όχι απλώς αξιολογότατο έργο, αλλά πολύ περισσότερο, σημείο αναφοράς για τα γράμματά μας.

Από εκεί και πέρα, και ακολουθώντας μια γραμμική αφήγηση, παρότι δεν λείπουν τα φλάσμπακ, ο Ακρίβος με εξαιρετική τεχνική εκφοράς μάς περιγράφει τον βίο του Ιστράτι, ο οποίος μέχρι τα πρώτα του νεανικά χρόνια εργάστηκε σε διάφορες χειρωνακτικές δουλειές, προσπάθησε να συνδράμει και τη μητέρα του, η οποία μετά το φευγιό του πατέρα του έμεινε μόνη αρνούμενη να ξαναπαντρευτεί, ταξίδεψε λάθρα μέχρι την Κωνσταντινούπολη, την Αλεξάνδρεια και τη Νάπολη, όπου συνελήφθη και βρέθηκε κάτω από το πλοίο στο λιμάνι, μέχρις ότου να φτάσει στο Παρίσι, που ήταν πάντα ο προορισμός που τον συγκινούσε. Εκεί, με τη βοήθεια του μέντορά του Ρομέν Ρολάν αρχίζει να γράφει στα γαλλικά και να εκδίδει πετυχαίνοντας την αναγνώρισή του. Έτσι, ως φθασμένος συγγραφέας πλέον καλείται από το σοβιετικό καθεστώς να επισκεφτεί τη Μόσχα για να παρευρεθεί στις εορταστικές εκδηλώσεις για τα δεκάχρονα της επανάστασης, δηλαδή το 1927. Εκεί κυριολεκτικώς μαγεύεται από τα επιτεύγματα των σοβιέτ και, ενθουσιασμένος όπως είναι, δεν σταματά να γράφει άρθρα και σημειώματα για την πρόοδο της αχανούς χώρας. Στις γιορτές γνωρίζεται με τον Έλληνα ομότεχνό του Νίκο Καζαντζάκη, με τον οποίο συνδέεται με αληθινή φιλία (η φιλία για τον Ιστράτι ήταν σχεδόν ιερό πράγμα) και επισκέπτονται μαζί διάφορες περιοχές. Με γεμάτες τις μπαταρίες, λοιπόν, από όσα είδαν τα μάτια του αποφασίζουν με τον Καζαντζάκη να κατεβούν στην Ελλάδα, ώστε να μεταλαμπαδεύσουν εδώ τις τεράστιες εμπειρίες τους. Στην Ελλάδα όμως τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά απ’ ό,τι τα περίμεναν. Η συντηρητική λογοτεχνική νομενκλατούρα της πατρίδας (άτομα που όχι μόνο δεν άφησαν αξιόλογο έργο πίσω τους, αλλά και ξεχάστηκαν πάραυτα) ξεκινά εναντίον τους έναν απίστευτο πόλεμο, το δηλητήριο ρέει άφθονο, η εμπάθεια είναι άνευ προηγουμένου, τέλος, ο Ιστράτι αποχωρεί από την Αθήνα πάλι για το Παρίσι, όπου μετά το νέο του ταξίδι στη Σοβιετική Ένωση, όπου βλέπει πράγματα που δεν του αρέσουν, δέχεται πόλεμο και από τις δύο πλευρές – και από τους συντηρητικούς, που τον χαρακτηρίζουν κομμουνιστή, αλλά και από τους αριστερούς, που τον λένε οπορτουνιστή. Τα βιβλία του παύουν να πουλάνε όπως παλιά, περνάει δύσκολα με την απάνθρωπη κριτική και, τέλος, έχοντας κάνει ούτε λίγο ούτε πολύ τρεις γάμους, αφήνει την τελευταία του πνοή σχεδόν πενήντα ένα χρόνων από φυματίωση, απ’ την οποία υπέφερε από πολύ μικρή ηλικία. (Αυτό είναι το περίγραμμα των λίγων λέξεων που προσπάθησα, προκειμένου να μπείτε στο νόημα, το αναγνωστικό εύρος όμως του βιβλίου είναι σαφέστατα πολύ μεγάλο.)

Αγόρασε online το βιβλίο από το βιβλιοπωλείο ΙΑΝΟΣ

Λέμε συνήθως ότι ένα έργο, για να γραφτεί, προϋποθέτει μεγάλη έρευνα από ιστορικές και δημοσιογραφικές πηγές, από βιβλία και βιβλιοθήκες, από ανθρώπους που έχουν γνωρίσει καλά το αντικείμενο για το οποίο γράφει κάποιος, εδώ όμως όλα αυτά που συζητάμε γίνονται πράξη με το παραπάνω. Είναι απίστευτες οι αναφορές σε χώρες, προορισμούς, έντυπα, πόλεις, εκδότες, κριτικούς, διανοούμενους κ.λπ., στους οποίους και οφείλει αυτό το όχι απλώς αξιολογότατο έργο, αλλά πολύ περισσότερο, σημείο αναφοράς για τα γράμματά μας. Με τη γνωστή δε πειθώ στην παραθετική εκφορά (καθώς τίποτα δεν ξεφεύγει, τίποτα δεν πέφτει κάτω, τίποτα δεν ξεχνάς, τίποτα δεν μένει απαρατήρητο), ο καταξιωμένος συγγραφέας Κώστας Ακρίβος δημιουργεί παράλληλα την κατάλληλη ατμόσφαιρα και ύφος (στις σκηνές όπου ο Ιστράτι και ο Καζαντζάκης δέχονται τα πυρά της ελίτ της χώρας, που τους κατηγορεί σχεδόν πρόστυχα ως αποστολείς τους κομμουνισμού, είναι τέτοια η αληθοφάνεια που μπορώ να πω πως αισθάνθηκα ένα σφίξιμο στο στήθος, εγώ που τα διάβαζα, σκεφτείτε εκείνους που τα υφίσταντο), ώστε η ανάγνωση να γίνεται όλο και πιο ενδιαφέρουσα, εμβληματική, συμπεριληπτική, τέλος, αφομοιωτική. Ο Ακρίβος γράφει καλά γιατί και το ταλέντο διαθέτει και τις γνώσεις για πολλά θέματα, αλλά και τις εμπειρίες έχει, ώστε να δρομολογεί ιστορίες με προσωπικό περιεχόμενο, που αφορούν και ιστορικά μεγέθη στον τομέα τους αλλά και αντλούν ως καθαρά αντιήρωες την πρέπουσα προσοχή στον χειρισμό τους.

Και κλείνουμε λοιπόν αυτή τη σύντομη αναφορά στο βιβλίο του Ακρίβου για τον Ιστράτι (θα θέλαμε να είναι πιο εκτενής, αλλά οι περιστάσεις ορίζουν διαφορετικά) πραγματοποιώντας μία περιήγηση στο μετά το Ποιος θυμάται τον Αλφόνς; έργο του δημιουργού, το οποίο μπορεί να συγκαταλέγεται σε ό,τι καλύτερο διαθέτουμε σήμερα στον χώρο της πεζογραφίας. Γιατί πράγματι από τον Αλφόνς και μετά ο Ακρίβος στοχοποιεί άτομα με ιστορική αξία και, παράλληλα με την προσωπική του δυναμική (μην ξεχνάμε πως για τριάντα πέντε χρόνια δίδασκε ως καθηγητής φιλόλογος στα σχολεία), πετυχαίνει προσωπογραφίες (αν ήταν ζωγράφος, η ομοιότητα θα ήταν υπερβολική) οι οποίες συγκινούν το αναγνωστικό κοινό, δεν χαραμίζονται ώρες απραξίας ή απλής συγκατάβασης, απεναντίας, και με αυξημένη την ευθύνη του απέναντι σε αυτούς που θα αγοράσουν και θα διαβάσουν τα βιβλία του, γίνεται όλο και πιο προσιτός, όλο και πιο διαδραστικός, όλο και πιο ώριμος σε θέματα λογοτεχνικής διαχείρισης. Άρα, πεδίο δόξης λαμπρό για έναν θαυμαστό εργάτη των γραμμάτων, ο οποίος μας προσφέρει υψηλότατου επιπέδου παραμυθίες, πότε με τον Αλφόνς, πότε με τον Καραϊσκάκη, πότε με την Ανδρομάχη και τον Όμηρο, τώρα με τον Παναΐτ Ιστράτι, με μία και μόνο προσδοκία που δεν είναι άλλη απ’ τη δική μας συμμετοχή, ταύτιση και σύνδεση με το έργο του.  

 

Όνομα πατρός: Δούναβης
Κώστας Ακρίβος
Μεταίχμιο
344 σελ.
ISBN 978-618-03-4298-7
Τιμή 16,60€

Χρίστος Παπαγεωργίου ποιητής και κριτικός λογοτεχνίας

https://diastixo.gr/kritikes/ellinikipezografia/24597-kostas-akrivos-onoma-patros-dounavis


https://diastixo.gr






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου