- Βίκυ Πορφυρίδου
Η Οξάνα Ζαμπούζκο είναι Ουκρανή ακτιβίστρια και συγγραφέας μυθιστορημάτων, δοκιμίων και ποιημάτων. Επικεντρώνεται σε θέματα όπως η ουκρανική εθνική ταυτότητα και το φύλο. Το πιο μεγάλο ταξίδι είναι το πρώτο βιβλίο της που κυκλοφορεί στα ελληνικά, από τις Εκδόσεις Το μέλλον, σε μετάφραση της Ελένης Κατσιώλη, δίνοντάς μας την αφορμή για την ακόλουθη συνέντευξη.
Το ταξίδι σας στην Πολωνία τον Φεβρουάριο του 2022 συνέπεσε με την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Πώς διαμόρφωσε εκείνη η στιγμή τον ρόλο σας ως εξόριστης συγγραφέα και ακτιβίστριας;
Είναι ενδιαφέρον ότι ποτέ δεν σκέφτηκα τον εαυτό μου ως μια εξόριστη συγγραφέα – ίσως επειδή η σκέψη αυτή ήταν υπερβολικά επώδυνη, αλλά ποτέ δεν αιτήθηκα καθεστώς πρόσφυγα πολέμου στην Ευρώπη. Το αίσθημα της εξορίας δεν κράτησε περισσότερο από ό,τι η μάχη για το Κίεβο –δηλαδή, μέχρι τον Μάιο του 2022, και ήταν ακριβώς τότε που έγραψα Το πιο μεγάλο ταξίδι– κατόπιν αιτήματος της Ιταλίδας εκδότριάς μου, η οποία μου ζήτησε να εξηγήσω «ό,τι δεν είχε καταλάβει το αναγνωστικό μας κοινό από τα ιστορικά και πολιτισμικά συμφραζόμενα αυτού του πολέμου». Όταν τελείωνα το βιβλίο, ήξερα ήδη πως δεν ήμουν πια «μια γυναίκα με μια βαλίτσα», όπως αυτοσυστήνομαι στο εναρκτήριο κεφάλαιο: σε αντίθεση με εκατομμύρια συμπατριώτισσές μου που αναγκάστηκαν να φύγουν από τη χώρα επειδή ο τόπος τους καταστράφηκε ή κατελήφθη από τους Ρώσους, εγώ ήμουν ελεύθερη να επιστρέψω, αλήθεια – όχι αεροπορικώς, αλίμονο, αυτό είναι κάτι που κάνει μέχρι και σήμερα τα ταξίδια προς και από την Ουκρανία τόσο περίπλοκα. Τώρα, τρία χρόνια μετά, το πρόγραμμά μου είναι ακόμη άναρχο, συχνά πρέπει να ζω «στον δρόμο» για εβδομάδες, σταματώντας στο σπίτι του ατζέντη μου στη Βαρσοβία για να πάρω μια ανάσα, αλλά το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου το περνώ στο Κίεβο, δόξα τω Θεώ και χάρη στον ουκρανικό στρατό. Ωστόσο, εκτιμώ που κρατώ στους φακέλους της μνήμης μου αυτή τη δραματική εμπειρία του «ταξιδιού με ακυρωμένο εισιτήριο επιστροφής»: με βοηθά να κατανοώ καλύτερα όλους εκείνους των οποίων η πατρίδα εκλάπη, και που είναι αναγκασμένοι να ζουν πάνω στις βαλίτσες τους για χρόνια.
Ανακάλυψα μια ολόκληρη ανεξερεύνητη ήπειρο γυναικείας πολιτισμικής σιωπής.
Στο βιβλίο σας Το πιο μεγάλο ταξίδι, παρουσιάζετε την ουκρανική οπτική για την ιστορία και τον πόλεμο. Ποια θεωρείτε πως ήταν η μεγαλύτερη παρανόηση για την Ουκρανία στη ρητορική του δυτικού κόσμου;
Θα το περιέγραφα με τα λόγια ενός διακεκριμένου Γερμανού μελετητή της ρωσικής και ανατολικοευρωπαϊκής ιστορίας, ο οποίος, ήδη από το 2014, είχε σοκαριστεί από την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία και μου ζήτησε, ως Ουκρανή, να τον συγχωρήσω γιατί «ποτέ πριν δεν είχε δει το Κίεβο ως κάτι άλλο πέρα από την τρίτη πόλη της Ρωσικής Αυτοκρατορίας». Είναι μια πολύ εύστοχη διατύπωση που καλύπτει τις περισσότερες από τις δυτικές παρανοήσεις σχετικά με την Ουκρανία, καθώς όλες προέρχονται από την ίδια πηγή: την ιμπεριαλιστική προοπτική που υιοθετήθηκε άκριτα από τη ρωσική ιστοριογραφία.
Υποστηρίζετε ότι η αορατότητα της Ουκρανίας στη διεθνή σκηνή ήταν αποτέλεσμα συνειδητής στρατηγικής. Θα μπορούσατε να εξηγήσετε πώς αυτή η έλλειψη ορατότητας συνέβαλε στην εξέλιξη των πρόσφατων γεγονότων;
Τι καλύτερο παράδειγμα από τον λόγο της τρέχουσας αμερικανικής κυβέρνησης, της οποίας απεσταλμένοι όπως ο Στιβ Γουίτκοφ επαναλαμβάνουν απροκάλυπτα την προπαγάνδα του Πούτιν για την Ουκρανία από το 2014, λες και από τότε δεν έμαθαν τίποτα καινούργιο; Πολλοί άνθρωποι στη Δύση –ανάμεσά τους και Ευρωπαίοι πολιτικοί που λαμβάνουν καίριες αποφάσεις– μέχρι το 2022 «αγόραζαν» ευχαρίστως τις ιστορίες που μαγείρευε ο Πούτιν προκειμένου να υποστηρίξει το επεκτατικό του σχέδιο, ότι «η Ουκρανία δεν υπήρξε ποτέ πριν από το 1991», ότι «η Κριμαία ήταν πάντοτε ρωσική», ότι «οι Ρώσοι και οι Ουκρανοί είναι ένας λαός» (ούτε καν «αδελφοί», όπως έλεγε η σοβιετική προπαγάνδα!), ότι «η Ρωσία θέλει πίσω τις ρωσόφωνες περιοχές, καθώς η ρωσική γλώσσα διώκεται στην Ουκρανία» κ.λπ. Η δική μας πλευρά της ιστορίας δεν είχε ποτέ πραγματικά ακουστεί, μέχρι που ο σχεδιασμένος πόλεμος-αστραπή του Πούτιν στις 24.02.2022 συνάντησε την αντίσταση της πραγματικής, όχι φαντασιακής, Ουκρανίας. Αυτό ήταν το πρώτο σοβαρό τεστ πραγματικότητας για τη Δύση, η ώρα να παραδεχτεί πως «οι κουκουβάγιες δεν είναι αυτό που φαίνονται» και ότι όλοι πρέπει να επανεξετάσουμε τα νοητικά μας σχήματα, αν θέλουμε να επιβιώσουμε ως είδος στον 21ο αιώνα.
Πολλά από τα έργα σας εξερευνούν τα θέματα της ουκρανικής εθνικής ταυτότητας και του φύλου. Πώς διασταυρώνονται αυτά τα θέματα στο έργο σας Το πιο μεγάλο ταξίδι και στη γενικότερη συγγραφική σας πορεία;
Συγγραφικά, ανέκαθεν με απασχολούσε η ανάγκη να αρθρώσω «εγκαταλελειμμένα μυστικά», αλήθειες που είχαν καταπιεστεί. Όταν κυκλοφόρησε το πρώτο μου μυθιστόρημα, Επιτόπια έρευνα για το ουκρανικό σεξ, το 1996, προκαλώντας το μεγαλύτερο λογοτεχνικό σκάνδαλο στην Ουκρανία εδώ και δεκαετίες, κατακλύστηκα από έναν καταιγισμό επιστολών από γυναίκες αναγνώστριες, ηλικίας 20 έως 70 ετών, όλες με το ίδιο μήνυμα: «Ευχαριστώ, αυτή είναι η δική μου ιστορία!» (μερικές φορές ακόμα και: «Πώς το ήξερες; Δεν το έχω πει ποτέ σε κανέναν!»). Έτσι ανακάλυψα μια ολόκληρη ανεξερεύνητη ήπειρο γυναικείας πολιτισμικής σιωπής: το μισό έθνος δεν είχε ποτέ την ευκαιρία να διαβάσει για τα τραύματά του σε ένα βιβλίο στη γλώσσα του, επειδή η εμπειρία του φύλου τους ουδέποτε θεωρήθηκε αρκετά σημαντική, και οι ίδιες είχαν μεγαλώσει έτσι ώστε να την απαξιώνουν. Αυτή η κατάσταση είχε εντυπωσιακή ομοιότητα με την εμπειρία μου ως παιδιού Ουκρανών διανοουμένων: όπως όλες οι μη ρωσικές ταυτότητες στη Σοβιετική Αυτοκρατορία προορίζονταν για εξαφάνιση (όπως ακριβώς συμβαίνει και σήμερα στη Ρωσική Ομοσπονδία), όλοι εμείς στην Ουκρανία κληρονομήσαμε στα οικογενειακά και εκπαιδευτικά μας περιβάλλοντα τεράστιες ζώνες σιωπής, τα οργουελικά «απρόσωπα όντα» και τα «ανύπαρκτα γεγονότα», τα οποία αρχικά απαγορευόταν να αναφέρεις δημοσίως, με κίνδυνο δίωξης, και ύστερα, βήμα-βήμα, διαγράφηκαν από τη συλλογική μας μνήμη. (Ακόμα και η ουκρανική γλώσσα πριν από την ανεξαρτησία θεωρούνταν πολιτικά ύποπτη, εκτός αν τη μιλούσαν άνθρωποι αμόρφωτοι.) Η επαναχαρτογράφηση της ουκρανικής ταυτότητας σήμερα είναι συνεπώς ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης για τους καλλιτέχνες, τους συγγραφείς και τους πολιτιστικούς μας ακτιβιστές. Ως εκ τούτου, μπορώ να πω πως όλη η συγγραφική μου πορεία με προετοίμασε επαρκώς γι’ αυτό που έκανα στο βιβλίο μου Το πιο μεγάλο ταξίδι – να αποκαλύψω και να φέρω στο φως μακροχρόνια ρωσικά πολεμικά σχέδια. Εύχομαι η προσπάθειά μου να βοηθήσει ώστε αυτά τα μοχθηρά μυστικά να «εγκαταλειφθούν» από την υπόλοιπη ανθρωπότητα μια για πάντα. Διότι η συγγραφή είναι, μεταξύ άλλων, η τέχνη να μετατρέπεις τα μειονεκτήματά σου σε πλεονεκτήματα. Το να ανακαλύψεις πως το βάρος που κληρονόμησες από τις προηγούμενες γενιές σε πράγματα ανείπωτα μπορεί επίσης να είναι η πηγή της συγγραφικής σου δύναμης, είναι ακριβώς η στιγμή της συγγραφικής ωριμότητας – τουλάχιστον έτσι συνέβη στην περίπτωσή μου. Τώρα, ως Ουκρανή συγγραφέας και ως γυναίκα συγγραφέας, έχω τόσο πολλά να γράψω, που μια ζωή δεν αρκεί.
Όποιος θέλει να καταλάβει μια χώρα, πρέπει να στραφεί στους ποιητές και στις ποιήτριές της.
Τα έργα σας έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες. Πόσο σημαντική είναι η λογοτεχνική μετάφραση στη διαμόρφωση της παγκόσμιας αντίληψης για την Ουκρανία και την ιστορία της;
Ο Γκαίτε έλεγε πως «όποιος θέλει να καταλάβει έναν ποιητή, πρέπει να πάει στη χώρα του». Εγώ θα έλεγα και το αντίστροφο: όποιος θέλει να καταλάβει μια χώρα, πρέπει να στραφεί στους ποιητές και στις ποιήτριές της (ή, στην περίπτωση μετάφρασης, καλύτερα στους πεζογράφους της, μιας και η ποίηση, αλίμονο, είναι εκ φύσεως είδος αμετάφραστο). Το να διαβάζεις συγγραφείς σε μετάφραση είναι ο πιο σύντομος δρόμος για να γνωρίσεις μια χώρα στο πιο προσωπικό, οικείο επίπεδο. Να ένα καλό παράδειγμα που έτυχε να συναντήσω πρόσφατα: Δυστυχώς, η σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία, με εξαίρεση τα γνωστά ονόματα (Καβάφης, Σεφέρης, Καζαντζάκης), είναι μάλλον άγνωστη στην Ουκρανία – αν και, υποθέτω, κάπως περισσότερο απ’ ό,τι η ουκρανική στην Ελλάδα. Η πιο πρόσφατη μετάφραση εμφανίστηκε λίγο πριν από τη ρωσική εισβολή, τον χειμώνα του 2021-22: ένας μικρός τόμος με επιλεγμένα διηγήματα τριών συγγραφέων του 19ου αιώνα: του Γεωργίου Βιζυηνού, του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη και του Εμμανουήλ Ροΐδη. Μικρός εκδότης, μικρό τιράζ… Βρήκα μόνο μία αναγνωστική κριτική, τη μοναδική απόδειξη πως αυτό το «γράμμα σε μπουκάλι» (που είναι κάθε καινούργιο βιβλίο!) διέσχισε τη θάλασσα και έφτασε σε μια ζωντανή ψυχή. Ήταν η πρώτη εμπειρία του αναγνώστη με τους νέους Έλληνες κλασικούς και ξεχείλιζε από ενθουσιασμό, φώναζε κυριολεκτικά στο διαδίκτυο: Κοιτάξτε, άνθρωποι, οι Έλληνες είναι σαν κι εμάς, τους Ουκρανούς! Η ιστορία τους είναι ακριβώς σαν τη δική μας, απόλαυσα αυτά τα διηγήματα απίστευτα! Όσο αφελές κι αν ακούγεται, βρίσκω αυτή την αντίδραση τέλειο δείγμα τού γιατί χρειαζόμαστε λογοτεχνία σε μετάφραση: για να μάθουμε, μέσω της ταύτισης με την ξένη εμπειρία, να αγαπάμε τον πλησίον μας σαν τον εαυτό μας.
Μελετώντας την ιστορία, ποια μαθήματα πιστεύετε πως θα έπρεπε να αντλήσουν οι δυτικοί πολιτικοί και διανοούμενοι από τα λάθη του παρελθόντος;
Νομίζω ότι ο ίδιος ο όρος «Δύση» έχει ήδη αρχίσει να φαίνεται παρωχημένος. Οι αμερικανικές και ευρωπαϊκές νοοτροπίες αποδείχτηκαν διαφορετικές. Η Ευρώπη αυτή τη στιγμή αρχίζει να συνειδητοποιεί πως η μεταπολεμική παγκόσμια τάξη πραγμάτων που καθιερώθηκε από τη Συνθήκη της Γιάλτας ανήκει στο παρελθόν. Η εποχή των αυτοκρατοριών ή, για να το πούμε με πιο σύγχρονους όρους, των οργουελικών «υπερδυνάμεων», που κόβουν τον κόσμο σε «ζώνες επιρροής» μόνο και μόνο επειδή είναι «μεγάλες», έχει τελειώσει, όσο κι αν οι παλιοί τραμπούκοι όπως ο Πούτιν, ο Τραμπ ή άλλοι του ίδιου είδους τη θέλουν πίσω. Πράγματι, μόλις υπέβαλα για εκτύπωση μια νέα συλλογή δοκιμίων με τίτλο Η δική μας Ευρώπη, στην οποία συζητώ όλα αυτά τα ζητήματα, μαζί με τις νέες προοπτικές και προκλήσεις που ανοίγονται για την Ευρώπη μετά τις γεωπολιτικές ανακατατάξεις που προκάλεσε ο ρωσοουκρανικός πόλεμος. Διότι, είτε μας ακούν είτε όχι οι πολιτικοί, οι συγγραφείς είναι προορισμένοι να αρθρώνουν νόημα μέσα σε οποιαδήποτε χαοτική εποχή: από τον Όμηρο και την Ιλιάδα του, αυτός ήταν ο μόνος τρόπος που έχουμε να πολεμούμε το χάος.
Το πιο μεγάλο ταξίδι
Οξάνα Ζαμπούζκο
μετάφραση: Ελένη Κατσιώλη
Το μέλλον
134 σελ.
ISBN 978-618-5919-01-6
Τιμή €12,72
https://diastixo.gr/sinentefxeis/xenoi/24696-oxana-zambouko-sinenteuxi-sti-viki-porfiridou


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου